Ο Χρήστος Γκόκας, στην Ολομέλεια της Βουλής

Η Κυβέρνηση ανακάλυψε δημοσιονομικά περιθώρια, παρ’ ότι έλεγε ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα

Ο Βουλευτής της ΚΟ του Κινήματος Αλλαγής, κ. Χρήστος Γκόκας, στην Ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, στο Νομοσχέδιο για την διαχείριση των Προγραμμάτων της νέας Προγραμματικής Περιόδου 2021-2027, και με αφορμή τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν κατά της ακρίβειας, τόνισε ό,τι η Κυβέρνηση μετά την συστηματική της άρνηση να αποδεχτεί την πραγματικότητα, για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και παραγωγούς, με την ακρίβεια σε μια σειρά αγαθών, ήδη από τις αρχές του Φθινοπώρου, με τις αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας, στα καύσιμα και ιδιαίτερα στο ηλεκτρικό ρεύμα, και με την αύξηση στο κόστος παραγωγής, ανακοίνωσε μέτρα, πολύ καθυστερημένα, που είναι ανεπαρκή, αφού μόλις 1,1 δισ. ευρώ, για τους αδύναμους, είναι τα λιγότερα σε σχέση και σε αναλογία με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ασκώντας κριτική στην Κυβέρνηση, υπογράμμισε ότι η Κυβέρνηση ανακάλυψε τελικά δημοσιονομικά περιθώρια, παρ’ ότι μέχρι τώρα, μιλώντας υποτιμητικά, επαναλάμβανε ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα. Ωστόσο και πάλι δεν εξαντλείται η κερδοσκοπία σε βάρος των πολιτών και σημείωσε ότι χρειάζονται ολοκληρωμένες παρεμβάσεις και πολιτικές στήριξης, και όχι αποσπασματικά μέτρα.
Αναφέρθηκε στις ευθύνες της Κυβέρνησης για το μέγεθος των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης, που είναι μεν εισαγόμενη κατά ένα μέρος, όμως τόνισε ότι στη χώρα μας το κόστος ενέργειας είναι 5,5 φορές πάνω από την προηγούμενη χρονιά, ενώ ο Μ.Ο. στην Ε.Ε. είναι 3,2, αυξήθηκε η εξάρτησης στην ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο κατά 25%, όταν στις άλλες χώρες μειώθηκε, ενώ δεν υπάρχουν έλεγχοι στην αγορά και η αισχροκέρδεια θεριεύει με αφορμή και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Επανέλαβε τις Προτάσεις του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, για τη μείωση του ΦΠΑ στα βασικά καταναλωτικά αγαθά για ένα διάστημα τουλάχιστον, τη μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα (για το 2022), το πλαφόν στη ρήτρα αναπροσαρμογής για το ρεύμα, τη φορολόγηση των υπερκερδών από την ηλεκτροπαραγωγή, το νέο ΕΚΑΣ για 350.000 χαμηλοσυνταξιούχους, τους εντατικούς ελέγχους στην αγορά και την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Για το Νομοσχέδιο και τους 72 δις πόρους για την περίοδο 2021-2027, σημείωσε ότι η ουσία του Νομοσχεδίου, έπρεπε να αφορά κυρίως στην ορθή και αποτελεσματική αξιοποίησή τους, για μια βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη με προοπτική και όχι στη γρήγορη απορρόφηση τους, και επέκρινε την Κυβέρνηση ότι προχωρά χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση για τις μέχρι σήμερα καθυστερήσεις, την γραφειοκρατία και για την ποιότητα.

Επίσης τόνισε ότι η Κυβέρνηση προχωρά χωρίς διαβούλευση με τους παραγωγικούς, τους επαγγελματικούς και τους κοινωνικούς φορείς, ούτε και με τους Αυτοδιοικητικούς φορείς. Αλλά ούτε και υπήρξε δημόσιος διάλογος για ένα Εθνικό σχέδιο και συνεννόηση, μέσα από τις Κοινοβουλευτικές διαδικασίες με ευθύνη της ίδιας της Κυβέρνησης.
Ιδιαίτερα στάθηκε στο ζήτημα της κατάργησης της υφιστάμενης Ειδικής Υπηρεσίας Interreg, με έδρα τη Θεσσαλονίκη σημειώνοντας: “…Ο ίδιος στο παρελθόν έχω καταθέσει σχετική Αναφορά, μετά από επιστολή του Επιμελητηρίου Άρτας, και θα ήθελα και σήμερα να τονίσω ότι η κατάργηση της Υπηρεσίας INTERREG, δεν αιτιολογείται επαρκώς ούτε είναι αναγκαία. Ενώ παρά τις διαβεβαιώσεις του Υπουργού για τη διασφάλιση των εργαζομένων, δεν υπάρχει κάποια ρητή πρόβλεψη για ομαλή μετάβαση του προσωπικού στη νέα Υπηρεσία…”