Θανάση Πόραβου, «Δεύτερο ταξίδι στην αιωνιότητα»

της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

http://users.sch.gr/panlampri/

Το ιστορικό μονότοξο γεφύρι της Πλάκας, το οποίο ζευγνύει τις όχθες του Αράχθου στην περιοχή των Τζουμέρκων, είναι γνωστό για πολλούς λόγους. Τα τελευταία σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την παρουσία του στον χώρο και στον χρόνο είναι η κατάρρευσή του στις 1 Φεβρουαρίου 2015, η οποία γέννησε ποικίλα συναισθήματα και ήταν αφορμή να γραφούν πολλά ποιητικά και πεζά κείμενα, και στη συνέχεια η ανοικοδόμησή του.
Στο δεύτερο γεγονός, και όχι μόνο, αφορά το βιβλίο του πρωτομάστορα, Θανάση Πόραβου, με τον τίτλο «Δεύτερο ταξίδι στην αιωνιότητα» (εκδ. Ατρειδών κύκλος, 2022, σ. 90), του οποίου τα έσοδα, όπως σημειώνεται (σ. 2), διατίθενται συμβολικά για την ανακατασκευή της ιστορικής γέφυρας Κοράκου.
Το βιβλίο αυτό είναι αποτέλεσμα της ανάγκης του συγγραφέα να καταγράψει και ν’ αφήσει ως παρακαταθήκη όσα βίωσε κατά το χτίσιμο του γεφυριού, τα οποία συνιστούν και μέρος του νέου ταξιδιού του στον χρόνο. Πόσο μάλλον, που η τέλεση τέτοιων έργων, ακόμα και στην εποχή μας, απαιτεί υπέρβαση ποικίλων δυσκολιών και αγαστή συνεργασία των εμπλεκομένων, τόσο των επισήμων φορέων όσο και, κυρίως, του πρωτομάστορα και των μαστόρων – συνεργατών του, οι οποίοι συνομιλούν με την ψυχρή φαινομενικά πέτρα, τη σμιλεύουν και της δίνουν τη μορφή που πρέπει και στη συνέχεια την τοποθετούν στη θέση της και την ενώνουν και την αρμολογούν με τα κατάλληλα υλικά, ώστε το αποτέλεσμα να είναι στέρεο και αισθητικά ωραίο.

Ο συγγραφέας, μετά από την παράθεση των περιεχομένων του βιβλίου, τις ευχαριστίες σε άτομα και φορείς, την αφιέρωση, «Στην σύζυγό μου Ντίνα και σε όλη την οικογένεια με τη σημερινή της μορφή που με ανέχονται με τις πέτρινες κατασκευές», και λίγα λόγια για το βιβλίο, με ημερολογιακό, θα έλεγα, τρόπο οδηγεί τον αναγνώστη στη γνωριμία με τα πέτρινα γεφύρια και την απαιτητική τέχνη της οικοδόμησής τους, ενώ μιλά με παρρησία για το συγκεκριμένο έργο, την ανοικοδόμηση του γεφυριού της Πλάκας. Έργο, το οποίο είναι αποτέλεσμα ιδιαίτερης και καθοριστικής συνομιλίας άψυχων υλικών με τους ανθρώπους, οι οποίοι, εφαρμόζοντας την εμπειρική γνώση πολλών λαϊκών τεχνητών σε συνάρτηση με τις επιστημονικές κατακτήσεις στον τομέα της χρήσης των υλικών και της αρχιτεκτονικής, εργάστηκαν επίπονα μέχρι να φέρουν εις πέρας το ξεχωριστό αρχιτεκτόνημα και χάρηκαν οι ίδιοι με την αποπεράτωσή του, όπως και όσοι τα πέτρινα γεφύρια, αυτά τα ιπτάμενα υπέροχα τόξα αγαπούν.
Με το γεφύρι της Πλάκας να είναι το κεντρικό θέμα του βιβλίου του, ο Θανάσης Πόραβος, ικανότατος, ούτως ή άλλως, συνομιλητής και λαξευτής της πέτρας, πέραν άλλων, σημειώνει για τα γεφύρια: «Τα βάθρα τους είναι κεντημένα πάνω σε συμπαγείς βράχους και το σώμα τους αιωρείται στον αέρα. Λιτά αριστουργήματα, πέτρινα περάσματα. Σταθερά πλέον για την χρήση τους, όλους τους μήνες του χρόνου. Για να στηθούν όρθια στα πόδια τους, χύθηκαν αμέτρητοι τόνοι ιδρώτα, ατελείωτες ώρες κοπιαστικής εργασίας, στα χέρια των μαστόρων έλειωσαν αμέτρητα εργαλεία.
Η συσσωρευμένη λαϊκή γνώση και η αγωνία ήταν ανάμεσα στα συστατικά των πέτρινων γεφυριών. Αυτά τα γοητευτικά γλυπτά του ανθρώπου, δεμένα αρμονικά με την απόλυτη ομορφιά της φύσης άλλαξαν τις ανθρώπινες σχέσεις, διευκόλυναν την επικοινωνία, άνοιξαν καινούργιους εμπορικούς, πολιτιστικούς και πνευματικούς δρόμους. Γράφτηκαν πολλές ιστορίες και μύθοι μέχρι να στεριώσουν τα πρώτα γεφύρια και να γίνουν πολύτιμα μέσα επικοινωνίας» (σ. 8)

Συνθέτει, επίσης, το βιβλίο του με προσηνή λόγο, κερδίζοντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέσω της αφήγησης, στην οποία αλλού με ορθολογισμό κι αλλού με συναίσθημα, τον οδηγεί στα στάδια και τον τρόπο οικοδόμησης του γεφυριού, στις δυσκολίες, τις οποίες κλήθηκε να αντιμετωπίσει σε τεχνικό και σε ανθρώπινο επίπεδο, στις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύχθηκαν σ’ όλη τη διαδρομή της κατασκευής και άλλα πολλά. Βοηθητικές για την κατανόηση των γραφομένων, και όχι μόνο, είναι οι φωτογραφίες που απεικονίζουν διάφορα στάδια τέλεσης του έργου, καθώς και ανθρώπους που μετείχαν σ’ αυτό· σημαντικός είναι ακόμα ο ρόλος των σχεδιαγραμμάτων και λεπτομερειών τεχνικού περιεχομένου, που δοσμένες με απλό τρόπο, προσφέρουν γνώση σε μη ειδικούς, οι οποίοι κατανοούν πόσο δύσκολο έργο επιτελούν εκείνοι που χτίζουν γεφύρια διαχρονικά.
Ο πρωτομάστορας, Θανάσης Πόραβος, διανθίζει το βιβλίο του με ποιητικό λόγο, ενώ δεν παραλείπει τα ονόματα των μαστόρων και συνεργατών του στην κατασκευή του γεφυριού. Γνωστοποιεί, επίσης, τι έγραψαν κάποιοι για το γεφύρι και τον πρωτομάστορα, ενώ παραθέτει επιστολές του που αφορούν σε θέματα της γέφυρας.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με σημαντική αναφορά στην ιστορική γέφυρα Κοράκου στον Αχελώο, για την οποία καταβάλλεται προσπάθεια να ανακατασκευαστεί, και με δύο κατατοπιστικά γλωσσάρια που αφορούν σε εξειδικευμένες λέξεις των πελεκάνων, καθώς και σε εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιούν.
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στο βιβλίο «Δεύτερο ταξίδι στην αιωνιότητα» του εκλεκτού φίλου, Θανάση Πόραβου, τον συγχαίρω και τον ευχαριστώ από καρδιάς για τη συμβολή του στην ανοικοδόμηση του γεφυριού της Πλάκας, το οποίο ξεκίνησε νέο ταξίδι προς την αιωνιότητα και του εύχομαι να είναι υγιής, ν’ αφουγκράζεται και να σμιλεύει με την ίδια αγάπη τις πέτρες και να δημιουργεί αριστουργήματα και μακάρι να έρθει η στιγμή που θα δώσει ζωή και στο πολύπαθο γεφύρι Κοράκου στον Αχελώο, το οποίο χτίστηκε (1514-1515) με χορηγία του μητροπολίτη Λάρισας, Βησσαρίωνος Β’, και συνέδεε μέχρι το 1949 τη Θεσσαλία με την Ήπειρο, οπότε και κατέρρευσε μετά από ανατίναξη και σήμερα μόνο ελάχιστα λείψανά του σώζονται.

Τέλος, μετά την ανοικοδόμηση του γεφυριού της Πλάκας, μπορώ να πω, χωρίς έπαρση, πως το ποίημά μου «Της Πλάκας το γεφύρι» (Χαρμολύπες, 2018, σ. 79), το οποίο έγραψα την επόμενη μέρα από την κατάρρευσή του, αν δεν είναι προφητικό, συνιστά πλέον μέρος της πραγματικότητας και το χαρίζω στον πρωτομάστορα, Θανάση Πόραβο, με πολλές ευχαριστίες, καθώς και σ’ όσους τα πέτρινα γεφύρια αγαπούν και γνοιάζονται:
Ως κεραυνός εν αιθρία η είδηση!
Κατέρρευσε της Πλάκας το γεφύρι!

Του Αράχθου ο υποταγμένος δαίμονας
δια μιας τα κραταιά συντρίμμια καταπίνει
κι ελεύθερος στης κοίτης τη ροή
χαίρεται για την ακηδία των θνητών
και που, για δικό του θρίαμβο,
ένα γεφύρι κόσμημα σωρός ερειπίων εγίνη.

Αύριο, ίσως, μετά τον θρήνο και τις οιμωγές,
τη μάταιη αναζήτηση ευθυνών και τα τοιαύτα,
άλλο γεφύρι στη θέση του παλιού θα υψωθεί
και θα θυμίζει σε ντόπιους και περαστικούς
πως με την ατέρμονη σιωπή τους τα μνημεία μας
βοούν για της σωτηρίας τους την ανάγκη.