Συνέντευξη του Κώστα Καλφόπουλου στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Κώστας Θ. Καλφόπουλος γεννήθηκε το 1956 στον Πειραιά. Σπούδασε Κοινωνιολογία, Πολιτική και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αμβούργου. Είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Έχει εκδώσει 3 αστυνομικές νουβέλες (η μία μαζί με τον Ανδρέα Αποστολίδη) και μία συλλογή διηγημάτων στις εκδόσεις Άγρα. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το δοκίμιο “Μικρό εγκώμιο για το αστυνομικό” (Νεφέλη).

Ερ.: Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου «10 Ανεπίδοτες Επιστολές», εκδόσεις Gutenberg;
Απ.: Όπως αναφέρεται και στον Πρόλογο του βιβλίου, η αρχή έγινε με την «Ανοιχτή επιστολή στον ΟύβεΓιόνζον», που γράφτηκε απ’ ευθείας στα γερμανικά, μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Κωνσταντίνο Κοσμά, διδάσκοντα στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, και κυκλοφόρησε στη Γερμανία από τις Εκδόσεις Romiosini το 2018 στη δίγλωσση σειρά «Ανοιχτές επιστολές». Αυτή άνοιξε τον δρόμο για τις υπόλοιπες και χάρις στον Κ. Δαρδανό και τον Γιάννη Μαμάη έγιναν αυτό το βιβλίο.

Ερ.: Ο τίτλος «10 Ανεπίδοτες Επιστολές», είναι συμβολικός ή δηλώνει κάτι κυριολεκτικά;
Απ.: Οι 10 Ανεπίδοτες επιστολές, ως τίτλος, είναι ακριβώς ό,τι περιγράφουν και περιλαμβάνουν: γράμματα που απευθύνονται σε 10 πρόσωπα. Από αυτά, τα 4 είναι εν ζωή (Βασιλικός, Διακογιάννης, Δομάζος, Σαββόπουλος) 3 είναι ξένοι, και ένα, ο Τεντέν, είναι ο δημοφιλής ήρωας κινουμένων σχεδίων, δια χειρός Ερζέ.

Ερ.: Οι δέκα ανεπίδοτες επιστολές ταξιδεύουν τον αναγνώστη στον αλλοτινό χωροχρόνο της αλληλογραφίας και των ταχυδρομείων. Ποια ήταν η σημασία της αλληλογραφίας στο παρελθόν;
Απ.: Για τους νεότερους, προφανώς ο κόσμος (τους) αρχίζει με το κινητό και το τάμπλετ, ζώντας μέσα στο facebookκαι τονmessenger. Αν ρωτούσαν πάντως τους γονείς ή τους παππούδες τους θα μάθαιναν ότι ο κόσμος μπορούσε κάλλιστα να επικοινωνεί προς και από όλες τις ηπείρους με συγγενείς και φίλους, ακόμα και να παντρεύεται ή να μαθαίνει ξένες γλώσσες δι’ αλληλογραφίας, αλλά και να έρχεται σε επαφή με τα είδωλα της εποχής. Η αξία της αλληλογραφίας είναι η αμεσότητα και οι προσωπικές στιγμές που κατατίθενται στο χαρτί, αυστηρά ιδιωτικά. Γράφουμε για να μάς διαβάσει ο αποδέκτης κι όχι για να κοινοποιήσουμε το περιεχόμενο σε κάποιο «κοινό» και να εισπράξουμε likes. Οι δικές μας ηλικίες, κυρίως όσοι σπουδάσαμε στο εξωτερικό εκείνα τα χρόνια, είναι εξοικειωμένες με τα ταχυδρομεία.

Ερ.: Σήμερα είναι ξεχασμένη πλέον στον σημερινό ψηφιακό κόσμο των email και των socialmedia. Γιατί όμως εξακολουθούμε να νιώθουμε όμορφα όταν λαμβάνουμε ένα γράμμα ενός αγαπημένου μας προσώπου;
Απ.: Δεν νομίζω πως σήμερα πια, 20 χρόνια μέσα στον 21ο πρώτο αιώνα, παίρνουμε γράμματα, ούτε καν ευχετήριες κάρτες για τις γιορτές, παρά μόνο διαφημιστικά και λογαριασμούς. Και στα χρόνια μας πάντως, δε νοιώθαμε πάνταόμορφα διαβάζοντας ένα γράμμα. Ανάλογα με το περιεχόμενο εκδηλωνόταν και το αντίστοιχο συναίσθημα της χαράς, της λύπης, της προσμονής ή της απογοήτευσης. Άλλο το γράμμα της μητέρας ή ενός φίλου από το εξωτερικό κι άλλο μια επιστολή που ανακοίνωνε τον χωρισμό ή την απώλεια προσφιλούς προσώπου.

Ερ.: Μέσω της γραφής θέλετε να επικοινωνήσετε με πρόσωπα και προσωπικότητες. Γιατί όμως διαλέξατε αυτές τις προσωπικότητες;
Απ.: Δεν υπάρχει κριτήριο επιλογής ή περιορισμού ως προς τους αποδέκτες των «ανεπίδοτων επιστολών». Το βιβλίο θα μπορούσε να συμπεριλάβει ακόμα 5 ή 10 πρόσωπα, είτε από την «προσωπική μυθολογία» του συγγραφέα, όπως την χαρακτήρισε εύστοχα ο Νίκος Μπακουνάκης σε μία συζήτησή μας στο Lifo, είτε και από άλλα πρόσωπα που χαρακτήρισαν την εποχή, παλαιότερα και πρόσφατα, ο Γιόχαν Κρόυφ, ο Μπομπ Ντύλαν, η ΧάνναΣυγκούλλα, ο Δημήτρης Νόλλας και πολλοί άλλοι. Απέφυγα πάντως σκόπιμα να συμπεριλάβω φίλους που είναι και δημόσια πρόσωπα για καθαρά προσωπικούς λόγους.

Ερ.: Με τον κάθε ένα από αυτούς τους συγγραφείς συνομιλείτε. Μήπως αυτός ο τρόπος μοιάζει και με μια προσωπική εξομολόγηση;
Απ.: Μα, κάθε ουσιαστική συνομιλία δεν έχει τα στοιχεία της προσωπικής εξομολόγησης; Επικοινωνώ, δεν σημαίνει μόνο ανταλλάσσω πληροφορίες, απόψεις και ιδέες. Με κάποιους ανθρώπους, σε κάποιες περιόδους και στιγμές ερχόμαστε πιο κοντά, διανοητικά, συναισθηματικά, ψυχικά και τότε μπαίνουμε σε μια τροχιά εξομολογήσεων. Αυτή είναι η μαγεία των ανθρώπινων σχέσεων κι αυτή μετέφερε και η αλληλογραφία. Μπορείς ίσως να κάνεις πρόταση γάμου στο twitter, αλλά όχι ερωτική εξομολόγηση μέσω μαίηλ. Και τα δύο είναι ψυχρά και κυρίως ακαριαία.

Ερ.: Τι θα συνέβαινε (υποθετικά) εάν κάποιοι από αυτούς που θαυμάζετε έγραφαν μια απάντηση στις επιστολές σας;
Απ.: Να το διατυπώσω διαφορετικά; Δεν θαυμάζω αυτά τα πρόσωπα, σαν «φαν», τα σέβομαι, κι αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό από τον θαυμασμό. Αυτά τα πρόσωπα, μαζί με άλλα, διαμόρφωσαν την παιδεία μου, αλλά και διαπαιδαγώγησαν ή ψυχαγώγησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους συνομηλίκους μου. Σφράγισαν μια ολόκληρη εποχή, τον προηγούμενο αιώνα. Κι αν κάποιος έμπαινε στον κόπο να απαντήσει, αυτό σημαίνει πως θα άνοιγε ένας καινούργιος κύκλος επικοινωνίας. Πάντως, κάποια γράμματά τους έχω λάβει στο παρελθόν.

Ερ.:Κάποτε η «επιστολογραφία» χρησιμοποιήθηκε για το γράψιμο μυθιστορημάτων. Σήμερα αυτή η τεχνική της χρησιμοποιούν οι συγγραφείς;
Απ.: Η «επιστολική λογοτεχνία», το «γράμμα-μυθιστόρημα» (Briefroman), όπως ξέρουμε, είναι αρχαία τέχνη που έγινε ξανά ιδιαίτερα δημοφιλής και τον 19ο αιώνα στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Στην Ελλάδα τη συναντάμε στον Μποστ και τον Θ. Βαλτινό. Σε ποιες τεχνικές καταφεύγουν σήμερα οι συγγραφείς είναι θέμα για ακαδημαϊκό σεμινάριο, δεν έχει εύκολη απάντηση. Να επισημάνω μόνο ότι στο εξωτερικό αποτελεί εκδοτικό αυτονόητο η έκδοση της αλληλογραφίας σημαντικών συγγραφέων, από τον Τόμας Μαννμέχρι τον Σιμενόν και πολλούς άλλους, αλλά και στη δική μας Πηνελόπη Δέλτα ή μεταξύ του Γ. Σεφέρη και του Γ. Θεοτοκά.

Ερ.: Πέρα από την συγγραφική τέχνη είστε και δημοσιογράφος. Πώς τα συνδυάζετε και τα δύο;
Απ.: Και τα δύο έχουν άμεση, οργανική σχέση με τη γλώσσα και τη γραφή. Είναι τέχνες συγγενείς και βιοποριστικές, αν ασκούνται με τη δέουσα προσοχή, επιμέλεια και συνέπεια.

Ερ.: Μια άλλη δραστηριότητα είναι το περιοδικό Πολάρ . Μπορείτε να μας πείτε κάποια πράγματα για αυτή την δραστηριότητα;
Απ.: Το «πολάρ» είναι η πρώτη και προς το παρόν μόνη περιοδική έκδοση στην Ελλάδα, κι ίσως πλέον από τις ελάχιστες διεθνώς, για τον κόσμο του «αστυνομικού», λογοτεχνικά, κινηματογραφικά, αλλά και ως «κόμιξ». Είναι μια φιλόδοξη, κοινή προσπάθεια με αξιόλογους συγγραφείς, δημοσιογράφους και αρθρογράφους από τον χώρο αυτό, με αποκλειστικά θέματα συνήθως, από το εξωτερικό και την Ελλάδα. Ήδη βρισκόμαστε στην προετοιμασία του 8ου τεύχους και συνεχίζουμε παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν λόγω της πανδημίας.