Η δοκιμασία τῶν φροντιστηρίων κατά τούς χρόνους τῆς Δικτατορίας
Δεινή ἦταν ἡ δοκιμασία τῶν φροντιστηρίων κατά τούς χρόνους τῆς Δικτατορίας. Κάποια ἔκλεισαν. Κάποιοι φροντιστές στερήθηκαν ἀκόμη και τοῦ δικαιώματος διδασκαλίας. Τότε φούντωσε τό “ἰδιαιτεράδικο”, πού κατά κανόνα ἦταν παράνομο. Ὁ φροντιστηριακός ὀργανισμός, με τον ὁποίο συνεργαζόμουν ἐγώ, ὡς τό 1969, ἔκλεισε δύο φορές. Βρίσκαμε ὑποκατάστατα λειτουργίας. Ἔτσι προέκυψε ὁ “Ἡράκλειτος”. Οἱ δικτάτορες τελικά μᾶς ἀνέχθηκαν, γιατί οἱ πλεῖστοι ἀξιωματοῦχοι εἶχαντήν ἀνάγκη μας. Ἐμπιστεύονταν τή δουλειά μας. Τουλάχιστον τρεῖς ὑπουργοῖ τῆς Δικτατορίας καί δεκάδες ἀνώτατοι ἀξιωματοῦχοι εἶχαν ἐμπιστευθεῖ τήν προετοιμασία τῶν παιδιῶν τους σέ μένα, παρόλο πού ἤξεραν ὅτι 19 Μαρτίου 1969, για να μην ἐκφωνήσω τον ἕτοιμο λόγο τῆς ΓΔΕΑ για την ἐθνική ἐπέτειο (ὁ λόγος ἔκλεινε με το ἐπιφώνημα “Ζήτω ἡ 21η Ἀπριλίου” καί σέ κάθε σχολεῖο πήγαινε συχνά ἐντολή να τον έκφωνήσει κάποιος συγκεκριμένος καθηγητής για να στιγματισθεῖ). Τό φρικτότερο τότε ἦταν ἡ διάχυση τοῦ “χαφιεδισμού”. Νεαροί ἀστυνομικοί εἶχαν ἐγγραφεῖ ὡς μαθητές μας στά τμήματα και παρακολουθοῦσαν εἰδικά κάποιους καθηγητές. Ἐπίσης κάποιοι μαθητές ἦσαν συνεργάτες τους και τό βράδυ ἔδιναν “ραπόρτο” στους ἀστυνομικούς. Δέν τούς κατηγορῶ. Κάποιοι ἀπό τούς ἀστυνομικούς αὐτούς μάς προστάτευσαν ἀπό τούς μαθητές μας.
Τούς κερδίσαμε με την ἀξία πού δείχναμε πάνω στη δουλειά μας. Ὡστόσο, δεν λησμονῶ ἕνα περιστατικό: ἕνα βράδυ κλήθηκα στην Μπουμπουλίνας (ὅπου ἡ Γενική Ἀσφάλεια) ἀπό ἕναν ἀνώτερο ἀστυνομικό (ἀπό αὐτούς πού μετά ὀνομάστηκαν “βασανιστές”) για μιά “διευκρίνιση”: τί ἐννοοῦσα στην ἔκθεση πού ὑπαγόρευα με τή φράση: “Ἀπό τή στιγμή πού κάποιος θα πεί “τί μ’ ἐνδιαφέρει;” ἔχει γίνει το πρῶτο βῆμα για τήν παρακμή τῶν κρατῶν”. Ἡ ἀνάκριση δεν μέ ἐνόχλησε. Αὐτό πού μέ συγκλόνισε ἦταν τό τετράδιο. Ἀνῆκε σέ ἕνα μαθητή, πού εἰλικρινά τον ἀγαποῦσα. Ὅσο κι ἄν ὁ ἀστυνομικός το ἔκρυβε ἐπιμελῶς, γνώρισα τό γραφικό του χαρακτῆρα. Δεν θα ἀναφερθῶ στό περιστατικό τῆς συναντήσεώς μου με τόν δεύτερο τῆς ἱεραρχίας τῶν συνταγματαρχῶν (αὐτός ἦταν ταξίαρχος), διότι ἦταν στούς τότε φροντιστηριακούς κύκλους πολύ γνωστό καί κυκλοφορούσε ὡς ἀνέκδοτο.
Ἀνέκδοτο, ὅμως, κατάντησε ἡ ὑπόθεση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας μετά τή Δικτατορία. Δεν θα ἀναπτύξω ἐδῶ αὐτό πού ἔχω ἀναλύσει σέ πλῆθος μελετῶν μου, χωρίς ποτέ καί πουθενά να ἔχω διαψευσθεῖ, ἀκόμη και στις πιό δυσοίωνες προβλέψεις μου. Θα περιορισθῶ να πῶ μόνο τοῦτο: ἀντί νά διαμορφώσουμε παιδεία, διαμορφώσαμε κακῆς ποιότητας ἐκπαίδευση, πού ἐξελίχθηκε σέ κακοπαιδεία και ὑποπαιδεία. Οἱ πλεῖστοι τῶν πολιτικῶν – ἄν ὅχι ὅλοι – πού ἀνέλαβαν τή διεύθυνση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ὑπουργεῖου τῆς ὁδοῦ Μητροπόλεως ἦσαν ἄγευστοι παιδείας και οἱ συνεργάτες τους ἦσαν ἀνίκανοι να ἀσκήσουν ἔργο παιδείας.
Κι εἶχαν μῖσος γιά τούς καλούς ἐκπαιδευτικούς, ἰδίως τούς φροντιστές. Ὄχι μόνο γιατί οἱ φροντιστές ἦσαν διδακτικά ἐπαρκέστεροι, ἀλλά καί γιατί βγῆκαν σχεδόν στό σύνολό τους ἀπροσκύνητοι ἀπό τή Δικτατορία. Την ὥρα πού αὐτοί ἔκαναν ραγδαῖες καριέρες ἐδῶ και με ὑποτροφίες στο ἐξωτερικό, τά φροντιστήρια εἶχαν γίνει γιά τους ἐφήβους καταφύγια ἐλευθερίας. Ἡ δημοκρατία, ἀντί να τά τιμήσει, προσπάθησε να τά κτυπήσει. Ἀντί οἱ πρῶτοι – ἀλλά και οἱ μετέπειτα – ὑπουργοί νά καλέσουν και να συμβουλευθοῦν πέντε “ψημένους” φροντιστές, συμβουλεύονταν “φρόκαλα”, ἀνθρώπους πού εἶχαν ἀποτύχει στό παρελθόν κατά τό πέρασμά τους ἀπό τά φροντιστήρια. Τό φροντιστήριο, λόγῳ τῶν γνωστῶν περιπετειῶν τῆς χώρας, ἐξελίχθηκε σέ μέγα σχολεῖο. Συγκέντρωσε μιά τεράστια διδακτική πεῖρα. Χρησιμοποίησε τά πιό μοντέρνα συστήματα διδασκαλίας καί προσέφερε στη μαθητῶσα νεολαία τά καλύτερα βιβλία. Οἱ πολιτικοί μας προσπάθησαν και προσπαθοῦν να τά κλείσουν. Το ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό: πέτυχαν την ὁλοσχερῆ φροντιστηριοποίηση τοῦ Λυκεῖου. Σήμερα τό φροντιστήριο περνάει κρίση. Ὄχι γιατί ἔγινε καλύτερο το σχολεῖο. Θα το πῶ ὠμά: το σχολεῖο ὅπως και οἱ ἀνώτερες και ἀνώτατες σχολές ἔχουν χρεοκοπήσει. Ἀπότοκος τῆς χρεοκοπίας αὐτῆς, πού εἶναι γενικευμένο φαινόμενο σέ ὅλο τό φάσμα τῆς πολιτικῆς, εἶναι καί ἡ κρίση τοῦ φροντιστηριακοῦ θεσμοῦ. Τό φροντιστήριο, ὅμως, βρίσκει πάντα τρόπους να ἐπιβιώνει.
Σήμερα σέ ὅλη την Ἑλλάδα ἀνθίζει μιά νέα μορφή φροντιστηρίου: οἱ σχολές γονέων, τά ἀνοιχτά ἤ λαϊκά πανεπιστήμια, οἱ πολιτιστικοί ὅμιλοι κ.λ.π. Στούς χώρους αὐτούς οἱ ἄνθρωποι συμπληρώνουν ἤ ὁλοκληρώνουν τή μόρφωση πού δεν πῆραν στο σχολεῖο ἤ στή σχολή τους. Προσωπικά, ξεκίνησα τή διδακτική μου καριέρα ὡς φροντιστής ἀρκετά ἐνωρίς (1961 – 1962). Πίστευα πια ὅτι τό φροντιστήριο ἀνήκει στήν προϊστορία τῆς προσωπικῆς μου ζωῆς. Ἐδώ καί τρία χρόνια το ξαναζῶ στά μαθήματα πού παραδίδω στο ἀνοικτό πανεπιστήμιο τῆς γεραρᾶς “Ἑταιρείας Φίλων τοῦ Λαοῦ”. Κάποτε στο ἀμφιθέατρο τῆς ὁδοῦ Κωλέττη συγκέντρωνα 150 μαθητές. Κάθε Τρίτη στην ὁδό Εὐρυπίδου, ὅπου παραδίδω μαθήματα ἱστορίας δωρεάν συγκεντρώνω 250 ἀκροατές. Ἕνα θα πῶ στούς νέους συναδέλφους τῶν φροντιστηρίων: ὅποιος ξέρει νά διδάξει, δέν χάνει ποτέ. Οἱ μαθητές εἶναι σαν τά λαγωνικά. Ὀσφραίνονται τό Δάσκαλο ἀπό μακριά. Πρέπει, ὅμως, ὁ φροντιστής νάτ ό νοιώθει βαθειά πώς εἶναι Δάσκαλος .
ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ
ΠΕΥΚΗ , 23 Σεπτεμβρίου 2005
*Ο Σύλλογος Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Μέσης Εκπαίδευσης ν. Άρτας τιμώντας την εξέγερση του Πολυτεχνείου αναδημοσιεύει ένα απόσπασμα από το άρθρο του Σαράντου Καργάκου ‘’ Υπέρ Φροντιστηρίου Λόγος ‘’ , το οποίο αναδεικνύει την – άγνωστη για πολλούς – συμβολή των φροντιστηρίων στον αντιδικτατορικό αγώνα και την προσφορά τους στην εμπέδωση της Δημοκρατίας.