της Παναγιώτας Π. Λάμπρη
http://users.sch.gr/panlampri/
Ενώ εξελισσόταν η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, τα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και όχι μόνο, έδιναν κι έπαιρναν, ενώ μετά το πέρας της διατυπώνονταν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις για το γεγονός στο σύνολό του, αλλά και για επιμέρους σημεία του. Έτσι, συνεχίσαμε για μέρες ν’ ακούμε σχόλια και να διαβάζουμε σχετικά κείμενα που άλλα διακατέχονταν από φανατισμό κι άλλα από νηφαλιότητα και ορθολογισμό.
Ειδικά στην Ελλάδα, η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων του 2004, αντικειμενικά επιτυχημένη, αποτελούσε το μέτρο σύγκρισης. Ως έναν βαθμό είναι λογικό οι συνειρμοί των Ελλήνων να πηγαίνουν σ’ αυτούς, όμως πόσο λογικό είναι να κρίνουμε δύο τελετές, οι οποίες γίνονται με χρονική απόσταση είκοσι ετών και οργανώνονται από διαφορετικές χώρες; Όχι πως δεν έχουμε το δικαίωμα να διατυπώνουμε άποψη, κάθε άλλο, αλλά οφείλουμε να μην πυροβολούμε ό,τι δεν ταιριάζει στη δική μας αισθητική ή, γενικότερα, στη γνώση και στην άποψή μας για τον κόσμο.
Εν προκειμένω, ο αρχιτέκτονας της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, Δημήτρης Παπαϊωάννου, στήριξε την έμπνευσή του στον ελληνικό πολιτισμό, στους μύθους και τα ιδεώδη του, δημιουργώντας εντός του σταδίου κάτι εξαιρετικό και αξιοθαύμαστο, το οποίο αποτύπωνε τη λιτότητα, το μέτρο και το κάλλος αυτού του πολιτισμού σε βάθος αιώνων. Ο Γάλλος καλλιτεχνικός διευθυντής των αντίστοιχων αγώνων του Παρισιού, Τομά Ζολί, παρουσίασε στοιχεία της ιστορίας της χώρας του, ενώ, με κέντρο τον Σηκουάνα, δημιούργησε ένα ιδιαίτερο, ζωντανό σκηνικό, αναδεικνύοντας πολλά όμορφα σημεία της πόλης. Και ναι, περιέλαβε σκηνικά, προκλητικά για πολλούς, τα οποία όμως αποτύπωναν στοιχεία της ζωής, τα οποία ποικιλότροπα προβάλλονται μέσω της τέχνης εδώ και χρόνια, ενώ η εποχή μας, θιασώτης της λεγόμενης συμπερίληψης, τα έχει αναγάγει σε θέμα, το οποίο δεν μπορεί ν’ απουσιάζει από τις τέχνες, αλλά και από την καθημερινότητα, με πολλούς τρόπους.
Συμφωνείς, ίσως, ρωτήσουν κάποιοι, με το θέαμα της διακωμώδησης του μυστικού δείπνου, με τον γαλάζιο Διόνυσο -ας θυμηθούμε τον ιπτάμενο γαλάζιο Έρωτα στους αγώνες του 2004 με τα σημαινόμενά του-, κ.λπ.; Σημασία δεν έχει αν συμφωνώ, αλλά αν διατηρώ τη σκέψη μου σε εγρήγορση, ώστε ν’ αναγνωρίζω την ελευθερία του καλλιτέχνη να εκφραστεί χωρίς περιορισμούς, αλλά και το δικαίωμα μιας χώρας να προβάλει τη δική της οπτική στην ανάγνωση της ιστορίας της και της εποχής μας.
Ομολογώ, μάλιστα, πως στα χρόνια των σπουδών μου εκπλησσόμουν και απορούσα με πολλά απ’ όσα μάθαινα για διάφορα καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά ρεύματα του 20ου αιώνα -κάποια είχαν πατρίδα τη Γαλλία-, αλλά προσπαθούσα να τα γνωρίσω και να τα κατανοήσω, όχι μόνο στα πλαίσια των σπουδών, αλλά και της ζωής, καθώς οι δικές μου προσλαμβάνουσες προερχόντουσαν κυρίως από το χωριό, όπου είχα μεγαλώσει, και γενικότερα από την επαρχία. Την ίδια έκπληξη νιώθω συχνά και σήμερα, αφού τα μουσεία και οι εκθέσεις διαφόρων μορφών τέχνης αποτελούν σημείο αναφοράς για μένα. Ως εκ τούτου, κι όταν δυσκολεύομαι να συλλάβω τα σημαινόμενα, αφήνομαι στην εκάστοτε αισθητική απόλαυση, ακόμα κι αν κάποιες φορές εκπλήσσομαι, διότι, όταν στη συνέχεια σκέφτομαι πάνω σε ό,τι είδα ή σχετικό διάβασα, διαπιστώνω πως ο καλλιτέχνης, όχι σπάνια, μέσω και της παραδοξότητας μάς μιλά με τη δική του ματιά για τη ζωή.
Έτσι, και κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων του Παρισιού, απόλαυσα το εξελισσόμενο σε εμβληματικά σημεία της πόλης βροχερό σκηνικό, ταξίδεψα μαζί με τους αθλητές στον Σηκουάνα, έτρεξα με το άλογο της Ζαν ντ’ Αρκ, ακολούθησα τα βήματα του λαμπαδηδρόμου πάνω στις ιδιότυπες σκεπές των κτηρίων ή σημαντικών μνημείων και τοποσήμων, χάρηκα στο άκουσμα της Μασσαλιώτιδας, συγκινήθηκα βαθιά ακούγοντας τον «Ύμνο της αγάπης» από τη Σελίν Ντιόν, κ.λπ.
Δεν θα σταθώ εδώ σε σημεία που κάπως με ξένισαν. Σημειώνω, όμως, πως ό,τι κρίθηκε ή κατακρίθηκε από την εν λόγω γιορτή στο Παρίσι αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο πως η Γαλλία είναι δημοκρατική χώρα κι εμείς, που κρίνουμε ή κατακρίνουμε, ζούμε, επίσης, σε δημοκρατική χώρα. Έτσι, στα πλαίσια αυτά, ακούσαμε και διαβάσαμε αρνητικά σχόλια για τον Διόνυσο, ακόμα κι από διώκτες του παγανισμού, για τον «Μυστικό δείπνο», ακόμα κι από μη χριστιανούς, για την προβολή διαφόρων κοινωνικών μειονοτήτων, που όμως δίπλα μας ζουν, για τον απρόσωπο λαμπαδηδρόμο και την απρόσωπη, επίσης, Ζαν ντ’ Αρκ, κ.λπ. Ειδικά τα δύο τελευταία ερμηνεύτηκαν ως απουσία προσδιορισμού φύλου. Μπορεί να ισχύει, αλλά, επειδή η τέχνη είναι πολύσημη, θα μπορούσε να εκφράζεται μέσω αυτών κι ο σύγχρονος, απρόσωπος συχνά στις σχέσεις του άνθρωπος -ας θυμηθούμε τους «Εραστές» του René Magritte-, αλλά ας δούμε και γύρω μας πώς έχουν εξελιχθεί οι συγγενικές και οι ευρύτερες κοινωνικές σχέσεις, για να έχουμε ένα μέτρο του ζητήματος. Κι όσα μάς ξένισαν, λίγο ή πολύ, στο Παρίσι, υπάρχουν ή έρχονται από το άμεσο μέλλον, απλά ο καλλιτέχνης τα πρόβαλε, αν θέλετε, με θράσος! Με το θράσος της αμφισβήτησης που χαρακτηρίζει την τέχνη, προκαλώντας μια διεθνή συζήτηση, από την οποία, λογικά, κάτι καλό θα προκύψει.
Και ναι, η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας ήταν μοναδική από πολλές απόψεις! Όλοι εμείς όμως, που ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, ο εξαίρετος αυτός δημιουργός, μας βοήθησε τότε ν’ αναθυμηθούμε, από πού δηλαδή ερχόμαστε και σε τι τόπο ζούμε, τι κάναμε έκτοτε, για να κρατήσουμε τη δάδα, που εκείνος πυροδότησε, αναμμένη; Ας το σκεφτούμε, έστω και τώρα! Κι ας έχουμε κατά νουν, επίσης, πως ο ίδιος καλλιτέχνης αν σκηνοθετούσε φέτος τους αγώνες, ίσως, μας έδειχνε κι άλλες πτυχές της ζωής, που πιθανόν θα μας ξένιζαν.