Οδοιπορία στο Ταίναρο

της Παναγιώτας Π. Λάμπρη,
πεζογράφου – ποιήτριας

Όταν φτάνεις για πρώτη φορά στη Μάνη, όπως και σε κάθε τόπο άλλωστε, η σκέψη είναι ήδη φορτισμένη από ιστορικές μνήμες, σκέψεις και συναισθήματα, ενώ το μάτι, πάντα λαίμαργο, είναι έτοιμο να ρουφήξει καινούργιες εικόνες και να ενεργοποιήσει ποικιλότροπα τον νου. Αν όμως έχεις ήδη ταξιδέψει εκεί, επιθυμείς να γνωρίσεις γωνιές που δεν είχες δεικαι αναζητάς συγκινήσεις που δεν είχες βιώσει κατά το παρελθόν.

Όσον αφορά στη Μάνη, το τοπίο της, άνυδρο και με αγριάδα που σε κάνει να την αγαπήσεις, διαθέτει σημεία όπου θάλλουν πορτοκαλιές και άλλα οπωροφόρα, με κυρίαρχες τις ελιές, οι οποίες φύονται, μεγαλώνουν και καρπίζουν μες στο πετρώδες έδαφός της, κινώντας τον θαυμασμό με τηδιδακτική αυτάρκειά τους, ενώαποφέρουνκαρπούς και λάδι που τέρπουν τον ουρανίσκο.Επίσης,τα ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής κτίσματά της, οι πύργοι – πολεμίστρες και τα πυργόσπιτά της, διατηρημένα ή εγκαταλειμμένα στη φθορά του χρόνου, κατακτούν το βλέμμα και την ψυχή και ποιητή σε κάνουν.

Η ομορφιά της Μάνης, πέραν των ανθρώπων της, συμπληρώνεται από τη σταθερή γοητείατου Ταϋγέτου κι από τα πανέμορφα εναλλασσόμενα θαλασσινά τοπία, τα οποία διαθέτουν υπέροχες αγκάλες ή πιο ευρείεςακτές, ενώ αλλού οι απότομοι βράχοι, απολήξεις του αναφερθέντος βουνού, βυθίζονται αισθαντικά στο γαλάζιο, γητεύοντας τον επισκέπτη με τα μοναδικού κάλλους τοπία που δημιουργούν.

Μια τέτοια απόληξη είναι και το ακρωτήριο Ταίναρο, το Ποσείδιον ή Μεταπέα Άκρα των αρχαίων Ελλήνων και ακρότατο σημείο της στεριανής Ελλάδας και της Βαλκανικής χερσονήσου, στο οποίο οδοιπορώντας φτάσαμε.

Λίγο πριν το δείλι κινήσαμε με τον συνοδοιπόρο μου, κατά τις έξι, διότι η ζέστη πολλή και το τοπίο στεγνό, με ταπεινούς θάμνους και χωρίς κανένα δέντρο για παρηγοριά των πεζοπόρων! Αφήσαμε πίσω μας το κατάστημα, όπου είχαμε απολαύσει τον καφέ μας συνοδευμένο με γευστική πορτοκαλόπιτα, και με κατάλληλο εξοπλισμό-ορειβατικά υποδήματα και ραβδί από καλάμι μπαμπού για στήριγμα- μπήκαμε στο μονοπάτι.

Αριστερά μας αφήσαμε τον ναό των Ασωμάτωνκαι βαδίζαμε προσεκτικά, καθώς το έδαφος ήταν κακοτράχαλο και, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, η υφή του, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ήταν ίδια ως το ακρωτήριο. Εκατέρωθεν του μονοπατιού και όσο έβλεπε κάθε στιγμή το περιφερόμενο βλέμμα μας οι εικόνες εναλλάσσονταν, προσφέροντας αφορμή για αναγκαίες σύντομες στάσεις, προκειμένου να φυλακίσουμε με τη φωτογραφική μηχανή μας στιγμές.

Λίγο μετά τον πρώτο θαλασσινό κόρφο, όπου τα κύματα έχουν γλύψει ιδιότυπα τις ακτές, στις δημιουργημένες λακκούβες άσπριζε το αλάτι, ενώ λίγο πιο κει μέσα σ’ έναν περίβολο από ξερολιθιά, πρόβαλαν ελληνιστικάερείπια, όπου ξεχωρίζει το «ΑστέριτηςΆριας», υπέροχο μωσαϊκό, καθώς και άλλα σωζόμενα τμήματα μωσαϊκών με γεωμετρικά σχήματα.

Η πέριξ του μονοπατιού βλάστηση, ξερή η περισσότερη στα μέσα Ιουνίου, έδειχνε πως την άνοιξη θρασομανούσε εκεί πλήθος διαφορετικών λουλουδιών, το οποίο θα αποζημίωνε και με το παραπάνω τους περιπατητές αυτής της εποχής. Όμως και το καλοκαίρι δεν τους στερεί από τέτοιου είδους φυσικές ομορφιές, αφού τα ανθισμένα θυμάρια, εκτός από το άρωμα που εκπέμπουν, δημιουργούν κατά τόπους μοναδικό λιλά κάλλος. Φυσικά, και πολλή από την ξεραμένη ήδη χλωρίδα, η οποία διανθίζεται σε διάφορα σημεία από ανθοφορούσες κάπαρες, γοητεύει με τις αποχρώσεις της εκπέμποντας τα δικά της ξεχωριστά αρώματα.

Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της πεζοπορίας ως τον φάρο, κάποια ευεργετικά συννεφάκια μάς προστάτευσαν από τον απογευματινό ήλιο, ενώ η ζέστη, παρά το αεράκι, ήταν αισθητή.Δρέπαμε εικόνες, αναπνέαμε πελαγίσιο αέρα και αδημονούσαμε πότε θ’ αντικρίσουμε τον φάρο και την άκρη του Ταινάρου. Ως τότε δεν χορταίναμε την ομορφιά που γύρω απλωνόταν, την οποία μοιραζόμασταν μ’ έναν τρόπο μ’ άλλους περιπατητές. Ώσπου…

Ώσπου φάνηκε η κορυφή του φάρου, η οποία μας καλωσόριζε μηνώντας μας πως εντός ολίγου θα βρισκόμασταν εκεί.Προχωρούσαμε με χαρά στη ράχη πια της απόληξης του ακρωτηρίου, ακούγοντας τον παφλασμό των μικρών κυμάτωνπου έσκαγαν στα βράχια και παρατηρώντας δυτικά τον ήλιο που έγερνε δημιουργώντας πλήθος χρωμάτων και ιριδισμών στον Μεσσηνιακό κόλπο.Ό,τι και να γραφεί είναι λίγο, για να περιγράψει το συγκεκριμένο βίωμα. Η ψυχή μαςφτερούγιζε! Νιώθαμε βαθιά μέσα μας πως πραγματοποιούσαμε ένα αλλιώτικο, μοναδικό προσκύνημα.

Καθώς πλησιάζαμε και βλέπαμε καθαρά τον φάρο και τη σημαία ν’ ανεμίζει στην απογευματινή αύρα και να λάμπει στο φως, «αχ, πατρίδα μου!» ψιθύρισα κι η καρδιά μου πήγε να σπάσει.«Πώς ν’ αντέξει τόση ευφρόσυνη ομορφιά η ψυχή!», αναφώνησα, κι ενώ ετοιμαζόμασταν ν’ απαθανατίσουμε την άφιξή μας με θέα τον φάρο και τη γαλάζια πίσω μας απεραντοσύνη, μια κυρία προθυμοποιήθηκε να μας βγάλει αναμνηστική φωτογραφία, όπως και έγινε.

Ο φάρος, επιβλητικός, κατασκευάστηκε το 1882 από Γάλλους τεχνικούς και λειτούργησε για πρώτη φορά το 1887 με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο. Έκτοτε, με μια παύση κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και αρκετές επισκευαστικές παρεμβάσεις, λειτουργεί συνεχώς και στις μέρες μας φυλάσσεται από προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού.Εμείς, ταξιδευτές του τόπου, τον περιεργαστήκαμε εξωτερικά, αφού η πρόσβαση στο εσωτερικό του επιτρέπεται μόνο την ημέρα που γιορτάζουν οι φάροι, και κατευθυνθήκαμε στην άκρη του περιβόλου του, για ν’ απολαύσουμε την απόληξη του ακρωτηρίου, της οποίας οι λευκοί βράχοι δημιουργούσαν εκλεκτικό χρωματικό συνδυασμό με το πέριξ γαλάζιο.

Έμεινα για κάμποσα λεπτά της ώρας εκεί, συγκινημένη, ευτυχισμένη θα έλεγα, που αξιώθηκα να φτάσω σ’αυτόν τον προορισμό, ενώ παρατηρούσα εκστατική την απλοχωριά των οριζόντων, ανατολικά, νότια και δυτικά, καθώς και τους ιριδισμούς του πελάγους, τα πλοία που έπλεαν στο κορμί του μεταφέροντας ανθρώπους και εμπορεύματα, τον ήλιο που ακούραστος οδηγούσε το άρμα του προς τη δύση, τα πουλιά που πετάριζαν με δεξιοτεχνία πάνω από τα νερά και μαγευόμουν από τη μουσική που έπεμπε ο απογευματινός φλοίσβος και τις Σειρήνες μού θύμισε!

Η επιστροφή φάνηκε πιο σύντομη, αν και η διάρκειά της ήταν ίδια. Είναι η αίσθηση του οικείου που έχει πάρει τη θέση του πρωτόγνωρου, η οποία δημιουργεί αυτή την εντύπωση, με τις εικόνες βέβαια να έχουν διαφορετική προοπτική αλλά και αλλιώτικα χρώματα, καθώς ο ήλιος είχε γείρει προς τη δύση και στα περισσότερα σημεία της διαδρομής δεν μας συνόδευε πλέον.

Την πληρότητα τούτης της αμφίδρομης πορείας την ολοκλήρωσε η επίσκεψή μας στον ιδιότυπο ναό των Ασωμάτων, τον οποίο είχαμε προσπεράσει κατά τον πηγαιμό. Από απόσταση μοιάζει σχεδόν με ερείπια, τα οποία όσο πλησιάζεις λαβαίνουν σχήμα και μορφή. Λιθάρια χτισμένα χωρίς συνδετικό αρμό τον συνθέτουν, ενώ κάποια σημεία του δηλώνουν πως παλιότερο οίκημα υπήρχε εκεί. Ειδικά από την ανατολική πλευρά, στηνπρωτόγοναδομημένηξερολιθιά, ίσα που διακρίνεται η κόγχη του ιερού. Διαδικτυακές πληροφορίες αναφέρουν πως χτίστηκε από τα αρχιτεκτονικά μέλη του παρακείμενου ναού του Ποσειδώνα, ο οποίος λατρεύτηκε σ’ αυτόν τον τόπομε τα προσωνύμια, ο επί Ταινάρω, Ταινάριος, Γαιηόχος, Ασφάλειος και Πόντιος και με τον Απόλλωνα, όπως αναφέρει η παράδοση, να του χαρίζει τον συγκεκριμένο τόπο κι εκείνος να παίρνει ως αντάλλαγμα τους Δελφούς.Μάλιστα, σύμφωνα με τον Ομηρικό Ύμνο στον Απόλλωνα (410-413), πρωτύτερα, στο ίδιο σημείο λατρευόταν ο θεός Ήλιος, που χαροποιεί τις ψυχές των ανθρώπων και τα δασύτριχα πρόβατά του έβοσκαν εκεί ελεύθερα. Και είναι εκπληκτικό που κάποιοι από τους επισκέπτες – προσκυνητές, αφήνουν ποικίλα ταπεινά αφιερώματα – τάματα, άγνωστο βέβαια το ποιο ιερό πρόσωπο είναι ο αποδέκτης τους, ο Ήλιος, ο Ποσειδώνας ή οι Άγιοι Ασώματοι!

Σε μικρή απόσταση βρίσκεται λαξευμένο σε βράχο το Ψυχοπομπείο, απ’ όπου οι ψυχές οδηγούντο στον Άδη, του οποίου οι πύλες βρισκόντουσαν σε παρακείμενη ομώνυμη θαλάσσια σπηλιά.Ναι, ναι, υπήρχαν κι εδώ τέτοιες πύλες, όπως και στον Αχέροντα! Και παρότι όλα αυτά μοιάζουν ανενεργά, η ψυχή των τόπων τα κρατεί, όχι μόνο ως σήματα μνήμης, αλλά και ως μια συμπαντική συνύπαρξη διαφορετικών προσεγγίσεων του θείου, της ζωής και του θανάτου.

Άλλωστε, είτε μέσω της αλμυρής θαλάσσης, που εισχωρεί σε κείνη τη σπηλιά του Ταινάρου,είτε μέσω του γλυκού νερού του Αχέροντα κινήσεις για τον άλλο κόσμο, το υγρό στοιχείο είναι κείνο, το οποίοεν προκειμένω καθορίζει αυτή τη μετάβαση. Αλλά όσο θωρούμε το φως του ήλιου, ας χαιρόμαστε, διότι όπως έγραψε κι ο ποιητής, «γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα»! Ας ζήσουμε, λοιπόν, δικαιώνοντας κατά το δυνατόν την παρουσία μας στα επίγεια!

Tainaron Lighthouse on the tip of Cape Tenaro (or Tainaron). This is the southernmost point of mainland Greece and continental Europe and is situated at the tip of the Deep Mani in the Peloponnese