Αδικαίωτα τα οράματα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου
Γράφει ο Χρίστος Α. Τούμπουρος
ΑΘΗΝΑ 16 Νοεμβρίου 1973
Ωραία παιδιά με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια
ωραία παιδιά δικά μας με τη μεγάλη θλίψη των ανδρείων
αψήφιστοι, όρθιοι στα Προπύλαια στον πέτρινο αέρα, έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι
πως μεγαλώνει το μπόι, το βήμα κι η παλάμη του ανθρώπου
Γιάννης Ρίτσος
Σαράντα οκτώ χρόνια!
“Εδώ Πολυτεχνείο , εδώ Πολυτεχνείο. Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων”…
Το Όνειρο, το Όραμα, το Θάμα δεν πέρασε, δεν χάθηκε, δεν έσβησε…
Δεν ξεθωριάζονται τα ιδανικά και δεν απεμπολούνται οι λαϊκοί αγώνες. Όσες σειρήνες κι αν βαλθούν, όσα θεριά κι αν αμολυθούν, για να κατασπαράξουν τους λαϊκούς αγώνες, να τους αποδομήσουν στη συνείδηση του λαού, το πάλεμα, το μάτωμα για “Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία” πάντα θα συνταράζει την ψυχή του πολίτη, -κάθε πολίτη- με δημοκρατική αγωγή και πολιτική συνείδηση.
Το Πολυτεχνείο δεν είναι απλά ένα ιστορικό γεγονός. Είναι σύμβολο. Και συμβολίζει αυτό που ακριβώς φοβούνται, όσοι κυβερνούν τον τόπο χρόνια τώρα: Ο λαός μπορεί να οργανωθεί, να ξεφύγει από τη μοιρολατρία, να σηκωθεί από την «ξαπλώστρα», να παλέψει, να επιβάλει λύσεις προς όφελός του. Όπως τότε που στάθηκε περήφανος μπροστά στα αμερικανικά τανκς της χούντας.
Συμβολίζει ακόμα την αγωνία των κρατούντων μήπως το αυθόρμητο γίνει οργανωμένο. Και τότε… «μαύρα μαντάτα ήρθανε …». Το σταμάτημα το πέτυχαν με την «πλατεία», με τις «αφύσικες ταρζανιές και τους όψιμους επαναστάτες της αρπαχτής…» Αλλά ως πότε;
“Οι αγέρηδες χάνουνε το δρόμο/ όταν αφήνουμε το δρόμο μας να χορταριάζει,/ ν’ αποκοιμιέται στο πλευρό των χωραφιών”.Τίτος Πατρίκιος
Και κάτι παραπάνω. Το Πολυτεχνείο συνιστά μέγιστη στιγμή αντίστασης του λαϊκού κινήματος. Επομένως, όσοι απόδιωξαν τα ιδανικά του αγώνα αυτού, συμβιβάστηκαν και υποτάχτηκαν στο σύστημα δεν μπορούν να παρασύρουν στο βούρκο τους τις μεγάλες αυτές στιγμές της αντίστασης του λαϊκού κινήματος.
Τα παιδιά του Πολυτεχνείου είχαν όραμα. Όχι, δεν ήταν παρατρεχάμενοι, κολαούζοι, «σπάκια» και υποπόδια. Δεν κουβάλησαν βαλίτσες με «τούβλα» – χορηγίες ξεπουλήματος και βιασμού κάθε ίχνους συνείδησης και δημοκρατικής αγωγής.
Είχαν λόγο και ντομπροσύνη. Δεν ήταν οι βεντούζες και οι θαμώνες των κομματικών γραφείων και της κομματικής καμαρίλας. Δεν έταζαν, δεν κορόιδεψαν, δεν πούλησαν, μα και δεν ξεπουλήθηκαν. Δεν είχαν καμιά σχέση με τους άλλους… Οι άλλοι… «Άνθρωποι χωρίς λεβεντιά… λιποτάχτες της ζωής… ονειρεύονται τα σάπια τους όνειρα. Άνθρωποι πάντα βιαστικοί… προφασιζόμενοι κάποιο μεγάλο σκοπό» (Μ. Αναγνωστάκης).
Θα τους δούμε και πάλι φέτος. Τα παιδιά του Πολυτεχνείου. Στην πορεία. Έκτη και βάλε δεκαετία. Άνθρωποι απλοί σαν τα δέντρα μπροστά στην ήλιο, καταδεκτικοί, με την αφοβιά εντυπωμένη στο πρόσωπό τους να δίνουν το ακριβές στίγμα τους: «…είμαστε κάτι άνθρωποι έτσι απλοί/κάτι κεφάλια αγύριστα/που ποτέ δεν ξεμάθαμε ν’ αγαπάμε/όπως και συ, τη λευτεριά και την ειρήνη». Γιάννης Ρίτσος.
Θα τους δούμε. Έχουν αφήσει πίσω τους χρόνια, πολλά χρόνια ήλιους βουνίσιους και θαλασσινούς, καμένα μεσημέρια από το λιοπύρ’ της σιχασιάς για τους «τυμβωρύχους» του Πολυτεχνείου και σβησμένα απογεύματα από τα κατακάθια της εκμετάλλευσης του αγώνα για μια λεύτερη ζωή γιομάτη περιεχόμενο και λευτεριά. Θα δούμε στο κούτελό τους γραμμένο το επίγραμμα:«Όσοι έπεσαν στο χώρο ετούτο, εγείρονται/και προχωρούν στην ιστορία, κι ο λαός μαζί τους,/εκεί που σμίγουν φως και χώμα κι όνειρο,/εκεί που λευτεριά κι Ελλάδα είν’ ένα.»(Γιάννης Ρίτσος)
Θα τους δούμε. Τι κι αν πέρασαν τα χρόνια. Δεν απομακρύνθηκε ο ένας από τον άλλον. Παρέμειναν «ανθρώπινοι» με τις ιδιομορφίες τους και τα ιδιαίτερα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Δεν ισοπεδώθηκαν, αφού δεν παζάρεψαν τον αγώνα, στάθηκαν όρθιοι και όχι «ορθούμενοι» απέναντι στη λαίλαπα της ισοπεδωτικής «πολιτικής» κατεβασιάς που ευνούχισε αγώνες και οράματα. Κι ακόμη διδάσκουν: «κι αν όλα βυθίστηκαν/ στου χαμού την αγκάλη/ και στ’ αμέτρητα μνήματα/ η γενιά μας κλειστή,/ κάποια πλάση λαμπρότερη/ γρήγορα θα προβάλει,/ το τραγούδι π’ ανάθρεψαν τα σκοτάδια, να πει…». Α. Κώτσης
Έτσι, λοιπόν, δεν ξεχνιούνται ούτε παραμερίζονται τα μέτρα, η δυστυχία, το ιδεολογικό τραλαλά και το πέρα-δώθε του πολιτικού μας στερεώματος. Το θυμικό είναι τρομαχτικό σε δύναμη και επιβολή και η επικοινωνιακή τυραννία παροδικές μόνο νίκες μπορεί να πετύχει …
Και οι υπόλοιποι οι κολαούζοι και τα υποπόδια, οι άνθρωποι που έκαναν αξίωμα το «έρποντας και γλύφοντας φτάνεις παντού», οι διαρκώς κωλοτουμπίζοντες και οι κεκράχτες του πολιτικού αμοραλισμού στο όνομα δήθεν του Πολυτεχνείου και στην υπόμνηση τάχα της παρηκμασμένης γενιάς του Πολυτεχνείου, χωρίς αιδώ, χωρίς τσίπα, χωρίς φιλότιμο συνεχίζοντας τις κυβιστήσεις, πολιτικές, νοητικές και προπάντων αξιοπρέπειας ό,τι και να τους πεις, αυτοί πάσχουν από βαρηκοΐα. Τη βόλεψή τους επιδιώκουν…
Γι’ αυτό το αληθινό μήνυμα του Πολυτεχνείου ένα είναι:
Κάποτε θ’ ανταμώσουμε στους λόφους του ήλιου. Μην ξεχνάς. Περπάτα…