Οι πυρκαγιές κι εμείς
της Παναγιώτας Π. Λάμπρη
http://users.sch.gr/panlampri/
Ο Όμηρος, στην Ιλιάδα (Λ 155-162), χωρίς να αναφέρεται σε συγκεκριμένη πυρκαγιά, ως φαινόμενο την περιγράφει εκπληκτικά, που σημαίνει πως έχει σχετική εμπειρία, και να, πώς: «Και ως όταν φλόγα φθαρτική ξεσπάσ᾽ εις μέγα δάσος, / γύρω την στρέφ᾽ ο άνεμος και πανταχού την φέρνει / και απ᾽ την ορμήν της σύρριζα πέφτουν τα δένδρα κάτω, / τόσες επέφταν κεφαλές εις την φυγήν των Τρώων / από του Ατρείδη την ορμήν, κι ίπποι πολλοί κροτούσαν / άδεια τ᾽ αμάξια σέρνοντας στους δρόμους του πολέμου. / Και οι ποθητοί τους οδηγοί εκείτοντο στο χώμα / τα όρνεα να τους χαρούν και όχ᾽ οι ομόκλινές των.» (μτφρ. Ι. Πολυλά, ΟΕΔΒ, 2001)
Η ανωτέρω παρομοίωση, η οποία εξομοιώνει παραστατικά το «ἀΐδηλον πῦρ» (Λ 155), δηλαδή τη φωτιά που καταστρέφει και αφανίζει τα πάντα, με πολεμικές σκηνές, περιγράφει, θα μπορούσαμε να πούμε, και πυρκαγιές, τις οποίες ζούμε άμεσα ή έμμεσα, καθώς εκδηλώνονται με συχνότητα κάθε καλοκαίρι και η εποχή μας έχει τη δυνατότητα να τις προβάλει στις οθόνες μας την ώρα που αυτές βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη δημιουργώντας πικρές σκέψεις και αλγεινά συναισθήματα.
Φυσικά, όσο κι αν έχουμε ανεπτυγμένη οικολογική συνείδηση και γνοιαζόμαστε για όλα τα γεννήματα της φύσης, όπου γης, μας πονούν ως τα βάθη του είναι μας οι πυρκαγιές που αφανίζουν δάση της πατρίδας μας, καθώς ό,τι ζεις άμεσα σε συγκλονίζει για πολλούς λόγους. Όταν, μάλιστα, υπάρχουν και ανθρώπινες απώλειες, τότε τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα, αφού το μέγεθος του πόνου και η διάρκεια του πένθους πολλαπλασιάζονται.
Με το γεγονός της πυρκαγιάς να δημιουργεί πολλά δυσάρεστα στο παρόν και στο μέλλον, χρήζει επισήμανσης ο τρόπος, με τον οποίο κάποιοι αντιμετωπίζουν το γεγονός αυτό καθαυτό. Πόσο μάλλον, που βρίσκουν μες στη συμφορά το κουράγιο να κατακεραυνώνουν μέσω του πληκτρολογίου τούς πυροσβέστες και όσους άλλους μετέχουν στις κατασβέσεις, κατηγορούν το κράτος συλλήβδην, υπονομεύουν το 112, αποφαινόμενοι πως το σχέδιο των εκκενώσεων είναι καταστροφικό -θα προτιμούσαν εκατόμβες νεκρών, άραγε;-, στάζουν γενικώς φαρμάκι από την ασφάλεια της απόστασης, ενώ στον χορό αυτής της ατμόσφαιρας μετέχουν και πολιτικά πρόσωπα, σημειώνοντας εμφατικά πως μία από τις αιτίες των πυρκαγιών είναι το ότι στα καμένα δάση θα στηθούν ανεμογεννήτριες, αποκρύπτοντας πως κάθε καμένη έκταση, εκ του νόμου, κηρύσσεται αναδασωτέα και απαγορεύεται όχι μόνο η τοποθέτηση ανεμογεννητριών, αλλά και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες, και πάει λέγοντας.
Φυσικά, αυτή η συμπεριφορά δεν είναι των ημερών μας, απλά τώρα η εύκολη πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημιούργησε «ειδικούς» επί πολλών θεμάτων, επομένως και των πυρκαγιών, ενώ σ’ άλλους έδωσε την ευκολία να εκφράζονται κρυπτόμενοι. Θυμάμαι, για παράδειγμα, στις μεγάλες πυρκαγιές τον Αύγουστο του 1981, κάποιον συμπολίτη να λέει, σχεδόν με χαρά, «καίνε τον Ράλλη!», υπονοώντας πως αυτές θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα! Προφανώς, αυτό δεν το έκριναν εκείνες οι πυρκαγιές και δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε τώρα.
Εν προκειμένω, όλοι όσοι ανέξοδα μιλούν, μοιάζουν να ζουν όχι μόνο σ’ άλλη χώρα, αλλά και σ’ άλλον πλανήτη, διότι φαίνεται πως δεν είδαν ποτέ στις οθόνες τους να κατακαίγονται τεράστιες δασικές εκτάσεις στον Καναδά, στις ΗΠΑ, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στη Σικελία, στην Τουρκία, στη Ρωσία, στην Αυστραλία,…, και να μην μπορεί κανείς να τις σβήσει ή αγνοούν, έστω και μερικές από τις αιτίες που προκαλούν τις πυρκαγιές, πόσο μάλλον, που στις βασικές προβάλλεται ως κύριος υπεύθυνος ο άνθρωπος!
Ό,τι και να πούμε, πάντως, στο ίδιο σημείο καταλήγουμε. Πως ως πολίτες φέρουμε τις ευθύνες μας. Είναι, βέβαια, βολικό να βρίζουμε το κράτος γενικώς, λες, κι εμείς δεν είμαστε μέρος του, να θεωρούμε υπεύθυνους τους Πυροσβέστες που δεν έτρεξαν να σβήσουν όλες τις φωτιές μέσα στα πρώτα πέντε λεπτά από την εκδήλωσή τους – είναι γνωστό πως άπειρες τις σβήνουν εν τη γενέσει τους-, την Πολιτική Προστασία, τον Πρωθυπουργό ή όποιον άλλο, αλλά για μας κουβέντα! Διότι εμείς ως πολίτες, επιμένω ως πολίτες, δεν ανάβουμε φωτιές σε υπαίθριους χώρους τους μήνες που απαγορεύεται, άσε τους εμπρηστές(!), δεν πετάμε αναμμένα τσιγάρα όπου να ’ναι, δεν αφήνουμε τα δέντρα ν’ αγκαλιάζουν τις βεράντες μας, καθαρίζουμε τους κήπους μας και ειδοποιούμε για τη μεταφορά των κλαδεμάτων, ώστε να μην αποτελέσουν καύσιμη ύλη σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν έχουμε καταθέσει «κόπους μιας ζωής», για να χτίσουμε αυθαίρετο μέσα σε δάσος -εντάξει, όχι όλοι(!)- και, γενικά, σεβόμαστε το φυσικό περιβάλλον και με το παραπάνω.
Και αξιοπαρατήρητο είναι πως περιοχές, οι οποίες έχουν υποστεί τις συνέπειες φονικών πυρκαγιών, εξακολουθούν να ζουν στην αμεριμνησία τους! Εκτός από την Αττική, μπορεί να δει κανείς πόσες έχουν ξεσπάσει στην Εύβοια, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2021, ή στην Ηλεία, μετά την καταστροφική πυρκαγιά το 2007, και να φρίξει. Και, φυσικά, για αρκετές απ’ αυτές δεν φταίνε όσοι επιβουλεύονται τις ομορφιές μας, αλλά ο κακός εαυτός μερικών, οι οποίοι αδιαφορούν αν μια ενέργειά τους βάλει σε κίνδυνο τη ζωή ή την περιουσία συμπολιτών τους, ακόμα και την πολιτιστική μας κληρονομιά!
Τέλος, ψάχνοντας τα λόγια που θ’ αποτελούσαν τον επίλογο του παρόντος κειμένου, ένιωσα πως πολλά θα ταίριαζαν, αλλά προτίμησα να το κλείσω με το ποίημά μου, «Ελάτε», από τη συλλογή «Ψηφίδες» (2022, σ. 61), γιατί θαρρώ πως έχει μακρύνει από τη συνείδηση πολλών σύγχρονων ανθρώπων ό,τι συνιστά την ιερότητα της φύσης, σημαντική παράμετρο για τον οφειλόμενο σ’ αυτή σεβασμό και κατ’ επέκταση για την ύπαρξή της:
Άρτεμι, τοξεύτρα των δρυμών άριστη,
Πάνα, των Μουσών εραστή επίδοξε,
Μούσες, των δασών υπέροχες γητεύτρες,
σε ποιους τόπους πλέον πορεύεστε
και οι δρυμώνες της πατρίδας οι πανέμορφοι
έρημοι από θεούς κι από προστάτες έχουν μείνει;
Ελάτε πάλι εκεί, πίσω σας θέλουμε!
Τι, αν εσείς σ’ αυτά τα μέρη γυροφέρνετε,
αν πάλι τόσα δασιά δάση γίνουν κατοικιά σας,
οι άνθρωποι δεν θα τα καταστρέφουν πια,
γιατί θα ξέρουν πως θεοί τα κατοικούνε.
Εκτός και πια θεούς δεν έχουνε
και κάνανε θεό τον ναρκισσιστικό τους εαυτό,
καθετί ανόσιο και το χρήμα.