Συνέντευξη της συγγραφέως Έλενας Χουζούρη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Η Έλενα Χουζούρη έχει δημοσιεύσει έξι ποιητικές συλλογές, μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων της και από το 2004 τέσσερα μυθιστορήματα: «Σκοτεινός Βαρδάρης» [Κέδρος 2004, Πατάκης 2019], «Πατρίδα από βαμβάκι» [Κέδρος, 2009], «Δύο φορές αθώα» [Κέδρος, 2013] και «Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ» [Πατάκης, 2016]. Επίσης έχει δημοσιεύσει τις μελέτες « Η Θεσσαλονίκη του Γιώργου Ιωάννου» [νέα έκδοση, ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ 2012] και «Η στρατιωτική ζωή στη νεοελληνική λογοτεχνία» [ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ, 2020], καθώς και την ανθολογία ποιημάτων της ΑνθούλαςΣταθοπούλου-Βαφοπούλου [Γαβριήλίδης, 2019]. Τα μυθιστορήματα της έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά, γαλλικά, σερβικά, βουλγαρικά και τουρκικά. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου σας «Η στρατιωτική ζωή στη νεοελληνική λογοτεχνία» [εκδ. ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ];
Δεν ανήκει σε μένα η ιδέα αλλά στον ομότιμο καθηγητή του ΕΚΠΑ, Γιάννη Δρόσο, ο οποίος, το 2001, ήταν Διευθυντής του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων. Εκείνος μου είχε προτείνει να ασχοληθώ με αυτό το θέμα. Λόγω του περιορισμένου χρόνου που είχα τότε η πρώτη έκδοση της μελέτης μου δεν είχε καλύψει το ευρύτερο φάσμα των λογοτεχνικών κειμένων που εμπνέονται από την στρατιωτική ζωή. Αντίθετα η παρούσα έκδοση διατρέχει και καλύπτει χρονικά τον 19ο, τον 20ο και τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, περιλαμβάνοντας ένα κατά πολύ μεγαλύτερο, από την πρώτη έκδοση, φάσμα «στρατιωτικών» λογοτεχνικών σελίδων. Θα μπορούσα να πω ότι πρόκειται για καινούργιο βιβλίο.

Γιατί η στρατιωτική ζωή έχει γίνει πολλές φορές αντικείμενο έμπνευσης των συγγραφέων μας;
Ο στρατός είναι αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού κράτους -ανεξάρτητα από το πως κατά καιρούς έχει χρησιμοποιηθεί- από την ίδρυσή του έως σήμερα. Αντανακλά επομένως σε όλες τις πολιτικές, κοινωνικές, θεσμικές αλλαγές που έχουν γίνει από το 1828 έως σήμερα. Επίσης πήρε μέρος σε αλλεπάλληλους πολέμους, από το 1912 έως το 1949, με μια ανάπαυλα δεκαεπτά ταραγμένων χρόνων. Τον στρατό όμως τον αποτελούν άνθρωποι, στρατιώτες κα αξιωματικοί, που βιώνουν και τους πολέμους, και την θητεία τους σε περιόδους, χωρίς πολέμους μεν, με σκληρότητα και αυταρχισμό γεμάτες δε. Πώς λοιπόν όλα αυτά τα βιώματα να μην εμπνεύσουν τους συγγραφείς;

Ποια είναι η φυσιογνωμία της στρατιωτικής λογοτεχνίας;
Ως τίτλο του επιλόγου γράφω: «Όμορφος κόσμος ανδρικός, πολύ σκληρά πλασμένος»! Τι εννοώ; Ότι οι σελίδες αυτές είναι βιωματικές, γραμμένες από άνδρες συγγραφείς. Οι άνδρες πηγαίνουν στο στρατό, κάνουν την στρατιωτική τους θητεία, συμμετέχουν στους πολέμους, σκοτώνονται και σκοτώνουν. Οι γυναίκες άρχισαν να εμφανίζονται στο στράτευμα από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά, σε εθελοντική βάση. Πρόκειται για ανδροκρατούμενη λογοτεχνία, πλην τεσσάρων περιπτώσεων που είναι γυναίκες συγγραφείς και τα λογοτεχνικά τους κείμενα δεν είναι βεβαίως βιωματικά. Επίσης αυτή η λογοτεχνία έχει κοινά χαρακτηριστικά, κοινούς κώδικες, και κοινή γλώσσα, προπαντός σε ότι αφορά στους πολέμους. Κατά τη γνώμη μου, οι λογοτεχνικές σελίδες που αναφέρονται στους πολέμους έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί σ’ αυτές μπορεί κανείς να διαπιστώσει πόσο διαφορετικά βιώνουν και καταθέτουν τα βιώματα τους οι συγγραφείς που συμμετέχουν στους Βαλκανικούς Πολέμους ή στο Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο από εκείνους που γράφουν για τον Δεύτερο Παγκόσμιο.
Οι περιγραφές απεικονίζουν τις αντίστοιχες ιστορικές περιόδους. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για μια απεικόνιση της ελληνικής κοινωνίας μιας ευρύτατης περιόδου;

Απολύτως! Στις σελίδες της λογοτεχνίας που εμπνέεται από την στρατιωτική ζωή μπορεί κανείς να παρακολουθήσει όλες τις φάσεις των αλλαγών που συντελούνται στο νεοελληνικό κράτος, στην κοινωνία, στις συμπεριφορές, στη γλώσσα, στην ίδια την λογοτεχνία. Είναι ένα στοιχείο που μου έκανε πολλή μεγάλη εντύπωση όταν διάβαζα όλα αυτά τα λογοτεχνήματα, μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα. Ουσιαστικά πρόκειται για την Ιστορία της νεότερης Ελλάδας ντυμένης στο….χακί. Άλλωστε στις σχετικές σελίδες υπερτερεί ο στρατός ξηράς έναντι του ναυτικού και της αεροπορίας.

Υπάρχει και άλλο ένα στοιχείο που εντυπωσιάζει σ’ αυτές τις σελίδες και προπαντός σε αυτές που αναφέρονται στην στρατιωτική ζωή σε ειρηνικές περιόδους. Εκείνο του αυταρχισμού και της βαναυσότητας στις σχέσεις στρατιωτών και υπαξιωματικών. Αναφέρομαι και στα περιβόητα καψόνια.

Έχετε δίκαιο. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι εικόνες που αναδύονται από τις λογοτεχνικές «στρατιωτικές» σελίδες είναι ιδιαίτερα σκληρές. Γι’ αυτό άλλωστε στον επίλογο μου χαρακτηρίζω αυτόν τον αρσενικό κόσμο που πρωταγωνιστεί «σκληρά πλασμένο». Μην ξεχνάτε εκείνο το παλιό -δεν ξέρω αν το λένε και σήμερα- «να πας στο στρατό να γίνεις άντρας» και τι υπονοεί. Ωστόσο κι εδώ φαίνονται οι αλλαγές σε όλα τα επίπεδα που αρχίζουν να συντελούνται στην Ελλάδα, από την μεταπολίτευση έως σήμερα και που αντανακλώνται και στο στρατό. Θα περίμενε κανείς τις δεκαετίες 1950, 1960, 1970, ότι θα φτάναμε στο σημείο, να διαβάζαμε εν έτει 2017, ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με ήρωα έναν ταγματάρχη στον ρόλο του….Πουαρό;

Δεν θα μπορούσε το βιβλίο σας να διδάσκεται σαν ένα χρήσιμο εγχειρίδιο στις Στρατιωτικές Σχολές;

Βεβαίως και το εύχομαι. Επιπροσθέτως και στα τμήματα Ιστορίας των Φιλολογικών Σπουδών των Πανεπιστημίων μας. Ευελπιστώ μάλιστα να ασχοληθεί κάποιος μεταπτυχιακός/ μεταπτυχιακή φοιτητής/ φοιτήτρια με το θέμα, εμβαθύνοντας σε συγκεκριμένες πτυχές ή περιόδους.

Ετοιμάζετε αυτόν τον καιρό κάτι καινούργιο;
Δεν ετοιμάζω απλώς είναι έτοιμο το καινούργιο μου μυθιστόρημα αλλά αποφάσισα να κυκλοφορήσει τον ερχόμενο Απρίλιο. Τιτλοφορείται «Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού» και διαδραματίζεται στην Αθήνα, το κομβικό, για την Ελλάδα και την Ευρώπη, έτος, 1989. Έχει σχέση με την τρομοκρατία και όχι μόνον. Ας πούμε, μια διαδρομή δύο γενιών, ανάμεσα στις συμπληγάδες του χρόνου.