Μάνια Παπαδημητρίου: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
“…Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας και ενώ ο στρατός επελαύνει, μπορεί να υπάρχει χώρος μέσα στην ψυχή των μαχητών για άλλα συναισθήματα και διαθέσεις που δεν αφορούν τις μάχες…”
Η Μάνια Παπαδημητρίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1963. Είναι απόφοιτος του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος του ΕΚΠΑ και της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν. Από το 1983 ως σήμερα συνεργάστηκε με πολλά θεατρικά σχήματα και σκηνοθέτες όπως: Κάρολος Κουν, Γιώργος Λαζάνης, Μίμης Κουγιουμτζής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Γιάννης Ρήγας, Λευτέρης Βογιατζής, Ρούλα Πατεράκη, Σταμάτης Φασουλής, Σταύρος Ντουφεξής, Παντελής Βούλγαρης, Αντώνης Αντύπας, Μιχάλης Κακογιάννης, ΝικίταΜιλιβόγιεβιτς, Νίκος Χατζόπουλος, Διαγόρας Χρονόπουλος, Έλλη Παπακωνσταντίνου. Έχει παίξει πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα κλασικού ρεπερτορίου, τραγωδίες και αρχαίες κωμωδίες στην Επίδαυρο, κι έχει συνεργαστεί με μεγάλους θεατρικούς οργανισμούς. Πήρε το βραβείο Κοτοπούλη για Α’ γυναικείο ρόλο με το Γάλα του Β. Κατσικονούρη (2005, Εθνικό Θέατρο, σκηνοθεσία Ν. Μαστοράκη). Τα 1994-1996 συνεργάστηκε με τον Θ. Αγγελόπουλο στο Βλέμμα του Οδυσσέα (στον ρόλο της μητέρας του Α). Πήρε το βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στον κινηματογράφο για την ταινία Θα το μετανιώσεις της Κ. Ευαγγελάκου (2001). Από το 1998 έχει σκηνοθετήσει η ίδια πολλά έργα. Το βιβλίο Σμύρνη… Μανίτσα μου! – Ημερολόγια εκστρατείας και έρωτα του υπολοχαγού Γεράσιμου Γεννατά, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Πώς ήρθατε σε επαφή με το ημερολόγιο του Γεράσιμου Γεννατά;
Βρήκα τα ημερολόγια και τις σημειώσεις σ’ ένα κουτί πολύ παλιό, φυλαγμένο από τη μητέρα μου στο πατάρι του πατρικού μου σπιτιού.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο Σμύρνη… Μανίτσα μου! – Ημερολόγια εκστρατείας και έρωτα του υπολοχαγού Γεράσιμου Γεννατά;
Εργάστηκα πάνω στο ημερολόγιο και τις σημειώσεις του παππού μου κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού μας στην περίοδο της καραντίνας λόγω κορονοϊού. Αποκρυπτογράφησα τη γραφή του, γιατί σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να υπάρξει ως ντοκουμέντο και να μπορεί να διαβαστεί. Όταν έδειξα το υλικό στην κυρία Αποστολάκη των Εκδόσεων Καλειδοσκόπιο μου είπε ότι είχε ενδιαφέρον για να εκδοθεί, αλλά χρειαζόταν να βρω και άλλα στοιχεία γύρω από την ιστορία του παππού και τα γεγονότα που στιγμάτισαν την οικογενειακή μας ιστορία. Έτσι ξεκίνησα να μαζεύω το υλικό. Η κεντρική ιδέα προέκυψε μετά και ήταν ο διπλός φόρος αίματος που έδωσε η οικογένειά μας στη Μικρασιατική Καταστροφή αλλά και στον Εμφύλιο, με τον αδελφό του παππού στην πρώτη αλλά και τον γιο του κατά τη διάρκεια του δεύτερου, που είχαν και οι δυο το ίδιο όνομα: Φώτης. Αυτό το όνομα υπήρξε για μας πηγή πένθους και σπαραγμού από τη μητέρα μου κάθε φορά που ακουγόταν μες στο σπίτι, πράγμα που οπωσδήποτε επηρέασε και στιγμάτισε όλους μας χωρίς να το γνωρίζουμε.
Στο βιβλίο έχετε δημοσιεύσει όλο το ημερολόγιο ή κάποιο μέρος του;
Δημοσιεύσαμε όλο το ημερολόγιο του έρωτα, όπως το ονομάσαμε, και μέρος του ημερολογίου του πολέμου στη Μικρά Ασία το ίδιο διάστημα, γιατί ήταν αδύνατο να αναγνωστεί το χειρόγραφο ολόκληρο. Προσπάθησα πολλές φορές τόσο εγώ όσο και άλλοι, αλλά δεν ήταν δυνατόν. Ήταν εντελώς δυσνόητα τα γράμματα και χιλιοκατεστραμμένα σαν από νερά. Μπόρεσα να διαβάσω κάποια σημεία και αυτά υπάρχουν.
Ο Γεράσιμος διηγείται τη γνωριμία του με τη γυναίκα του, Γεσθημανή, το 1920 και τις επιχειρήσεις στα μέτωπα του πολέμου. Από αυτή την πλευρά το ημερολόγιο, εκτός από μαρτυρία, δεν είναι και ντοκουμέντο;
Ναι, βεβαίως, το ημερολόγιο όπως και όλα όσα συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο ως φωτογραφίες χειρογράφων είναι ντοκουμέντα.
Τι σκοπό έχουν οι παρεμβάσεις που κάνετε ανάμεσα στα κείμενα του ημερολογίου;
Οι παρεμβάσεις ζητήθηκαν από το Καλειδοσκόπιο, γιατί κάποια πράγματα που είχα γράψει στην αρχή ως διευκρινιστικά ή συνδετικά άρεσαν στην κυρία Αποστολάκη και μου ζήτησε να τα επεκτείνω ώστε να φαίνεται, με κάποιον τρόπο, η δική μας οπτική γωνία – δηλαδή των επόμενων γενεών, καθώς και η επίδραση που είχαν όλα αυτά τα γεγονότα σε μας τους σημερινούς ανθρώπους της οικογένειας.
Πώς γίνεται κάποιος να πολεμά και να ερωτεύεται ταυτόχρονα;
Το ερώτημα αυτό που θέτετε, και που υπάρχει ακριβώς έτσι μέσα στο βιβλίο, είναι το βασικό ερώτημα που μου γεννήθηκε καθώς διάβαζα το ημερολόγιο και αυτό που με κράτησε να το διαβάσω ως το τέλος. Διαπίστωσα ότι για τον αξιωματικό ο πόλεμος είναι, εκτός όλων των άλλων, και μια δουλειά, η εργασία του. Και αυτό αρχικά με εξέπληξε. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να ήταν και έτσι. Ότι, δηλαδή, κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας και ενώ ο στρατός επελαύνει, μπορεί να υπάρχει χώρος μέσα στην ψυχή των μαχητών για άλλα συναισθήματα και διαθέσεις που δεν αφορούν τις μάχες. Και όμως, να που γίνεται. Δεν ήταν μόνο το θέμα του έρωτα που με εξέπληξε, αλλά και ο τρόπος που ο παππούς περιγράφει την καθημερινότητα μέσα στο στράτευμα, καθώς και στις πορείες. Τη δουλειά, δηλαδή την εργασία του πολέμου, και τις λεπτομέρειές του στην καθημερινότητα. Επίσης, τα τεράστια διαστήματα αναμονών ανάμεσα στις μάχες. Όλα αυτά ήταν αποκαλυπτικά για μένα. Η διαφορετική δηλαδή οπτική πάνω στην πραγματικότητα του πολέμου.
Διαβάζοντας το ημερολόγιο το απολαμβάνουμε, καθώς περιέχει καλά στοιχεία και άγνωστα. Ποια συστατικά θεωρείτε ότι κάνουν τις σημειώσεις του παππού σας ενδιαφέρουσες;
Η γραφή του είναι πολύ γλαφυρή. Περιγράφει τα συναισθήματά του για τη Μανίτσα του με τέτοιο πομπώδες ύφος, που γίνεται σχεδόν αυτοσαρκαστικός. Πιστεύω ότι αυτό το έκανε επίτηδες. Περιγράφει την κατάκτηση της νεαρής κοπέλας ωσάν να είναι φρούριο. Και αυτό είναι απολαυστικό. Επίσης αποκαλύπτει, όπως είπα και πριν, λεπτομέρειες της καθημερινότητας του στρατεύματος και των ανταγωνισμών μεταξύ των αξιωματικών, ενώ δεν χάνεται ποτέ η έγνοια για την ελαχιστοποίηση των απωλειών.
Πώς ένιωθε που από απλός στρατιώτης έφτασε στην πιο υψηλή θέση στην ιεραρχία του στρατού;
Δεν έγινε στρατηγός την ώρα που έπρεπε να γίνει. Τον ταλαιπώρησαν και τον αδίκησαν πάρα πολύ κι αυτός ήταν ο καημός του. Ήταν βενιζελικός ως το μεδούλι και ποτέ του δεν πρόδωσε τις αρχές του. Γι’ αυτό και φυλακίστηκε το 1934 στην Ακροναυπλία και τον αποστράτευσαν. Έπειτα, τον ξαναπήραν για να πολεμήσει στο Αλβανικό Μέτωπο και μετά τον αποστράτευσαν πάλι, δίνοντάς του τότε τους βαθμούς που του όφειλαν. Όλα αυτά τα αναλύει εξαιρετικά στο επίμετρό του ο ιστορικός και επιμελητής των Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, Τάσος Σακελλαρόπουλος, που τον ευχαριστώ πάρα πολύ. Ο παππούς και η γιαγιά μου ποτέ δεν μιλούσαν για όλα αυτά. Από εκείνον, τον Τάσο δηλαδή, κατάφερα να καταλάβω τι ακριβώς ήταν ο βενιζελισμός για την εποχή και πώς συνδέθηκαν οι βενιζελικοί αργότερα με το ΕΑΜ και την Αντίσταση.
Ποια ήταν η ανταπόκριση των αναγνωστών στο βιβλίο σας;
Υπήρξαν πολύ καλές κριτικές του βιβλίου μου, κι από αυτές ξεχωρίζω της κυρίας ΜαρίζαςΝτεκάστρο και του κυρίου Μάνου Κοντολέων και τους ευχαριστώ θερμά. Οι αναγνώστες μού έχουν μιλήσει θερμά με πολύ συγκινητικά λόγια τόσο για την έκδοση, βεβαίως, που είναι εξαιρετική, αυτό μπορώ να το πω και η ίδια γιατί το βλέπω, αλλά και για το περιεχόμενο, για το οποίο φυσικά πρέπει να μιλούν οι άλλοι κι όχι εγώ. Έχω φτιάξει και μια μικρή παράσταση-αναλόγιο με μουσική και βίντεο με αποσπάσματα από το βιβλίο και η εμπειρία μας κάθε φορά που παίζεται είναι πολύ δυνατή από τους θεατές.
Ποια είναι τα φετινά σχέδιά σας για το θέατρο;
Θα παίξω σε δύο παραστάσεις. Η μία είναι το Αθηνάς Παναγούλη, επιτάφιος του Γιάννη Σολδάτου σε σκηνοθεσία Κωστή Καπελώνη και μουσική του Σταύρου Σιόλα, συνέχεια από πέρυσι, στο θέατρο Vault τις Δευτέρες και Τετάρτες στις 7μμ. Πρόκειται για έναν μονόλογο, όπου η μητέρα του Αλέκου Παναγούλη μιλάει για το παιδί της και για όλα όσα υπέστη από τη Χούντα των συνταγματαρχών. Η άλλη παράσταση είναι το έργο του ΜατέιΒίζνιεκ Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα σε μετάφραση ΈρσηςΒασιλικιώτη και σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου, στο θέατρο Μπέλλος στην Πλάκα, και θα παίζεται από Πέμπτη έως Κυριακή στις 9μμ. Η παράσταση αφορά και πάλι τον πόλεμο και το στοίχειωμα των οικογενειών από τα νεκρά παιδιά, με αφορμή τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, αλλά και την αγοραπωλησία αισθημάτων, σάρκας και οστών, που γίνεται κυρίαρχο επάγγελμα κατά τη διάρκεια αλλά και μετά το τέλος του πολέμου. Πρόκειται για ένα υπερρεαλιστικό έργο που κινείται ανάμεσα στο δράμα και τον σαρκασμό στα όρια της σάτιρας. Επίσης, όποτε μας δίνεται η ευκαιρία, θα παρουσιάζουμε ad hoc σε διάφορους μικρούς χώρους την παράστασή μας πάνω στο Σμύρνη… Μανίτσα μου