Η οικονομική παρουσία της Τουρκίας στη Θράκη
Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Δρ Παντείου Πανεπιστημίου
Η παρουσία της Τουρκίας στη Θράκη έχει, από την περίοδο της Συνθήκης της Λωζάννης μέχρι σήμερα, πολυποίκιλες όψεις, προσπαθώντας να παρέμβει στον πολιτικό, εκπαιδευτικό, πολιτιστικό, κοινωνικό και οικονομικό τομέα.
Είτε στις εθνικές και τοπικές εκλογές, είτε στην απαίτηση για αποκλειστική διδασκαλία στην τουρκική γλώσσα όλων των μουσουλμάνων, είτε στη θεωρία περί ύπαρξης μόνο Τουρκικής μειονότητας, είτε στην απομόνωση και πολεμική αυτών που δηλώνουν ότι είναι Πομάκοι ή Ρωμά. Ωστόσο το τελευταίο χρονικό διάστημα, και όχι αποκλειστικά σ΄ αυτό που Ελλάδα περνά κρίση, η Τουρκία ρίχνει ολοένα και περισσότερο βάρος στην οικονομική της παρουσία στη Θράκη. Η δραστηριότητα της Τουρκίας στη Θράκη στον τομέα της οικονομίας είναι μία ακόμη πτυχή στη διαρκή αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας στη Θράκη, κατ΄ άλλους συγκυριαρχίας στην περιοχή, η οποία γίνεται με μία πιο εκλεπτυσμένη μορφή. Άλλωστε η οικονομία είναι (και) αυτή που έχει χρησιμοποιηθεί στη Θράκη, προκειμένου να γίνει συνείδηση ότι η Τουρκία θα πρέπει να έχει παρουσία στη Θράκη. Έστω και εάν αυτή δεν έρχεται σε συμφωνία με την εθνική ασφάλεια και κυριαρχία στο χώρο.
Ο Παναγιώτης Κονδύλης υποστήριξε ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε αδιέξοδο αντιμετωπίζοντας είτε τη στρατιωτική συντριβή ή τη δορυφοροποίηση από την Τουρκία.
Σε ότι αφορά το δεύτερο σημείο η εξάρτηση της Ελλάδας από την Τουρκία, ή η οικονομική παρουσία της Τουρκίας στην Ελλάδα, έχει συμβολικές και ουσιαστικές παραμέτρους στη Θράκη.
Μπορεί οι επισκέψεις της τουρκικής πολιτικής και οικονομικής ηγεσίας στην Αθήνα, να παρουσιάζονται ως κίνηση καλής θέλησης έναντι της Ελλάδος και των οικονομικών προβλημάτων της, ωστόσο σκόπευε κατά την άποψή μας, στην περαιτέρω τουρκική παρουσία στο Αιγαίο και κυρίως στη Θράκη.
Στη Θράκη εκτός από τη κηδεμονική της πολιτική έναντι κάθε τι μουσουλμανικού που ζει στη περιοχή, προσπαθεί να επιβάλλει, εκτός της πολιτικής, κοινωνικής, πολιτιστικής υποδούλωσης και μία άνευ όρων οικονομική εξάρτηση και στο χριστιανικό πληθυσμό. Συνδυασμένη με την ευθεία πλέον αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι προτάσεις με πρωτοβουλία της Τουρκίας για οικονομική συνεργασία, με ταυτόχρονη και εμφανή επιθυμία να καταστήσει την Ελλάδα κράτος δορυφόρο. Η τελευταία και πιο διάσημη είναι η ανάληψη της χορηγίας ποδοσφαιρικής ομάδας της Κομοτηνής από μεγαλέμπορα βαμβακιού, γιου πρώην βουλευτή της Ροδόπης.
Οι Τούρκοι επιχειρηματίες πέρα από την αυτόνομη παρουσία τους, προωθούν οικονομικές συνεργασίες με ελληνικές εταιρείες που βρίσκονται σε δύσκολη θέση εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα το τελευταίο χρονικό διάστημα να υπάρχει έντονη κινητικότητα που εκδηλώνεται από την Τουρκία, με σκοπό την ενισχυμένη παρουσία της στην Θράκη. Βασιζόμενη σήμερα στην ισχύ της, η οποία, κατά την άποψή μας, είναι περισσότερο αποτέλεσμα συγκυρίας, παρά συνέχειας και ουσίας, η Τουρκία επιδιώκει να θεμελιώσει ισχυρή οικονομική παρουσία, στη Θράκη, όπου εκεί υπάρχει η παρουσία της μειονότητας. Συν τοις άλλοις εκεί θέλει να δημιουργήσει το κέντρο ενός ενιαίου χώρου, μαζί με την ανατολική Θράκη και τις σχεδόν αποκλειστικά μουσουλμανικές περιοχές της νότιας Βουλγαρίας.
Για την (οικονομική) παρουσία της Τουρκίας στη Θράκη προκύπτουν μία σειρά
από ερωτήματα:
-Δικαιολογούνται από το μέγεθος της αγοράς της Θράκης οι τεράστιες τουρκικές επενδύσεις; Και μάλιστα με αποδεδειγμένη απώλεια εσόδων, δε γίνεται λόγος για κέρδη, σε τομείς της οικονομίας όπου λειτουργούσαν για χρόνια ελληνικές τοπικών συμφερόντων μικρομεσαίες επιχειρήσεις;
-Αποτελεί μία μικρή σε αριθμητικό μέγεθος μουσουλμανική μειονότητα, έστω και αν τοπικά είναι ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, μία μειονότητα η οποία κατά βάση απασχολείται στον αγροτικό τομέα, πραγματικό κίνητρο για να επενδύσουν τουρκικές εταιρείες στη Θράκη;
– Δικαιολογείται, με όποιο τίμημα, η συνεχή παρότρυνση προς τουρκικές εταιρείες να έλθουν να επενδύσουν στην Ελλάδα;
– Η επίσημη πρόσκληση στην τουρκική επιχειρηματική τάξη να «επενδύσει» στη Θράκη, στην παρούσα συγκυρία, δεν δημιουργεί προϋποθέσεις δημιουργίας ανεξάρτητου οικονομικού χώρου ελεγχόμενου από την Τουρκία και τα κεφάλαιά της; Και μάλιστα να γίνουν επενδύσεις άνευ όρων σε μία περίοδο κατά την οποία ο τοπικός πληθυσμός υποφέρει πολύ περισσότερο σε σχέση με αυτόν της υπόλοιπης χώρας, συνεπώς είναι σαφώς πιο ευάλωτος;
-Μπορεί να λειτουργήσει μία τουρκική επιχείρηση στη Θράκη με ελληνικούς όρους, δηλαδή με αυξημένο κόστος δανειοδότησης και σαφώς πιο αυξημένο κόστος εργασίας; Για παράδειγμα αναφέρουμε τουρκικές εταιρείες που λειτουργούν στην Θράκη με τιμές προϊόντων και υπηρεσιών μειωμένες μέχρι και 150-200% (!) σε σχέση με τις τιμές των ελληνικών εταιρειών. Και βεβαίως προκύπτει το ερώτημα πως μπορεί να επιβιώνει μία τουρκική εταιρεία με τέτοια τιμολόγια αν δεν υπάρχει οικονομική ενίσχυση – επιδότηση; Γιατί εάν δεν «επιδοτείται» από το κράτος πως μπορεί να αντέξει στη Θράκη, όπου η οικονομική δραστηριότητα και άλλοι οικονομικοί δείκτες (ανεργία, επίπεδο μισθών, φτώχεια) είναι το χαμηλότερο στην Ελλάδα και από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη;
-Ποια είναι η πραγματική προέλευση των «τουρκικών» χρημάτων που έχουν ή επίκειται να επενδυθούν στην αναμφισβήτητη τουρκική προσπάθεια προσεταιρισμού των μουσουλμάνων της Θράκης, ενώ διαπιστώνουμε πλέον ότι οι διεθνείς πιέσεις που εκδηλώθηκαν στην Ελλάδα με την μορφή μιας διαρκούς οικονομικής πίεσης, δεν έχουν στόχο την διασφάλιση των ξένων «δανειστών» αλλά την αλλαγή του χάρτη στην περιοχή;
Η οικονομική παρουσία της Τουρκίας στη Θράκη αποτελεί μία νέα παράμετρος για την πολιτική της στην περιοχή. Με αιχμή τις κρατικές επιχειρήσεις και φιλικά προσκείμενους προς το κράτος επιχειρηματίες, προσπαθεί ενισχύσει την παρουσία της στη Θράκη η/και να εγκατασταθεί στο χώρο, έχοντας αυταπόδεικτα λόγω μίας σειράς παραγόντων (μικρή αγορά, ελάχιστος όγκος εργασιών μπροστά στην μεγάλη επένδυση, χαμηλής ποιότητας προϊόντα, κ.ά) εμφανή οικονομική ζημία.
Ωστόσο αυτό δεν απαγορεύει την οικονομική παρουσία της Τουρκίας να διευρύνεται και να έχει συνεχώς νέες πτυχές. Και μάλιστα όχι μόνο σε χώρους όπου έχει συγκριτικό πλεονέκτημα (π.χ αγροτικά προϊόντα) αλλά και σε άλλους όπου δίνονται εκτός από τα ουσιαστικά και συμβολικά μηνύματα. Στη Θράκη, το (τουρκικό) κεφάλαιο έχει και πατρίδα και ιδεολογία.