Κ. Τζουμέρκα: Το «Μποτσαραίικο» στη Τ.Κ Βουργαρελίου
Στην Τ.Κ. Βουργαρελίου, έδρα του Δήμου Κεντρικών Τζουμέρκων, στην περιοχή Λιβάδι, υπάρχει ένα εγκαταλειμμένο κτήριο, το οποίο, σύμφωνα με την εγχώρια προφορική παράδοση, αναφέρεται ως «Μποτσαραίικο».
Είναι γνωστό και ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι κατά το έτος 1800 εγκαταστάθηκαν στο Βουργαρέλι, κατ’ εντολή και υπόδειξη του Αλή πασά, ορισμένα μέλη της φάρας των Μποτσαραίων. Μάλιστα διέμειναν στην περιοχή έως και την κατάκτηση του Σουλίου το 1803.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία ή γραπτές μαρτυρίες για το κτήριο όπου φιλοξενήθηκαν, παρά μόνο η εγχώρια προφορική παράδοση.
Μετά το ιστορικό γεγονός της κατάκτησης του Σουλίου από τον σατράπη της Ηπείρου Αλή πασά, μια δεύτερη ομάδα Σουλιωτών έφτασε στο Βουργαρέλι και συνενώθηκε με τους Μποτσαραίους που υπήρχαν ήδη στην περιοχή.
Τον Ιανουάριο του 1804 έφυγαν όλοι μαζί για τα Άγραφα, φοβούμενοι τυχόν νέα επίθεση του Αλή Πασά.
Ωστόσο δεν κατάφεραν να αποφύγουν τη μοίρα τους, καθώς πολιορκήθηκαν από τις δυνάμεις του κυβερνήτη της Ηπείρου στις 20 Απριλίου 1804 στη μονή Σέλτσου στις Πηγές Άρτας.
Ως αποτέλεσμα, άλλοι κατακρημνίστηκαν στους απότομους βράχους για να αποφύγουν τη σύλληψη, την αιχμαλωσία ή τον ατιμωτικό θάνατο, άλλοι αιχμαλωτίστηκαν και μόνο 50 κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Αναφορικά με το κτήριο, είναι ορθογώνιο, διώροφο, λιθόκτιστο, κτισμένο με ξερολιθιά. Το ισόγειο είναι μονόχωρο. Το ίδιο και ο όροφος, ο οποίος ακολουθεί τον τύπο της μονόχωρης, με τζάκι, οικίας, που θεωρείται προγενέστερος του αντίστοιχου της κατοικίας με δωμάτια.
Το κτήριο διαθέτει τρεις εισόδους στον όροφο και δύο στο ισόγειο, καθώς και πέντε παράθυρα. Η συγκεκριμένη μορφή οδηγεί στην άποψη ότι δεν χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως κατοικία. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι στην αρχιτεκτονική παράδοση του Βουργαρελίου είναι χαρακτηριστικός ο περιορισμένος αριθμός εισόδων και αντίθετα η πληθώρα των παραθύρων.
Η μορφολογία του κτηρίου κατευθύνει προς μια πρώιμη χρονολόγησή του, πιθανώς στις αρχές του 19ου αι., αλλά και στη διατύπωση της άποψης ότι λειτούργησε ως κουτζέκι, δηλαδή ως αποθηκευτικός χώρος των δημητριακών που παρέδιδαν ως φόρο οι ντόπιοι κάτοικοι τόσο στον τσιφλικούχο όσο και στο οθωμανικό δημόσιο.
Πιο συγκεκριμένα, τα δημητριακά, συνήθως το καλαμπόκι, σύμφωνα με τα αρχεία του Αλή Πασά, φυλάσσονταν στο ισόγειο, ενώ στον όροφο τηρούνταν τα αρχεία, τα επονομαζόμενα και δευτέρια.
Σήμερα, το κτήριο ανήκει από χρησικτησία σε δύο ιδιώτες. Δυστυχώς, η κακή κατάσταση διατήρησής του και ιδίως η κατάρρευση της στέγης του απειλούν άμεσα την ύπαρξή του και κάνουν την ανάγκη αποτύπωσης και αποκατάστασής του επιτακτική.
*Το κείμενο είναι της κ. Κωνσταντίνας Ζήδρου Αρχαιολόγου, Κάτοχου Μεταπτυχιακού Διπλώματος Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Υποψήφια Διδάκτωρ Αρχαιολογίας και δημοσιεύτηκε στο archaiologia.gr