Του Δημήτρη Βλαχοπάνου
Στον Βαγγέλη και στη Φωτεινή
Sail on, Silver Girl, sail on by Simon & Garfunkel
Σε σκεφτόμουν εκείνες τις μέρες ανήσυχος. Κι ένιωθα λες κι ένα σύννεφο να τριγύριζε πάνω σου, σα να ’σουν η άλλη Ιφιγένεια ανεβασμένη στο βωμό της θυσίας. Είχε η ύπαρξή σου πλημμυρίσει ολόκληρη την ψυχή μου. Ένας κατακλυσμός ξέσπασε μέσα μου, που με ταλάντευε και με εκσφενδόνιζε στους πλανήτες. Ήταν που είχαμε πολύν καιρό να βρεθούμε. Κι είχαμε αναίτια κόψει τηλέφωνα και μηνύματα, λες και γίναμε σιωπηρά κι ανεξήγητα ξένοι.
Μα είχα μιαν αμάχητη τώρα επιθυμία να σε δω, να σε πειράξω, να παίξω μαζί σου, ν’ αφανιστώ. Γιατί μου άρεσε πάντα το απότομο και οξύ της φωνής σου, ο κελαρυστός ήχος της, η μουσική των σιωπών και των φθόγγων της. Και μαζί το ψιχάλισμα των ματιών σου, το κρυφό σου εντός τους χαμόγελο, οι σπινθήρες στο βλέμμα σου, όταν ήθελες να παίξεις μαζί μου κι εσύ και να δώσεις στη συντροφιά μας το στίγμα της φοράς των δικών σου ανέμων.
Ξέρεις. Ήταν πολλές οι φορές που σ’ έστηνα μπρος μου. Άλλοτε σκεφτική κι άλλοτε γελαστή, μα πάντα δεσποτική, αισιόδοξη, ονειροπόλα. Και με κατακτούσες έτσι απρόσιτη και φευγάτη μες στις δικές σου πατρίδες, τις παραδομένες στ’ αδοκίμαστα χρώματα και στους αλλιώτικους ήχους. Κι έλεγα πως τούτες τις μέρες θα βρίσκαμε λίγο χρόνο να σηκώσουμε οι δυο μας λίγο πιο πάνω τη γη, να ξεδιπλώσω εγώ και ν’ απλώσω τα χαρτιά μου μπροστά σου κι εσύ τότε να μου ανοίξεις τη βίβλο των μυθικών στοχασμών σου και να ξετυλίξεις τους χάρτες των μυστικών κι ακριβών ταξιδιών σου.
Κι ήταν μια από τις νύχτες εκείνες που σε ονειρεύτηκα καθώς ρόδιζε αναγεννημένη μες στο θόλο της η Ανατολή. Μια νύφη στα λευκά της ντυμένη. Και ιπτάμενη. Εσύ και το πιάνο σου. Με τ’ άσπρα σου δάχτυλα να γλιστρούν πάνω στα πλήκτρα και να κάνουν τη μαγεία της ψυχής σου μαγεία του σύμπαντος κόσμου. «Έτσι σε θέλω», αισθάνθηκα να ψελλίζουν τα χείλη μου και τα μάτια μου να υγραίνουν. Κι είδα το χλομό πρόσωπό σου στο ημίφως να καρφώνεται πάνω μου για να μοιραστεί τη χαρά που σκίρτησε μέσα μου σαν φτερούγισμα αγγέλου.
Αγγελική! Μη θαρρείς πως θα σ’ αφήσουμε να πετάς μόνη στα σκοτεινά μονοπάτια του άλλου ημισφαίριου. Θα σε φέρνουμε πίσω. Αυθεντική, άφθαρτη κι άυλη, μες στη μεταφυσική σου ομορφιά, να πορεύεσαι ανάμεσά μας ιδανική, πεισματική και περήφανη, βυθισμένη στις μεγάλες δρασκελιές τού λαού μας κι αφημένη στα πεντάγραμμα των λυρικών σου κανόνων. Θα σ’ αντικρίζουμε εκεί: στο πρώτο θρανίο να ρουφάς και το τελευταίο μας σύμφωνο• στη χορωδία και στο πιάνο να δίνεις μ’ ένα νεύμα το σύνθημα• στις σκηνές και στις αίθουσες να σκορπάς στις φωνές μας ανάμεσα τον ήχο της δικής σου σιωπής.
Και ξέρεις γιατί. Γιατί τούτη η αγάπη που φύτρωσε μέσα μας και μας στύλωσε και μας ψήλωσε και σήκωσε άγκυρες προικίζοντας τη σχεδία μας με φτερά και κουπιά για να μπορούμε να συλλαβίζουμε πια τ’ ανερμήνευτα λόγια που περιφέρονται μόνα στους ουρανούς και στις θάλασσες… Τούτη η αγάπη μας είναι κι απ’ τους αιώνες πιο αιώνια. Πιο αιώνια απ’ τη ζωή και το θάνατο. Τούτη η αγάπη μας είναι προαιώνια και πιο δυνατή απ’ τη μνήμη, γεννημένη πριν ακόμα σαλέψει το πρώτο φως της Γενέσεως και φτιαγμένη απ’ το ατσάλι που συντρίβει το χρόνο και δαμάζει το χώρο.
Αγγελική της Αγάπης, θα είσαι πάντα εδώ. Κοντά μας. Στη συντροφιά μας. Βαθιά στην καρδιά μας. Γιατί σ’ αγαπήσαμε. Γιατί σ’ αγαπάμε. Γιατί θα σ’ αγαπάμε πιο πέρα απ’ το χρόνο και πιο πάνω το χώρο.