Την τελευταία εικοσαετία η δημοκρατία μας υπέστη ένα βαρύτατο πλήγμα, την αποχή. Οι πολίτες που απέχουν από τις εκλογές το κάνουν για διάφορους λόγους. Είτε αδυνατούν να μετακινηθούν στον τόπο όπου ψηφίζουν τη μέρα των εκλογών, είτε δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να ταξιδέψουν στους τόπους όπου ασκούν το εκλογικό δικαίωμά τους.
Είναι όμως και αυτοί, ιδιαίτερα οι νέοι, που δεν ψηφίζουν από πεποίθηση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ευθύνη της Πολιτείας είναι τεράστια και η οποία έπρεπε να έχει ως πρώτη προτεραιότητα να ασκούν όλοι το εκλογικό δικαίωμά τους, το οποίο συνιστά την κορυφαία άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Κάποτε η πολιτική μονοπωλούσε το ενδιαφέρον στις αίθουσες των πανεπιστημίων και τα φοιτητικά στέκια. Σήμερα, κυριαρχούν οι «ισαποστάκηδες». Η λογική τους είναι να μείνουν ουδέτεροι και αντικειμενικοί για να μη μου τους βάλουν ταμπέλα. Πολλές φορές που έχω προσπαθήσει σε παρέα νέων να ανοίξω πολιτική συζήτηση, η απάντηση ήταν ότι “εγώ δεν ασχολούμε με αυτά” ή “δεν θέλω πολιτική συζήτηση”. Κάπως έτσι σκέφτονται αρκετοί νέοι. Και ακόμη χειρότερα με τη λογική του «και αν ασχοληθώ ή αντιδράσω θα αλλάξει τίποτα» ή “όλοι ίδιοι είναι”. Σε αυτό βέβαια είναι που ποντάρει το σύστημα. Μια ακινητοποιημένη νεολαία, που αρνείται να ενημερωθεί γιατί θεωρεί ότι η τηλεόραση λέει τα ίδια και τα ίδια, οι εφημερίδες είναι κατευθυνόμενες και στα social media ο καθένας μπορεί να λέει το μακρύ και το κοντό του πίσω από την ανωνυμία.
Πρόκειται για μια γενιά που δυστυχώς αφήνει την τύχη της σε ψηφοφόρους που η πλειοψηφία είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες της. Κατά τραγική ειρωνεία, αυτό το μείγμα δυσαρέσκειας, αποπολιτικοποίησης και απάθειας, που εκφράζεται κυρίως από νέους και ασθενέστερους, λειτουργεί ενάντια στα συμφέροντά τους, γιατί η αποχή στην πραγματικότητα δεν στέλνει πολιτικό μήνυμα, αλλά δείχνει τη σήψη που επικρατεί στο πολιτικό – κοινωνικό πεδίο. Η απομάκρυνση από το χώρο της πολιτικής και ο πολιτικός παραγκωνισμός μπορούν να οδηγήσουν σε χαμηλά επίπεδα καθήκοντος και πολιτικής συνείδησης. Υπάρχουν βέβαια και οι περιπτώσεις του εκλογικού σώματος που παρουσιάζουν έλλειψη στους πόρους πληροφόρησης γιατί απλά αδυνατούν να «ασχοληθούν» με την πολιτική. Η οικονομική δυσπραγία και η υψηλή ανεργία είναι δύο παράγοντες που ωθούν σε αποχή.
Λοιπόν ήρθε η ώρα να συνειδητοποιήσουμε όλοι και ιδιαίτερα οι νέοι που έχουν γυρίσει την πλάτη τους στη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης στη χώρα μας, ότι καλώς ή κακώς οι πολιτικές αποφάσεις έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητα μας και καθορίζουν τις ζωές μας. Η επιλογή των πολιτικών που ασκούνται δεν μπορεί να μας αφήνει αμέτοχους, αλλά συνδιαμορφωτές και κριτές των εξελίξεων. Αυτός που απέχει, απορρίπτει τους αγώνες και τις θυσίες του παρελθόντος για το δικαίωμα ψήφου! Το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, που είναι από τα πιο ιστορικά δικαιώματα. Στο χέρι μας είναι να δράσουμε, να αντιδράσουμε και να επηρεάσουμε τα όσα συμβαίνουν. Δεν είναι τυχαίο που στην αρχαία Αθήνα αποτελούσε ιδιαίτερη τιμή η συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων στην Εκκλησία του Δήμου. Ήταν αδιανόητο να ζήσει κάποιος ως άνθρωπος έξω από την πολιτική κοινότητα, καθώς η συμμετοχή ήταν απαραίτητη για την επιβίωση.
Η αποχή από τις εκλογές δημιουργεί σημαντικό έλλειμμα δημοκρατίας και επηρεάζει τις ζωές όχι μόνο αυτών που απέχουν αλλά του συνόλου. Αν καταφέρει το πολιτικό σύστημα να μειώσει τη αποχή στις επόμενες εκλογές, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, θα αποτελεί μια μεγάλη νίκη για τη Δημοκρατία.
Βίκυ Σιαπάτη
Μέλος Ν.Ε. ΣΥ.ΡΙΖ.Α – Π.Σ. Άρτας