Η γυναίκα της Πίνδου

Πανταχού παρούσα. Αιώνιο σύμβολο ατομικής και εθνικής αξιοπρέπειας

Γράφει ο Χρήστος Τούμπουρος

Για να γνωρίσουμε τον ελληνικό εαυτό μας, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται η ψυχοπνευματική μας προσωπικότητα.
Από πού ερχόμαστε.
Ποιες είναι οι ρίζες μας.
Πώς φτάσαμε νά ‘μαστε εδώ που είμαστε.
Ποιες είναι οι δυνάμεις μας και ποιες οι αδυναμίες μας.
Τα ήθη και τα έθιμά μας.
Οι γιορτές και τα πανηγύρια μας.
Η ιστορία μας.
Και πού πηγαίνουμε…
Με λίγα λόγια πρέπει να έχουμε μνήμη.
Η μνήμη, η ικανότητα αυτή του νου, να συγκρατεί
γεγονότα, παραστάσεις, προηγούμενες εμπειρίες και να τα ανακαλεί με το κατάλληλο ερέθισμα.
Έτσι, για να μαθαίνουν και οι νεότεροι.
Και είναι γνωστό πως οι Ηπειρώτες δεν ξεχνούν.
Θυμούνται και τιμούν.
Τιμούν την παράδοση,
τα ήθη και τα έθιμα,
την οικογένεια,
τους ευεργέτες,
τους φιλοξενούμενους,
τους οδοιπόρους.
Τιμούν την ιστορία,
τους ανθρώπους που την έγραψαν με τα κατορθώματά τους, τις ένδοξες και χρυσές ελπίδες του ελληνισμού.
Και είναι πολλές οι σελίδες, καθώς και εκείνοι που τις έγραψαν.
Ανάμεσά τους -δόξα και καμάρι μας-,
Οι γυναίκες της Πίνδου.
Αυτά τα ξαφνιάσματα της φύσης.
Oι πρωταγωνίστριες του ηρωικού Έπους του 1940,
οι οποίες αγωνίστηκαν ισάξια των ανδρών ενάντια στους ξένους εισβολείς στα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου.
ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ

Είσαι πάντα κοντά μας. Σε νιώθω, σε ακούω και σε βλέπω!

Είσαι κοντά μας.
Σε είδα και σε βλέπω ντυμένη και στολισμένη να φεγγοβολά το πρόσωπό σου
ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ και ΠΡΟΚΟΠΗ.
Σε είδα φορτωμένη να γυρνάς από το λόγγο και από πίσω να ακολουθούν υπάκουα τα ζωντανά σου.
Σε είδα κρεμασμένη στα καταράχια ν’ ανεβαίνεις αγόγγυστα, για να ανάψεις το καντήλι στο εικονοστάσι.
Εκεί, έκλαψες, αλλά και τίμησες τους ανώνυμους, άγιους Ηπειρώτες μαχητές – υπερασπιστές της ελευθερίας της Ελλάδας.
Σε είδα, γυναίκα της Πίνδου στο ξεροχώραφο, σκυφτή με το τσαπί, να ανοίγεις αυλάκι με τα ροζιασμένα χέρια σου που γίνηκαν τρυφερή αγκαλιά που ανάστησε παιδιά κι εγγόνια.
Σε είδα να δεματιάζεις το χορτάρι μαζί και το όνειρο για προκοπή
Σε είδα μάνα Ηπειρώτισσα, γυναίκα της Πίνδου, να κουβαλάς αγόγγυστα τα πυρομαχικά στους αγωνιστές στα βουνά της Πίνδου.
Σε είδα να πλέκεις ασταμάτητα τα τσιουρέπια και τις φανέλες του στρατιώτη που αγωνίζονταν στο μέτωπο για μια Ελλάδα λεύτερη, χωρίς κατακτητές, κηδεμόνες και αφεντικά.
Σε είδα να κουβαλάς ασταμάτητα πέτρες για τις ξερολιθιές, για να μπαζώσεις τις ρίπες και να φτιάξεις καινούριο χωραφάκι.
Σε είδα να σε ξεριζώνουν από το χωριό σου.
Να κλαις έξω από το καμένο καλύβι σου.
Ναντύνεσαι στα μαύρα πολύ νέα.
Σε είδα μόνη σου να ανηφορίζεις, χωρίς σταματημό, αγκομαχώντας τις γιδόστρατες φορτωμένη με της ζωής σου τον τίμιο κόπο.
Σε είδα να γεννάς στο χωράφι, στη στάνη και στ’ απόσκια. Μόνη σου, με την πίστη σου στη ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ.
Να περπατάς μερόνυχτα με καθάριο το βλέμμα στο ρυτιδιασμένο – αυλακωμένο σου πρόσωπο, για μια χούφτα αλεύρι.
Σε είδα
Σε είδα στα πετρωμένα τα χωριά να κρατάς την Ελλάδα ζαλίκα στην κυρτωμένη ράχη σου, Γυναίκα της Πίνδου.
Μνήμη παρούσα, θαλερή κι όχι σακάτισσα.
Αρτιμελής, όχι παραμορφωμένη.
Ατόφια, χωρίς τρύπες και μπαλώματα.
Ιερή και αγία για τις γυναίκες της Πίνδου που δημιούργησαν και άφησαν παρακαταθήκη.
Mια ελεύθερη Ελλάδα
Για την ηρωίδα αυτή που η ψυχούλα της δεν έχει ανάγκη από μνημόσυνα, κοπετό και κλάματα ούτε μοιρολόγια και κόλλυβα.
Θέλει τραγούδι και μουσική για να αντηχήσει η Πίνδος κι ο αχός να ανεβεί μέχρι τον ουρανό.
Θέλει, απλά και ξάστερα.
μια Ελλάδα Ελεύθερη!