Απεβίωσε ο Κύπρου Χρυσόστομος – Ιστορικής αξίας το έργο του
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών με ακμαίες μέχρι τέλους τις πνευματικές του δυνάμεις. Ως Προκαθήμενος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου ευλογήθηκε να δει εν ζωή να πραγματοποιούνται όλα όσα εξάγγειλε στον επιβατήριο λόγο του. Όσα δημιούργησε είναι μεγάλης εκκλησιαστικής, κοινωνικής και εθνικής αξίας.
Πέντε είναι τα μείζονα επιτελεσθέντα επί των ημερών του έργα. Το πρώτο είναι η μετά από οκτώμισι αιώνες αποκατάσταση Συνόδου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας, δηλαδή Συνόδου με τουλάχιστον δεκατέσσερις Επισκόπους. Σημειώνεται ότι για να μπορεί μια Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία να επιτελέσει και το έργο Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου για Αρχιερέα απαιτούνται δεκατρείς Αρχιερείς και ένας είναι ο κατηγορούμενος. Σήμερα η Εκκλησία της Κύπρου διαθέτει δέκα επτά Αρχιερείς και έναν εφησυχάζοντα. Έως την εκλογή του εκλιπόντος και επί οκτώμισι αιώνες υπήρχαν τέσσερις έως εννέα αρχιερείς και επομένως για να συγκροτηθεί Συνοδικό δικαστήριο χρειαζόταν η συνδρομή των άλλων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Το δεύτερο ήταν η τακτοποίηση του μισθολογίου του εφημεριακού κλήρου, με την εκ μέρους του αποβιώσαντος Αρχιεπισκόπου ίδρυση Φορέα Μισθοδοσίας Εφημεριακού Κλήρου. Επί των ημερών του και για πρώτη φορά στην Εκκλησία της Κύπρου όλοι οι ιερείς πληρώνονται με τον ίδιο μισθό, ανεξάρτητα αν ανήκουν στην πλούσια Αρχιεπισκοπή ή στην πτωχή Μητρόπολη της Πάφου.
Το τρίτο είναι η επί των ημερών του ανέγερση εκ θεμελίων και, προ έτους, εγκαινίαση στη Λευκωσία του νέου μεγαλοπρεπούς καθεδρικού ναού αφιερωμένου στον Απόστολο Βαρνάβα, ιδρυτή της Εκκλησίας της Κύπρου. Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε Αρχιεπίσκοπος, στις 5 Νοεμβρίου 2006, είχε την έννοια να ανεγερθεί στον χώρο της Αρχιεπισκοπής καθεδρικός Ναός, αντάξιος της ιστορίας της Εκκλησίας της Κύπρου και το πέτυχε.
Το τέταρτο μείζονος σημασίας έργο είναι η επί των ημερών του ιδρυθείσα και έκτοτε λειτουργούσα Θεολογική Σχολή. Πριν από τον εκλιπόντα Αρχιεπίσκοπο δεν υπήρχε Θεολογική Σχολή στην Κύπρο και όσοι ήθελαν να σπουδάσουν σε αυτήν έρχονταν στις Θεολογικές Σχολές της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης.
Το πέμπτο έργο μεγάλης κοινωνικής σημασίας είναι η με απόφασή του εκλιπόντος ιδρυθείσα Φοιτητική Εστία στη Λεμεσό. Πρόκειται για τριακόσια (300) σύγχρονα διαμερίσματα με επίβλεψη της καθαριότητας των δωματίων και του περιβάλλοντος χώρου. Στη Λεμεσό, λόγω του ότι τα ενοικιαζόμενα δωμάτια είναι πολύ λίγα σε σχέση με τη ζήτηση, τα ενοίκια είναι απαγορευτικά για τους φοιτητές. Φτάνουν και τα 700-800 Ευρώ. Η Αρχιεπισκοπή τα παρέχει με 250 Ευρώ. Στην ενοικίαση περιλαμβάνονται και τα παρεχόμενα ηλεκτρικό ρεύμα και νερό και υπάρχει ελεύθερο ιντερνέτ.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος και το εθνικό ζήτημα
Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος με παρρησία μιλούσε για το εθνικό ζήτημα της Κύπρου. Όπως είναι γνωστό ήταν κατά του Σχεδίου Ανάν και είχε κοινοποιήσει την άποψή του. Σε συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο» και στον υπογράφοντα (16 Ιουλίου 2008, σελ. 7) είχε τονίσει:
«Δεν πρέπει επ’ ουδενί να παίξουμε το παιχνίδι των Τούρκων. Αυτή η λεγόμενη “παρθενογένεση” (Σημ. γρ. Με την δημιουργία νέας κρατικής οντότητας στην Κύπρο και όχι να πραγματοποιηθεί το νόμιμο, δηλαδή η ένταξη των τουρκοκυπρίων στην υπάρχουσα κρατική οντότητα, που είναι ανεγνωρισμένη από τον ΟΗΕ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους διεθνείς οργανισμούς), αν ισχύσει, τότε αποενοχοποιείται η Τουρκία και θα είμαστε άξιοι της τύχης μας. Θα διαλύσομε την Κυπριακήν Δημοκρατίαν και δεν θα έχομε κρατικήν υπόστασιν. Και σίγουρα θα έρθει η ώρα που, αν κάνομε Ομοσπονδία, αυτή θα καταρρεύσει και θα έχομεν δύο κράτη. Η Κύπρος όμως είναι πολύ μικρή για να έχει δύο κράτη. Δεν μπορούν να επιβιώσουν. Και οποιαδήποτε στραβοτιμονιά θα αναγκάσει τον κυπριακό λαό να φύγει από την γη των πατέρων του. Οι μόνοι που θα μείνουν θα είμαστε εμείς, οι κληρικοί, για να κλαίμε τη μοίρα μας. Δεν θα μπορούμε να προσφέρουμε τίποτε. Η Κύπρος θα τουρκοποιηθεί. Γι’ αυτό πρέπει να είμεθα πολύ προσεκτικοί».
Και στην ερώτησή μας αν είναι απαισιόδοξος για το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος μας απάντησε:
« Όχι, αλλά τα λέγω ωμά για να είμαστε όλοι σε μια εθνική εγρήγορση. Έχομε βαθιές ρίζες και δεν είναι εύκολο να ξεριζωθούν ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία από την Κύπρο. Μόνο αν εμείς θελήσομε να κόψομε μόνοι μας τες ρίζες μας, ε! τότε θα είμεθα άξιοι της τύχης μας. Αυτό θα είναι αυτοκτονία».
Ο εκλιπών, τα διορθόδοξα ζητήματα και το Ουκρανικό
Στα Διορθόδοξα ζητήματα ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος γενικώς τήρησε στάση αγάπης, υποστήριξης και φροντίδας προς το Φανάρι. Είναι ενδεικτική η πριν από λίγους μήνες και ενώ ήταν σοβαρά ασθενής δωρεά προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο του αρχοντικού οικήματος στις Βρυξέλλες, στο οποίο στεγαζόταν το Γραφείο της Εκκλησίας της Κύπρου. Το Γραφείο έκλεισε και δεν λειτουργεί πλέον… Επίσης πάντα θυμόταν τις λογίες προς το Φανάρι.
Ως προς την θέση του στο Ουκρανικό άλλαξε τρεις φορές την άποψή του. Στην πρώτη ήταν αναφανδόν υπέρ του δικαίου της Εκκλησίας της Ρωσίας έναντι των σχισματικών της Ουκρανίας, που, η γεωπολιτική τους κατέστησε την επίσημη κρατική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, με τις ευλογίες του Φαναρίου. Σε επιστολή του προς τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο, την 26η Ιουλίου 2018, τονίζει:
« Η Εκκλησία της Κύπρου ουδέποτε θα αποστεί από της θέσεως στην οποία πολλάκις Σας έχουμε εκθέσει, και θα στηρίξει με όλες της τις δυνάμεις τη θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας ως προς το ζήτημα της Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία. Θεωρεί τη θέση αυτή δίκαιη και κατά πάντα δικαιολογημένη. Εκεί βρίσκονται οι πνευματικές Σας ρίζες και δεν είναι δυνατόν να αποχωριστείτε από αυτές».
Στη συνέχεια άλλαξε άποψη. Βλέποντας ότι το Φανάρι ήταν ανένδοτο και δεν δεχόταν οποιαδήποτε συζήτηση, ούτε πανορθόδοξη Σύνοδο, ούτε καν Σύνοδο των Προκαθημένων των Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών σκέφθηκε να πάρει την πρωτοβουλία και, παρά την ασθένεια του, να προσπαθήσει να φέρει σε επικοινωνία Μόσχα και Φανάρι, ώστε να σταματήσει το σχίσμα, που έχει προκληθεί. Στην αρχή πήρε μαζί του και τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιος, που και εκείνος ήθελε την καταλλαγή στην αντάρα που προέκυψε. Οι δύο Πρωθιεράρχες συναντήθηκαν με τον Οικ. Πατριάρχη στο Σάλσμπουργκ της Αυστρίας στις 2 Μαρτίου 2019, του μίλησαν για την πρωτοβουλία τους και πρότειναν σύσκεψη των Προκαθημένων υπό την προεδρία του. Ο κ. Βαρθολομαίος αντείπε ότι μια τέτοια συνάντηση απλώς θα επισημοποιούσε το χάσμα και την απέρριψε. Μετά την άρνηση του κ. Αναστασίου να αναγνωρίσει τους σχισματικούς της Ουκρανίας, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου συνέχισε μόνος την απέλπιδα προσπάθειά του να υπάρξει καταλλαγή μεταξύ των Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας, που δεν είχε αποτέλεσμα.
Στην τρίτη φάση του ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου άλλαξε άρδην άποψη. Μετά από επίσκεψη στο Φανάρι και τις συζητήσεις που είχε με τον Οικ. Πατριάρχη ο κ. Χρυσόστομος γύρισε αλλαγμένος στην Κύπρο. Ήταν πλέον αποφασισμένος να απαρνηθεί τα όσα επισήμως είχε δηλώσει για το Ουκρανικό και στις 24 Οκτωβρίου 2020 μνημόνευσε ως κανονικό τον σχισματικό κρατικό Αρχιεπίσκοπο Ουκρανίας Επιφάνιο. Η ενέργειά του προκάλεσε αναστάτωση στους κόλπους της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, που ακόμη υπάρχει.-
Ποιος ο εκλιπών
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος, κατά κόσμο Ηρόδοτος Δημητρίου, είχε γεννηθεί στις 10 Απριλίου του 1941 στο χωριό Τάλα της Πάφου. Αγαπούσε πολύ το χωριό του και όσο ήταν Αρχιεπίσκοπος και του το επέτρεπαν οι υποχρεώσεις και οι δυνάμεις, του άρεσε να επισκέπτεται το ταπεινό πατρικό του σπίτι και να συναντιέται εκεί με τους συγγενείς και τους φίλους του. Τον ανέπαυε ψυχικά.
Από μικρός θέλησε να γίνει άγαμος κληρικός. Δώδεκα ετών, το 1953, και έως το 1963 ήταν δόκιμος μοναχός στο ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, που είναι κοντά στο χωριό του. Είκοσι δύο ετών εκάρη στη Μονή μοναχός, χειροτονήθηκε διάκονος και με υποτροφία σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1972 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη και εξελέγη ηγούμενος της ίδιας Μονής έως το 1978, όταν εξελέγη Μητροπολίτης Πάφου. Το 2006 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος.
Η Εκκλησία της Κύπρου κατέστη Αυτοκέφαλη με απόφαση της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, το 431 στην Έφεσο. Είναι δηλαδή από τις πρώτες Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Επίσης με αυτοκρατορική απόφαση ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου έχει τα αυτοκρατορικά προνόμια να φέρει πορφυρό μανδύα, να κρατεί αντί ποιμαντορικής ράβδου αυτοκρατορικό σκήπτρο και να υπογράφει, όπως ο αυτοκράτορας, με ερυθρά μελάνη, προϊόν του κινναβάρεως, θειούχου ορυκτού του υδραργύρου.-