Συνέντευξη Λιονέλ Ντυρουά στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Λιονέλ Ντυρουά γεννήθηκε το 1949 στην Μπιζέρτα της Τυνησίας. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στη Libération και το L’Événementdujeudi. Πολλά μυθιστορήματά του περιέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Έχει τιμηθεί με τα βραβεία Renaudot των μαθητών λυκείου και Joseph Kessel. Η Ευγενία τιμήθηκε με το βραβείο Anaïs Nin.

Πώς ξεκινά κάθε φορά το ταξίδι της συγγραφής ενός βιβλίου;

Από άποψη βάρους, συχνά πολύ βαριά, από μία εμμονή που, κάποιες φορές, κουβαλώ μέσα μου, από την παιδική ηλικία. Η κατάρρευση της οικογένειάς μου (ήμασταν έξι παιδιά) αποτέλεσε έμπνευση για το βιβλίο μου Lechagrin, η τρέλα της μητέρας μου βρίσκεται στις απαρχές του L’ Αbsente. Ο πόλεμος στην πρώην Γιουγκοσλαβία, τον οποίο κάλυψα ως δημοσιογράφος, με έκανε να γράψω, μερικά χρόνια αργότερα, το L’ hiver des hommes (σχετικά με τους εγκληματίες πολέμου).

Τι σας ώθησε να γράψετε το μυθιστόρημα «Ευγενία», εκδόσεις Πόλις;

Στις απαρχές του μυθιστορήματός μου Ευγενία, υπάρχουν, συγχρόνως, ο ανεξήγητος αντισημιτισμός των γονιών μου και η ανάγνωση από εμένα, στην ηλικία των τριάντα πέντε ετών, του Kaputt. Ο Curzio Malaparte αναφέρεται εκτενώς στο πογκρόμ του Ιάσιου σε αυτό μυθιστόρημα, σε ένα κεφάλαιο που τιτλοφορείται “Οι αρουραίοι του Ιάσιου”. Ταράχτηκα τόσο πολύ από αυτό το κείμενο, όπου βλέπουμε τον ορθόδοξο πληθυσμό μίας πόλης να σφαγιάζει, με χτυπήματα σιδερένιων λοστών, τους Εβραίους γείτονές του, μόνο και μόνο επειδή είναι Εβραίοι (περισσότεροι από 13.000 θάνατοι σε 4 ημέρες), που είχα πειστον εκδότη μου ότι επρόκειτο μία μέρα να εγκατασταθώ στο Ιάσιο για να καταλάβω πώς κάτι τέτοιο μπόρεσε να συμβεί. Πήγα στο Ιάσιο, πολλά χρόνια αργότερα, όταν είδα μία Ούγγρα δημοσιογράφο, την Petra Laszo, να βάζει τρικλοποδιά σε ένα μετανάστη που προσπαθούσε να ξεφύγει από την αστυνομία, με το παιδί του στα χέρια του. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν της είχε κάνει κανένα κακό, αλλά αυτή, ωστόσο, τον μισούσε, μόνο και μόνο επειδή ήταν μετανάστης. Ήταν η 8η Σεπτεμβρίου 2015. Εκείνη την ημέρα σκέφτηκα ότι ήμασταν εκ νέου έτοιμοι να γνωρίσουμε τα πογκρόμ.

Ιάσιο 1930. Στο Πανεπιστήμιο καλούν να δώσει διάλεξη ο συγγραφέας Μιχαήλ Σεμπαστιάν. Γιατί του επιτίθενται με τόσο μένος οι φοιτητές;

Ο αντισημιτισμός είναι βαθιά ριζωμένος στη Ρουμανία, όταν η χώρα, υπό την πίεση των κατακτητών των ετών 1914-1918, εναντιώθηκε στην παραχώρηση της ρουμανικής υπηκοότητας στους Εβραίους που ήταν εγκατεστημένοι στην επικράτειά της. Ο ρουμανικός λαός δεν το δέχτηκε ποτέ και, ήδη από τη δεκαετία του 1920, οι Εβραίοι ταπεινώνονταν, μετά σιγά-σιγά τους επιτίθεντο και τους χτυπούσαν, στα πανεπιστήμια όπως και στο δρόμο, και τελικά τους αφαίρεσαν όλα τα δικαιώματά τους και εξοντώθηκαν, στα τέλη Ιουλίου του 1941, κατά ένα μεγάλο μέρος. Ο εγκληματικός αντισημιτισμός εκπροσωπήθηκε από το Garde de fer, φασιστικό κόμμα που έγινε η δεύτερη πολιτική δύναμη της χώρας στις εκλογές του 1937 και κυβέρνησε για ένα διάστημα στο πλευρό του στρατηγού Ion Antonescu, συμμάχου του Χίτλερ.

Μόνο μια νεαρή φοιτήτρια η Ευγενία παίρνει το μέρος του. Τι είναι αυτό που την κάνει να αντιστέκεται και να θέλει να προστατέψει τον συγγραφέα;

Η Ευγενία, η οποία προέρχεται από μία αντισημιτική οικογένεια, όπως είναι, άλλωστε, οι περισσότερες ορθόδοξες ρουμανικές οικογένειες, ενσαρκώνει στα μάτια μου την αφύπνιση της συνείδησης. Εάν το βιβλίο μου περιέχειένα πολύ μικρό, αυτοβιογραφικό μέρος, αυτό είναι μέσα από την εν λόγω συνειδητοποίηση της Ευγενίας, την οποία εμπνεύσθηκα από τη δική μου συνειδητοποίηση, όταν ήμουν νέος, σε σχέση με τηνοικογένειάμου.

Από αυτή την περιγραφή μας φανερώνεται πώς έβλεπε η κοινωνία τους Εβραίους. Ποιος είναι ο λόγος για αυτό το μίσος;

Γεννημένη από την ένωση διαφορετικών πριγκηπάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1860, η Ρουμανία είναι ακόμα περισσότερο δεμένη με την ταυτότητά της, την οποία αισθάνεται ακόμη νέα και εύθραυστη, στις αρχές του 20ου αιώνα. Όλα τα πολιτικά κόμματα σείουν το λάβαρο του εθνικού αισθήματος υπό το σύνθημα«Η Ρουμανία στους Ρουμάνους». Αλλά για τους Ρουμάνους, οι Εβραίοι είναι από τη φύση τους απάτριδες, έτοιμοι ν’αλλάξουν πατρίδα προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους – «Όταν θα έχουν λεηλατήσει τα πλούτη μας, λένε οι ρουμάνοι εθνικιστές, θα λεηλατήσουν εκείνα της γειτονικής χώρας». Είναι γι’ αυτό που, όταν θα πλησιάζει ο πόλεμος, οι Ρουμάνοι θα υποπτευθούν ανοιχτά τους Εβραίους ότι θέλουν να τους προδώσουν προς όφελος της Ρωσίας του Στάλιν (αυτό που θα προκαλέσει, κυρίως, το πογκρόμ του Ιάσιου).

Ποιος ήταν ο ρόλος του συγγραφέα Εμίλ Σιοράν; Δέχτηκε και αυτός επιθέσεις;

Ο Σιοράν ήταν βαθιά αντισημίτης και δεν υπέστη ποτέ επιθέσεις και βασανισμούς, όπως υπέστησαν οι Εβραίοι. Την 15η Ιουλίου 1934, ο Εμίλ Σιοράν έγραφε στην εφημερίδα Vremea: «Δεν υπάρχει πολιτικός στο σύγχρονο κόσμο που να μου εμπνέει περισσότερο συμπάθεια και θαυμασμό, από τον Χίτλερ». Μετά τον πόλεμο, ο Σιοράν προσπάθησε να απαλείψει από το έργο του, τα αντισημιτικά χωρία.

Η Ευγενία μέσα από την γνωριμία της με τον συγγραφέα απογειώνεται και μετατρέπεται σε μια ενεργή γυναίκα που έχει γνώμη και συνεργάζεται ως δημοσιογράφος. Πού βρίσκει το θάρρος και δεν φοβάται τις απειλές εναντίον της;

Η Ευγενία έχει τη δύναμη και την πίστη των προσφάτως προσηλυτισμένων. Αντιλήφθηκε αυτό που κρύβεται πίσω από τον αντισημιτισμό, αντιλήφθηκε ότι αυτό είναι το απόλυτο κακό που μπορεί να βουλιάξει την ανθρωπότητα στην εγκληματικότητα, και είναι αυτό που της δίνει το θάρρος να μάχεται.

Όλη η ρουμανική κοινωνία φαίνεται να έχει υποκύψει σε αυτή την ηθική γάγγραινα. Πώς όμως, η Ευγενία, θα αντιμετωπίσει την ίδια της οικογένεια που έχει αντισημιτική ιδεολογία;

Αγαπώ το πρόσωπο της Ευγενίας, επειδή είναι ικανή, συγχρόνως, να θέτει σε κίνδυνο τη ζωή της για να υπερασπιστεί την εβραϊκή κοινότητα (και τον Μιχαήλ Σεμπαστιάν ειδικότερα) και να διατηρεί δεσμούς στοργής με του γονείς της, οι οποίοι παρέμειναν, ωστόσο, βαθιά αντισημίτες.

Γνωρίζει την ηθοποιό Λένυ και τον περίφημο συγγραφέα Κούρτσιο Μαλαπάρτε. Πώς καταφέρνει, η Ευγενία και την σέβονται άνθρωποι της τέχνης;

Επινόησα αυτές τις γνωριμίες καθώς και πολλές άλλες, οι οποίες μου επιτρέπουν να φέρω στο προσκήνιο την καλλιτεχνική, κοσμική και πνευματική ζωή στο Βουκουρέστι, κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Γιατί ο συγγραφέας μοιάζει σαν φοβισμένο πουλί;

Η φοβισμένη και, κυρίως, παραιτημένη πλευρά του Σεμπαστιάν, η οποία προκύπτει από την εφημερίδα του, απαντά για μένα και για την Ευγενία, σε ένα αίνιγμα, στο οποίο πολλοί ιστορικοί έχουν εγκύψει: γιατί οι Εβραίοι αφέθηκαν να ταπεινωθούν και, στη συνέχεια, να σφαγιασθούν από τον Χίτλερ και τους φασίστες συμμάχους του, χωρίς να αντιμάχονται, με μερικές πάνω κάτω εξαιρέσεις (το γκέτο της Βαρσοβίας); Το ερώτημα παραμένει και, κατά κάποιον τρόπο, ο Σεμπαστιάν το απαντά με την αποφασιστικά ηττοπαθή στάση του.

Με φόντο την άνοδο του ευρωπαϊκού φασισμού, φωτίζεται στο μυθιστόρημά σας άγνωστα επεισόδια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Ποιος είναι ο λόγος που υπάρχει ενδιαφέρον από τους αναγνώστες για αυτή την περίοδο του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου;

Γιατί βοηθούμε στην υποχώρηση των δικτατόρων και του πολέμου.Ο Τραμπ και ο Μπολσονάρο έχουν ήδη απωθηθεί (κατέφθαναν, όταν έγραφα την Ευγενία), αλλά ο Πούτιν δε μας θυμίζει την τυφλή απανθρωπιά ενός Χίτλερ ή ενός Αντονέσκου;

Μετάφραση από τα γαλλικά : Πολύνα Γ. Μπανά