«Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, την εικόνα σου την σεπτήν»….
(Σχόλια με αφορμή ένα μεταφραστικό λάθος).
Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Η ιστορία του τροπαρίου.
«Άλαλα τά χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων τήν εικόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ιστορηθείσαν υπό τού αποστόλου, Λουκά Ιερωτάτου, τήν Oδηγήτριαν».
Το τροπάριο αυτό έχει σχέση με μια συγκεκριμένη εικόνα τής Παναγίας, η οποία έκανε θαύματα, αφήνοντας άφωνους τούς απίστους. Συγκεκριμένα:
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν και ζωγράφος. Κάποια μέρα συνάντησε τήν Παναγία. Τόσο πολύ σαγηνεύθηκε, ώστε κάθισε και τη ζωγράφησε. « Η χάρη μου, ας είναι πάντα μαζί της», είπε η Παναγία, βλέποντας τήν εικόνα της. Από τότε ο Λουκάς, με τήν «ευχή» τής Παναγίας, παράλληλα με το κήρυγμα, ζωγράφιζε και εικόνες τής Παναγίας. Μια τέτοια εικόνα ήταν και στα Ιεροσόλυμα. Η Ευδοκία, γυναίκα τού Θεοδοσίου Β΄ (5οςαι.), τήν έφερε στην Κων/πολη, σαν δώρο στην κουνιάδα της, Πουλχερία. Η Πουλχερία έκτισε Μοναστήρι, όπου έθεσε τήν εικόνα τού Αγίου Λουκά σέ ολόχρυσο κουβούκλιο (Γ. Σωτηρίου, καθηγητής Πανεπιστημίου. Περιοδικό «Κοινωνία» τ. 2000, τ.3, σελ. 253).
Η εικόνα αυτή είχε γίνει το πιο ιερό «κειμήλιο» για τη Βασιλεύουσα. Σύμφωνα λοιπόν με την Εκκλησιαστική Ιστορία του Νικηφόρου Κάλλιστου Ξανθόπουλου και το Λόγο Διηγηματικό η εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας προέρχονταν από την Αντιόχεια και είχε φιλοτεχνηθεί από τον ευαγγελιστή Λουκά.
Στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη από την αυτοκράτειρα Ευδοκία και τοποθετήθηκε στην Μονή των Οδηγών και είναι μετά το τέλος της Εικονομαχίας(843) που καθιερώθηκε η εβδομαδιαία λιτάνευση της εικόνας.
Σέ δύσκολες στιγμές, ανομβρίες, δοκιμασίες κ.λ.π. τήν λιτάνευαν στην Πόλη. Παράλληλα κάθε εβδομάδα τήν έβγαζαν εν πομπή από το Μοναστήρι, και τήν έστηναν στην κοντινή πλατεία προς προσκύνηση. Η λιτάνευσή της γινόταν με τέτοιο τρόπο, πού άφηνε άφωνους τούς πάντες. Ρώσος προσκυνητής, πού έτυχε να παρευρίσκεται σέ μια τέτοια τελετή, περιγράφει:
«Ένας άνθρωπος άπλωνε τα χέρια του σαν εσταυρωμένος, και τρείς άνθρωποι έβαζαν στον ώμο του τήν μεγάλη και βαριά εικόνα, με το σιδερένιο και χρυσοστολισμένο της κουβούκλιο. Και η εικόνα, πάνω στον ώμο τού «μεταφορέα», γινόταν ανάλαφρη! Έδεναν τα μάτια του, και η πομπή ξεκινούσε! Ήταν τρομερό να τον βλέπεις να περπατά, με τήν βαριά εικόνα στον ώμο του, με τα μάτια κλειστά, να στρίβει απότομα, δεξιά και αριστερά, χωρίς να ξέρει, πού τον οδηγούσε η εικόνα. (Εξ αυτού η συγκεκριμένη εικόνα εκλήθη «Παναγία Οδηγήτρια»).Καθ΄ οδόν «παραλάμβανε» τήν εικόνα και δεύτερος, και τρίτος, και τέταρτος, πιστός, και με τον ίδιο τρόπο (κλειστά τα μάτια). Προπορεύονταν οι διάκοι με τα εξαπτέρυγα. Οι ψάλτες έψελναν ένα μεγάλο ύμνο, και ο λαός έλεγε κλαίγοντας το «Κύριε ελέησον». ( Ζεράρ Βάλτερ. Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο, εκδόσεις Παπαδήμα, 1988, σελ. 206) .
Οι ασεβείς, άπιστοι τού καιρού εκείνου, πού δεν ήθελαν να προσκυνήσουν τήν θαυματουργική αυτή εικόνα, βλέποντας τώρα με τα ίδια τους τα μάτια αυτά τα φοβερά, έμειναν άφωνοι, εξ ού και το τροπάριο: «Άλαλα τά χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων τήν εικόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ιστορηθείσαν υπό τού αποστόλου, Λουκά Ιερωτάτου, τήν οδηγήτριαν».
Η λιτάνευση της εικόνας της Οδηγήτριας εικονίζεται στην τοιχογραφία της εκκλησίας της Βλαχέρνας στην Άρτα . Εκεί παρατηρούμε ότι την εικόνα κρατά στους ώμους του ένας άνδρας, τον οποίο πλαισιώνουν ανδρικές μορφές. Τα ενδύματα των ανδρικών μορφών είναι πορφυρά και ίσως πρόκειται για μέλη της αδελφότητας των Οδηγών. Στη λιτανεία παρατηρούμε τη παρουσία ανδρών και γυναικών. Στα αριστερά της εικόνας είναι παρούσες δύο γυναικείες μορφές. Οι μορφές αυτές είναι ενδεδυμένες με πολυτελή ενδύματα και έχει υποστηριχθεί ότι πρόκειται για επιφανή μέλη της κοινωνίας της Άρτας που συμμετείχαν σε λιτάνευση της εικόνας της Οδηγήτριας στην Κωνσταντινούπολη.
Η Θεοτόκος ως Οδηγήτρια
Στον εικονογραφικό αυτό τύπο η Παναγία με το ένα χέρι της κρατάει το Χριστό και το άλλο το ακουμπάει ελαφρά πάνω από το στήθος και τήν καρδιά της δείχνοντας με τα δάχτυλα προς τον Λυτρωτή πού έχει στην αγκαλιά της. Ονομάστηκε Οδηγήτρια, επειδή δείχνει πρός τον Χριστό και η στάση τού σώματός της οδηγεί προς το Σωτήρα. Αυτός ο εικονογραφικός τύπος χρησιμοποιείται κυρίως για τήν εικόνα τής Θεοτόκου πού βάζουμε στο τέμπλο.
Αυτός ο τρόπος απεικονίσεως τής Παναγίας μάς διδάσκει πώς το κύριο έργο τής Παναγίας είναι να μάς οδηγήσει προς τον Λυτρωτή. Με το χέρι της μάς δείχνει Εκείνον πού είναι ο κυβερνήτης τής ιστορίας και τού σύμπαντος. Με τή στάση της μάς προτρέπει να στραφούμε στο Σωτήρα Χριστό, ο οποίος επιθυμεί τή λύτρωσή μας από τήν αμαρτία και τη θέωσή μας.
Επίσης μάς διδάσκει και τήν ταπείνωση, διότι εκείνη προσπαθεί να περάσει με το σώμα της στο παρασκήνιο, για να βγει στο προσκήνιο ο Υίος της και Λόγος τού Θεού. Μάς διδάσκει επίσης και το δικό μας ρόλο, ο οποίος είναι, αφού οδηγηθούμε εμείς πρός τον Λυτρωτή, να μη σταθούμε εμπόδιο για άλλους ανθρώπους, αλλά να προσπαθήσουμε να οδηγήσουμε όσο μπορούμε περισσότερος πρός Εκείνον πού μάς περιμένει όλους. Ο εικονογραφικός τύπος τής Οδηγήτριας έχει μία σοβαρότητα και μία απουσία έντονου συναισθήματος, αφού στη θέση τού συναισθήματος έβαλε περισσότερο το χρέος. Πολλές φημισμένες και θαυματουργές εικόνες ανήκουν σ’ αυτόν τον εικονογραφικό τύπο. Οδηγήτρια είναι η Ιεροσολυμίτισσα, η Σουμελά, η Προυσιώτισσα, η Γοργοϋπήκοος και βεβαίως πολλές ακόμη.
Η μεταφραστική αστοχία.
Η συνηθισμένη μετάφραση που δίνεται στην πρόταση πρόταση «Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, την εικόνα σου την σεπτήν»….του τροπαρίου αυτού είναι η εξής: «Να μείνουν άλαλα, χωρίς λαλιά, χωρίς φωνή, τα χείλη, δηλ. τα στόματα των ασεβών, αυτών πού δεν προσκυνούν τήν σεπτή εικόνα τής Θεοτόκου».
Η μετάφραση όμως αυτή δείχνει ότι ο υμνογράφος διατυπώνει κατάρα και εύχεται την τιμωρία. Γιατί, όντως, το να χάσει κανείς τήν λαλιά του, να μείνει μουγγός, κατά τα ανθρώπινα δεδομένα και τήν κοσμική λογική, είναι τραγικό.
Όμως αν προσέξουμε περισσότερο την πρόταση του τροπαρίου θα διαπιστώσουμε ότι λείπει το ρήμα το οποίο εννοείται και αυτό είναι το «εστι» ή το «εισί».Δηλαδή η πρόταση με το ρήμα γίνεται:
«Άλαλα ΕΣΤΙ (ή εισί) τά χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, τήν εικόνα σου τήν σεπτήν».Επομένως ο υμνογράφος εκφράζει μια διαπίστωση. Ότι τα χείλη των ασεβών είναι άλαλα, δηλαδή διατυπώνουν λόγια που δεν έχουν σωτηριολογικές προεκτάσεις, όπως οι βλάσφημες και υποτιμητικές εκφράσεις εναντίον τού Πανσέπτου προσώπου τής Κυρίας Θεοτόκου. Βλασφημία είναι και οι αιρετικές θεωρίες περί του προσώπου της Παναγίας και μάλιστα η αίρεση δεν κάνει ένα, αλλά επειδή διαδίδεται δημιουργεί πολλούς βλάσφημους. Ο κάθε αιρεσιάρχης με τις βλασφημίες του, αιρετικές θεωρίες, παρασύρει ανθρώπους που αναζητούν τον Χριστό έχει μεγάλη ευθύνη και καλύτερα θα ήταν να μην ανοίξει το στόμα του να τις αναφέρει.
Θεολογική ερμηνεία του τροπαρίου.
Η διαπίστωση του υμνογράφου έχει παιδαγωγική και σωτηριολογική σημασία. Για να το κατανοήσουμε αυτό θα πρέπει να εστιάσουμε τήν προσοχή μας περισσότερο στη λέξη «ασεβείς» και να τήν ερμηνεύσουμε. Ποιοι είναι οι «ασεβείς»; Ποιοι είναι αυτοί, πού δεν προσκυνούν τήν σεπτή εικόνα τής Θεοτόκου; Ποιοι είναι αυτοί οι ασεβείς πού δεν δέχονται τήν Παναγία ως Θεοτόκο;
Κατ’ αρχήν, είναι οι Εβραίοι Σιωνιστές, οι οποίοι σταύρωσαν και απαρνήθηκαν τον Χριστό ως Θεό και άρα αρνούνται και τήν Παναγία ως Θεοτόκο.
Είναι γνωστό το περιστατικό, πού συνέβη στην Κοίμηση τής Θεοτόκου. Συγκεκριμένα όταν οι Απόστολοι, βαστάζοντας τον «ιερόν κράββατον τού θεοδόχου σώματος τής Παρθένου», πήγαιναν να το ενταφιάσουν, όταν κατέβαιναν από το όρος Σιών, τότε ένας Εβραίος, γενόμενος όργανο τού διαβόλου, κινήθηκε με μία θρασεία και άλογη ορμή εναντίον τού «θειοτάτου σώματος τής Θεομήτορος». Αφού έπιασε το κρεβάτι με αυθάδεια με τα δύο του χέρια, φρόντιζε ο πάντολμος να το γκρεμίσει στο έδαφος. Αλλά αμέσως κόπηκαν τα χέρια του . Και ήταν να βλέπει κανείς τήν εκδίκηση τού άτοπου ορμήματος, διότι εκείνος ο ασεβής ευθύς φάνηκε «άχειρ(= χωρίς χέρια), έως ότου μεταβλήθηκε κατά τήν γνώμη σέ πίστη και μετάνοια». Γι’ αυτό χωρίς αργοπορία στάθηκαν αυτοί, πού βαστούσαν το ιερό κρεβάτι και αφού εκείνος ο τάλας έβαλε τα χέρια του πάνω στο ζωαρχικό σώμα τής Θεομήτορος, έγινε πάλι σώος και υγιής.
Η αίρεση του Προτεσταντισμού με όλα τα παρακλάδια τους (Ευαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί, Αγγλικανοί) ενώ δέχεται την Παναγία ως Θεοτόκο, απορρίπτει το αειπάρθενο. Φυσικό επακόλουθο της απορρίψεως της αειπαρθενίας της Θεοτόκου εκ μέρους των Προτεσταντών είναι ότι αυτοί δέναποδίδουν καμμία τιμή και υπεροχή στην Παναγία ως προς την αρετή και την αγιότητα πάνω από όλους τούςΑγίους, αλλά ισχυρίζονται ότι είναι κοινή γυναίκα, σαν μία από τις γυναίκες του κόσμου. Επίσης, δένπαραδέχονται ότι πρέπει να παρακαλείται η Θεοτόκος και οι υπόλοιποι Άγιοι, για την σωτηρία και βοήθεια των ανθρώπων και ότι δεν θαυματουργούν. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όμως, η διδασκαλία για το αειπάρθενον της Παναγίας είναι βασικότατη.
Άλλωστε, στην Ορθόδοξη εικονογραφία η Θεοτόκος εικονίζεται πάντοτε με τρία αστέρια, ένα στο μέτωπο, ένα στο δεξί και ένα στο αριστερό ώμο της, που σημαίνουν ότι η Παναγία έμεινε παρθένος «προ τόκου, εν τόκω και μετά τόκον», δηλ. αειπάρθενος. Άρα, λοιπόν, άλαλα τα χείλη των ασεβών Προτεσταντών.
Η αίρεση του Παπισμού, αντιθέτως, τόνισε υπερβολικά το πρόσωπο της Θεοτόκου αυτονομώντας το σημαντικά από την Χριστολογία της Εκκλησίας. Έτσι, καθιέρωσε μία καινοφανή διδασκαλία, την μαριολογία, η οποία αναφέρεται σε καινά, νέα και αιρετικά δόγματα, για την Θεοτόκο. Επίσημα μαριολογικά δόγματα του Παπισμού είναι πρώτον το δόγμα περί της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου. Σύμφωνα μ’ αυτό, η Θεοτόκος, επειδή προοριζόταν να γεννήσει τον Θεό Λόγο και να σαρκωθεί απ΄ αυτή, έπρεπε να είναι παντελώς αναμάρτητη. Γι’ αυτό με την πρόνοια του Θεού συνελήφθη μεν ως καρπός πατρός και μητρός, απαλλαγμένη όμως από το προπατορικό αμάρτημα.
Όμως, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, τελείως αναμάρτητος είναι μόνον ο Τριαδικός Θεός και ο Θεάνθρωπος Ιησούς, ο οποίος συνελήφθη όχι εκ σπέρματος ανδρός, μέσω του οποίου μεταδίδεται το προπατορικό αμάρτημα, αλλ’ εκ Πνεύματος Αγίου.
Η Θεοτόκος ως καρπός ανδρός και γυναικός ήταν φορέας τού προπατορικού αμαρτήματος, καθαρίσθηκε όμως απ’ αυτό, όταν τήν επισκίασε το Άγιον Πνεύμα κατά τον Ευαγγελισμό. Οι Παπικοί διακηρύσσοντας ως δόγμα τήν άσπιλο σύλληψη τής Παναγίας, δεν κατανοούν ότι με αυτό τήν ξεχωρίζουν από το ανθρώπινο γένος, γεγονός πού έχει σωτηριολογικές συνέπειες για τήν ανθρωπότητα.
Εάν η Παρθένος έφερε άλλη φύση, τότε ο Κύριος, προσλαμβάνοντας τήν ανθρώπινη φύση απ’ αυτή, θέωσε άλλη φύση και όχι τήν κοινή φύση όλων των ανθρώπων.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία πιστεύει ότι η Θεοτόκος έφερε το προπατορικό αμάρτημα και καθαρίσθηκε υπό τού Αγίου Πνεύματος, όταν τήν επισκίασε για να γεννήσει τον Χριστό. Προσωπικές αμαρτίες δεν είχε και οι αδυναμίες της δεν σκιάζουν ούτε ελαττώνουν τήν αγιότητά της. Θα είναι πάντοτε Παναγία η Παρθένος.
Δεύτερο αιρετικό δόγμα τού Παπισμού σχετικά με τήν Θεοτόκο είναι το δόγμα περί τής ενσώματης αναλήψεως τής Θεοτόκου. Το δόγμα αυτό είναι φυσική συνέπεια και απότοκος τού πρώτου δόγματος. Αφού δηλ. η Παναγία ήταν απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα και είναι, κατ΄ αυτούς θεά, δεν ήταν δυνατόν να πεθάνει, να υποστεί σωματικό θάνατο, αλλά αναλήφθηκε σωματικώς. Η Ορθόδοξος, όμως, Εκκλησία κάνει λόγο για κοίμηση τής Θεοτόκου, δηλ. πραγματικό θάνατο, χωρισμό ψυχής και σώματος, και για μετάσταση τής Θεοτόκου, δηλ. ανάσταση, ένωση ψυχής και σώματος, και ανάληψη κοντά στον Υιό της.
Παράλληλα, καλλιεργούνται σέ δογματικό επίπεδο από τούς Παπικούς οι διδασκαλίες γιά τήν Θεοτόκο ως «συμμεσίτριας καί συλλυτρώτριας». Δηλ. ότι η Θεοτόκος, ως θεά, μπορεί από μόνη της να μεσιτεύσει και να λυτρώσει τον άνθρωπο, όπως ο Χριστός, αλλά και ανεξαρτήτως αυτού. Οι διδασκαλίες, όμως, αυτές των Παπικών αντίκεινται σαφώς προς τήν Αγία Γραφή.
Οι Παπικοί, επίσης, αμφισβητούν ακόμη και τον τόπο κοιμήσεως και ταφής τής Θεομήτορος. Όπως όλοι γνωρίζουμε, σύμφωνα με τήν ιστορία, τήν παράδοση και τήν υμνογραφία, η Θεοτόκος κοιμήθηκε και τάφηκε στα Ιεροσόλυμα, στη Γεθσημανή. Οι Παπικοί, όμως, υποστηρίζουν αμάρτυρα ότι η Παναγία έζησε και τάφηκε, όχι στα Ιεροσόλυμα, στη Γεθσημανή, αλλά στην Έφεσο. Και αυτό το στηρίζουν σέ κάποιο όνειρο μίας φραγκοκαλόγριας, πού είδε τον περασμένο αιώνα. Άρα, λοιπόν, άλαλα τα χείλη των ασεβών Παπικών.
Και ερχόμαστε να δούμε τήν παναίρεση τού Οικουμενισμού, ο οποίος είναι η χειρότερη και μεγαλύτερη εκκλησιολογική αίρεση όλων των εποχών και ο τελευταίος πρόδρομος τού Αντιχρίστου, διότι στόχο έχει να ενώσει όλες τίς αιρέσεις και θρησκείες, σέ μία παγκόσμια θρησκεία, ένα παγκόσμιο θεό, προσβάλλοντας την αποκλειστικότητα και τη μοναδικότητα τής σωτηρίας, πού παρέχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξος Εκκλησία, και αδιαφορώντας για τίς τεράστιες δογματικές και θεολογικές διαφορές.
Άρα, λοιπόν, άλαλα τα χείλη των ασεβών Οικουμενιστών.
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά(χιλιαστές) δεν παραδέχονται την μητέρα του Κυρίου σαν https://www.vimaorthodoxias.gr/all/itemlist/tag/%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%93%CE%99%CE%91 Θεοτόκο και αειπάρθενο, ισχυρίζονται ότι μετά τον Χριστό απέκτησε και άλλα τέκνα από σαρκική μίξη με τον Ιωσήφ, και δεν αποδίδουν σε αυτή ιδιαίτερη τιμή.
Δεν χρησιμοποιούν γι΄αυτή ονόματα που να δείχνουν αγάπη, θαυμασμό και σεβασμό, όπως π.χ. το όνομα Παναγία, αλλά πάντοτε ομιλούν σαν να μιλάει κάποιος για μια συνηθισμένη γυναίκα που την λένε Μαρία. Άρα, λοιπόν, άλαλα τα χείλη των ασεβών Χιλιαστών.
Τέλος αμάρτυρη και αυθαίρετη είναι η αντικατάσταση του τροπαρίου με το παρακάτω:
“Εύλαλα τα χείλη των ευσεβών, των καταφιλούντων τὴν εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, τὴν ἱστορηθεῖσαν, ὑπὸ τοῦ ἀποστόλου, Λουκᾶ ἱερωτάτου, τὴν Ὁδηγήτριαν”.