ΛΑ.ΣΥ. ΗΠΕΙΡΟΥ
Επικίνδυνη η στάση του Π.Σ. Ηπείρου για του χώρους εποπτευόμενης χρήσης ναρκωτικών
Για «υποκριτική επίκληση άγνοιας και επικίνδυνη αποδοχή της ναρκοκουλτούρας» κάνει λόγο ανακοίνωση της Λαϊκής Συσπείρωσης, στην οποία αναφέρονται τα εξής: «Η περιφερειακή αρχή, αξιοποιώντας την σιωπηρή ανοχή των υπολοίπων παρατάξεων του Π.Σ., απέρριψε «λόγω άγνοιας του θέματος», το αίτημα να συζητηθεί το ψήφισμα της Λαϊκής Συσπείρωσης για την απόσυρση του αρ.189 που αφορά τη δυνατότητα λειτουργίας Χώρων Εποπτευομένης Χρήσης (ΧΕΧ) από τους εγκεκριμένους φορείς του αρ.51 ν.4139/2013 (δηλ. ΚΕΘΕΑ, ΟΚΑΝΑ) και από τους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού (Δήμους και Περιφέρειες), που ενσωματώθηκε στο νομοσχέδιο για τον «Εθνικό Μηχανισμό Διαχείρισης Κρίσεων». Ψήφισμα το οποίο εμπρόθεσμα είχε αποσταλεί και σε όλους τους περιφερειακούς συμβούλους πριν την συνεδρίαση του Π.Σ.
Η υποκρισία του επιχειρήματος της άγνοιας, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι μόλις πριν 3 μήνες, στις 21 Οκτωβρίου 2019, το Π.Σ. συζήτησε σε τακτική συνεδρίαση του, τους κινδύνους από την άρση του αυτοδιοίκητου του ΚΕΘΕΑ. Κινδύνους οι οποίοι ομόφωνα αναφερόταν στο χτύπημα της θεραπευτικής φιλοσοφίας του ΚΕΘΕΑ, που αποτελούν τα «στεγνά» προγράμματα. Κινδύνους που ανέδειξαν υποκριτικά και οι περιφερειακές παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ, οι οποίες σήμερα «μουγκάθηκαν» κυριολεκτικά μπροστά στο αίτημα συζήτησης του θέματος .
Η σημερινή εσπευσμένη βιασύνη της κυβέρνησης να νομοθετήσει την δυνατότητα λειτουργίας Χώρων Εποπτευομένης Χρήσης (ΧΕΧ) αποδεικνύει ότι υπηρετεί με εγκληματική συνέπεια την πολιτική «διαχείρισης της βλάβης» σε βάρος της απεξάρτησης, αναθέτοντας ρόλο στο έγκλημα του εποπτευόμενου θανάτου στα «στεγνά» προγράμματα, χτυπώντας την καρδιά της θεραπευτικής φιλοσοφίας τους.
Η σημερινή εξέλιξη αποτελεί συνέχεια της υπερψήφισης της περυσινής τροπολογίας από ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ), Χρυσή Αυγής, για τη λειτουργία Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης με επίκληση μάλιστα της «διεθνούς εμπειρίας».
Να τι λέει όμως πραγματικά η διεθνής εμπειρία: «Στην ΕΕ λειτουργούν 78 “shooting rooms” (“χώροι να τρυπιέσαι”, ΧΕΧ). Οι 45 βρίσκονται στην Ολλανδία, όπου λειτουργούν παράλληλα με τα προγράμματα χορήγησης ηρωίνης σε χρήστες με την ευθύνη του κράτους και με εμπλοκή δήμων και 180 φορέων (υπουργεία, Τοπική Διοίκηση, Εκκλησία, ΜΚΟ, ακόμα και του “Κόμματος των Ναρκωτικών”). Δεν προκύπτει από πουθενά η αποτελεσματικότητα αυτού του μέτρου ως προς τη μείωση της χρήσης ή ως προς τη μείωση των θανάτων από ηρωίνη. Αντίθετα διαγράφεται σταθερά αύξηση της χρήσης ηρωίνης. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν ότι λόγω των “shooting rooms” στην Ολλανδία δεν υπάρχει τάση ένταξης χρηστών σε πρόγραμμα θεραπείας» (στοιχεία της ολλανδικής κυβέρνησης προς το EMCCDA).
Αποτελεί συνέχεια της πολιτικής επιλογής της κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – με τη στήριξη της ΝΔ και του τότε ΣΥΝ το 1995 – να δημιούργησει τα πρώτα προγράμματα χορήγησης υποκατάστατων ηρωίνης (μεθαδόνη, βουπρενορφίνη) από τον ΟΚΑΝΑ.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, το 2010, σε έκθεσή του, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (ΕΚΠΝΤ) διαπίστωνε: «Η μεθαδόνη ανιχνεύεται όλο και πιο συχνά και ταυτοποιείται ως αιτία θανάτου. Στη Φινλανδία το 58% των χρηστών ζητούν απεξάρτηση από τη βουπρενορφίνη. Στην Τσεχική Δημοκρατία οι χρήστες βουπρενορφίνης αγγίζουν το 40%. Η μεθαδόνη είναι κύρια ουσία κατάχρησης στην Αυστρία, στη Γαλλία, στη Δανία, στη Σλοβακία και τη Σουηδία». Σήμερα στην ΕΕ πάνω από τα 2/3 των προγραμμάτων χορηγούν υποκατάστατα και τα «στεγνά» προγράμματα καλύπτουν μόλις το 1/3 των θέσεων θεραπείας.
Κάθε φορά προχωρούν ένα βήμα πιο πέρα, με πιο ανάλγητο, αντιεπιστημονικό τρόπο, διαστρεβλώνοντας σταθερά την αλήθεια. «Η τοξικοεξάρτηση είναι αυτοπροκαλούμενη, χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος», είναι το αντιδραστικό ιδεολογικό περίβλημα της πολιτικής «μείωσης της βλάβης», της στρατηγικής πολιτικής των ΗΠΑ και της ΕΕ. Και πίσω από αυτό κρύβονται η βαρβαρότητα και η καταστολή, η διά βίου εξάρτηση μέχρι την τελευταία πνοή, η αναγωγή ενός πολυπαραγοντικού ψυχοκοινωνικού φαινομένου σε πρόβλημα «ιατρικής φύσης», «δημόσιας υγείας και τάξης», «γονιδιακής επιπλοκής» και «βιολογικής ανεπάρκειας».
Είναι πλέον αποκλειστικά στα χέρια των μαζικών φορέων του κινήματος των εργατών και των βιοπαλαιστών αυτοαπασχολούμενων της υπαίθρου και της πόλης, των ενώσεων γονέων και των επιστημόνων, η υπόθεση της αγωνιστικής διεκδίκησης μιας κοινωνίας ελεύθερης από ναρκωτικά. Και αυτό προϋποθέτει σύγκρουση με την κυρίαρχη ιδεολογία της «διαχείρισης της βλάβης».