ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ ΤΙΒΕΡΙΟ

Γράφει: ο Άρης Ραβανός

Η πρώτη μαρτυρία για την ύπαρξη και δράση του Χριστού προς τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Τιβέριο, προέρχεται από γραπτή επιστολή του προηγούμενου, όπως λέγεται, από τον Πόντιο Πιλάτο Ανθύπατου της Ιουδαίας, ονόματι Πούμπλιου Λέντουλου (Publius Lentulus), ο οποίος είδε και παρακολούθησε προσωπικά τον Χριστό και Τον περιγράφει έτσι με κάθε λεπτομέρεια προς τον Αυτοκράτορα Τιβέριο!

Ο Τιβέριος μάλιστα εξ αιτίας της επιστολής αυτής, αλλά και αργότερα της δεύτερης, προσωπικής μαρτυρίας της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής και του θαύματος των Κόκκινων Αυγών που επιτέλεσε μπροστά του στη Ρώμη, μέσα στο παλάτι η θαρραλέα Αγία (βλ. παραπάνω), ήταν ευνοϊκός προς τον Χριστιανισμό και θέλησε να καθιερώσει τον Χριστό επίσημα ως Θεό, ανάμεσα στις άλλες «θεότητες» της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας! Το πρότεινε μάλιστα στη

Ρωμαϊκή Σύγκλητο (Τερτυλλιανός) αλλά εκείνη το απέρριψε.
Μετά δε την εξιστόρηση των γεγονότων από την Αγία Μαρία τη Μαγδαληνή για την παντελώς άδικη και συκοφαντική καταδίκη και σταύρωση του Χριστού από Πόντιο Πιλάτο, Άννα και Καϊάφα, ο Τιβέριος έδωσε εντολή να συλληφθούν αμέσως και να οδηγηθούν για απολογία ενώπιόν του στη Ρώμη οι τρεις εκείνοι βασικοί ένοχοι, όπως και έγινε (βλ. παραπάνω)!

Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΟΥΜΠΛΙΟΥ ΛΕΝΤΟΥΛΟΥ ΠΡΟΣ ΤΙΒΕΡΙΟ
(σ.σ. το φόβος στο κείμενο σημαίνει σεβασμός)
Επιστολή γραμμένη εις την Λατινικήν επί παπύρου που ευρίσκεται εις το Μουσείον της βιβλιοθήκης των Λαζαρινών της Ρώμης, την οποίαν έστειλεν ο προκάτοχος του Ποντίου Πιλάτου, Πουβέλιος Λεόντιος, προς τον Καίσαρα της Ρώμης.

ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ
“Ήκουσα, ώ Καίσαρ, ότι επιθυμείς να μάθης, ό,τι σοι γράφω νυν περί ανθρώπου, δηλαδή λίαν εναρέτου, καλουμένου Ιησού Χριστού. Ενώ ο λαός θεωρεί αυτόν θεόν, οι δε μαθηταί αυτού λέγουσιν ότι είναι Υιός Θεού, του Δημιουργού του ουρανού και της γης και παντός ότι εν αυτοίς ευρίσκεται και υπάρχει.

Τη αληθεία, ώ Καίσαρ, ακούονται καθ’ έκαστην θαυμαστά πράγματα περί του ανθρώπου τούτου. Ανεγείρει νεκρούς και θεραπεύει ασθενείς δια μίας λέξεως. Είναι ανήρ αναστήματος μετρίου, καλός την όψιν και μεγαλοπρέπειαν περιβεβλημένος, ιδίως κατά το πρόσωπον, ούτως ώστε όσοι ατενίζωσι αυτόν αναγκάζωνται να αγαπώσι και να φοβώνται αυτόν.

Έχει την κόμην μέχρι των ώτων χρώματος καρύου, εκείθεν μέχρι των ωμοπλατών κρεόχρουν αλλά μάλλον στιλπνήν, διχάζεται δε αυτή εν τω μέσω κατά το σύστημα των Ναζωραίων.

Το μέτωπόν του είναι λείον, το πρόσωπόν του άνευ ρυτίδων ή κηλίδος, η ρις αυτού και τα χείλη κανονικότατα. Το γένειον πυκνόν και χρώματος του αυτού ως η κόμη, δεν είναι μακρόν και διχάζεται εις το μέσον. Το βλέμμα του είναι σοβαρόν και εμποιεί φόβον, έχει δε δύναμιν ηλιακής ακτίνος. Ουδείς δύναται να προσείδη αυτόν ατενώς. Όταν επιτιμά εμποιεί φόβον, όταν δε πονεί τότε κλαίει. Είναι αξιαγάπητος και χαριής μετά σοβαρότητος. Λέγουσι ότι ουδέποτε ώφθη γελών αλλά πλειστάκις κλαίων. Έχει ωραίας τας χείρας και τους βραχίονας, εν τη συνομιλία του ευαρεστεί πάντας. Δυσκόλως εμφανίζεται αλλά όταν εμφανισθή σου φέρεται μετριοφρόνως και έχει το ωραιότερον παράστημα του κόσμου. Είναι δε ωραίος ως και η μήτηρ αυτού, ήτις εισί η ωραιοτέρα γυνή εξ όσων εθεάθησαν εις ταύτα τα μέρη.

Εάν όμως, η Σεβαστή Σου Μεγαλειότης, ώ Καίσαρ, ποθεί να ίδει αυτόν, ως μοι έγραφες άλλοτε, γνώρισόν μοι τούτο, ίνα αποστείλω αυτόν πάραυτα. Καίτοι δε ουδέποτε εσπούδασε τι, είναι κάτοχος πάσης γλώσσης και πάσης επιστήμης. Περιπατεί ανυπόδητος και ασκεπής την κεφαλήν, πολλοί βλέποντες αυτόν γελώσιν, αλλά όταν εμφαίνεται ενώπιον αυτών τρέμωσι και θαυμάζωσιν αυτόν. Λέγουσι ότι ουδέποτε άνθρωπος ως ούτος ενεφανίσθη εις ταύτα τα μέρη. Τη αληθεία ως μοι λέγουσιν οι Εβραίοι, ουδέποτε εκηρύχθη η διδασκαλία αυτού. Πολλοί δε των Ιουδαίων θεωρούσιν αυτόν Θεόν. Άλλοι πάλι μοι λέγουσιν ότι είναι εχθρός της Σης Μεγαλειότητος, ώ Καίσαρ.

Πολύ με παραινούσιν οι μοχθηροί ούτοι Εβραίοι.

Λέγουσιν οτί ουδέποτε δυσηρέστησεν τινά, αλλά μάλλον το αγαθόν εποίησεν. Όλοι όσοι γνωρίζωσιν αυτόν λέγουσιν ότι ευηρεστήθησαν παρ’ αυτού. Εν τούτοις, ώ Καίσαρ, είμαι πρόθυμος να υπακούσω την Σην Μεγαλείοτητα εις ότι μοι διατάξει.
Εν Ιερουσαλήμ Ινδικτίωνος 7ης Σελήνης Ι
Πουβέλιος Λεόντιος – Διοικητής Ιουδαίας”
Επιστολή του Τιβέριου προς τον Πιλάτο μετά την Σταύρωση του Ιησού

«Επειδή άδικον εψήφισας θάνατον κατά τού Ιησού, συμφωνήσας μετά τών φθονερών καί κακίστων Ιουδαίων, λαβών παρ’ αυτών δώρα υπέρ τού τοιούτου θανάτου, διά ταύτα καγώ ούτω κατά σού διατάσσω όταν έλθης πρός με δέσμιος τού δούναι απολογίαν περί τής ψυχής ήν αναιτίως παρέδωκες είς θάνατον.»

Αλλ’ ώ τής ανοησίας καί πωρώσεως, ότι τοιαύτα φοβερά σημεία καί θαύματα παρ’ αυτού γενόμενα θεωρήσαντες, ετολμήσατε τοιούτον άνθρωπον ά θ ώ ο ν παραδούναι είς θάνατον. Τίς δέ σοι πεπωρωμένε καί βέβηλε καί πάσης φιλανθρωπίας ανάξιε, δέδωκε τοιαύτην τόλμην καί εξουσίαν είς τοιούτο μέγα μισόθεον κίνημα, ίνα συμφωνήσης μετά τού πονηρού Συνεδρίου καί διεφθαρμένου λαού καί δώσης αυτοίς εξουσίαν τού τοιούτου θανάτου;
Δία γάρ κρίσιν επενεγκείν μέ δεί ταχέως, διότι ούτε κάν έγραψας πρώτον είς εμέ, περί τής υποθέσεως ταύτης, διά νά λάβης καί τόν εμόν θέλημα, άλλ’ ότε ετέλεσας όσα καί ηθέλησαν, τότε μοι έγραψες τά κακώς τελεσθέντα, αλλ’ ιδού γράφεις μοι καί τήν ανοησίαν σου αυτοθελήτως, λέγων μοι ότι από τούς θεούς ούς ημείς λατρεύομεν, μείζονα τούτων έργα καί θαύματα παρ’ Αυτού τελεούμενα είδες. ”Ω τού φθόνου καί τής κακίας σας. Εί καί ώς Θεόν τούτον εδέξασθε, κάν ώς ιατρόν ούκ είχατε Αυτόν; Εγώ γάρ έξ’ ακοής μόνον Τούτον μαθών καί τοιαύτα φοβερά καί εξαίσια σημεία καί θαύματα παρ’ Αυτού γενόμενα ακούσας, κέκρικα τώ νο΄ί΄ μου μή είναι Αυτόν άνθρωπον μόνον, αλλά καί Θεόν

Τό γάρ αναστήσαι νεκρούς καί οφθαλμούς τυφλών ανοίξαι καί δαίμονας έξ ανθρώπων διώξαι καί παραλύτους ανορθώσαι, ταύτα Θεός μόνον δύναται ποιήσαι καί ουδείς άνθρωπος. Τίς γάρ άνθρωπος ήκουσε ποτέ τετραήμερον εγείραι καί οφθαλμόν τυφλού γεγενημένου ανοίξαι; Ταύτα γάρ ού μόνον έκ τής επιστολής σου έμαθον, αλλά πολλώ μάλλον καί έκ μιάς γυναικός, ήτις πρό τινων ημερών ενταύθα ελθούσα ειπέ μοι ταύτα πάντα μετ’ ακριβείας, κατήγετο δέ αύτη έκ τών ορίων Μάγδαλα, Μαρία καλουμένη μαθήτρια καί αυτή λέγουσα είναι τού Ιησού, ή οποία μεμαρτύρηκε διηγησάμενη ενώπιον τού πλήθους τά ύπ’ Αυτού γεγονότα καί τά περί σού καί άλλα πολλά καί ότι εξέβαλε καί έξ αυτής επτά δαιμόνια τώ λόγω μόνω. Διά ταύτα λοιπόν ού δύναμαι παραβλέψαι τοιαύτην αδικίαν.

***Το ντοκουμέντο αυτό βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη τής Ρώμης και το πρωτότυπο αυτής είναι γραμμένο στα Λατινικά. Είναι η επιστολή του Αυτοκράτορα Τιβέριου, πολιτικού και θρησκευτικού άρχοντα όλου σχεδόν του τότε Ρωμαϊκού κράτους (14 μ.Χ. έως τό 36 μ.Χ.). Η επιστολή απευθύνεται στον Πόντιο Πιλάτο και τού αναγγέλλει τί αποφάσισε γι’ αυτόν μετά την άδικη σταύρωση τού Ιησού.

Το κείμενο που ακολουθεί μνημονεύει μια από τις διάφορες παραδόσεις αναφορικά με τις τύχες του Πιλάτου και των Αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, μετά την άδικη θανάτωση του Χριστού.
Προέρχεται από χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Ιβήρων, αντίγραφο του οποίου απόκειται στο Κελλί του Αγίου Γοβδελά του Πέρσου της αυτής Μονής, το οποίο αντέγραψε και εξέδωσε δίς ο Αγιορείτης (+) Ιερομόναχος Αβέρκιος το 1895 και 1896 στην Βάρνα.

Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.

Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι ο Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών.

Η απάντηση του Τιβέριου στον Πιλάτο, ήλθε με επιστολή επικριτική για την άδικη απόφασή του να καταδικάσει τον Χριστό, αλλά και την αποστολή του Επιτρόπου του Ραχαάβ μαζί με 2000 άνδρες, προκειμένου να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στη Ρώμη, ομού μετά των Αρχιερέων Καϊάφα και Άννα.

Η αποστολή εκ της Ρώμης συνέλαβε τον Πιλάτο και τους Αρχιερείς, τους οποίους έδεσε με αλυσίδες. Σιδηροδέσμιοι απέπλευσαν για την Ρώμη. Στην Κρήτη απέθανε ο Καϊάφας.

Σταμάτησε το πλοίο και έθαψαν το παμμίαρο σώμα του Αρχιερέα, το οποίο εκβράστηκε εκ του τάφου, αφού δεν τον δέχονταν ούτε η γη. Επτά φορές τον έθαψαν, αλλά «η γης τον ανεξέρνα (απέβαλε) άλυωστο και μαύρο σαν τον Κάη, για το μεγάλο κακό πώκαμε, που καταδίκασε το Χριστό».
Μαζεύτηκε τότε μέγα πλήθος και με κατάρες τον έθαψε κάτω από ένα τεράστιο σωρό πέτρες. Αυτό ήταν του Καγιάφα το μνήμα σε ένα χωριό κοντά στο Ηράκλειο. Σωζόταν μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα.

Η παράδοση αυτή είναι πολύ παλιά και την αναφέρουν αρκετοί περιηγητές (δεν επιβεβαιώνετε όμως ιστορικά). Το πλοίο συνέχισε τη πορεία του και έφθασε στην Ρώμη. Ο Τιβέριος δεν θέλησε να τους εξετάσει.

Έδωσε προσταγή και ο μεν Αρχιερέας Άννας τυλίχτηκε γυμνός με δέρμα βοδιού και αφέθηκε στον ήλιο μέσα στο καλοκαίρι. Από τη ζέστη, ξηράθηκε και έσφιξε το δέρμα το σώμα του με αποτέλεσμα να σκάσει και να εξέλθουν τα ενδότερα της κοιλίας του έξω και ούτως να γνωρίσει οικτρό θάνατο.

Για τον Πιλάτο διέταξε και τον έκλεισαν σε έναν πύργο αλυσοδεμένο, με σκοπό να τον φονεύσει ο ίδιος. Κάποια ημέρα είχε βγει για κυνήγι ο Τιβέριος, κοντά στον πύργο που κρατούνταν αιχμάλωτος ο Πιλάτος.

Ο τελευταίος το πληροφορήθηκε από τη φρουρά και έσπευσε σε μια οπή του τοίχου για να δει τον Καίσαρα. Τότε ένα ζαρκάδι πλησίασε το τοίχος του πύργου, περίπου στο ύψος της οπής από όπου παρακολουθούσε ο Πιλάτος.

Ο Καίσαρας Τιβέριος φοβούμενος ότι θα χάσει το θήραμα σημάδεψε ταχέως με το τόξο του και το βέλος εισήλθε δια της οπής του τοίχους του πύργου, και διαπέρασε τα μάτια του Πιλάτου, αφήνοντάς τον νεκρό.

Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία, τομ. Β΄, VII), o Πιλάτος εξορίστηκε στη Βιέννη της Γαλλίας, όπου και αυτοκτόνησε. Κατ΄ άλλη παράδοση ρίφθηκε στον Τίβερη ποταμό, το δε πτώμα του προκάλεσε πλημμύρες και καταστροφές.

Μια ακόμη δέχεται ότι γκρεμίστηκε από όρος που φέρει και σήμερα το όνομά του στην λίμνη Λουκέρνη της Ελβετίας. Ενώ άλλη ότι αποκεφαλίστηκε στα χρόνια του Τιβέριου.

Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία αναφέρει τα εξής : Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.

Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών.

Μετά την εκλογή των επτά διακόνων, επισυνέβη διωγμός στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Τότε, η Μαρία η Μαγδαληνή, μαζί με τη Μάρθα, τον Λάζαρο και τον Ιωσήφ από Αριμαθαίας, επισκέφθηκαν τον Τιβέριο στη Ρώμη (κατά τον Βαρώνιο στη Μασσαλία της Γαλλίας), στον οποίον διηγήθηκε τα συμβάντα με τις παρανομίες που διέπραξαν οι Εβραίοι στον Χριστό και διαμαρτυρήθηκε για την άδικη θανάτωσή του.

Ο Τιβέριος εξοργίστηκε και διέταξε να φονευθούν οι Αρχιερείς (Καϊάφας –Άννας) και ο Πιλάτος. Μόλις δε ανέλαβε ο Βιτέλλιος την ηγεμονία της περιοχής της Συρίας, αντικατέστησε τον Πιλάτο με τον Μάρκελλο, και τον έστειλε στη Ρώμη, προκειμένου να απολογηθεί στον Τιβέριο.

Έκαμε δύο έτη να φτάσει στη Ρώμη, και εν τω μεταξύ είχε αποθάνει ο Τιβέριος, ο δε νέος βασιλεύς Γάϊος Καλιγούλας, τον εξόρισε στην Βιέννη, όπου υπέστη μεγάλες συμφορές και απελπισμένος, αυτοκτόνησε.

Ο Βιτέλλιος υποστηρίζει ότι την ίδια τύχη είχε και ο Καϊάφας, ο οποίος αυτοκτόνησε. Το ίδιο δέχεται και ο Κλήμης Ρώμης.

Ο δε πεθερός του Καϊάφα, Άννας, είχε κι αυτός– Θεία δίκη – κακό θάνατο. (σσ. ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΜΟΣ 1, εν Βιέννη της Αούστριας 1794, σσ. 119-126).
Αξίζει να αναφέρουμε κλείνοντας το σημείωμα, ότι η σύζυγος του Πιλάτου, Πρόκλα, μετά τον φοβερό του θάνατο, μετανόησε, βαπτίστηκε χριστιανή, έζησε με πίστη και ευσέβεια και τελειώθηκε ειρηνικά.

*Ο Άρης Ραβανός είναι δημοσιογράφος και δικηγόρος