
της Παναγιώτας Π. Λάμπρη,
πεζογράφου – ποιήτριας
Η αείμνηστη Δόμνα Σαμίου δεν χρειάζεται, ίσως, συστάσεις, καθώς αφιέρωσε τη ζωή της στη συλλογή, στη διάσωση και στην προβολή της αυθεντικής ελληνικής μουσικής παράδοσης, καταλείποντάς μας το τεράστιας σημασίας έργο της, για το οποίο η πολιτεία και φορείς της επανειλημμένα την τίμησαν.Και μέρες που είναι, ας σημειωθεί πως όσα από τα τραγούδια, τα οποία συνέλεξε,αφορούν στην Αποκριά σκανδάλισαν αρκετούς και κάποιους άλλους, επειδή τα βρήκαν τολμηρά έως αισχρά, τους οδήγησαν στο να τη μηνύσουν, με βασική αιτία, θαρρώ, την επίπλαστη σεμνοτυφία και την ηθελημένη, ή μη, άγνοια πως το βέβηλο και το άσεμνο αποτελούν πτυχή του λαϊκού μας πολιτισμού.
Τα τραγούδια αυτά, μάλιστα, συνοδευόμενα συχνά από δρώμενα και χορό, έρχονται από χρόνο μακρινό, τις Διονυσιακές γιορτές των προγόνων μας κι ακόμα πιο πίσω, από τις πρωτόγονες κοινωνίες, και επιβίωσαν στη ρύμη του χρόνου, ακόμα κι αν αρκετές φορές είναι δυσδιάκριτη για τους μεταγενέστερους η αιτία που τα γέννησε.Τούτο, διότι οι ανάγκες που εξυπηρετούν δεν έχουν σχέση με τη σεμνοτυφία και τη ντροπή, αλλά σχετίζονται με τη γονιμότητα και την καρποφορία της γης, καθώς και τις απαραίτητες πράξεις εξευμενισμού αυτής και των δυνάμεων που την επηρεάζουν, ενώ συμβάλλουν στην επικοινωνία και τη συνοχή της κοινότητας. Και η γονιμότητα δεν αφορά μόνο στη μάνα γη, αλλά και στη γυναίκα, που, κυοφορούσα, -είναι γνωστά τα στεατοπυγικά ειδώλια- υπήρξε από τα πρώτα όντα που λατρεύτηκαν ως θεότητες.
Η μακροβιότητα όλων αυτών, εκτός των ανωτέρω, καθορίστηκε και από το ότι αποτυπώνουν τους δεσμούς των ανθρώπων με την προγονική τους κληρονομιά, από την οποία δεν επιθυμούν ν’ απομακρυνθούν. Έτσι, στο πέρασμα από θρησκεία σε θρησκεία, ακόμα κι αν κατά καιρούς διώχθηκαν για τον μαγικοθρησκευτικό τους χαρακτήρα, πολλά συνέχισαν να τροφοδοτούν τον βίο των λαϊκών ανθρώπων, στων οποίων την ψυχή και τα συνήθεια ήταν βαθιά ριζωμένα. Και ό,τι έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας σ’ αυτούς κυρίως οφείλεται, διότι, πέραν άλλων, οι δύσκολες συνθήκες ζωής απαιτούν εορταστικές ανάπαυλες, για να γίνονται υποφερτές.
Έτσι, η μεταμφίεση, τα σκωπτικά λόγια, τα τραγούδια και τα δρώμενα, τα φαλλικά και άλλα αποτροπαϊκάσύμβολα, ο χορός και το φαγοπότικομίζουν διαχρονικά χαρά, εξασφαλίζοντας την ψυχική ανάταση, τη γονιμότητα και κατ’ επέκταση την καλύτερη ζωή. Όλα τούτα, με τις όποιες διαφοροποιήσεις, τα παρατηρούμε σε περιοχές της πατρίδας μας,με τ’αποκριάτικα τραγούδια και δρώμενα να δίνουν τον τόνο, καθώς σ’ αυτά διακωμωδούνται, συχνά χωρίς οίκτο, κατηγορίες πολιτών, ενώ περιγράφονται με μεγάλη άνεση διάφορες σεξουαλικές σχέσεις, πράγματα που, εκτός της ατμόσφαιρας της Αποκριάς, θα σήκωναν παρεξηγήσεις. Η γιορτή αυτή, όμως, στην αρχή της άνοιξης, όπου περνάμε από τον θάνατο στη ζωή και αντίστροφα, τα δικαιολογεί και μ’ έναν τρόπο καθαγιάζει την προβολή απαγορευμένων συμπεριφορών, που αποτελούν και μια μορφή μύησης για τα νέα μέλη της κοινότητας.
Γι’ αυτό ο λαός τραγουδάει,για παράδειγμα στην Ήπειρο, στο αποκριάτικο τραγούδι«Πώς το τρίβουν το πιπέρι», εννοείται «του διαβόλου οι καλογέροι», -κάποιοιμουσικοί δεν λένε πλέον όλα τα λόγια- πως το τρίβουν με το γόνατο, με τη μύτη, με τη γλώσσα, με τον κώλο, με τον π@@@σο, χωρίς καμία συστολή, διότι έτσι επιβάλλει η ατμόσφαιρα της γιορτής και του εθίμου, ενώ δεν είναι άνευ νοήματος το ότι καταλήγει με αναφορά στον φαλλό, πανάρχαιο σύμβολο γονιμότητας. Και όπως σημειώνει ο καθηγητής, Μιχάλης Κοπιδάκης (Και Διονύσου αρχαιότερα, 1994),«[…] Ο φαλλός δεν ήταν ξένος και προς τη χριστιανική λατρεία κατά τα πρώτα της στάδια. Άλλωστε ακόμη και ως το 18οναιώνα σε ορισμένες περιοχές οι ευσεβείς αφιέρωναν στους Αγίους Αναργύρους φαλλούς από κερί! […] Νενίκηκεν ο Ναζωραίος! Αλλά στον ελληνικό χώρο και οι παλαιοί θεοί ζουν τη δική τους ζωή, κρυμμένοι βαθιά μες στο συλλογικό υποσυνείδητο. Πολλοί βρίσκονται υπό τη σκέπη μεγάθυμων αγίων, οσίων και προφητών. Οι παλαιοί επίσης μύστες του φαλλού -δικηλιστές και γελοιαστές, αυτοκάβδαλοι και φλύακες, εθελονταί και ιθύφαλλοι, θεσμοφοριάζουσαι και διονυσιάζουσαι- εμψυχώνουν τους επιγόνους στην Ελασσόνα και στον Τύρναβο, στην Αγιάσσο και στα ρεθυμνιώτικα χωριά, στην Κοζάνη και στην Αγία Ελένη. Τα άσματα των νέων φαλλοφόρων, που είναι ως είδος έκφρασης και Διονύσου αρχαιότερα, φαιδρύνουν τις γονιμικές γιορτές, διακηρύσσοντας πως όσο ο φαλλός, ο συνεργός πάσης γενέσεως, σφριγά, δεν έχει ο θάνατος τον τελευταίο λόγο.»
Τέλος, επειδή το θέμα είναι πολύ μεγάλο και δεν αρκεί ένα κείμενο σαν κι αυτό να το περιλάβει, ας αναλογιστούμε τουλάχιστον γιατί όλο και πιο συχνά ακούγονται σε πολλές αποκριάτικες γιορτές λατινοαμερικάνικα τραγούδια, ενώ η παράδοσή μας διαθέτει τεράστιο σχετικό πλούτο. Ευτυχώς υπάρχουν περιοχές στην πατρίδα μας, όπου η πανάρχαια παράδοση συνεχίζεται, θυμίζοντάς μας, και στα αποκριάτικα δρώμενα, από πού ερχόμαστε και πώς οφείλουμε να πορευόμαστε προς το μέλλον.
Χρόνια πολλά σε όλους κι ελπίζω ο καθένας να πέρασε όμορφες, χαρούμενες στιγμέςκατά τη φετινή Αποκριά, διότι, όπως μας υπενθυμίζει και ο «Επιτάφιος του Σεικίλου»(1οςαι. μ.Χ.), το πιο ευανάγνωστο σωζόμενο δείγμα αρχαίας ελληνικής μουσικής, «Ὅσονζῇς, φαίνου, / μηδέν ὅλως σύ λυποῦ / πρόςὀλίγονἐστίτόζῆν / τό τέλος ὁχρόνος ἀπαιτεῖ», δηλαδή, όσο ζεις να χαίρεσαι, διόλου μη λυπάσαι, για λίγο διαρκεί η ζωή, ο χρόνος απαιτεί το τέλος!