Μυθιστορηματικό αναγνωστήριο
(συλλογή κριτικών αναφορών, Σταύρος Ζουμπουλάκης, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2021)
Γράφει ο Αντώνης Ε. Χαριστός
Καταρχάς, οφείλουμε συγχαρητήρια και σε αυτή τη δημοσίευση των εκδόσεων Πόλις, διότι συντηρεί ακμαίο το ρεύμα κριτικών αναφορών, όπως το υποστήριξαν λαμπρές πένες των γραμμάτων, όπως οι Π. Χάρης, Α. Καραντώνης, Β. Βαρίκας, Α. Σαχίνης κ.α. στο παρελθόν. Αυτού του είδους οι συλλογές δοκιμίων λογοτεχνικών αναφορών διαμορφώνουν το αρχειακό υλικό της μνήμης, ως αναγκαίο συστατικό της πολιτιστικής ιστορίας, εγχώριας και διεθνούς. Επομένως, αξίζουν συγχαρητήρια στον εκδοτικό οίκο όπως και στον συγγραφέα του έργου καθότι μεταφέρει στις σελίδες του, όχι την κριτική ματιά του φιλολόγου, ούτε την επιφανειακή πρόσληψη του αναγνώστη (στην αφηρημένη του έννοια), αλλά την οπτική του αναγνώστη με ταυτότητα• είδος προς εξαφάνιση τις τελευταίες δεκαετίες. Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης (και) στο εν λόγω βιβλίο μας μεταφέρει στο χρόνο και το χώρο των μυθιστορηματικών δημοσιεύσεων. Από τον Άππελφελντ και τον Καμύ έως την Λισπέκτορ και τον Φ. Ροθ, σκιαγραφεί, εν είδει ανατομίας, την οικονομία του κοινωνικού αποκλεισμού, και δη με θρησκευτικό μανδύα.
Στην πλειοψηφία των μυθιστορημάτων τα οποία ενσωματώνει στο έργο, η θρησκευτική πίστη, το σώμα της Εκκλησίας, οι σχέσεις εξουσίας και η ιεράρχηση των αξιακών προβολών διαπερνούν με θόρυβο την πρόσληψη προσώπων και καταστάσεων. Ο λόγος του δεν είναι αναπαραγωγικός. Με άλλα λόγια, δεν επιδιώκει να περιγράψει την πλοκή καθεμιάς εκ των ιστοριών• αντίθετα, μέσα από τις περιγραφές τις οποίες υπογραμμίζει με τρόπο δεικτικό επιζητά να απαντήσει τόσο ο ίδιος όσο και οι αναγνώστες των αναφορών του για το περιεχόμενο των αιτιών, όπως προβάλλονται και αναπτύσσονται μεθοδικά στα έργα. Ο ρόλος του ατόμου στην ιστορία, η ψυχολογία της μάζας, οι κοινωνικές συμβάσεις, η έλλειψη κριτικής δύναμης, η αδυναμία αντίδρασης ενώπιον καταστάσεων τις οποίες ο ήρωας δεν αναμένει (πόσο μάλλον τα αποτελέσματα και οι προεκτάσεις αυτών), εμφιλοχωρούν με τρόπο άμεσο στο βιβλίο.
Ήδη, από τις πρώτες σελίδες διαπιστώνει ο αναγνώστης την παραπάνω απτή πραγματικότητα. Οτιδήποτε θυμίζει «άνθρωπο» εξισώνεται με τις στιγμές του χρόνου, από τις οποίες αναδύεται η σκληρότητα της ζωής σε όλες τις διαστάσεις της. Η τελευταία μεταπλάθεται σε καθρέφτη μίας ανεξάντλητης βούλησης για την ύπαρξη του δρώντος υποκειμένου, παρά τις εκμηδενιστικές αφορμές τις οποίες ο χρόνος επιφέρει στα θύματά του. «Για να αρχίζει και να ξαναρχίζει αενάως η ζωή» (σελ. 15) (Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, Τσέρνομπιλ) ο συγγραφέας επιτονίζει την ικανότητα του ανθρώπου να προσαρμόζεται σε συνθήκες και γεγονότα αποπνικτικής οριοθέτησης. Το σώμα, υποβασταζόμενο από τα συντρίμμια του εκάστοτε «παρόντος» χρόνου, μεταπλάθει την ατομικότητά του μέσα από τα μάτια του τρίτου προσώπου. Η πορεία αυτή αντανακλά τις θυσίες του γένους προς άγνωστη αυτοτελείωση• πορεία από την οποία κανείς ωριμάζει δίχως περγαμηνές αστικής επιβίωσης, αλλά με όλες τις προϋποθέσεις της ζωής ως πεδίο αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων. Στο έργο «Τσίλι» του Ααρών Άππελφελντ, η ηρωίδα μεταβαίνει από την ηλικία της αθωότητας σε αυτή της ενηλικίωσης δίχως να γνωρίσει παιδικά χρόνια, παρά μόνο τη βία της κυριαρχίας ανθρώπου από άνθρωπο. Πορεία, το τέρμα της οποίας αγγίζει τα όρια της αποστροφής προς την βιωμένη πραγματικότητα και την αδιαφορία προς το γίγνεσθαι των έτερων ιστοριών που της μεταφέρονται από χείλη τρίτων προσώπων. Σε αυτό το στάδιο εξέλιξης της συνείδησής της, η πρωταγωνίστρια παραμένει βυθισμένη στην άγνοια των καταστάσεων, αλλά, και ίσως γι’ αυτό το λόγο, ενσκήπτει σε μία υποβόσκουσα καλοσύνη και αγαθότητα τα οποία ανακαλύπτει στον εαυτό της.
Με τον ίδιο τρόπο αλλά στην αντίστροφη κατεύθυνση ο Χ. Μπελ αποδίδει την αποδέσμευση του πιστού από την εκκλησιαστική περιχαράκωση, όταν αυτή η σχέση υπονομευτεί από την στάση των επικεφαλής στο μαρτύριο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και από αυτό το σημείο θα στραφεί στην αποκάλυψη των υπόγειων ή φανερών διασυνδέσεων του παρελθόντος με το παρόν, αμφισβητώντας στον πυρήνα της την αξία της σταυρώσεως του Ιησού Χριστού. Φτάνει στο σημείο να σταθεί ενάντια στην συνείδησή του προκειμένου να υπονομεύσει την «αλήθεια» των πραγμάτων, τα οποία μέχρι πρότινος υιοθετούσε και να αντιμετωπίσει αυτή στην ισχύουσα θέση. Ο γάμος, η συζυγική αγάπη, η ερωτική ζωή και συνολικά η υποτίμηση της γυναίκας μέσα από πολιτικές τις οποίες πρόβαλε το σώμα της Καθολικής Εκκλησίας, τίθενται επί τάπητος. Αυτού του είδους η αμφισβήτηση των πρωτείων της εκκλησιαστικής εξουσίας δεν είναι μοναδική στον Χ. Μπελ. Αποκτά νέα διάσταση και οπτική αφετηρία στην «Πανούκλα» του Α. Καμύ. Αυτή τη φορά αναδύεται η δοκιμασία των ανθρώπων ενώπιον του αγνώστου, η υπονόμευση των θεμελίων της θρησκευτικής πίστης, ο κυοφορούμενος φόβος ενώπιον μίας κατάστασης πραγμάτων η οποία δεν επιδέχεται διακρίσεις. Αυτή η εξέλιξη εγκλωβίζει τον άνθρωπο στην εσωστρέφεια. Μηδενίζει την επιθυμία για ζωή.
Μειώνει τις αντοχές και τις αντιδράσεις του. Πορεία η οποία, επί της ουσίας, θα κορυφωθεί στον «Ξένο» και την αποξένωση του ατόμου από τον εαυτό του. Η κοινή καταγωγή του ανθρώπου μεγεθύνεται στην κατάργηση της ηθικής, ατομικής ή/και συλλογικής. Η αποξένωση οδηγείται στην αισθησιοκρατία της συμβατικής ζωής. Το σώμα και το πνεύμα ισορροπούν στο κενό. Υπάρχουν και κείμενα, ωστόσο, τα οποία περιλαμβάνονται στη συλλογή και τονίζουν την αντίθετη επιλογή, το διάβα του υποκειμένου προς γνώση εαυτόν. Γνώση η οποία επέρχεται με ρήξεις όπως στο έργο «Πατέρας και γιος» του Έντμουντ Γκος.
Γενικότερα, άτομα και συλλογικότητες ερμηνεύουν τις επιλογές τις οποίες μεταχειρίζονται ως επιστέγασμα μίας λυτρωτικής πράξης. Το αδιέξοδο των ηρώων ισοδυναμεί με ήττα. Ωστόσο, οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές αντιμετωπίζουν την ήττα ως αδυναμία να αγαπήσουν τη ζωή μέσα από την παρουσία του «άλλου» σε αυτή. Και μαζί με αυτή την αδυναμία, η υλική πραγματικότητα, σα Δαμόκλειος σπάθη, επικρέμεται πάνω τους. Αυτή η αδυναμία μετασχηματίζεται στη θηριωδία των Ναζί ή την απονέκρωση των αισθήσεων (και της αλήθειας αυτών) στα σοσιαλιστικά συστήματα της Ανατολικής Ευρώπης. Στην παθητικότητα και την απανθρωποίηση του είδους.
Και από αυτό το σημείο έως την καλλιέργεια της ενοχής στα πρόσωπα όσων επιβίωσαν η γεφύρωση του χάσματος επέρχεται με τρόπο ριζικά αληθοφανή. Η ελευθερία, η υπόσταση και ο λόγος έχουν απωλέσει οριστικά την ταυτότητά τους. Οι ήρωες των έργων, επομένως, αναζητούν την απάντηση στην αιτία των δεινών του ανθρώπινου είδους. Η δικαιοσύνη και η αγάπη ταυτίζονται σε πλείστες των περιπτώσεων και των επιλόγων αυτών, δίχως, ωστόσο, να απαντούν στα υπαρξιακά ερωτήματα. Για το λόγο αυτό επικρατεί μονάχα η σιωπή.
*πρώτη δημοσίευση tetragwno.gr, 12/11/2021