Συνέντευξη του Πάνου Νιαβή στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Ποιο ήταν ο έναυσμα για να γράψετε το μυθιστόρημα «Δέκα πόντους μαύρο χιόνι», εκδόσεις Αρμός;
Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Η φόρμα γραφής του είναι ο μαγικός ρεαλισμός. Ο Γενέθλιος τόπος μου, ο Μάραθος Ευρυτανίας, είναι ένας μικρός τόπος που βρέθηκε στον πυρήνα των μαχών στη διάρκεια του εμφυλίου. Ο οποίος ποτίστηκε με αδελφικό αίμα, βίωσε πόνο, το μίσος θέριεψε, οι απώλειες έντυσαν στα μαύρα, μάνες, γυναίκες, αδερφές, και τις φόρτωσαν με μια ισόβια λύπη! Έχω ισχυρές αναμνήσεις από τα μοιρολόγια τους γραμμένα στις εσοχές της παιδικής μου ηλικίας. Οι ίδιες όμως πορεύτηκαν με αγιάτρευτες πληγές το υπόλοιπο του βίου τους, ως ασήμαντες παράπλευρες απώλειες μιας αχρείαστης σύγκρουσης, στη μεγάλη ιστορική εικόνα.
Στα πρώιμα χρόνια τηςμου, οι χαμηλόφωνες συζητήσεις νικητών και ηττημένων αλλά κυρίως «οι άηχες φωνές» των αδικοσκοτωμένων, που αχνοδιάβεναν μες τους θολούς καθρέφτες των ενήλικων ιστορήσεων, φαίνεται πως ενστάλαξαν μέσα μου ένα μυθιστορηματικό υπόβαθρο και τις διαφύλαξα ως νοσταλγικά ενθυμήματα κι άλλοτε σαν εξομολογήσεις του πεπρωμένου τους.Ο χρόνος κι ο καιρός που γιατρεύει τα πάντα, μαζί με τις οριστικές απώλειες εκείνων των ανθρώπων, με οδήγησαν στην απόφαση να μιλήσω για χάρη τους, καθώς ένιωθα πως το θρόισμα της Λήθης θα τα σκεπάσει όλα, οριστικά και αμετάκλητα.
Ο τίτλος «Δέκα πόντους μαύρο χιόνι», είναι συμβολικός ή δηλώνεικάτι κυριολεκτικά;
Υποψιάζομαι πως η γοητεία του Μαύρου ανάγεται στη σφαίρα της ψυχολογίας και δεν είμαι ειδικός να δώσω επαρκή εξήγηση.
Κι επειδή το Μαύρο είναι το χρώμα που δεν αντανακλά το Φως, η Δασιά του μυθιστορήματος, είναι ντυμένη σε μαύρες αποχρώσεις εσωτερικά και εξωτερικά, αφού «έζησε» μια ζωή διαλυμένη από τις εξελίξεις και τις εξωγενείς παρεμβάσεις υποθέσεων που δεν ήταν δικές της . Είναιφυσικό, λοιπόν, πως η ζωή της δεν θα μπορούσε να αντανακλά καμιά απόχρωση χαράς φωτισμένη από αμεριμνησία, ή από τη λευκή αθωότητα του λευκού χιονιού,μιας συνηθισμένης ζωής.
Επιπλέον η ουσία του συμβολισμού, του μαύρου χιονιού, δεν αποκαλύπτεται στον αναγνώστη παρά μόνο στην τελευταία πρόταση του μυθιστορήματος…
Ηρωίδα του μυθιστορήματος είναι η Δασιά. Πώς διαλέξατε αυτό τον χαρακτήρα; Τι γυναίκα είναι η Δασιά;
Δημιούργησα μια λογοτεχνική περσόνα, όμορφη, ερωτική με το ζωώδη τρόπο του ενστίκτου.
Στις σκληρές συνθήκες πολέμου, κατοχής, εμφυλίου, που εξελίσσεται η ιστορία μου, η Πείνα και το ένστικτο επιβίωσης καθορίζει αποφασιστικά τη ζωή μιας νεαρής χήρας, σαν αυτές τις γυναίκες που καταφτάνουν στη χώρα μας τούτους καιρούς, από άλλες επικράτειες εκεί που οι γυναίκες παραμένουν ακόμη Res, και μπορεί να πεθαίνουν για μια μαντήλα, σύμβολο της ανδρικής επιβολής στον γυναικείο πληθυσμό, για ένα βλέμμα, ένα χαμόγελο.
Την έβαλα γριά και ετοιμοθάνατη σε ένα επαρχιακό γηροκομείο να συνομιλεί με το Θεό και την καταγράφει η εγγονή της, απολογούμενη για τα κρίματα, τις αμαρτίες και τα ανομήματά της. Είναι μια Παπαδιαμαντική ηρωίδα, φόνισσα η ίδια, κι εκεί που ιστορεί, την ίδια στιγμή βυθίζεται στα ρηχά του ύπνου, όπου παραληρεί ή παραμιλάει και ο αναγνώστης δεν ξέρει τι είναι αφήγηση και τι ονειρικό παραλήρημα.
Πώς καταφέρνει η Δασιά να βυθίσει το μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο και να φωτίσει άγνωστα περιστατικά της ζωής της;
Η οπτική των χορτασμένων είναι ελλειμματική για την ύπαρξη των πεινασμένων. Η διαδρομή της Δασιάς ήταν μια κακοτράχαλη διαδρομή σε ξυπόλητους δρόμους στρωμένους αγκάθια. Έσφαλε, αμάρτησε, παρεκτράπηκε, αδίκησε αδικημένη, σκότωσε, θηρίο ανήμερο πορεύτηκε μες τη σκοτεινή σύγχυση της προσωπικής της κόλασης, και φτάνοντας στο τέλος της διαδρομής της με τον σφυγμό του προσωπικού της Χρόνου να εξασθενεί δραματικά, φώτισε με ιλαρό φως την ερεβώδη ζωή της ζητώντας από το Θεό της συγχώρεση στα ύστερα του βίου της.
Μεγάλωσε γεννημένη στη φτώχεια και δεν έσκυψε το κεφάλι στα προβλήματα που αντιμετώπισε. Έχασε τον άντρα της Γία , θρήνησε τον αδελφό της που σκοτώθηκε στην Αλβανία. Πώς άντεξε και ανταπεξήλθε στις δυσκολίες της;
Η ζωή είναι ανίκητη! Αναλογιζόμενοι πως λαοί, σήμερα, που βιώνουν πολέμους ή εμφυλίους, φέρνουν στο κόσμο πολλά παιδιά και δεν πτοούνται. Η Ύπαρξη κάτω από οιασδήποτε συνθήκες είναι ιερό απόκτημα, και δεν πρέπει να παραιτείται μπροστά σε κάθε είδους δυσκολία.
Παράλληλα γράφετε για τον πόλεμο, τους Ιταλούς τους Γερμανούς και τον Εμφύλιο. Γιατί προτιμήσατε να γράψετε για αυτές τις περιόδους;
Πήρα μια θαμπή εικόνα από τον ιστορικό και τον κοινωνικό καθρέφτη, και κάνω μια απόπειρα να την καθαρίσω από τις κομματικές σκοπιμότητες νικητών και ηττημένων. Γιατί προσωπικές υποθέσεις ντύθηκαν ιδεολογικές λεοντές για να κανονιστούν με τη βία υποθέσεις για ένα κομμάτι γη, για μια ηθική προσβολή ή για ένα κλεμμένο ζώο. Είναι εν κατακλείδι ένα να βιβλίο για τους ηττημένους και των δύο πλευρών,για όσους χαράμισαν τις ζωές τους για υποθέσεις που δεν ήταν δικές τους…
Ο αναγνώστης που διαβάζει το μυθιστόρημα εντυπωσιάζεται από την επιλογή του ύφους και της τεχνοτροπίας. Πώς καταφέρνετε να γοητεύσετε τον αναγνώστη;
Εικάζω πως αν βάλω το χέρι μου κοντά σε ένα αναμμένο κερί η σκιά του στον τοίχο θα είναι υπερφυσική και απατηλή. Επέλεξα ακριβώς το αντίστροφο. Οι λέξεις που επέλεξα να είναι φορτωμένες αλήθεια με τρόπο αφτιασίδωτο, ώστε να μην ακκίζονται λογοτεχνικά, αλλά να χαράζουν και να ματώνουν, την αμεριμνησία του αναγνώστη.
Σε μια από τις συνεντεύξεις που δώσατε μας προτείνατε να πάρουμε την ηρωίδα την Δασιά και να την βάλουμε στην ευρύχωρη αγκαλιά της συγγνώμης μας. Μπορείτε να αιτιολογήσετε την άποψή σας;
Θα ήθελα οι αναγνώστες μας για λίγο να αναλογιστούν, τα δραματικά ίχνη που άφησε ο εμφύλιος σπαραγμός, να σκεφτούν πως ο φανατισμός και το μίσος τυφλώνει. Επιθυμώ να ανοίξουν τα χέρια τους να χωρέσει η ιστορική εποχή ενσαρκωμένη στο πρόσωπο της Δασιάς, να την αγκαλιάσουν κι ας γδαρθούν τα πιστεύω, οι ιδεολογικές βεβαιότητες, και ας ματώσει η ευδαιμονία και ας ριγήσει η ακύμαντη λίμνη των εξιδανικευμένων πεποιθήσεων μιας εποχής,ας το πούμε ένα νοητό συλλείτουργο για τους ρημαγμένους και των δυο πλευρών που κείτονται στην ιστορική αφάνεια, σκεπασμένοι από τη σκόνη της Λήθης τους.Παίρνοντας τη Δασιά και την κάθε Δασιά, μες την στην ευρυχωρία της κατανόησης και της συγνώμης μας, όπως αξίζει σε κάθε αποσυνάγωγο, θυμίζοντάς σας πως ζούμε σε μια κυνική και ύπουλη εποχή των τηλεδικών της πρωινής τηλεόρασης αλλά κυρίως της επίπλαστης καλοσύνης των socialmedia…
Σας ευχαριστώ