Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Έρευνα του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
Η Θεία Γέννηση δεν είναι προσδιορισμένη χρονολογικά, παρά μόνο μπορεί να καθοριστεί με υπολογισμούς, με βάση τα παρακείμενα ιστορικά γεγονότα.
Τα Ευαγγέλια μας πληροφορούν ότι ο Χριστός γεννήθηκε επί εποχής Ηρώδη (Ματθαίος 2:1 και Λουκάς 1:5), ο οποίος πέθανε, όταν ο Ιησούς ήταν ακόμη παιδί (Ματθαίος 2:14-15).
Σύμφωνα με τον ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο, ο Ηρώδης ήταν για έξι μήνες βαριά άρρωστος, γύρω στα 70, και πέθανε μετά από μια έκλειψη σελήνης πριν το εβραϊκό Πάσχα. Ο Ηρώδης, όμως, πέθανε το έτος 750 από κτίσεως Ρώμης (4 π.Χ.) και σε συνδυασμό με τη διαταγή του για θανάτωση των 14.000 νηπίων κάτω των 2 ετών (Ματθαίος 2:16-18), σημαίνει ότι ο Χριστός θα πρέπει να γεννήθηκε μεταξύ των ετών 747ή 748 από κτίσεως Ρώμης (δηλαδή το 7 ή 6 π.Χ.),αφού όταν Τον συνάντησαν οι τρεις Μάγοι ήταν «παιδίον» και όχι βρέφος (Ματθαίος 2:11).
Επιπλέον, η πληροφορία ότι διατάχθηκε η διενέργεια απογραφής από τον Αύγουστο Καίσαρα(Λουκάς 2:1-2)φαίνεται να συμφωνεί με τα ιστορικά γεγονότα, αφού τότε προκηρύχθηκαν τρεις μεγάλες απογραφές πληθυσμού: το 28 π.Χ., το 8π.Χ. και το 14 μ.Χ. Εντούτοις, η απογραφή του 8π.Χ. δεν ήταν αυτή που ανάγκασε τον Ιωσήφ και τη Μαρία να ταξιδέψουν: ακόμη και αν λάβουμευ πόψη την αργοπορία της γνωστοποίησης των διαφόρων ανακοινώσεων την εποχή εκείνη, η απογραφή που αναφέρει το Ευαγγέλιο δεν θα ήταν αυτή του 8 π.Χ., αλλά η υπογραφή του όρκου πίστεως στον Αύγουστο Καίσαρα, επ’ ευκαιρία του αργυρού Ιωβηλαίου της βασιλείας του, στις 5 Φεβρουαρίου 2 π.Χ. Η υπογραφή του όρκου πίστεως, όπως μας αναφέρει ο Ιώσηπος, ήταν υποχρεωτική για όλους τους κατοίκους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υπηκόους και μη, οι οποίοι θα έπρεπε να μεταβούν στον τόπο καταγωγής τους.
Το πιο πάνω εδάφιο αναφέρει μια αντιφατική πληροφορία, ότι δηλαδή η απογραφή ήταν η πρώτη που έγινε επί θητείας του ηγεμόνα της Συρίας Κυρηνίου. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, ο ύπατος Κυρήνιος έγινε λεγάτος της Συρίας το 6 μ.Χ. Μια μερίδα μελετητών θεωρεί ότι ο Λουκάς κάνει λάθος, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο Ευαγγελιστής αναφέρεται σε απογραφή που έγινε πριν την κυβερνεία του Κυρηνίου. Μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε το 1828 στη Ρώμη αναφέρει ότι ο Κυρήνιος υπήρξε κυβερνήτης της Συρίας και το 12-8 π.Χ., επομένως ίσως η απογραφή διατάχθηκε προς το τέλος της ηγεμονίας του και κατά τον ιστορικό Τερτυλλιανό, εκτελέστηκε καθυστερημένα από το διάδοχό του Σατουρνίνο, παραμένοντας ωστόσο συνδεδεμένη με το όνομα του Κυρήνιου. Όσον αφορά την εποχή της Θείας Γέννησης, ο Ιησούς θα πρέπει να γεννήθηκε γύρω στην άνοιξη(ίσως και το θέρος ή το φθινόπωρο), αφού οι ποιμένες ζούσαν τότε έξω στην ύπαιθρο(Λουκάς 2:8). Το θείο Βρέφος δεν θα μπορούσε να επιβιώσει στο δυνατό ψύχος του Δεκεμβρίου στη βυθισμένη στις βροχές και την παγωνιά ύπαιθρο και οι ποιμένες δεν θα βρίσκονταν με τα πρόβατά τους έξω στην εξοχή. Η άνοιξη, μάλιστα κατά την περίοδο του Πεσάχ (εβραϊκό Πάσχα), είναι η πιθανότερη εκδοχή, ταιριάζοντας χρονικά με την επίσκεψη του Αρχαγγέλου Γαβριήλ στο Ζαχαρία (Λουκάς 1:5-13)και εξηγώντας το γεμάτο με κόσμο πανδοχείο (Λουκάς 2:7)
Και το γεγονός ότι, όπως όλοι οι ευσεβείς Εβραίοι, ο Ιωσήφ έπρεπε να πάει στα Ιεροσόλυμα για το Πεσάχ, έστω και αν η Μαριάμ ήταν ετοιμόγεννη. Επιπλέον, ήταν λογικότερο να επισκεφθεί την κοντινή Βηθλεέμ για να καταγραφεί, για να γλυτώσει ένα ειδικό ταξίδι από τη Ναζαρέτ.
Περαιτέρω, στο Δανιήλ(9:25) προφητεύεται ότι 483 χρόνια μετά το διάταγμα για την αποκατάσταση και ανοικοδόμηση των Ιεροσολύμων θα εμφανιστεί ο Μεσσίας (ο χρισμένος) στην ανθρώπινη ιστορία. Σύμφωνα με μια θεολογική άποψη, όταν ο Ιησούς λέει – αμέσως μετά τη βάπτισή Του {(Ματθαίος 3:13-17, Μάρκος 1:9-11 και 3:1, Λουκάς 3:21-23 και Ιωάννης 1:29-34)} πως έτσι πληρώθηκε η προφητεία (Μάρκος 1:15), αναφέρεται σε αυτή την προφητεία. Δεδομένου ότι η ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ θεωρείται πως έγινε το 457 π.Χ., ο Χριστός θα πρέπει να βαπτίστηκε το 27 μ.Χ., επομένως θα πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 3-2 π.Χ., καθώς ξεκίνησε να διδάσκει, όταν έγινε 30 ετών (Λουκάς3:23).
Κήρυττε δε και διακονούσε για 3 ½ χρόνια μετά τη βάπτισή Του (Ιωάννης 2:13 και 23, 4:35,6:4 και 11:55). Ωστόσο, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ξεκίνησε να κηρύττει γύρω στο 28 μ.Χ. (Λουκάς 3:1-2), σε ηλικία30 ετών, σύμφωνα με τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου. Γνωρίζοντας δε ότι ο Χριστός ήταν μικρότερος του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή κατά έξι μήνες, θα μπορούσε η Βάπτιση του Θεανθρώπου στον Ιορδάνη ποταμό να έγινε μεταξύ 28-29 μ.Χ., ενώ η επίσκεψή Του στο Ναό της Ιερουσαλήμ κατά το 46ο έτος της κατασκευής του (Ιωάννης 2:20) φαίνεται να έγινε μεταξύ 27-29 μ.Χ., καταλήγουμε δε πάλι στο συμπέρασμα ότι ο Ιησούς θα πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 2 π.Χ.
Ωστόσο, υπάρχει άλλη μια παράμετρος, που περιπλέκει τα πράγματα: το άστρο της Βηθλεέμ(Ματθαίος 2:2και 9), για το οποίο υπάρχουν οι παρακάτω θεωρίες.
1. Υπερκαινοφανής αστέρας: Η αιφνίδια εμφάνιση καινούργιων αστεριών στο στερέωμα, τόσο λαμπρών που να γίνονται αντιληπτοί και διά γυμνού οφθαλμού, δεν συμβαίνει συχνά. Ένας τέτοιος αστέρας εμφανίστηκε το Μάρτιο του 5 π.Χ., σύμφωνα με Κινέζους και Κορεάτες αστρονόμους, στον κοντινό γαλαξία της Ανδρομέδας (αστερισμός του Αιγόκερου),ενώ τον Οκτώβριο του 1604 ένα σουπερνόβα στον αστερισμό του Οφιούχου παρατηρήθηκε από τον Γερμανό αστρονόμο Johannes Kepler.
2.Κομήτης:Οι κομήτες είναι τεράστια πετρώματα που περιβάλλονται με πάγο, που, όταν προσεγγίζουν τον Ήλιο, εξατμίζεται και φαίνονται σαν κόμη (ουρά), απ΄ όπου και το όνομά τους. Ωστόσο, οικομήτες τότε συνδέονταν με κακούς οιωνούς, επομένως θα ήταν απίθανο οι τρεις Μάγοι να έρθουν γι’ αυτόν από την Ανατολή με δώρα. Πάντως, το12 π.Χ. ο κομήτης του Χάλεϋ ήταν ορατός από τη Γη, ενώ το 5 π.Χ. Κινέζοι αστρονόμοι παρατήρησαν έναν κομήτη.
3.Σύνοδος πλανητών: Λόγω της διαφορετικής ταχύτητας του κάθε πλανήτη του πλανητικού μας συστήματος, σπάνια έρχονται στην ίδια τροχιά. Αυτό το σπάνιο φαινόμενο συνέβη τρεις φορές το 7 π.Χ. με τους πλανήτες Δία και Κρόνο στον αστερισμό των Ιχθύων (που συσχετίζονται με το εβραϊκό έθνος) και μία φορά το 6 π.Χ. με τους Δία, Κρόνο και Άρη (και πάλι στους Ιχθύες).Η συζυγία του 7 π.Χ. παρατηρήθηκε από Βαβυλώνιους αστρολόγους. Μεταξύ 3-2 π.Χ., ωστόσο, συνέβη μια άνευ προηγουμένου σειρά από συζυγίες.
4.Θεωρία του Κέπλερ:
Το 1614, ο αστρονόμος Johannes Kepler και η υπόλοιπη ανθρωπότητα είδε τον Άρη να πλησιάζει τον Κρόνο και το Δίακαι υπολόγισε ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 6 π.Χ., όταν συνέβη ένα παρόμοιο «τρίγωνο» (Δίας, Κρόνος και Άρης).
5.Υπερφυσική θεωρία: Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (345-407) υποστηρίζει ότι ήταν ένα καθαρά υπερφυσικό φαινόμενο, ενώ ο Ιερός Αυγουστίνος (354-430) αναφέρει ότι δεν ήταν ένα συνηθισμένο, αλλά ένα θαυμαστό άστρο που ανέτειλε για πρώτη και τελευταία φορά, για το γεγονός της ενανθρώπισης του Θεανθρώπου.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, είναι σίγουρο πως ο Χριστός θα πρέπει γεννήθηκε μεταξύ 7 και2 π.Χ. και ότι το σύστημα χρονολόγησης που χρησιμοποιούμε είναι λανθασμένο! Σε τελική ανάλυση, όμως, δεν έχει τόση σημασία το τι συνέβη στον ουρανό εκείνη τη νύχτα, ούτε και πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Ιησούς, γιατί εκείνο το βράδυ στη μικρή πόλη της Βηθλεέμ συνέβη το μεγαλύτερο θαύμα των αιώνων, η γέννηση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Ίσως, ακόμη, το γεγονός ότι η ημερομηνία γέννησης του Μεσσία περιβάλλεται από μυστήριο να προσθέτει στο νόημα της ουσίας της Θείας Γέννησης.
Η καθιέρωση της εορτής
Στη Δύση τα Χριστούγεννα φαίνεται πως άρχισαν να εορτάζονται το 134 μ.Χ., με απόφαση του Πάπα Τελεσφόρου. Καθώς η νέα θρησκεία έπρεπε να κτίσει πάνω σε υφιστάμενες δομές, σε μια εποχή που η ειδωλολατρία επικρατούσε και οι διωγμοί των Χριστιανών ήταν συχνοί, έτσι η εορτή ήταν κινητή είτε γιορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου (εορτή του θεού Ήλιου στην Ανατολή), είτε στις 22 Δεκεμβρίου (Μπρουμάλια, χειμερινό ηλιοστάσιο).Φαίνεται πως τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν ως ξεχωριστή εορτή στη Ρώμη επί Πάπα Ιουλίου Α (336-352) στις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα εορτής του Ανίκητου Ήλιου στη Δύση. Αυτό τεκμαίρεται και από το ημερολόγιο του Φιλόκαλου, που συντάχθηκε το 354 μ.Χ.
Στην Ανατολή ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου εισήχθη αργότερα. Στην Κωνσταντινούπολη καθιερώθηκε το 397 μ.Χ από τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, ως εδραίωση της Ορθοδοξίας μετά το θάνατο του Αυτοκράτορα Ουάλη τον προηγούμενο χρόνο, υποστηρικτή του Αρείου. Στην Αντιόχεια καθιερώθηκε μεταξύ 386-388,επίσης από τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, ενώ στην Αλεξάνδρεια μόλις το 430 μ.Χ. Σύμφωνα με το κήρυγμα που εκφώνησε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Αντιόχεια γύρω στο 386 μ.Χ, η σύλληψη του Ιησού (Λουκάς 1:26) είχε ανακοινωθεί κατά τη διάρκεια του έκτου μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ (Λουκάς: 1:10-13), τον οποίο υπολόγισε με βάση τα καθήκοντα που εκτελούσε ο Ζαχαρίας κατά την Ημέρα του Εξιλασμού περί τον έβδομο μήνα του εβραϊκού ημερολογίου (Λευιτικόν 16:29 και Βασιλείς Α 8:2), δηλαδή τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου.
Οι σχισματικοί Δονατιστές της Καρχηδόνας γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου ήδη από το 311 και αρνούνταν να γιορτάσουν τα Θεοφάνια (τα οποία θεωρούσαν καινοτομία), ενώ σε μερικές περιοχές της Δύσης τα Χριστούγεννα συνέχισαν να συνεορτάζονται με τα Θεοφάνια στις 6 Ιανουαρίου μέχρι και μετά το 380. Θα πρέπει, εδώ, να σημειωθεί, ότι ο συνεορτασμός των δύο εορτών είχε ως αποτέλεσμα να δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στη βάφτιση, αντί στη ενσάρκωση του Χριστού. Να αναφέρουμε εδώ ότι η προσκύνηση των Μάγων εορτάζεται στις Δυτικές Εκκλησίες στις 6 Ιανουαρίου και στις Ανατολικές στις 25 Δεκεμβρίου.
(Σημείωση. Ο Δονατισμός ήταν μια αίρεση του πρώιμου χριστιανισμού, που ιδρύθηκε από τον Donatus Magnus, ο οποίος πίστευε ότι η αγιότητα ήταν προϋπόθεση για την ένταξη στην εκκλησία και τη διαχείριση των μυστηρίων)
Η ημερομηνία 25 Δεκεμβρίου επικράτησε, αφού συνέπιπτε με τις μεγάλες ειδωλολατρικές εορτές Σατουρνάλια (προς τιμήν του Θεού Κρόνου) και Μπρουμάλια (χειμερινό ηλιοστάσιο),τη γιορτή του Ανίκητου Ήλιου, τη γέννηση του θεού Μίθρα και την εβραϊκή γιορτή των Φώτων(Χανουκά) και ικανοποιούσε δε τόσο τη Δύση όσο και την Ανατολή. Επί Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου (306-337), οι Χριστιανοί συγγραφείς (όπως ο Άγιος Αμβρόσιος) αφομοίωσαν αυτή την εορτή ως τα γενέθλια του Ιησού, συσχετίζοντάς Τον με τον ήλιο δικαιοσύνης (Μαλαχίας 4:2) και το φως του κόσμου (Ιωάννης 8:12).
Στο πεντάτομο έργο του κατά αιρέσεων ο Άγιος Ειρηναίος ταύτισε τη σύλληψη του Χριστού με την 25η Μαρτίου και τη σύνδεσε με τη γέννησή Του εννέα μήνες μετά, στις 25 Δεκεμβρίου. Ο σύγχρονός του θεολόγος Ιππόλυτος της Ρώμης, αν και γνώριζε την 25η Δεκεμβρίου, προτιμούσε τη 2α Απριλίου, ενώ ο Άγιος Επιφάνιος της Σαλαμίνας (310-403) θεωρούσε ότι η σύλληψη του Ιησού έγινε στις 20 Ιουνίου και ανέφερε μια παλαιά απόκρυφη παράδοση ότι η εγκυμοσύνη της Παναγίας κράτησε 10 μήνες. Ο Άγιος Πολύκαρπος(†167) θεωρούσε ότι ο Χριστός, μάλλον, γεννήθηκε και βαπτίστηκε ημέρα Τετάρτη, αφού ο Ήλιος δημιουργήθηκε την τέταρτη ημέρα από το Θεό, προσδιόριζε δε την Τετάρτη αυτή γύρω στις 25Μαρτίου, ημέρα της εαρινής ισημερίας. Επιπλέον, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου συσχετίστηκε με την εαρινή ισημερία (εκεί κατέληξε και ο μεγάλος εκκλησιαστικός συγγραφέας Σέξτος Ιούλιος ο Αφρικανός το 221), ενώ το θερινό ηλιοστάσιο και η φθινοπωρινή ισημερία συσχετίστηκαν με τη γέννηση και τη σύλληψη του Αγίου Ιωάννη, αντίστοιχα.
Έτσι, η Χριστιανική Εκκλησία κατάφερε να αντικαταστήσει τις ειδωλολατρικές εορτές με χριστιανικές, συμπέρασμα στο οποίο, ανασκοπώντας, κατέληξαν και στοχαστές, όπως ο Άγγλος φυσικομαθηματικός Isaac Newton (1642-1726), ο Γερμανός θεολόγος και ανατολιστής PaulErnst Jablonski (1693-1757) και ο Γάλλος φιλόλογος και ιστορικός Louis Duchesne (1843-1922).Ωστόσο, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, γύρω στο200 μ.Χ., κάνοντας αναφορά στην ημερομηνία γέννησης του Χριστού, αναφέρει διάφορες γνωστές ημερομηνίες (19/20 Απριλίου, 20 Μαΐου), συσχετίζοντας μάλιστα τη Θεία Γέννηση με το Θείο Πάθος(21 Μαρτίου ή 21 Απριλίου), όχι όμως τις 25 Δεκεμβρίου.
Συσχετισμό της Θείας Γέννησης με το Θείο Πάθος κάνουν ο Νεύτωνας και ο Louis Duchesne. Μερικοί θεωρούσαν ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε γύρω στην ημερομηνία της εαρινής ισημερίας, επομένως και ο Ιησούς θα έπρεπε να είχε συλληφθεί εκείνη την ημερομηνία. Ο Duchesne παραθέτει, επίσης, το γεγονός ότι ο ιστορικός Ερμείας Σωζόμενος (400-450) ανέφερε ότι οι αιρετικοί Μοντανιστές της Φρυγίας (2ος αιώνας) γιόρταζαν το Πάσχα την Κυριακή κοντά στις 6 Απριλίου και έτσι θεωρούσαν ότι η σύλληψη του Χριστού έγινε στις 6 Απριλίου και η γέννησή Του στις 6 Ιανουαρίου, πιθανή προέλευση του εορτασμού στις 6 Ιανουαρίου.
Ο διαχωρισμός της εορτής της Γέννησης του Χριστού τοποθετείται στο πλαίσιο των χριστολογικών ερίδων της εποχής κατά την οποία συνέβη. Αν και η ξεχωριστή από τα Θεοφάνια εορτή δεν επικράτησε αμέσως σε όλη την χριστιανική επικράτεια, η έναρξή της στη Ρώμη λίγο μετά την Α’ Οικουμενική Σύνοδο (325) και η τελική καθολική αποδοχή της μετά την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο(431) φαίνεται να δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Η 25η Δεκεμβρίου κηρύχθηκε δημόσια αργία το 529 μ.Χ από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό: απαγορεύθηκε η εργασία και τα δημόσια έργα. Έως το1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των ιεραποστόλων στις παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, όλα τα έθνη της Ευρώπης γιόρταζαν τα Χριστούγεννα.
Ο συνεορτασμός των Χριστουγέννων με τις ειδωλολατρικές εορτές του Χειμώνα είχε ως αποτέλεσμα την οικειοποίηση από τους Χριστιανούς προϋπαρχόντων εθίμων, όπως η ανταλλαγή δώρων, τα γλέντια και τα χαρτοπαίγνια (από τα Σατουρνάλια), η χρήση πρασινάδων και φώτων και η αγαθοεργία (από το ρωμαϊκό νέο έτος)……….
(Απόσπασμα από ανέκδοτη εργασία μας)
ΠΗΓΕΣ
1. Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ (ΔΑΝΕΖΗΣ ΜΑΝΟΣ, ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΣ)
2. Περιοδικό Ενατενίσεις Ι.Μ.Κύκκου
3.Διονύσης Σιμόπουλος διευθυντής του Ευγενίδειου Πλανητάριου «Το άστρο των Χριστουγέννων»
4.Εφ Ελευθεροτυπία 30-12-2000 Περιοδικό ΓΕΩ τευχ 37 Το Αστέρι των Μάγων
5.Εφ. Το Βήμα 24-12-2005 Τα μυστήρια των Χριστουγέννων
6.Εφ Ελευθεροτυπία 13-12-2006 Τα Χριστούγεννα έγιναν Άνοιξη
7.ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
8.Θεοδοσίου, Σ. και Δανέζη, M.: H Oδύσσεια των ημερολογίων- Aναζητώντας τις ρίζες της γνώσης. Tόμος A, Β ‘. Eκδ. Δίαυλος, Aθήνα 1995.