Κι όπου βγει

της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

http://users.sch.gr/panlampri/

Όταν πριν μερικά χρόνια επισκέφτηκα το χωριό Καλέντζι Αχαΐας, τόπο καταγωγής των Παπανδρέου -υπάρχει εκεί μεγάλη προτομή του Γεωργίου Παπανδρέου-, το οποίο φωλιάζει σε ελατοσκεπείς υπώρειες του Ερύμανθου και κάτω, μπροστά του, απλώνεται εύφορη πεδιάδα, εξεπλάγην με τον πολύ κακό δρόμο, ο οποίος οδηγούσε στ’ όμορφο κεφαλοχώρι. Με αφορμή αυτή τη διαπίστωση, την επόμενη μέρα σχολίασα με μαθητές μου, που είχαν σχέση με την περιοχή, την εμπειρία μου, για να λάβω την αφοπλιστική απάντηση, «Μα, δεν τους νοιάζει για τον δρόμο, κυρία! Μόνο να βγάλουν καμιά άδεια για τη λαϊκή και να διορίσουν κανένα παιδί στο δημόσιο τους νοιάζει!», η οποία, με την παρρησία της, θαρρώ δεν χρήζει περαιτέρω σχολιασμού.
Επειδή από τους νέους διδάχθηκα πολλά κατά τη μακρά θητεία μου στην εκπαίδευση, σημειώνω, επίσης, πως σ’ άλλη περίπτωση που δεκαεξάχρονος μαθητής μου οδηγούσε ανάποδα σε μονόδρομο και παραλίγο να συγκρουστώ μαζί του, αν δεν σταματούσα, και κλήθηκε στο σχολείο η μητέρα του γι’ αυτό, τι είπε λέτε, μεταξύ άλλων, κατά τη συζήτηση του θέματος; «Επιτρέπω στον γιο μου» -μοναχοπαίδι ήταν-, «να οδηγεί αυτοκίνητο, αν και δεν έχει δίπλωμα, για να μην πάρει μηχανάκι και σκοτωθεί!!!»

Φυσικά, δεν ήταν η μόνη που ως γονέας είχε αυτή την αντίληψη και συμπεριφορά, αφού κι άλλοι μαθητές χωρίς δίπλωμα οδηγούσαν αυτοκίνητα και άλλοι, πολύ περισσότεροι στον αριθμό, μοτοποδήλατα· οι τελευταίοι, μάλιστα, πλην εξαιρέσεων, οδηγούσαν και χωρίς κράνος, ενώ άλλοι καυχιόντουσαν πως περνούν με το μηχανάκι τους συγκεκριμένο δρόμο, παραβιάζοντας συνέχεια τα STOP, κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ. Εκείνοι που φταίγανε πάντα ήταν οι κακοί μπάτσοι, όπως συνήθιζαν να λένε τους τροχονόμους, οι οποίοι θα τους σταματούσαν κάποια στιγμή για έλεγχο.
Αποτέλεσμα τέτοιων συμπεριφορών ήταν να θρηνήσουμε εγώ και οι συνάδελφοί μου για μαθητές μας που χάθηκαν στην πρώτη τους νιότη, οδηγώντας περήφανοι αυτοκίνητο ή μηχανή, αφήνοντας πίσω τούς ανεύθυνους, επιτρέψτε μου, γονείς τους να θρηνούν και την κοινωνία να αιμορραγεί.
Τι έγινε κι άρχισες τις αφηγήσεις, ίσως, πουν κάποιοι! Γέρασες φαίνεται! Μπορεί! Όμως, το τελευταίο τραγικό γεγονός στα Τέμπη μου έφερε διάφορα στη μνήμη. Διότι, συγκλονιστικό στην ουσία του, με νέους κυρίως να είναι ανάμεσα στους νεκρούς, ταυτόχρονα ερμηνεύει πολλά που μας αφορούν στο χθες, στο σήμερα και κυρίως στο αύριο.
Και τούτο, γιατί οι συμφορές, με αφορμή το ξάφνισμα και τη συνακόλουθη θλίψη, διεγείρουν πάντα μέσα μας θυμό και οργή, όλα κατανοητά και ευεξήγητα.

Εκείνο, όμως, που συνήθως συμβαίνει είναι πως διεγειρόμαστε ως λαός μετά από κάθε μεγάλη καταστροφή, λέμε τα βαρύγδουπα «όλα είναι διαλυμένα», «δεν υπάρχει κράτος», «από τύχη ζούμε σ’ αυτή τη χώρα», βρίζουμε θεούς και δαίμονες, συνειδητοποιούμε τη σημαντικότητα των μεταρρυθμίσεων, του εκσυγχρονισμού και άλλων τέτοιων ωραίων. Αυτά, μέχρι να περάσουν λίγες μέρες, να γίνουν αναλύσεις επί αναλύσεων και καταγγελίες επί καταγγελιών, μερικοί με εμμονή να βγάλουν καταδικαστικές αποφάσεις και ν’ ανακηρύξουν ενόχους, πριν την όποια δίκη, κι ως εκεί. Με λίγα λόγια, ζούμε ως κοινωνία την ένταση του δράματος, κλαίμε, βρίζουμε, καταριόμαστε, και λίγο μετά, αντί η όποια συμφορά να μας γίνει μάθημα, συνεχίσουμε στον ίδιο με πριν ρυθμό, «πάμε κι όπου βγει», όπως είπε και ο μηχανοδηγός του μοιραίου τρένου στα Τέμπη.
Μάλιστα, αν κάποιος πολιτικός αρχίσει να παίρνει πρωτοβουλίες, για να καταστούν οι μεταρρυθμίσεις και ο εκσυγχρονισμός ζώσα πραγματικότητα, με ενέργειες που συνήθως μας απομακρύνουν από την πεπατημένη, ως γνήσιοι μάγκες πάλι βρίζουμε, έχοντας ως στήριγμά μας κάθε οπισθοδρομική κοσμοθεωρία και, όχι σπάνια, πολλούς συνδικαλιστές καριέρας. Κι εκεί που ο κόσμος προχωρεί στο μέλλον, πλέον και στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης, εμείς, λες και μας αρέσει η παρακμή -ευτυχώς όχι σε όλους-, μένουμε προσκολλημένοι σε καθετί ξεπερασμένο.

Κι αυτά μέχρι να ’ρθει η επόμενη μεγάλη συμφορά και να επιρρίψουμε οργισμένοι ευθύνες και άλλα σχετικά, κατά περίπτωση. Άλλωστε, εμείς, ως γονείς, ως δάσκαλοι, ως πολιτικοί, ως εργαζόμενοι, ως κοινωνία γενικώς, ποτέ δεν φταίμε για όσα συμβαίνουν, αφού σ’ όλα είμαστε υπόδειγμα. Άλλοι φταίνε! Αν, όμως, κοιταχτούμε στον καθρέφτη θα δούμε πως ευθυνόμαστε, για μικρές ή μεγαλύτερες ολιγωρίες και συμφορές, οι οποίες συμβαίνουν στον οικείο ή τον ευρύτερο περίγυρό μας, αφού με την αδιαφορία και την απουσία παραδείγματος εκ μέρους μας είμαστε υπεύθυνοι για όλους εκείνους που μας μιμούνται, κυρίως τα παιδιά και τα νεαρά μέλη της κοινωνίας, τα οποία δεν έχουν ανάγκη από πολλές συμβουλές, αλλά από πολλά παραδείγματα. Δηλαδή, από έργα κι όχι από λόγια! Εκτός και το έχουμε πάρει απόφαση πως θα πηγαίνουμε, κι όπου βγει!