Του Χρήστου Γκόκα
Η χώρα μας μετά τον οικονομικό εκτροχιασμό της περιόδου 2004-2009, γνώρισε μια πολύχρονη και πολυεπίπεδη κοινωνική και οικονομική κρίση, που επιδεινώθηκε με την πανδημία του Covid-19.
Οι πολύ μεγάλες αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας, στα καύσιμα και στο ηλεκτρικό ρεύμα, με τον πληθωρισμό πλέον στο 6,2% και το κύμα ακρίβειας στην αγορά πλήττουν τις οικονομικές δραστηριότητες και οδηγούν τα νοικοκυριά σε αδιέξοδο.
Το υψηλό κόστος παραγωγής έχει ως συνέπεια αγρότες και κτηνοτρόφοι να μην μπορούν να συνεχίσουν να παράγουν. Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, το λιανεμπόριο και η εστίαση αντιμετωπίζουν αξεπέραστα προβλήματα.
Επίσης, η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη και οι ελληνικές επιχειρήσεις θα βρεθούν σταδιακά αντιμέτωπες με την αύξηση του κόστους δανεισμού.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, η χώρα μας έχει ανάγκη ένα ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο Παραγωγικής και Αναπτυξιακής Ανασυγκρότησης, το οποίο όμως η Κυβέρνηση στα 2,5 χρόνια θητείας της, παρά τις διακηρύξεις της, προεκλογικά, για την ετοιμότητά της, δεν παρουσίασε ποτέ.
Αντίθετα τα δύο βασικά εργαλεία που δημιούργησε, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», με τους πόρους του γνωστού Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε., όπως και ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος που πρόσφατα ψηφίστηκε αποτυπώνουν τις επιλογές και τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης.
Η επιλογή για το Ταμείο Ανάκαμψης, αφορά στην ταχύτητα της απορρόφησης των 32 δισ. πόρων, που τελικά ούτε αυτό συμβαίνει, αφού τα αναμενόμενα έως τον περασμένο Δεκέμβριο 3,5 δισ. ευρώ δεν έφθασαν ακόμη. Η επιλογή αυτή είναι σε βάρος της ανάγκης για βιώσιμη και Δίκαιη Ανάπτυξη, που θα στηρίζει την εγχώρια παραγωγή, με προστιθέμενη αξία, με Ανάπτυξη που θα αφορά όλους και όλες τις Περιφέρειες.
Παράλληλα το πλαίσιο του νέου αναπτυξιακού δεν ευνοεί τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που αποκλείονται από επιχορηγήσεις, δεν εντάσσονται μικρές αλλά αναγκαίες δράσεις, οι ατομικές επιχειρήσεις μένουν εκτός.
Κοινός παρανομαστής και στα δύο αυτά βασικά εργαλεία για την Ανάπτυξη, είναι η έλλειψη Παραγωγικής και Περιφερειακής διάστασης, στοιχείο αναγκαίο για την ισόρροπη ανάπτυξη όλων των περιοχών, ενώ οι μικρότεροι, επομένως και οι περισσότεροι, δεν είναι στις προτεραιότητες.
Για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, οι πόροι της επόμενης επταετίας, είναι πράγματι μια ευκαιρία για τη διάσωση και την ανάκαμψη της Οικονομίας. Με Εθνικό Σχέδιο όμως για την αξιοποίησή τους, για τη στήριξη του κόσμου της παραγωγής και της εργασίας. Αυτό απαιτεί σοβαρή πολιτική συζήτηση, διαβούλευση με τους παραγωγικούς, επαγγελματικούς και κοινωνικούς φορείς, και εθνική συνεννόηση, ώστε οι διαθέσιμοι πόροι να ωφελήσουν όλους.
Για τους στόχους αυτούς, σημαντική προϋπόθεση είναι η εκπόνηση και η εφαρμογή Ειδικών Αναπτυξιακών Σχεδίων, ιδιαίτερα για μειονεκτικές Περιφέρειες και περιοχές.
Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η Περιφέρεια Ηπείρου, περιοχή που έχει περιθώρια και προοπτική για αύξηση της παραγωγής, με μεταποίηση, εξαγωγές και προστιθέμενη αξία, όπως και προοπτική για ήπια ανάπτυξη, με αγροτουρισμό και με εναλλακτικό τουρισμό. Με συγκριτικά πλεονεκτήματα τη φυσική ομορφιά, το περιβαλλοντικό και οικολογικό απόθεμα, πλούσια παράδοση και πολιτιστική κληρονομιά.
Σαν μια περίπτωση ανάγκης εκπόνησης και εφαρμογής ενός Ειδικού Τοπικού Αναπτυξιακού Σχεδίου, αναφέρω την Εκλογική μου Περιφέρεια, την Άρτα, που υστερεί σε ανάπτυξη. Έχει όμως πολλές παραγωγικές δυνατότητες, αλλά και δυνατότητες αξιοποίησης του φυσικού της περιβάλλοντος (Αμβρακικός, Τζουμέρκα) και των μοναδικών Μνημείων της (Αρχαία, νεώτερα, Βυζαντινά).
Αυτή η μειονεκτική περιοχή χρειάζεται ειδικά κίνητρα και γενναίες επιχορηγήσεις, εκτός από τα αναπτυξιακά – παραγωγικά έργα (όπως τα εγγειοβελτιωτικά έργα, έργα ΑΠΕ κατά προτεραιότητα για αγρότες και παραγωγικές επιχειρήσεις, Αξιοποίηση Γεωθερμικού Πεδίου). Επιχορηγήσεις σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από άλλες περιοχές, και στην μέγιστη ένταση επένδυσης 100%, για υποδομές, όπως μεταποίηση και αποθηκευτικοί χώροι, αλλά και στήριξη της οργάνωσης και διαχείρισης της διάθεσης των προϊόντων στην αγορά, μέσα από ομάδες παραγωγών.
Το ίδιο αφορά και στις υποδομές Τουρισμού (ξενοδοχεία, καταλύματα, εγκαταστάσεις δραστηριοτήτων ορεινού τουρισμού για άθληση, άσκηση κ.λπ.) με μεγαλύτερα ποσοστά για να καλύψουν την υστέρηση που υπάρχει σε τουριστική κίνηση και με δυνατότητα ένταξης όλων ανεξαρτήτως στον Αναπτυξιακό Νόμο.
Είναι μια πρόταση που μπορεί και πρέπει να γενικευθεί και να εφαρμοστεί στο παραγωγικό και αναπτυξιακό ανάγλυφο διαφόρων περιοχών της Ελληνικής Περιφέρειας, αφού η αναπτυξιακή ανασυγκρότηση της χώρας μας περνά μέσα από την περιφερειακή ανάπτυξη.
*Ο Χρήστος Γκόκας είναι βουλευτής Άρτας του Κινήματος Αλλαγής και το άρθρο δημοσιεύτηκε στο ΠΑΡΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ