Συνέντευξη του Πάνου Καρνέζη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Πάνος Καρνέζης γεννήθηκε στην Αµαλιάδα το 1967. Από το 1992 ζει στην Αγγλία, όπου σπούδασε και εργάστηκε ως μηχανικός πριν αρχίσει να γράφει στα αγγλικά. Το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων Μικρές ατιµίες, εκδόθηκε το 2002. Έχει επίσης γράψει τα μυθιστορήματα Ο λαβύρινθος (2004), Το πάρτι γενεθλίων (2007), Το μοναστήρι (2010) και Οι φυγάδες (2015). Τα βιβλία κυκλοφορούν στα ελληνικά σε μετάφραση του συγγραφέα.

ΕΡ.: Ο γιατρός Μοκντάντ σώζει ένα δεκάχρονο αγόρι. Από πού βρίσκει την τεράστια δύναμη να παλέψει με τα κύματα για να σώσει τη δική του ζωή και του αγοριού;

ΑΠ.: Στη διάρκεια του ναυαγίου ο γιατρός, ένας από τους βασικούς ήρωες του βιβλίου, προσπαθεί ως καλός κολυμβητής να σώσει δύο κορίτσια, αλλά ένας άλλος συνταξιδιώτης τον σταματάει αρπάζοντάς τον από το φόβο του, αν και ο ίδιος φοράει σωσίβιο. Τα κορίτσια πνίγονται και από απερίσκεπτη αγανάκτηση ο γιατρός βγάζει το σωσίβιο από τον άλλο άνδρα, που τελικά πνίγεται, και αργότερα το δίνει στο αγόρι, που ο γιατρός βλέπει να κινδυνεύει.

ΕΡ.: Φθάνουν σε ένα νησί όπου τους περιθάλπει ο Δαμιανός, ιδιοκτήτης περιπλανώμενου τσίρκου, και η γυναίκα του, Όλγα. Γιατί ο Δαμιανός είναι πιο θετικός στην φιλοξενία, αρχικά, απ’ ότι η γυναίκα του;

ΑΠ.: Το ζευγάρι του τσίρκου πενθεί τον πρόσφατο θάνατο της μικρής κόρης τους σε ένα ατύχημα για το οποίο και οι δυο τους κατηγορούν τον εαυτό τους. Το τραγικό γεγονός έχει γκρεμίσει τη σχέση του ζευγαριού και κάνει τη γυναίκα να κλειστεί στον εαυτό της, ενώ ο άνδρας για να απαλύνει τον πόνο του αποζητά την ανθρώπινη συντροφιά.

ΕΡ.: Στο τσίρκο που έχουν το σοβαρότερο περιουσιακό στοιχείο είναι ένας ελέφαντας. Γιατί η Όλγα τον προσέχει και τον φροντίζει με τρυφερότητα;

ΑΠ.: Μετά τον θάνατο της κόρης της, η Όλγα αφιερώνεται στο ζώο, του φέρεται με τη στοργή που δεν μπορεί να δείξει στο παιδί της, μια συμπεριφορά που ο ελέφαντας, ζώο με ιδιαίτερη ευφυΐα, αντιλαμβάνεται και αντιδρά ανάλογα. Με τον καιρό η σχέση τους έχει αρχίσει να θυμίζει στη γυναίκα κάτι από τη σχέση με το παιδί της.

ΕΡ.: Ο μικρός πρόσφυγας, ο Δαμιανός και η Όλγα σιγά-σιγά μοιάζουν σαν να είναι αγκιστρωμένοι στον γιατρό. Γιατί το κάνουν αυτό; Ποια όμως είναι η στάση του γιατρού απέναντί τους;

ΑΠ.: Ίσως γιατί ο γιατρός μοιάζει να έχει έναν καθαρό στόχο, δεν δείχνει να τυραννιέται από αμφιβολίες και ενοχές όπως αυτοί, δίνει την εντύπωση ανθρώπου που ξέρει τι θέλει και έχει ψυχικά την ικανότητα να το πετύχει, μια συμπεριφορά που τον κάνει ενστικτωδώς ελκυστικό απέναντι στους άλλους, έναν γιατρό της ψυχής τους. Η πραγματικότητα βέβαια είναι πολύ διαφορετική, ο γιατρός υποφέρει όσο και αυτοί, για τους δικούς του λόγους. Έχει ενοχές γιατον άνθρωπο που οδήγησε στον πνιγμό, ο εγωισμός τον κάνει να αγνοεί το αγόρι που έσωσε στη θάλασσα, η περηφάνια τον κάνει να νιώθει ταπεινωμένος οπότε ζητάει τη βοήθεια του ιδιοκτήτη του τσίρκου και η ανάγκη για συντροφιά τον οδηγεί σε μια παθιασμένη προσκόλληση στη σύζυγο του ευεργέτη του.

ΕΡ.: Η Όλγα γοητεύει τον γιατρό που μοιάζει να θέλει πολύ αυτή τη σχέση. Μπορεί μια τέτοια σχέση να έχει συνέχεια;

ΑΠ.: Δυστυχώς και οι δύο τους έχουν φτάσει σε διαφορετικά προσωπικά αδιέξοδα, από τα οποία δεν μπορούν να βγουν εύκολα, και σίγουρα όχι μέσα στον περιορισμό χρόνο που περνούν μαζί, όταν υπάρχουν άλλωστε και τα εμπόδια της ξένης γλώσσας, της διαφορετικής νοοτροπίας, της καχυποψίας του ενός απέναντι στον άλλο και φυσικά της συνεχής παρουσίας των άλλων ηρώων.

ΕΡ.: Γιατί τα διλήμματα και οι αποφάσεις των ηρώων δημιουργούν διαρκείς εντάσεις, κορυφώσεις και ανατροπές στο μυθιστόρημα;

ΑΠ.: Το γεγονός ότι οι ήρωες ζουν τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο, σε τροχόσπιτα στον καταυλισμό ενός τσίρκου, τους αναγκάζει σε συχνή επαφή μεταξύ τους, δεν τους επιτρέπει να έχουν την ιδιωτική ζωή κάποιου που ζει σε μια πόλη, με συνέπεια οι πράξεις τους, τα συναισθήματα, τα μυστικά, τα πάθη τους να γίνονται αντιληπτά από τους άλλους. Παράλληλα, επειδή είναι από άλλες χώρες, έχουν διαφορετική κουλτούρα και αξίες, και είτε δεν μιλούν τη γλώσσα ο ένας του άλλου, όπως στην περίπτωση του μικρού Τζαμίλ, είτε επικοινωνούν στα αγγλικά που δεν είναι η μητρική τους γλώσσα, οι παρεξηγήσεις προκαλούν παρερμηνείες που τελικά αποδεικνύονται τραγικές.

ΕΡ.: Στο διάστημα αυτό έρχονται κι άλλοι πρόσφυγες στο νησί. Μοιάζουν να ψάχνουν το φως της απόδρασης από την απελπισία. Κάποιοι είναι διορατικοί, οι υπόλοιποι όμως τι θα κάνουν;

ΑΠ.: Σε τέτοιες ακραίες περιπτώσεις, όπως ο πόλεμος και η προσφυγική εμπειρία, υποθέτω πως η ανθρώπινη συμπεριφορά τείνει να οδηγείται περισσότερο από το ένστικτο παρά τη λογική, τους ηθικούς κανόνες, τον καθωσπρεπισμό κλπ. Οι πιο ψυχικά δυνατοί ανάμεσά μας –δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε μέχρι να βρεθούμε σε τέτοιες καταστάσεις– καταφέρνουν να επιβληθούν στα χειρότερα ένστικτα και τις αδυναμίες τους και ενεργούν αποφασιστικά, με γνώμονα τη λογική και την αξιοπρέπεια. Οι υπόλοιποι δρουν εγωιστικά, συχνά και άνομα ή, εξαντλημένοι, παραδίδονται στην απελπισία και αφήνουν να παρασυρθούν από το ρεύμα των καταστάσεων. Αν επιβιώσουν θα είναι από τύχη, ή με τη βοήθεια οργανισμών όπως ο Ερυθρός Σταυρός, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ κλπ., που ο ρόλος τους είναι κρίσιμος σε τέτοιες περιπτώσεις.

ΕΡ.: Στο βιβλίο σας το ανθρωπιστικό ζήτημα μετατίθεται κυρίως στους ίδιους τους πρόσφυγες και αφορά τις ηθικές τους επιλογές. Μπορεί να διαμορφωθεί η έννοια της ηθικής όταν ένας άνθρωπος είναι πολύ κοντά στον χαμό του;

ΑΠ.: Πράγματι, όπως είπαμε και προηγούμενα, οι ηθικές αξίες σε τέτοιες περιπτώσεις περνούν σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τη επιβίωση, αλλά δεν είναι, πιστεύω, ασήμαντος παράγοντας. Το μυθιστόρημα, ως λογοτεχνικό είδος, είναι πέρα από τη δημοσιογραφία, το χρονικό και την αυτοβιογραφία μια καλή ευκαιρία να εξετάσει κανένας σε μεγαλύτερο βάθος, πιο παραστατικά, στις πολλές αποχρώσεις και αντιφάσεις τους, τις συνέπειες αυτής της τραγωδίας στην ηθική συμπεριφορά. Έχει γίνει – και ακόμα γίνεται – για το Ολοκαύτωμα και άλλες ζοφερές στιγμές της Ιστορίας.

ΕΡ.: Τι θα προτείνατε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξη σας;

ΑΠ.: Ελπίζω να τους οδηγήσει να ξεφυλλίσουν το βιβλίο και αν το διαβάσουν αν βρουν το θέμα του ενδιαφέρον να μην ξεχνούν πως έχοντας βασιστεί στη φαντασία μου για να το γράψω, είναι κατ’ ουσίαν ένας μύθος εμπνευσμένος από το προσφυγικό ζήτημα και όχι μια απόλυτα ρεαλιστική απεικόνιση της παρούσας κατάστασης. Είναι και ο λόγος που δεν το έχω τοποθετήσει χρονικά συγκεκριμένα στις μέρες μας, ούτε γεωγραφικά στην Ελλάδα, αλλά σε ένα ανώνυμο νησί. Εύχομαι να βρουν σε αυτό κάτι που να τους κάνει να αναρωτηθούν για κάποια πράγματα. Αν έχω κάνει καλά τη δουλειά μου, δεν θα βρουν τις απαντήσεις στις σελίδες του βιβλίου. Αυτό θα είναι η δική τους δουλειά.