Τα επίχειρα των εκλογών
Γράφει ο Χρήστος Τούμπουρος
(Προς το παρόν χαιρετίσματα από τα Τζουμέρκα)
Η κοινή γνώμη, η συνισταμένη των απόψεων και αντιλήψεων που επικρατούν σε μια κοινωνία. Οι απόψεις αυτές δεν επιμερίζονται εδώ και εκεί, σε τούτους ή τους άλλους. Αφορούν τους πάντες και αναφέρονται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του Έλληνα. Για οτιδήποτε μία ήταν η σκέψη. «Να μη γίνουμε σουργούν’ στ’ν κοινωνία, να ‘χουμε το κούτελο καθαρό». Κατά τα άλλα: «Θα μας βολέψ’ ο βουλευτής». Και το βόλεμα γινόταν με το περίφημο: «Κατόπιν ενεργειών μου».
Παράλληλα συμπορεύονταν και συμπορεύεται η πολιτική ουδετερότητα. Η θεώρηση δηλαδή της σχέσης μεταξύ Πολιτείας και Κοινωνίας ως σχέση αντιθετική. «Τι με νοιάζει εμένα; Εγώ κοιτάω τη δουλειά μου.» Δούλεψαν καλά οι σκαπανείς της πολιτικής αφασίας. Μαζοποιημένος – χυλός ο λαός (όταν είναι), τότε εμείς επιπλέουμε… καβαλάρηδες και αρχηγοί. «Άπιαστα πουλιά, πέντε τον παρά».
Και προς επαλήθευση πάντων τούτων, να και ο κοινωνικός αυτοματισμός! «Τόσα παίρνεις παραπάνω, να καεί το σπίτι σου, να ψοφήσει η κατσίκα σου, να χάσεις τα υπάρχοντά σου». Είναι μια εξελιγμένη μορφή του δόγματος «Διαίρει και βασίλευε». Ποιος να μιλήσει για πολιτική συνείδηση και ποιος να καταλάβει πως «πιο πέρα καίγεται ένα σπίτι, ύστερα ένα άλλο και τελικά το δικό σου».
Το δικό σου και το δικό μου, των ιδίων και της πόλης. «Μαζί τα φάγαμε, χώρια τα αρπάξαμε!» (Τα είπε ο Θοδωρής αυτά. Τού τα είπε όμως πριν πολλά χρόνια ο Βάρναλης. Λες και τον ζωγράφιζε. «Παραπάτησε και μπλουμ!/πέφτει σ’ ανοιχτό λαγούμι./Χαχανίζει ν’ απορείς και φωνάζει απανωτά:/— Δε λερώθ’κε ο Θοδωρής,/λερωθήκαν τα σκατά!»)
Και μαζί με το μπουμπουνητό φτάνει και ο Μεσσίας. Καθισμένος σε μπάλες από τριφύλλι (όταν μιλάει στους αγρότες), ανεβασμένος σε τρακτέρ ή ακόμη και σε ημιόνους, χοραμπ’δώντας σαν αγριοκάτσικο στα πανηγύρια, συντετριμμένος «επί κοινωνικής» συμφοράς και θρηνολογώντας σαν Μανιάτισσα μοιρολογίστρα, τάζων και υποσχόμενος στα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Επιθέσεως σε βάρος της νοημοσύνης του λαού) και χαιρετώντας τις κούκλες στις βιτρίνες και ακουρμαίνοντας τους πάντες και τα πάντα!!! Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά του πολιτικού ηγέτη.
Στην πολιτική σκηνή προστίθενται και οι χειροκροτητές. Οι κολαούζοι και τα υποπόδια, αυτοί που ακολουθούν το δόγμα «έρποντας και γλείφοντας φτάνεις παντού», με ευλύγιστη μέση (από πλαστελίνη) και επιδερμίδα από καλώδιο, για να μην επηρεάζεται από τυχόν συναίσθημα και να μην κοκκινίζει… «Χωρίς την ανισότητα,/ πώς θα ‘ταν δικιοσύνη,/ χωρίς τον άγιο πόλεμο,/πώς θα ‘ταν καλοσύνη!/ Φρόνιμα και ταχτικά/πάω μ’ κείνον που νικά» Κ. Βάρναλης
Ο θαυμασμός της δύναμης! Ηθικές αξίες στην πυρά, ιδεολογία στον γκρεμό, πολιτική συνείδηση είναι για τους χαζούς, ιδεολογική καθαρότητα, καλά είμαστε κι έτσι δε χρειάζεται, θαυμασμός στα μπράτσα, αφού οι μπρατσαδόροι θα μας λύσουν όλα τα προβλήματα, ο κοινωνικός αυτοματισμός καλά κρατεί, και η πολιτική ανθοφορία έχοντας ως λίπασμα την άγνοια της ιστορίας προωθεί το τέρας του φασισμού.
Και στην απέναντι όχθη απλώσαμε την απόχη και μαζέψαμε όλα τα διαλεούρια, όλα τα ορφανά που τα απόρριξε η προηγούμενη πολιτική δεκαετία, για χίλιους δυο λόγους, τους ανέστιους και κωλωτουμπίζοντες χωρίς κανένα φραγμό και καμιά συστολή. Λες κι όλο λες και δεν μας λες, τι λες μ’ αυτά που λες. Άντε να βγάλει κάποιος νόημα! Μπουρδουκλώνεται!
«Ζητείται ελπίς» για ανθρώπους που ζουν στην απόγνωση, στην υπαρξιακή μοναξιά, χωρίς ανθρώπινες σχέσεις, χωρίς πολιτική συνείδηση, καταχωμένοι στο ιδεολογικό τους τραλαλά. Για ανθρώπους που έναν θεό πιστεύουν και έναν προφήτη προσκυνούν. Το χρήμα. Και γι’ αυτό έχουν ως μόνιμο αξίωμα ζωής: «Να ‘σουνα κλέφτης στα βουνά, /φονιάς μέσα στην πόλη,/σπιούνος και ψευδομάρτυρας/ θα σε τιμούσαν όλοι./ «Σαν τον Βαραβά και σένα/ όλα σου συμπαθημένα»» Κώστας Βάρναλης
«Ζητείται ελπίς» για όλους όσοι βρίσκονται και τραμπαλίζονται από την κραιπάλη της μαζικής αποχαύνωσης και του ιδεολογικού ευνουχισμού, που τους έκαναν «το βίο αβίωτο».
«Ζητείται ελπίς» κι ας είναι γερανός ολόκληρος για να σηκώσει τους «καθεύδοντας», τους καναπεδάτους που στράβωσαν τις καρέκλες μπροστά στην οθόνη ακούγοντας τόσα και τόσους…
Να σηκωθούν και να αιτήσουν παντοιοτρόπως «να ξαναπάρουμε τη ζωή στα χέρια μας».
Υπάρχει ελπίδα. Από εμάς εξαρτάται. «Ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει/η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του άνθρωπου (…)» Γιάννης Ρίτσος