Συνέντευξη του Ιωάννη Θεοδοσίου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Ιωάννης Θεοδοσίου γεννήθηκε στην Κοντοβάζαινα Αρκαδίας το 1947, όπου και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του, μέχρι το 1956 που ήρθε οριστικά στην Αθήνα.Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών απ’ όπου και έλαβε το πτυχίο του, εξασκώντας ενεργά έως και σήμερα τη μάχιμη δικηγορία.Είναι παντρεμένος με την Τέρψη Θεοδοσίου, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, τον Σαράντη και τη Ναυσικά και δύο εγγόνια.Στις 21 Οκτωβρίου του 2012 απώλεσε τη ζωή του σε τροχαίο δυστύχημα ο γιος και συνεργάτης του, δικηγόρος Σαράντης Θεοδοσίου, ανατρέποντας συλλήβδην τη μέχρι τότε ομαλή πορεία της ζωής του.Ασχολήθηκε με την ποίηση από μικρή ηλικία, κυρίως τη σάτιρα, όπως και ο προγενέστερος συνεπώνυμός του. Ολοκληρώνοντας τη θητεία του στην Αεροπορία, εγκατέλειψε τη σάτιρα, αναζητώντας έναν δικό του τρόπο σκέψης και έκφρασης. Η Φαρέτρα του Ονείρου είναι η πρώτη του ποιητική συλλογή.

Ερ.: Ποια ήταν τα πρώτα σας διαβάσματα;
Απ.: Τα πρώτα μου διαβάσματα ήσαν τα σχολικά βιβλία, όπου υπήρχε μία έλξη στην ποίηση, και αργότερα στο γυμνάσιο, με την ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, που ήταν από τα αγαπημένα μου βιβλία.

Ερ.: Και η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;
Απ.: Η πρώτη μου επαφή ήταν στην 6η Δημοτικού, όπου έγραψα ένα τετράστιχο με ομοιοκαταληξία. Έκτοτε ένιωσα ότι είχα μέσα μου αυτό το χάρισμα, που θα εξωτερίκευα με γλαφυρότητα τον εσωτερικό μου κόσμο. Συνέχισα να γράφω, αλλά με την αυστηρότητα που με διακρίνει, τα έχω θέσει στο χρονοντούλαπο, που τα αποκαλύπτω όταν επιθυμώ να θυμηθώ τις στιγμές εκείνες που τα έγραψα. Στη συνέχεια εγκατέλειψα την ομοιοκαταληξία, γιατί πίστευα ότι η αναζήτηση της ομοιοκαταληξίας μου στερούσε τη δυνατότητα της έκφρασης αυτών που ήθελα να διατυπώσω. Αυτή η λύση με ικανοποίησε και συνέχισα να εκφράζομαι πάντα με μέτρο, ώστε να είναι εύληπτο στη ροή των στίχων.

Ερ.: Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή;
Απ.: Από μικρή ηλικία είχα μία έλξη προς την ποίηση, στην ανάλυση και την σύνθεση των λέξεων. Στα επόμενα σχολικά μου χρόνια, ασχολήθηκα με την σάτιρα, για τις σχολικές εκδηλώσεις, οι οποίες βέβαια είχαν ευγενή σκωπτικό περιεχόμενο, ώστε να μην θίξουμε την προσωπικότητα των σατιριζομένων. Είναι και αυτά στο φάκελο των αναμνήσεων.

Ερ.: Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η συλλογή σας «Η φαρέτρα του ονείρου», εκδόσεις Στοχαστής;
Απ.: Αφορμή στάθηκε η πίεση των φίλων μέσω της κοινωνικής δικτύωσης (Facebook) όπου αναρτούσα ποιήματα, άλλοτε επίκαιρα, και άλλοτε εκφράζοντας κάποιες προσωπικές μου καταστάσεις. Πάντα είχα μεγάλη αποδοχή, και σχόλια, ώστε άρχισα να αναγνωρίζω στον εαυτό μου τη δυνατότητα να πάρω και εγώ μια μικρή γωνιά στην κάστα των ποιητών, και πήρα τη δύναμη να συνεχίσω να στιχουργώ, και ήδη άρχισα να δημιουργώ ποιήματα για μια δεύτερη συλλογή.

Ερ.: Γράφετε: « Κι όμως / υπάρχουν φυλακές/χωρίς δεσμώτες/χωρίς αμπάρες/». Μήπως η ποίηση είναι μια μορφή έκφρασης του εσωτερικού συναισθηματικού κόσμου;
Απ.: Πιστεύω ότι η φυλακή είναι η αυτοπειθαρχία, από την οποία και εγώ προσωπικά διακατέχομαι, ίσως καμιά φορά και δειλία, να διεισδύσω στα άγνωστο που δεν ξέρω τις συνέπειες. Γι αυτό τα βήματά μου φροντίζω πάντα να είναι σταθερά και με περίσκεψη. Άλλωστε αυτό με οδήγησε να μην προσπαθήσω νωρίτερα να εκδώσω τη συλλογή μου, σεβόμενος την καλαισθησία των άλλων σε ένα ανάγνωσμα, που ναι μεν εμένα με ικανοποιούσε απόλυτα, αλλά γνωρίζουμε ότι όλοι μας δεν έχουμε την ίδια δεκτικότητα στη συγγραφή των άλλων.

Ερ.: Λέτε: «Μην σκέπτεσαι / πως δεν κλαίει ο ποιητής. /Το μελάνι των στίχων/είναι το δάκρυ του.». Μπορεί το έργο των ποιητών να είναι παρεμβατικό για την κοινωνία;
Απ.: Φυσικά η ποίηση γενικά είναι παρεμβατική στην κοινωνία, είναι ένα μάθημα των βιωμάτων και των σκέψεων ενός ποιητή, που άλλοτε διδάσκει, άλλοτε καθοδηγεί κάποιες καταστάσεις, άλλοτε εκφράζει την αγάπη, και δυστυχώς πολλές φορές και την οιμωγή για δυσάρεστες προσωπικές ή κοινωνικές καταστάσεις. Στο δεύτερο τμήμα της συλλογής μου είναι πολύ έντονο γραμμένο, μέσα από τον βαθύ πόνο του πατέρα που χάνει το παιδί του, που μέσα από τους στίχους του, θέλει να το κρατήσει ζωντανό, όπως οι στίχοι «κοιμήσου εσύ με τούτο το νανούρισμα και μεις με την ανάσα μας ζεστό θα σε κρατάμε». Στο τρίτο τμήμα, είναι το ευτυχισμένο βίωμα μέσα από το γάμο μου, όπου και αποτυπώνεται ο έντονος συναισθηματισμός μου, το οποίο είναι αρκετά προσωπικό, και με απασχόλησε πολύ εάν έπρεπε να το περιλάβω στο βιβλίο μου.

Ερ.: Από που εμπνέεστε;
Απ.: Εμπνεύσθηκα από την ιστορία, και έχω αναφερθεί στους ήρωες μας, έγραψα για τα 200 έτη από την Ελληνική επανάσταση, το Ρήγα Φεραίο, αλλά και ένα ακόμα συγκινητικό τετράστιχο «ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ» «Σε κείνους τους ήρωες που δεν προλάβανε να νιώσουν τη χαρά στην λευτεριάς την ώρα». Μια θυσία που έδωσαν τη ζωή τους για να είμαστε εμείς ελεύθεροι, και μου προκάλεσε και μου προκαλεί μια έντονη λύπη. Έχω γράψει και ποιήματα φιλειρηνικά και αντιπολεμικά για την αποφυγή των επιθετικών πολέμων. Έχω επηρεασθεί και από τη μυθολογία, όπου δεν αναφέρομαι ρητά αλλά έχω αντλήσει εκφράσεις από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.

Ερ.: Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες ποίηση;
Απ.: Πιστεύω πως διαβάζουν, αυτοί που έχουν έντονο συναισθηματισμό και δίψα για μια μετουσίωση των καταστάσεων που βιώνει στην καθημερινότητα, από το παιδί που κλαίει, από το παιδί που απολαμβάνει την παιδική χαρά, από τον άνθρωπο που ερωτεύεται και εκφράζει βιωματικά την συναισθηματική του πορεία, ακόμα και ένα κορμό ενός δένδρου, που ταλαντεύεται στη δίνη του ανέμου. Υπάρχουν πολλές αιτίες για να διαβάσεις ένα καλό βιβλίο ποίησης, για να μπορέσεις μετά από την ανάγνωση κάθε ποιήματος να αναρωτηθείς ποιο είναι το νόημα αυτού του ποιήματος, να μπορέσεις να μπεις στο μυαλό του ποιητή, να βιώσεις προς στιγμήν την κατάστασή του. Επομένως δεν αρκεί μόνο να διαβάζουν αλλά και να μελετούν τον κάθε στίχο, ώστε με την κριτική τους και τα συμπεράσματά τους, να μην έχουν απολέσει έστω και μια στιγμή την αισθητική του χρόνου τους.

Ερ.: Ποιο βιβλίο ποίησης έχετε δίπλα στο μαξιλάρι σας;
Απ.: Μου αρέσουν πάρα πολλά βιβλία, τόσο των κλασσικών συγγραφέων και ποιητών, Ελλήνων και ξένων, των ποιητών που έτυχαν της παγκόσμιας αναγνώρισης, που τιμήθηκαν και με το βραβείο Νόμπελ , αλλά και νεοέλληνες συγγραφείς και ποιητές, τους οποίους μελετώ και πολλές φορές θαυμάζω την έμπνευσή τους και τη γλαφυρότητα.

Ερ.: Ποιοι είναι οι πιο αγαπημένοι σας στίχοι;
Απ.: Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιους, γιατί είναι σαν τα παιδιά σου, δεν μπορείς να πεις ότι σου αρέσει το ένα περισσότερο από το άλλο. Κάθε στιγμή έμπνευσης φέρει τη σφραγίδα της μονιμότητας, είναι σας ένα συνεχόμενο βιβλίο, που δεν μπορείς να αφαιρέσεις μια σελίδα, γιατί μπορεί να χάσεις όλο το νόημα. Ανάλογα όμως με την ηλικία υπάρχουν κάποια ποιήματα βγαλμένα μέσα από την ίδια τη ζωή, τόσο τη δική μας όσο και συνανθρώπων μας, όπως είναι το ποίημα της ηλικίας και της φιλοσοφίας, όπου παρουσιάζει τη νόσο alzheimer και τα φωτεινά διαλείμματα του ηλικιωμένου ανθρώπου.

Ερ.: Τι σας έμαθαν οι γονείς σας και το τηρείτε ακόμη;
Απ.: Δεν είναι τυχαίο το ποίημά μου, που περιλαμβάνεται στη σελίδα 17 της ποιητικής συλλογής μου «ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ»: Κράτα με μάνα στο χορό, τα βήματα μη χάσω, με τ΄ αηδονιού το λάλημα, του αετού τη χάρη». Όσο απλό και αν φαίνεται, μέσα από το λυρισμό του, βγαίνει η νουθεσία της μάνας για την κοινωνική μας καταξίωση, που πάντα πρέπει να τηρούμε τις νουθεσίες της, μέσα από το κράτημα της και την καθοδήγηση, με την αγάπη για τους συνανθρώπους μας και την αρωγή προς όσους χρειάζονται την βοήθειά μας, μέσα στα όρια των δυνατοτήτων μας. Παράλληλα όμως δίνει ένα μάθημα να απολαμβάνεις τις χαρές τις ζωής, που βοηθάνε να έχεις ευτυχισμένες στιγμές, στιγμές συγκίνησης, και μια τάση στην ολοκλήρωση ως κοινωνικού ατόμου.

Μήπως θα θέλατε να μας πείτε κάτι άλλο;
Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους φίλους μου, οι οποίοι θα τιμήσουν τους στίχους μου, και θα μου δώσουν έρεισμα για τη δημοσίευση και δεύτερης ποιητικής συλλογής, εάν ο χρόνος δεν θα μου στερήσει αυτή τη δυνατότητα.