Ντίνος Σιώτης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Ο Ντίνος Σιώτης (δημοσιογράφος, ποιητής, συγγραφέας, εκδότης) γεννήθηκε στην Τήνο στις 19 Δεκεμβρίου 1944. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συγκριτική Λογοτεχνία στο SanFranciscoStateUniversity. Στην Αμερική και στον Καναδά, όπου έζησε από το 1971 έως το 1989 και από το 1997 έως το 2004, εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ως σύμβουλος Τύπου στην πρεσβεία της Ελλάδας στην Οτάβα και στα προξενεία της Ελλάδας στο Σαν Φρανσίσκο, στη Νέα Υόρκη και στη Βοστόνη. Έχει δώσει διαλέξεις και έχει οργανώσει και λάβει μέρος σε ημερίδες, συνέδρια και συμπόσια για την ελληνική λογοτεχνία και τον πολιτισμό σε τρεις ηπείρους. Από το 1971 έως σήμερα, στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στην Ευρώπη, έχει οργανώσει γύρω στις οκτακόσιες εκδηλώσεις για τα ελληνικά γράμματα και τον ελληνικό πολιτισμό εν γένει. Από το 1979 έως το 2009 συνεργαζόταν με το Βήμα της Κυριακής, με κριτικές και άρθρα για το βιβλίο και την επικοινωνία, και από το 2008 με την Καθημερινή της Κυριακής. Έχει εκδώσει στα ελληνικά και στα αγγλικά δεκατρία πολιτικά και λογοτεχνικά περιοδικά, τριάντα συλλογές ποίησης (τρεις στα αγγλικά και μία στα γαλλικά), ένα μυθιστόρημα, μία νουβέλα και μία συλλογή με αφηγήματα. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες. Από την άνοιξη του 2005 εκδίδει το περιοδικό (δε)κατα, από τον Μάρτιο του 2009 το περιοδικό Poetix και από τον Ιανουάριο του 2015 το περιοδικό Tranz.ito. Το 2007, η συλλογή του Αυτοβιογραφία ενός στόχου (Κέδρος, 2006) τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Είναι πρόεδρος του μη κερδοσκοπικού σωματείου «Κοινωνία των (δε)κάτων» και διευθυντής του Διεθνούς Λογοτεχνικού Φεστιβάλ Τήνου. Τον Μάρτιο του 2011, με τον ΑναστάσηΒιστωνίτη και τον Γιώργο Μπλάνα ξεκίνησαν τον «Κύκλο Ποιητών» στην Αθήνα και τον Σεπτέμβριο του 2012 εκλέχτηκε στη θέση του πρώτου προέδρου του Κύκλου. Το τελευταίο του ποιητικό βιβλίο, Σχεδόν αύριο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Ποια ήταν τα πρώτα σας διαβάσματα;
Πριν μάθω ανάγνωση, διάβαζα, ανάποδα κρατώντας την, την εφημερίδα Ελευθερία στο σπίτι ενός παπά όπου πηγαίναμε βεγγέρα με τη μητέρα μου, τέλη δεκαετίας του ’40 στην Τήνο. Μετά, στο δημοτικό, τα περιοδικά Μικρός Ήρως και Μάσκα. Αργότερα, Ιούλιο Βερν και Αλέξανδρο Δουμά. Στο σπίτι δεν υπήρχαν βιβλία. Όλα τα διαβάσματα ήταν στο πόδι, ήμουν παιδί. Αλλά κάτι έμενε μέσα μου, κάποιο ίχνος ψαχουλέματος και ανησυχίας που έλεγε πως το βιβλίο και η ανάγνωση είναι ένας ολόκληρος κόσμος, μια σκάλα που βγάζει κάπου βαθιά στην ανθρώπινη συνθήκη.
Και η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;
Πρέπει να ήταν ο Δροσίνης, ο Πορφύρας και ο Εφταλιώτης από το δημοτικό. Και μετά που σοβάρεψε η κατάσταση, Σολωμός και Κάλβος και Παλαμάς και Καβάφης και Σικελιανός. Και αργότερα που σοβάρεψε πολύ η κατάσταση, έσυρα τη σήτα της σύγχρονης ποίησης και ανακάλυψα τους εν ζωή Σεφέρη, Ρίτσο, Ελύτη, Εμπειρίκο, Βάρναλη, Εγγονόπουλο. Ο καθένας άφηνε κι από ένα σημάδι. Τίποτε δεν ήταν πρόδηλο, το προφανές ήταν σε άδεια. Έμπαιναν όλοι οι ποιητές σε ένα κάδρο, όμως δεν έβρισκα τοίχο να το κρεμάσω. Οπότε το φυλούσα μέσα μου και του έριχνα κλεφτές ματιές. Μέχρι που άρχισα να τους μιμούμαι και να γράφω στο στιλ του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Εμπειρίκου. Αυτά ενώ ήμουν φοιτητής στη Νομική Αθηνών, δεκαετία του ’60, εποχή που η επαφή με την ποίηση ήταν συνακόλουθο και όχι επακόλουθο της τριβής με την κοινωνία, με την πολιτική πραγματικότητα, με την ωρίμανση. Ψαξίματα να βρω κείμενα να ξεδιψάσω από την ανοξείδωτη βρύση της ποίησης. Γιατί αργότερα ανακάλυψα ότι η ποίηση έχει την ικανότητα να συσπειρώνει συναισθήματα, όπως η χαρά, η λύπη, ο θυμός, η θλίψη, η μελαγχολία, ο έρωτας, το μίσος, η απογοήτευση, η απώλεια, η εγκατάλειψη.
Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή;
Έγραφα καλές εκθέσεις στο γυμνάσιο και έπαιρνα καλούς βαθμούς. Ο καθηγητής με έβαζε να τις διαβάζω δυνατά στην τάξη και έλεγε στους συμμαθητές: «Έτσι θέλω να γράφετε, όπως ο Ντίνος». Ένα καλοκαίρι σε κατασκήνωση, ήμουν δεν ήμουν δεκατεσσάρων χρόνων, έγραψα τους εξής στίχους: «Φυσούν ανέμοι εδώ, πετούν αδιάκοπα εκεί οι γλάροι, αύριο θα ’ρθει η θεια μου να με πάρει». Γενικά έγραφα στίχους και στιχάκια, που δεν ήταν ούτε καν χειρολαβές για να στηριχτώ, απλώς άχυρα σε εμπύρετο αλώνι. Έπεφτε όμως η μαγιά που θα έφτιαχνε το ζυμάρι.
Και οι πρώτες δημοσιεύσεις;
Μαθητής γυμνασίου στην τοπική εφημερίδα της Τήνου, τον Φάρο της Τήνου. Ένα σύντομο κείμενο για τους Τρεις Ιεράρχες. Και στην εφημερίδα Κυκλαδικό Φως ένα ποίημα. Δημοσιεύσεις άλλων ποιημάτων μου δεν νομίζω ότι υπήρξαν πριν από την έκδοση της πρώτης μου συλλογής, Απόπειρα, εκδόσεις Ιωλκός, με ψυχεδελικό εξώφυλλο του Θανάση Νέτα. Μια συλλογή που θυμάμαι είχε συγκεντρώσει θετικά σχόλια από την Έλλη Αλεξίου, τον Μάρκο Αυγέρη, τον Μηνά Δημάκη, τον Άρη Δικταίο, τον Ντίνο Χριστιανόπουλο, τον Ηλία Σιμόπουλο, τον Κίμωνα Φράιερ και κάνα δυο ακόμη.
Τι σας ώθησε να εκδώσετε την ποιητική συλλογή με τον τίτλο Σχεδόν αύριο;
Υποθέτω ό,τι ωθεί όλους τους ποιητές. Η επικοινωνία. Η ανάγκη επικοινωνίας. Να βρεθώ ξανά στο ποτάμι της ποίησης, να δώσω παρουσία στον κόσμο των ποιητών, να ξεφορτώσω από πάνω μου κι από τον σκληρό δίσκο του υπολογιστή ποιήματα που τα θεωρούσα ώριμα προς δημοσίευση, να ξεαμπαλάρω φορτίο, να αδειάσω τις αποθήκες για να κάνω χώρο για νέα κιβώτια γεγονότων και στιγμών, να συμβούν νέες καταστάσεις ποίησης. Κάθε νέα συλλογή είναι κι ένα βήμα επιστροφής σε ρίζες.
Γράφετε: «ποια να επιλέξεις από τις τόσες φράσεις που/ περνάνε από μπροστά σου: γράφεις ποιήματα/ χωρίς κανένα λάθος αλλά νόημα δεν βγαίνει». Η ποίηση είναι μια μορφή έκφρασης του εσωτερικού συναισθηματικού κόσμου;
Η ποίηση είναι μια μορφή έκφρασης του εσωτερικού συναισθηματικού κόσμου, αλλά είναι και πολλά άλλα πράγματα ταυτόχρονα. Όπως η τακτοποίηση εσωτερικών λογαριασμών, ο μεγεθυντικός φακός που εστιάζεται σε αυταπάτες, αδιέξοδα και κοινωνικά προβλήματα, η οραματική εμβάθυνση στον εσωτερικό μας κόσμο. Για μένα το λεβητοστάσιο της ποίησης είναι η κοινωνία. Σ’ αυτήν απευθύνομαι και από αυτήν εκκινώ και εμπνέομαι. Κάνω την εκτίμηση πως οι κοινωνίες για να έχουν ένα βιώσιμο μέλλον πρέπει να διαβάζουν λίγη ποίηση στη χάση και στη φέξη. Όπως η προσευχή ή η γιόγκα.
Λέτε: «Έρχομαι στις Μικρές Κυκλάδες, σε κοιλάδες,/ σε πεδιάδες, κάνω βόλτα στο χάος άσκοπης/ ζωής, γλιτώνω το θάνατο σχεδόν εξ επαφής». Τι έχει αλλάξει στην καθημερινή ζωή σας η μόνιμη διαμονή στο νησί της Τήνου;
Πολλά αλλάζουν όταν φεύγεις από μια μεγαλούπολη και επιστρέφεις σε ένα μικρό νησί, όπου μεγάλωσες. Όταν ανταλλάσσεις τον θόρυβο με την ησυχία, το τρέξιμο και το άγχος με την ανάπαυλα και την ηρεμία, τους ρύπους με τον καθαρό ουρανό, τα κλάξον των αυτοκινήτων με τα κρωξίματα των γλάρων και των κοράκων, το αστικό τοπίο με τη θάλασσα και τα έργα της φύσης, τους πεζόδρομους και τις λωρίδες εκτάκτου ανάγκης με ξερολιθιές και πεζούλες και γαϊδουρόδρομους και μονοπάτια, γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Επιστρέφεις σε ρίζες. Ηρεμείς. Συντονίζεσαι με τους ρυθμούς της απλής ζωής. Και η καθημερινότητα αποκτά μια άλλη διάσταση, μια σκοπιμότητα που είναι σχεδόν εορταστική και σίγουρα γοητευτική.
Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες ποίηση;
Όχι ιδιαίτερα, όχι λιγότερο από άλλες εποχές. Ίσως λόγω του διαδικτύου κατά τι περισσότερο. Όμως η νέα τεχνολογία έφερε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ως συνέπεια υπάρχουν νέοι παίκτες, νέοι κανόνες, υπάρχει πληθώρα κακής ποίησης που αποβαίνει εις βάρος της καλής. Υπάρχει ένας κυκεώνας εκατομμυρίων ηλεκτρονικών σελίδων και περιοδικών για την ποίηση, όπου ναι μεν ανεβάζουν τους δείκτες αναγνωσιμότητας, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι συναντάμε ποιοτικότερη ποίηση ή περισσότερες καλές συλλογές. Απλώς όλα γίνονται χωρίς πολύ κόπο. Όλα γίνονται ευκολότερα και συμβαίνουν πολύ πιο γρήγορα, αλλά όχι λιγότερο πολύπλοκα: απλοποιούμε τη μετεξέλιξη της γλώσσας, χωρίς να εκλείπει η απειλή αλλοίωσής της.
Έχετε ασχοληθεί παλιότερα με την αρθρογραφία. Σήμερα γράφετε άρθρα ή δημοσιεύετε ποιήματα σε ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά;
Κατά καιρούς αρθρογραφώ σε δυο-τρεις εφημερίδες στην Αθήνα, κυρίως για θέματα βιβλίου, λογοτεχνίας, επικοινωνίας, διεθνούς πολιτικής. Κατά καιρούς μερικά περιοδικά, έντυπα ή ηλεκτρονικά, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, ζητούν να μου δημοσιεύσουν ποιήματα ή συνεντεύξεις. Ανταποκρίνομαι θετικά. Αλλά κάνω και μεταφράσεις ποιημάτων, διηγημάτων ή δοκιμίων για τις ανάγκες των περιοδικών (δε)κατα και Poetix.
Ποια ποιητική συλλογή έχετε δίπλα στο μαξιλάρι σας;
Δεν έχω μία, αλλά αρκετές. Έχω συλλογές του Ουίτμαν, του Βαγιέχο, του Πάουντ, του Παζ, του Μίλος, της Σιμπόρσκα, ποιητές που με χάραξαν και με προσανατόλισαν και τους οποίους δεν αφήνω, διότι εξακολουθούν να προκαλούν ποιητικές αναταράξεις που γαληνεύουν, εμπνέουν και προκαλούν αναστοχασμούς.