«Ο ευνοούμενος» Β.Κούτας Εκδόσεις Κέδρος 2024 σελ. 235

Γράφει : Ο Κώστας Α. Τραχανάς

Δεκαετία του ΄50 ,σε ένα μικρό χωριό του Αμβρακικού Κόλπου Άρτας.
Ο Περικλής ήταν ένα μικρό παιδί που το είχε παρατήσει η μάνα του και ζούσε με την γκαβή
γιαγιά του και τον κουτσό πατέρα του. Ο μικρός μεγάλωνε με έναν πατέρα χαμένο στον
κόσμο του ποτού και μια γριά που τον μισούσε γιατί στα γαλανά του μάτια έβλεπε τα
ξεπλυμένα μάτια της νύφης της ,της Ευανθίας, την πουτάνα που παράτησε το παιδί της και
τον άνδρα της και τους ρεζίλεψε στο χωριό. Γράμματα ο Περικλής δεν έμαθε, ούτε καμία
τέχνη.

Στη σκέψη του Περικλή στοίχειωναν όλα τα πρόσωπα που βρίσκονται ήδη στη νεαρή ζωή
του ή πέρασαν από αυτή. Ο κουτσός πατέρας του Αγησίλαος , η γκαβή γιαγιά του , τα
αφεψήματα της γριάς Μάγισσας Μαριγούλας , η πανέμορφη πουτανίτσα η Παντελίνα με το
λεπτό της το κορμί και τα πράσινα μάτια, που τον μύησε στα μυστικά του έρωτα , η
τρυφερή γιατρός Σωτηρία που του είχε δώσει νόημα στη ζωή του, με την ιδιόμορφη
ερωτική σχέση που είχαν, η γειτόνισσα η Αλίκη που ήταν απόμακρη και ακατάδεχτη, ο
άθλιος αγροφύλακας που κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του , οι
μικροί του φίλοι ο Τίμος και ο Ανέστης .

Όσο θυμάται τη ζωή του ο Περικλής ήταν τα νυχτερινά παραγάδια που έριχνε με τον
πατέρα του τον Αγησίλαο και πιάνανε παράνομα ψάρια-κεφάλους στα ιβάρια του
Αμβρακικού.

Μια ζωή παράνομος με τον πατέρα του να ψαρεύει και με τους δυο φίλους του να κάνουν
μικροαπατεωνιές , να σκοτώνουν κανένα πουλί και να κλέβουν καμιά κότα και φρούτα από
τα κτήματα και τον αγροφύλακα να τους κυνηγάει.

Ο Περικλής ήθελε να φύγει από αυτόν τον καταραμένο τόπο και τα αδιέξοδά του. Τίποτα
δεν μπορούσε να του δώσει χαρά. Δεν υπήρχαν διέξοδοι και τα όνειρά του ήταν
φυλακισμένα στα ασφυκτικά όρια του χωριού , κινούμενος μεταξύ θάλασσας και
χωραφιών.

Ποιος θα μπορούσε να του δώσει μια άλλη ζωή και να φύγει από αυτόν τον τόπο ;
Εκείνος που τον έβγαλε από την μιζέρια , την φτώχια και την άγνοια ήταν ο Αχιλλέας. Ο
Περικλής είχε τραβήξει την προσοχή του Αχιλλέα.

Ο Αχιλλέας μόνο άγιος δεν ήταν και η παρανομία κυλούσε στο αίμα του. Το σχέδιό του ήταν
να κερδίσει πολλά λεφτά χωρίς κόπο και με μικρό ρίσκο. Η θητεία του και η εμπειρία του
στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ήταν τα όπλα του. Οι σχέσεις του με υψηλά ιστάμενους και με
ανθρώπους σε καίριες θέσεις ήταν και παρέμεναν ιδιαίτερα δυνατές. Στα σχέδια του θέλει
να έχει μαζί του και τον δεκαπεντάχρονο Περικλή ,το ζαβό της Ευανθίας και του μέθυσου
πατέρα, του Αγησίλαου.

Ο Αχιλλέας ήθελε τον μικρό Περικλή για δύσκολα και απαγορευμένα πράγματα . Να είναι
έμπιστος και εχέμυθος. Να μην φοβάται να είναι σκληρός και να είναι γρήγορος και
ψύχραιμος. Τον ήθελε να κλέβουν τις νύχτες από παλιές εκκλησίες και μοναστήρια
εκατοντάδες εικόνες, δισκοπότηρα και αρχαία εκκλησιαστικά βιβλία .Το σχέδιο πέτυχε.

Ο Αχιλλέας ο ωραίος, ευγενικός και νέος άντρας ήταν ένας ληστής βυζαντινών εικόνων.
Μέσα σε δύο χρόνια ο Αχιλλέας έβγαλε πολλά λεφτά με την αρχαιοκαπηλία των εικόνων.
Τα χρήματα αυτά θα τα ξέπλυνε με νέους είδους δραστηριότητες.
Και τώρα ήρθε η ώρα ο Αχιλλέας να πάρει τον δεκαοχτάχρονο Περικλή στην Αθήνα και να
του αλλάξει τη ζωή .Τον έντυσε με ωραία και σύγχρονα ρούχα , του αγόρασε ακριβό ρολόι
και αυτοκίνητο. Τον έστειλε να κάνει μαθήματα οδήγησης, πυγμαχίας και σκοποβολής ,
ώστε να γίνει ένας ατρόμητος και ετοιμοπόλεμος άντρας , επειδή τον προόριζε για ηγετική
θέση στις νέες του επιχειρηματικές δραστηριότητες που ετοίμαζε. Ο Αχιλλέας έγινε μέτοχος
σε δύο χαρτοπαικτικές λέσχες και δύο νυχτερινά κέντρα με χορεύτριες που τις έφερναν από
χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Την αρχηγία των ομάδων φύλαξης των χαρτοπαικτικών λεσχών και των κέντρων
διασκέδασης την είχαν οι πυγμάχοι Μάικ και Χάρης με βοηθό τον νεαρό Περικλή. Έτσι
σιγά σιγά το νεαρό χωριατόπουλο ο Περικλής μπήκε στον σκληρό κόσμο της προστασίας
και της νύχτας. Ο Περικλής γνώρισε κι έναν άλλο κόσμο , ο Χάρης τον έβαλε στον κόσμο των
παραισθήσεων και στη ζωή του μπήκε η κόκα, που κυκλοφορούσε σε κλειστές λέσχες.

Επίσης είχε έντονη ερωτική ζωή , καθώς είχε όποια γυναίκα επιθυμούσε απ΄ το μαγαζί. Ο
Περικλής έγινε το ίδιο σκληρός και αδίστακτος με το ίνδαλμά του , τον Χάρη.
Ο ανταγωνισμός στα μαγαζιά αυτά ήταν μεγάλος , αλλά ο Δάσκαλος ,ο Χάρης και ο
Περικλής ήταν δυνατά χαρτιά και τα αφεντικά από πίσω τους , εκτός από τον Αχιλλέα, ήταν
υψηλά ιστάμενοι στις υπηρεσίες ασφαλείας και όλα πήγαινα πολύ καλά.

Οι δουλειές πήγαιναν πολύ καλά , ο Περικλής έπαιρνε συνέχεια συγχαρητήρια από τον
Αχιλλέα και κέρδιζε περισσότερα λεφτά. Όμως ο Περικλής εικοσάχρονος πλέον ,θα
προσπαθούσε να απεξαρτηθεί από τον Αχιλλέα , θα έκανε τα πάντα για να απαλλαγεί από
την κηδεμονία του .Ήταν ο ευνοούμενός του. Δεν ήταν άγγελος ,αλλά δεν ανεχόταν να τον
καθοδηγούν οι άλλοι. Ένιωθε ότι ήταν άβουλος στα χέρια του αφεντικού του, του Αχιλλέα,
που τον οδήγησε στον υπόκοσμο και στον σκληρό κόσμο της νύχτας.
Αυτό το πέτυχε όταν ο Αχιλλέας αποσύρθηκε από τις επιχειρήσεις αυτές και κατέβηκε στην
πολιτική.

Ο Περικλής ήρθε στη ζωή και έφυγε δύσπιστος στα καλέσματα της αγάπης, επειδή από τη
γέννα του αυτό το συναίσθημα του ήταν άγνωστο. Έμαθε να πορεύεται με την εντύπωση
ότι έζησε κατά λάθος , επειδή ήρθε λαθραία στον μικρόκοσμο ενός χωλού πατέρα και μιας
τυφλής γιαγιάς, από μία γυναίκα-μάνα που δεν γνώρισε ποτέ…
Τελικά τι θα γίνει με τον Αχιλλέα ;

Ο Περικλής θα συνεχίσει με τα μαγαζιά της νύχτας ;
Ένα απρόβλεπτο ,συνταρακτικό και γεμάτο αγωνία μυθιστόρημα.
Ένα βιβλίο που αιχμαλωτίζει τους αναγνώστες από την πρώτη γραμμή ,χάρη στο
συναισθηματικό του βάρος.

Διαβάστε το.

Ο Βαγγέλης Κούτας γεννήθηκε στη Βίγλα Άρτας του Αμβρακικού κόλπου και ζει στη
Νέα Ιωνία Αττικής. Ο ευνοούμενος είναι το δέκατο βιβλίο του.