Οδεύοντας προς τη Θεσσαλία Ένας δρόμος στα χνάρια της Ιστορίας Μέρος Δ

Της Αναστασίας Καρρά

 

Στο εξώφυλλο «Αναπαράσταση Ρωμαϊκών λεγεώνων που οδεύουν στη μάχη». (Εικόνα διαδικτύου)

 

 

 

Γεφύρι του Κοράκου:Ένα θαύμα της πέτρας και,η μοίρα του στον Εμφύλιο

Μετά την καταστροφή της παλαιάς Κουτσοκαμάρας από τις ορμητικές πλημμύρες του Αχελώου, η ανάγκη για μια νέα, σταθερή και ασφαλή δίοδο στην περιοχή ήταν επιτακτική. Κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και συγκεκριμένα στα μέσα του 16ου αιώνα, την ανάγκη αυτή ήρθε να καλύψει ο φωτισμένος ιεράρχης και εθνεγέρτης Βησσαρίων Β’, μητροπολίτης Λαρίσης, γνωστός για το εκτενές κοινωνικό και πνευματικό του έργο.

Ο Βησσαρίων, συνειδητοποιώντας τη στρατηγική σημασία του περάσματος, ανέλαβε την πρωτοβουλία για την κατασκευή του νέου γεφυριού, περίπου ένα χιλιόμετρο νοτιότερα από την Κουτσοκαμάρα. Εκεί θεμελίωσε ένα από τα πιο επιβλητικά και τεχνικά εντυπωσιακά γεφύρια της Ελλάδας: το μονότοξο Γεφύρι του Κοράκη ή Κόρακα, την «περιώνυμην ταύτην γέφυραν», που ονομάστηκε έτσι «εκ του από του μέσου ταύτης κρεμάμενου σιδηρού κόρακος» (Λαμπρίδης, 1880). Η κατασκευή του νέου γεφυριού, όχι μόνο επανάφερε τη χαμένη σύνδεση ανάμεσα στις δυο όχθες του Άσπρου και την επανασύνδεση του δρόμου Άρτα – Θεσσαλία, αλλά δημιούργησε κι ένα έργο θαυμαστό σε αρχιτεκτονική, αισθητική και αντοχή στον χρόνο.Το γεφύρι χαρακτηριζόταν από τη μοναδική του καμάρα, με άνοιγμα που πλησίαζε τα 45 μέτρα — μέγεθος πρωτοφανές για την εποχή και την τεχνολογία της παραδοσιακής λιθοδομής. Το ύψος του ξεπερνούσε τα 25 μέτρα, αναδεικνύοντάς το όχι μόνο ως θαύμα μηχανικής, αλλά και ως το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι της Ελλάδας και από τα μεγαλύτερα στα Βαλκάνια. Η στιβαρότητα της κατασκευής και η λιτή αρχιτεκτονική του το καθιστούσαν έργο εξαιρετικής αισθητικής και χρηστικής αξίας, που εξυπηρέτησε για αιώνες ταξιδιώτες, εμπόρους και στρατιώτες.

Η πρώτη κατασκευαστική αποτίμηση του γεφυριού έγινε τον Άγγλο αντισυνταγματάρχη G. Baker, ο οποίος tο 1830, διορίστηκε επίτροπος στην Ελλάδα για να υπηρετήσει στην Διεθνή Επιτροπή Συνόρων, η οποία επρόκειτο να αποφασίσει για τα βόρεια σύνορα του νέου βασιλείου. Σεάρθροτουμετίτλο “MemoirontheNorthernFrontierofGreece” γράφειγιατιςδυο γέφυρες του Αχελώου στην περιοχή των συνόρων : «….Και οι δύο αυτές γέφυρες (της Τατάρνας και του Κοράκου) είναι αξιοσημείωτες για την τόλμη του σχεδιασμού τους και το άνοιγμα του τόξου τους• η γέφυρα του Κοράκου ειδικά (η οποία παραμένει στην Τουρκία ως γραμμή επικοινωνίας μεταξύ της Άρτας και του Ραδοβιτσίου, και των Τρικάλων και της Λάρισας), είναι ίσως ασυναγώνιστη όσον αφορά την τολμηρότητα και την ελαφρότητα της κατασκευής της.

 

 

 

 

Φωτογραφία της “Γέφυρας του Κοράκου από ανάντι” είναι από το αρχείο του κ. Σ. Μαντά

 

 

Το άνοιγμα του τόξου μετρά 132 πόδια• το συνολικό μήκος του καταστρώματος από βράχο σε βράχο είναι 181 πόδια• ενώ το πλάτος της, συμπεριλαμβανομένου ενός στενού και πολύ χαμηλού παραπέτου, δεν ξεπερνά τα 7 πόδια και 8 ίντσες, και το ύψος της από την κοίτη του ποταμού είναι 125 πόδια. Ο ίδιος ο δρόμος έχει πλάτος μετά βίας 6 πόδια• ούτε φαίνεται, από τις προσβάσεις στις δύο όχθες, να προοριζόταν ποτέ για τροχοφόρα μέσα. Οι βράχοι και στις δύο πλευρές υψώνονται κάθετα σε μεγάλο ύψος, και τίποτε δεν είναι πιο εντυπωσιακό από την εικόνα αυτής της στενής λωρίδας τοιχοποιίας, που συνδέει τις δύο απόκρημνες όχθες του Ασπροπόταμου, στο σημείο όπου αναδύεται, μέσα σε ένα ρομαντικό φαράγγι από τις άγριες χαράδρες των βουνών Τζουμέρκα και Αγραφιώτικα, και σε μια τοποθεσία όπου ο ταξιδιώτης είναι λιγότερο προετοιμασμένος να συναντήσει ένα τόσο όμορφο και μοναδικό επίτευγμα της μηχανικής τέχνης — που μοιάζει περισσότερο με ιπτάμενο αντέρεισμα κάποιου ελαφρού γοτθικού οικοδομήματος, παρά με ουσιαστικό και μόνιμο μέσο διέλευσης ανθρώπων και ζώων πάνω από τα αφρισμένα νερά του πρώτου ποταμού της Ελλάδας.Η κατασκευή της αποδίδεται στην πρωτοβουλία του ηγουμένου της μονής Duricon (Μονή Δουσίκου) στη Θεσσαλία και, λαμβάνοντας υπόψη την απόστασή της από το μοναστήρι, τιμά εξίσου τη γενναιοδωρία και το δημόσιο πνεύμα των καλόγηρων, όσο και την επιδεξιότητα του μηχανικού.Ωστόσο, γέφυρες αυτού του είδους δεν είναι σπάνιες στην περιοχή: στην κοιλάδα του ποταμού Πετρίλλου υπάρχει μία, της οποίας το τόξο —ακόμα ακέραιο— μετρά 86 πόδια, ενώ το πλάτος της μετά βίας φτάνει τα 8. Υπάρχουν άλλες δύο στις κοιλάδες των Πλατανιών και του Ραφτοπούλου με παρόμοιες διαστάσεις• όμως οι οδοί που οδηγούν σε όλες αυτές, εκτός της γέφυρας του Κοράκου, έχουν προ πολλού καταστραφεί και εγκαταλειφθεί, αν και τα τόξα παραμένουν ακέραια. Όλες φαίνεται να είναι αρχαίας κατασκευής…..» (Baker, 1837).

 

 

 

 

Γέφυρα Κοράκου-Φωτο Σπύρου Μελετζή το 1937- 1938, με την αγριότητα του τοπίου να σε καθηλώνει. (Από το αρχείο της κ. Ηλέκτρας Νάση)

 

 

 

Μια ακόμη φωτογραφία της Γέφυρα Κοράκου-Φωτο Σπύρου Μελετζή το 1937- 1938.(Από  προσωπική συλλογή)

Η γέφυρα του Κοράκου δεν υπήρξε βέβαια μόνο ένα απλό πέρασμα. Υπήρξε και σύμβολο: της αντίστασης κατά των Τούρκων, της αντοχής του λαού απέναντι σε θεομηνίες, και τελικά της τραγικότητας του εμφυλίου, που δεν δίστασε να καταστρέψει κι αυτή την αρχιτεκτονική μαρτυρία αιώνων, καθώς κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, το γεφύρι αποτέλεσε σημαντικό στρατιωτικό πέρασμα, γεγονός που το μετέτρεψε σε στόχο. Στις 28 Μαρτίου 1949 οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού περνώντας στην Αργιθέα, σε μια προσπάθεια να αποκόψουν τον Εθνικό Στρατό, ανατίναξαν το Γεφύρι του Κοράκου, αφήνοντας πίσω μόνο μερικά ερείπια από τα βάθρα του. Η καταστροφή της αποτέλεσε το τραγικό τέλος ενός έργου που στάθηκε όρθιο επί αιώνες, παρά τους σεισμούς, τις πλημμύρες και τις πολεμικές συγκρούσεις.Η πράξη αυτή προκάλεσε όχι μόνο λειτουργικό πλήγμα στις τοπικές κοινωνίες, αλλά και βαθύ πολιτισμικό τραύμα: ένα αρχιτεκτονικό στολίδι, συνδεδεμένο με την ιστορία, την πίστη και την ταυτότητα της περιοχής, χάθηκε ανεπιστρεπτί.

Σήμερα, διάφορες πρωτοβουλίες και φορείς, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για την ανακατασκευή του γεφυριού. Οι μελέτες υπάρχουν, η επιθυμία είναι έντονη, όμως οι δυσκολίες —τεχνικές, διοικητικές και οικονομικές— παραμένουν σημαντικές. Το γεφύρι του Κοράκου, ωστόσο, ζει στη μνήμη και την καρδιά των ανθρώπων της περιοχής, σύμβολο αντοχής, προσφοράς και της διαρκούς σύνδεσης ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον.Ο θρύλος με τον Άγιο Βησσαρίωνακαι τα χρυσά νομίσματα που πέταξε στην κοίτη του ποταμού όταν οι κτίστες αμφέβαλαν αν υπήρχαν τα χρήματα για την αμοιβή τους σε ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα και οι σεισμικές καταρρεύσεις δεν είναι μόνο μυθοπλασία• είναι απόδειξη της βαθιάς σύνδεσης του γεφυριού με τη μνήμη και τη φαντασία των τοπικών κοινωνιών. Είναι ένας λαϊκός τρόπος να μιλήσουμε για το κόστος, την πίστη, το ρίσκο και την προσφορά – αξίες απαραίτητες σε κάθε μεγάλο έργο.

 

 

 

Ανέκδοτη φωτογραφία από τα εγκαίνια του δρόμου Άρτα – Καρδίτσα στις 15 Ιουνίου 1952, με περαιτέρω πληροφορίες στην πίσω πλευρά (από προσωπική συλλογή)

 

Επίλογος

Ο δρόμος απ’ την Άρτα προς τη Θεσσαλία μέσω της γέφυρας Κοράκου δεν είναι απλώς μια πορεία στον γεωγραφικό χώρο, αλλά ένα ταξίδι στον χρόνο και την ιστορία της Ελλάδας. Από τα αρχαία μονοπάτια που διέσχιζαν στρατοκόποι, κτηνοτρόφοι, στρατοί, έμποροι και προσκυνητές, μέχρι τα μεσαιωνικά γεφύρια που ένωναν ανθρώπους και πολιτισμούς, κάθε στροφή αυτής της διαδρομής φέρει το αποτύπωμα όσων πέρασαν πριν από εμάς.
Στα βουνά, στους ποταμούς και στα γεφύρια αυτής της περιοχής αποτυπώνεται η ανθεκτικότητα και η επινοητικότητα του Ηπειρώτικου λαού, η διαρκής του προσπάθεια να υπερβεί τα εμπόδια και να δημιουργήσει δεσμούς. Κάθε πέτρα, κάθε γέφυρα και κάθε πέρασμα είναι μαρτυρία ενός πολιτισμού που, παρότι δοκιμάστηκε από πολέμους, φυσικές καταστροφές και διχασμούς, δεν έπαψε ποτέ να κινείται προς τα εμπρός.Αναζητώντας, λοιπόν, τα ίχνη του δρόμου που συνέδεε την Άρτα με την Θεσσαλία μέσα από το παρελθόν, δεν ανακαλύπτουμε μόνο την ιστορική του πορεία, αλλά και κάτι βαθύτερο: τη διαχρονική σχέση του ανθρώπου με τον τόπο του, την ανάγκη του για επικοινωνία, για ένωση και για συνέχεια. Και σε αυτή την ανάγκη, η Ιστορία δεν είναι απλώς γνώση — είναι πυξίδα.

Βιβλιογραφία

1. Αρχείο Ηπειρώτικον Γεφυριών, Σπύρος Μαντάς, http://arhiogefirionipirotikon.blogspot.com/
2. BAKER, – (Lieutenant-colonel). Memoir of the Northern Frontier of Greece, by lieutenant-colonel Baker, his majesty’s commissioner for the boundary, communicated to the Geographical Society, by J. Backhouse, esq., Λονδίνο, 1837.
3. “Τρ. Ε. Ευαγγελίδη, Ελλάς : Ήτοι ιστορική, γεωγραφική και τοπογραφική περιγραφή της Ελλάδος και οδηγός των ταξειδιωτών και περιηγητών / Υπό Ευαγγελίδου και Μαυρογένη (Κατά τον Μπέντεκερ), Αθήναι, 1901)
4. Περί των εν Ηπείρωαγαθοεργημάτων /Ιωάννου Λαμπρίδου ___. Εν Αθήναις :Τύποις Γεωργίου Κιούση, 1880.
5. Μαντάς, Σ., ΓΕΦΥΡΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΟΡΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ, Αθήνα, 2020
6. SCENES IN THE THIRTY DAYS WAR BETWEEN GREECE & TURKEY – 1897, BY HENRY W. NEVINSON, London, J. M. DENT & CO. 29 and 30 BEDFORD STREET, W.C., 1898 – ΜετάφρασηΑ. Καρρά)
7. Κουδούνας Χ., «Η βυζαντινή εκκλησία της Πόρτα Παναγίας και η SantaCaza της Μαρίας του Λορέτο- ο ρόλος της Βυζαντινής οικογένειας των Αγγέλων Δούκα Κομνηνών της Θεσσαλίας και της Ηπείρου στο “ Studisull’orientecristiano”, τεύχος 18/2014 σελ. 169-186)
8. Μπέκα, Κ., «Ο δρόμος των Αγγέλων, ΠΥΛΗ – ΑΡΤΑ – ΛΟΡΕΤΟ». Πτυχιακή εργασία, Παν. Θεσσαλίας, 2017.
9. Βλάχοι και Κουτσόβλαχοι : ήτοι πραγματεία περί της καταγωγής και της προελεύσεως αυτών μετά δύο γεωγραφικών πινάκων ___ / υπό Μιχαήλ Χρυσοχόου. Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Σπ. Κουσουλίνου, 1909.
10. «Θεσσαλία» – Εφημερίδα Παλιγγενεσία, αρ. φύλ. 5154, 09.09.1881: 1-2
11. ‘’Αρχαιολογικές επεμβάσεις και έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Αθαμανίας και του βυζαντινού Τζεμέρνικου’’, Υπεύθυνοι Μελέτης: Αγγέλη Ανθή – Ζήδρου Κωνσταντίνα – Επιστημονικός Σύμβουλος: Τζουβάρα – Σούλη Χρυσηίς, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Τζουμέρκων, Άγναντα 2011.
12. Δάκαρης, Σ., Η εθνικότης των αρχαίων Ηπειρωτών, Ιωάννινα, 1954.
13. Ευαγγελίδης, Δ. Ε., : «Οι αρχαίοι κάτοικοι τής ’Ηπείρου», μελέτη, Αθήνα 1947,
14. Πάλλης, Α., : «Μελέται επί τής άρχαίαςχωρογραφίας και ιστορίας τής ’Ηπείρου», Πανδώρα. Τομ. 9, 1858
15. Μακρυγιάννης, Χ., Η ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΑΘΑΜΑΝΩΝ, Αθήνα, 2021

Copyright
© Αναστασία Καρρά

Η εργασία είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση επί χρημάτων και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή σε άλλη διασκευή, σύμφωνα με τον Ν.2387/1920 (όπως έχει τροποποιηθεί με τον Ν. 2121/1993 και ισχύει σήμερα) και κατά τη διεθνή σύμβαση της Βέρνης (η οποία έχει κυρωθεί με τον Ν. 100/1975), χωρίς τη γραπτή άδεια του συγγραφέα.

ΑΡΤΑ 28.06.2025