
Γράφει : η
Χαρά Παπαβασιλείου-Κουμουλλή
Οίκος Φιλοξενίας Αδέσποτων έγραφε η πινακίδα στην είσοδο του σπιτιού, στο τέρμα της Πατησίων. Πρωτοφανής του είδους ο οίκος, εν αντιθέσει προς τους εν αφθονία «ανοχής», με το κόκκινο φωτάκι αντί ταμπέλας στην είσοδο. Φιλοξενίας αδέσποτων εν μέρει κι αυτοί. Συνέπεια της προσφυγιάς, ’κείνα τα χρόνια τα δίσεκτα, της Μικρασιατικής Καταστροφής. Και γενικά των ξεριζωμένων απ’ τις πατρίδες τους. Κι εκεί που πάει να σβήσει το εμπόριο ποικιλόχρωμου στις μέρες μας σαρκός, καινούργιο πράγμα ρίχνεται στην αγορά, σαν σε γρανάζια κρεατομηχανής. Κι αλέθει, αλέθει, ως και παιδιά εμπορεύσιμα, πλην των άλλων, και για τα πολύτιμα όργανά τους, τα χιλιάδες εξαφανισμένα! Και δε σταματά ν’ αλέθει, όσο οι πόλεμοι και η ανθρώπινη εξαθλίωση ζουν και βασιλεύουν. Οι Μεγάλοι καθορίζουν τις τύχες του κόσμου. Ωστόσο, όσο υπάρχουν άνθρωποι θα παλεύει το καλό με το κακό. Καινοφανές για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, δεκαετίας του ’50 ο οίκος αδέσποτων, προηγηθείς των οίκων φιλοξενίας γερόντων, που σαν τα μανιτάρια επί των ημερών μας ξεφυτρώνουν, σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως. Ακόμα και μέσω των εφημερίδων έτσι, ώστε οι έστω λίγοι φιλόζωοι να γνωρίζουν πως υπάρχει και γι’ αυτά μια γωνιά στην Αθήνα, ικανή να τα περιθάλψει, αν δεν μπορούν οι ίδιοι
Η κυρία Ναυσικά το γένος Τελκερίδη, γνωστής οικογένειας ζυθοποιίας, εκ Σμύρνης ορμώμενης, ατυχήσασα στον γάμο της με τον εργοστασιάρχη πιλοποιό Ιωσήφ Μάντακα, εβραϊκής καταγωγής, άντεξε όσο άντεξε. Υπέμεινε ακόμα και την παροιμιακή φιλαργυρία κι αντικοινωνικότητά του. Βέβαια, όπως συμβαίνει ενίοτε ή και συχνά, τα χούγια του άγνωστα πριν το γάμο τους από έρωτα τρελό! Στον χωρισμό έφτασε εξαιτίας της απέχθειάς του για τα ζώα. Άγνωστο πώς και γιατί, έτσι, ξαφνικά, μεσούσης της συμβίωσής τους εκδηλώθηκε η «ασθένειά» του. Έρεβος η ψυχή του ανθρώπου! Ιδιαίτερα η αποστροφή του στις γάτες, που ήταν η αδυναμία της συζύγου. Ανυποχώρητος στις παρακλήσεις της να λυπηθεί τ’ ανυπεράσπιστα ζωάκια, εκείνος αντ’ αυτού, τα πετροβολούσε, όταν τολμούσαν να παραβιάσουν το άσυλο της αυλής τους, βάζοντας την υπηρέτρια να του μαζεύει πέτρες. Μία των υποχρεώσεων της ήταν κι αυτή: να του μαζεύει πέτρες. Η εκάστοτε βέβαια… Επειδή άντεχε κι αυτή όσο άντεχε κι ύστερα μην την είδατε… Όπως και η σύζυγός του, η Ναυσικά, που μίαν ωραίαν πρωίαν μετακόμισε στην πατρική της κατοικία, το προικώο της. Ένα απ’ τα διώροφα νεοκλασικά, εν μέσω απεράντου εκτάσεως γης, περιστοιχισμένο από δέντρα. Σαν πάρκο, τόσο μεγάλος ο κήπος του! Κάποια διασωζόμενα ως σήμερα, αφηγούνται δόξες παλιές.
Σ’ αυτό το σπίτι πέρασε η ζωή της με τη Λένη σύντροφο και φύλακα άγγελό της. Άνοιξη και φθινόπωρο, με περιπάτους κάτω απ’ τους ίσκιους αιωνόβιων πλατάνων κι ευκαλύπτων, υπό τους ήχους εξαίσιας συναυλίας και φτερουγίσματος από δέντρο σε δέντρο πουλιών… Και δη, τη συνοδεία ενός λόχου γατιών Και, καθότι του οίστρου τους επερχομένου Γενάρη μήνα, μες στον χειμώνα, ακολουθούσαν κοσμίως, πιστώς κι ευγνωμόνως φερόμενα στις ευργέτιδές τους, εν αντιθέσει προς τους ευεργετούμενους της ανθρώπινης κοινωνίας. Πολύτιμη και η σχέση τους με δοκιμασμένες στα δύσκολα χρόνια φίλες τους. Της Λένης κάποιες απ’ τις φωτοδότριες της φυλακής. Σπουδαιότερη βέβαια και ιδιαίτερα τιμητική η φιλία της Έλλης και της Διδώς! Παντοτινή και σταθερή!
Άραγε να είχε περάσει ποτέ απ’ το μυαλό της Ναυσικάς πως θ’ αποκτούσε κόρη στα γεράματα; Η Λένη άξιζε την αγάπη της… Κοινό και το ενδιαφέρον τους για τ’ αδέσποτα, τις έδεσε περισσότερο. Συγκινημένη κι απ’ την ιδέα της να μετατραπεί ένα μέρος του εξωτερικού χώρου του σπιτιού σε οίκο φιλοξενίας ζώων, προχώρησε στην υιοθεσία της, ώστε να είναι η μοναδική κληρονόμος της ακίνητης και κινητής περιουσίας και δυνατή η άψογη λειτουργία της δομής. Αξιώθηκε, ωστόσο, λίγο πριν φύγει απ’ τη ζωή να δει κι αγγόνια απ’ τη Λένη. Είχε βάλει κι εκείνη βέβαια το χεράκι της, ώστε ο συμπαθητικός κτηνίατρος επισκέπτης της δομής, να ταιριάζει και για γαμπρός της…