Η Μαρία Μπαχά μιλάει στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Μια ιστορία για τον Διονύσιο Σολωμό

H Μάρια Μπαχά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και Θεατρικό Κοστούμι στο College of Art του Εδιμβούργου. Έχει παρουσιάσει έργα της σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό, έχει εικονογραφήσει πολλά βιβλία για παιδιά και εφήβους κι έχει σχεδιάσει σκηνικά και κοστούμια για θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Μεταξύ άλλων, έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Εικονογράφησης, με το Βραβείο Εικονογράφησης του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και, πρόσφατα, με το Tiger Create Adventure Book Competition Award. Το βιβλίο Μια ιστορία για τον Διονύσιο Σολωμό, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, είναι το πρώτο της λογοτεχνικό κείμενο για εφήβους και νέους ενήλικες, και μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

ΕΡ.: Τι σας ώθησε να γράψετε το βιβλίο Μια ιστορία για τον Διονύσιο Σολωμό;

ΑΠ.: Επέτρεψα στον εαυτό μου να ασχοληθεί με την προσωπικότητα και την ποίηση του Διονύσιου Σολωμού, όταν άρχισα να υποψιάζομαι τον πλούτο της κι όταν μου γεννήθηκε η ανάγκη να συνδεθώ βαθύτερα με αυτή. Το έργο του, αν ξεπεράσεις τα πρώτα εμπόδια και μπορέσεις να το πλησιάσεις, σου ανοίγεται γενναιόδωρα, σε κάνει να νιώθεις ότι σε αφορά. Επέτρεψα, λοιπόν, στον εαυτό μου να δει τον ίδιο και το έργο του ως κάτι που δεν είναι και δεν πρέπει να είναι απαγορευμένο ή δυσπρόσιτο – αντίθετα, ως κάτι ευρύχωρο, προσιτό και φιλόξενο, όπως όλα τα έργα των μεγάλων καλλιτεχνών. Προσπάθησα να φτιάξω κάτι δικό μου, που θα αντανακλά έστω και κάτι ελάχιστο από το σολωμικό σύμπαν.

ΕΡ.: ια ποιον λόγο σάς γοήτευσε η προσωπικότητα του Σολωμού;

ΑΠ.: Ακολουθώντας τις διαδρομές της ζωής και της ποίησής του, αισθάνθηκα ότι ο Σολωμός έχει την ίδια αφετηρία με τον καθένα, είναι ένας πάσχων άνθρωπος που όμως διακρίνεται από τους άλλους τη στιγμή που καταφέρνει να μετατρέψει τα βιώματά του σε καθολική εμπειρία μέσω της τέχνης του.

ΕΡ.: ώς προσεγγίσατε τον ίδιο, ώστε να σχεδιάσετε την ιστορία και να γράψετε το βιβλίο;

ΑΠ.: Οι αποφασιστικοί σταθμοί της ζωής του Σολωμού παρουσιάζονται στην αφήγηση με μία οπτική περισσότερο εσωτερική και ψυχική, παρά εξωτερική και ιστορική. Στο κομμάτι της εικονογράφησης, εμπνεύστηκα αρχικά από την όψη των περίφημων χειρογράφων του ποιητή που συνειρμικά μου έφεραν στο μυαλό έργα του Jackson Pollock ή του Cy Twombly. Κινήθηκα τόσο σε αφηγηματικές, όσο και σε πιο αφηρημένες φόρμες. Ζωγράφιζα και έγραφα εναλλάξ. Η μία διαδικασία ακολουθούσε και συμπλήρωνε την άλλη, ό,τι δεν μπορούσα να εκφράσω με λέξεις το συμπλήρωνα με εικόνες και το αντίστροφο. Όταν φτάσαμε στην έκδοση, αποφασίσαμε, με τον Δημήτρη Χαλκιόπουλο που τη σχεδίασε και την εκδότρια Αλέξα Αποστολάκη, να ανατρέψουμε τη ροή του κειμένου και των εικόνων. Να τα διαχωρίσουμε, έχοντας κατά νου μια πιο ελεύθερη προσέγγιση, να αφήσουμε δηλαδή τον αναγνώστη να φτιάξει τη δική του ιστορία με τις εικόνες του πρώτου μέρους, πριν διαβάσει τη δική μου αφήγηση.

ΕΡ.: Ο ποιητής γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Κατά πόσο τον επηρέασε στην ποίησή του ο γενέθλιος τόπος;

ΑΠ.: Στο βιβλίο, αναμνήσεις και αισθήματα των παιδικών χρόνων του Σολωμού, αντλημένα από τις προσωπικές σημειώσεις του, διαπλέκονται με γεγονότα ιστορικά και μυθοπλαστικά στο πολυσύνθετο σκηνικό της Ζακύνθου των προεπαναστατικών χρόνων. Ο γενέθλιος τόπος του είναι για εκείνον ό,τι για τον καθέναν από εμάς: ο τόπος στον οποίο συγκροτήθηκε και στηρίχτηκε ο πυρήνας της προσωπικότητάς του. Επομένως, η σχέση του με αυτόν είναι μια δυναμική κι εξελισσόμενη σχέση.

ΕΡ.: Με την πένα σας μετατρέπετε την ιστορία της ζωής του σαν ένα θεατρικό σκηνικό, όπου ο κάθε χαρακτήρας έχει τον ρόλο του. Πώς καταφέρατε να πλάσετε τον αντιφατικό κι εύθραυστο ψυχισμό του;

ΑΠ.: Είχα από την αρχή στο μυαλό μου μια αλληλουχία από tableaux vivants, κάτι σαν το Passion του J.-L. Godard ή μια σειρά έργων του Bill Viola. Έτσι, για να κατασκευάσω την αφήγηση ανακάλεσα τις σπουδές μου στο Εδιμβούργο (θεατρικό κοστούμι), όπου συχνά καλούμασταν να χτίσουμε έναν ολοκληρωμένο θεατρικό χαρακτήρα από μέσα προς τα έξω –από την ψυχική του δομή ως τα ρούχα που φορούσε– τοποθετημένο σ’ ένα ολοκληρωμένο, τρισδιάστατο θεατρικό σύμπαν.

ΕΡ.: Σπουδές του ποιητή στην Ιταλία και ενασχόληση με την ποίηση. Ποιος είναι ο δρόμος που διάλεξε όταν επέστρεψε στη Ζάκυνθο – της επιστήμης ή της ποίησης;

ΑΠ.: Όπως πληροφορούμαστε από τον Ιάκωβο Πολυλά, πιστό μαθητή του Σολωμού και πρώτου εκδότη του έργου του, οι σχολαστικοί τύποι ήταν ασυμβίβαστοι με τη φύση του πνεύματός του και ο ίδιος ισχυριζόταν ότι οι καθηγητές του μόνο από καλοσύνη τού έδωσαν το πτυχίο της Νομικής Σχολής, το οποίο ο ίδιος ούτε είχε ζητήσει ούτε ποτέ θεώρησε δικό του. Ακολούθησε φυσικά τον δρόμο της ποίησης.

ΕΡ.: Το ερώτημα που διατρέχει όλο το βιβλίο είναι ένα: Από ποια υλικά είναι φτιαγμένος ένας τέτοιου μεγέθους δημιουργός; Ο Σπυρίδων Τρικούπης είναι ο πρώτος που τον προτρέπει να γράψει στην ελληνική γλώσσα. Πώς αντέδρασε σε αυτή τη συμβουλή;

ΑΠ.: Ο Σπυρίδων Τρικούπης σ’ ένα γράμμα του προς τον Ιάκωβο Πολυλά (25 Μαΐου / 6 Ιουνίου 1859, από το Λονδίνο), περιγράφει την επίσκεψή του στη Ζάκυνθο, το 1823, και τη γνωριμία του με τον νεαρό τότε Σολωμό. Αφού άκουσε ένα ιταλικό του ποίημα, ο Τρικούπης τον παρότρυνε να γράψει ελληνικά και από την επόμενη μέρα άρχισαν μαζί μαθήματα ελληνικών για πολλούς μήνες. Μια βδομάδα μετά το πρώτο μάθημα, ο Σολωμός έγραψε την «Ξανθούλα». Πρόκειται, βέβαια, για μια καθοριστική στιγμή, όμως πιθανώς ο Σολωμός επεξεργαζόταν, ήδη από την περίοδο των σπουδών του στην Ιταλία, την ιδέα να γράψει στα ελληνικά.

ΕΡ.: Η σχέση του με τη μητέρα του πέρασε από σαράντα κύματα. Ποιες ήταν οι διαφορές τους;

ΑΠ.: Είναι μια πολυκύμαντη σχέση, που αναμφισβήτητα άφησε το στίγμα της στον ψυχισμό του και ως εκ τούτου και στην ποίησή του. Με συγκίνησαν πολύ τα γράμματα που της έστειλε από την Ιταλία αλλά και η σχέση τους όπως τη φαντάζεται κανείς να εξελίσσεται δραματικά, σταχυολογώντας τις αναφορές του σ’ εκείνη, στην αλληλογραφία του προς άλλους.

ΕΡ.: Στην Κέρκυρα μοιάζει σαν να βρίσκει την ψυχική του ηρεμία. Με ποιους πνευματικούς ανθρώπους είχε καθημερινή επαφή;

ΑΠ.: Η περίοδος της Κέρκυρας χωρίζεται σε διάφορες περιόδους. Αναμφισβήτητα, η πρώτη σηματοδοτεί ίσως μία από τις καλύτερες περιόδους της ζωής του. Η Κέρκυρα, εξάλλου, είναι το πολιτικό και πνευματικό κέντρο των Επτανήσων της εποχής, οπότε έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τις συναναστροφές του ανάμεσα σε σημαντικές πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες. Μπορεί όμως να επιλέγει και τη μοναξιά, όποτε νιώθει την ανάγκη να αποτραβηχτεί στη μελέτη και τη δημιουργία.

ΕΡ.: Ποια η σχέση του με τον μουσικό Μάντζαρο;

ΑΠ.: Η σχέση του με τον Μάντζαρο, όπως μας παρουσιάζεται μέσα από την αλληλογραφία τους, δηλαδή μέσα από τα λόγια του ίδιου του ποιητή, είναι μια σχέση τρυφερής και βαθιάς φιλίας, αλλά και αλληλοεκτίμησης. Δουλεύουν μαζί μελοποιήσεις ποιημάτων του Σολωμού και τους συνδέει ο αγώνας για την τελειοποίηση της καλλιτεχνικής φόρμας.

ΕΡ.: Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο μοναδικός ποιητής τους στίχους του οποίου γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες, αφού οι στίχοι του αυτοί αποτελούν τον Εθνικό μας Ύμνο. Αυτή η ταύτιση του ίδιου και του έργου του με τον Εθνικό Ύμνο τον έχει καταστήσει πασίγνωστο;

ΑΠ.: Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο κορυφαίος Έλληνας ποιητής των νεότερων χρόνων. Πράγματι, είναι ο μοναδικός ποιητής στίχους του οποίου γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες χάρη στον Εθνικό Ύμνο, κάτι που τον καθιστά ταυτόχρονα και αόρατο, δυσπρόσιτο. Πίσω όμως από τον Εθνικό Ύμνο υπάρχει ένα ποίημα που λέγεται «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», όπως και πίσω απ’ τον εθνικό ποιητή υπάρχει ένας προσωπικός, ρηξικέλευθος δημιουργός που ονομάζεται Διονύσιος Σολωμός.

ΕΡ.: Οι αποφασιστικοί σταθμοί της ζωής του Σολωμού παρουσιάζονται στο βιβλίο με μια οπτική περισσότερο ψυχική και εσωτερική, παρά ιστορική και εξωτερική. Γιατί επιλέξατε αυτή την τεχνική;

ΑΠ.: Η πολύπτυχη ζωή, η σύνθετη προσωπικότητα και φυσικά το ποιητικό έργο του Διονύσου Σολωμού, κεντημένο στον καμβά της προεπαναστατικής και επαναστατημένης Ελλάδας, προσφέρεται για πολυεπίπεδες αναγνώσεις. Απ’ τη μυθιστορηματική ζωή του ως τον αντιφατικό κι εύθραυστο ψυχισμό του, κι απ’ τη μείζονα πνοή της ποίησής του ως τα ερωτήματα που πυροδοτεί η αποσπασματικότητα του έργου του, τα σημεία επαφής που μπορεί να βρει ο σημερινός αναγνώστης είναι περισσότερα από όσα κρύβει το προσωπείο του εθνικού ποιητή. Η εσωτερική, ψυχική οπτική μού έδωσε τη δυνατότητα να παρουσιάσω πτυχές των γεγονότων που περιγράφονται με τρόπο που δεν θα ήταν εφικτός, αν απλώς παρέθετα τα ιστορικά γεγονότα. Εξάλλου, η σκέψη μου ήταν πάντα ο διάλογος με την ανθρώπινη πλευρά του ποιητή και τον τρόπο που αυτή επέδρασε στην καλλιτεχνική του εξέλιξη. Τι έβλεπε, τι άκουγε, τι ένιωθε; Το ερώτημα που διατρέχει όλο το βιβλίο είναι ένα: Από ποια υλικά είναι φτιαγμένος ένας τέτοιου μεγέθους δημιουργός;

ΕΡ.: Αλήθεια, υπάρχουν σήμερα απόγονοι του ποιητή;

ΑΠ.: Ο Σολωμός αποτελεί μια αρχή, ένα σημείο αναφοράς, ένα κοινό βίωμα για όποιον μιλάει την ελληνική γλώσσα. Μάλιστα, μπορεί κάποιος να πει ότι ο σύγχρονος αναγνώστης του είναι σε θέση να κατανοήσει και να αποδεχτεί πιο εύκολα το κατακερματισμένο έργο του ως έχει, χωρίς να νιώθει την ανάγκη να συναρμολογήσει τα θραύσματα σε ολοκληρωμένες συνθέσεις με αρχή, μέση και τέλος. Μ’ αρέσει να σκέφτομαι πως, κατά κάποιον τρόπο, απόγονοι του ποιητή είμαστε όλοι μας.