«Τα Πάθη των Εβραίων» του Γιώργου Κοτζιούλα
Με τη ματιά του Κώστα Μιχαλάκη
Γράφει ο Δημήτρης Βλαχοπάνος
Άνθρωποι όμορφοι μες στη θυσία τους, Άνθρωποι.
Ένας μεγάλος καταυλισμός είναι η έννοια της αρετής.
Νικηφόρος Βρεττάκος, Διαμαρτυρία
Είναι ευτύχημα που ανήσυχα κι άγρυπνα πνεύματα σαν τον φιλόλογο Κώστα Μιχαλάκη επιμένουν να κρατούν ανοιχτό το δρόμο που μας γυρίζει στα περασμένα και να ρίχνουν κάτι απ’ το φως της ψυχής τους σ’ αυτόν, με την πεποίθηση πως δε γίνεται να πας με βεβαιότητα και αξιοπρέπεια μπροστά χωρίς να στρέφεις το βλέμμα σου πίσω.
Στο βιβλίο του με τίτλο «Τα πάθη των Εβραίων» του Γιώργου Κοτζιούλα και υπότιτλο «Ένα μονόπρακτο με μεγάλη αξία», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΕΠΕΚΕΙΝΑ, Τρίκαλα 2020, με πρόλογο του καθηγητή και συγγραφέα Λέοντος Α. Ναρ, ο Κώστας Μιχαλάκης, ανασύροντας τη σύντομη αλλά ιδιαίτερη ιστορία «Τα πάθη των Εβραίων», όπως καταχωρίστηκε ως μονόπρακτο έργο στο βιβλίο του Γιώργου Κοτζιούλα «Θέατρο στα βουνά», δε συνεισφέρει απλά στη γνώση της πιο ταραγμένης εποχής του περασμένου αιώνα: την περίοδο της τριπλής κατοχής και της Αντίστασης των Ελλήνων• ούτε προτίθεται να μας κάνει να συμπαθήσουμε τους Εβραίους, ξαναδιαβάζοντας την τραγική τους ιστορία, και να καταγγείλουμε τη ναζιστική βία, κάτι που έχει ασφαλώς τη δική του αξία.
Αυτό που έχει ξεχωριστή, τόσο για τον συγγραφέα όσο και για τον αναγνώστη, σημασία είναι η αίσθηση πως μορφές οι οποίες χάραξαν με τη δράση τους και τον εμπνευσμένο, καθώς ο Γιώργος Κοτζιούλας, λόγο τους την εποχή της τραγωδίας και του θριάμβου των Ελλήνων, εξακολουθούν να ψιθυρίζουν μέσα μας μικρές λαμπερές αλήθειες που αντέχουν στο χρόνο και πείθουν πως δεν έδωσαν ματαίως τη μάχη για την υλική και πνευματική απελευθέρωση των Ελλήνων από κάθε ξενικό και εσωτερικό ζυγό.
Μπορεί ο σκληρός αγώνας του Κοτζιούλα και χιλιάδων άλλων ρομαντικών οραματιστών της νέας Ελλάδας να μην έφερε το αποτέλεσμα που φλόγιζε τις ψυχές τους. Μπορεί να ήρθαν τα πράγματα ανάποδα και να γνώρισαν, λόγω αυτού του αγώνα και λόγω ακριβώς αυτού του οράματος, τον κατατρεγμό και τις διώξεις. Πορεύτηκαν, ωστόσο, και έζησαν –όσο άντεξαν κι έζησαν– μέσα στην ένταση της μετεμφυλιακής εποχής με ήρεμη τη συνείδησή τους πως έπραξαν αυτό που όφειλαν ως πατριώτες να πράξουν και πρόσφεραν αυτό που χρωστούσαν ως πνευματικοί άνθρωποι να προσφέρουν στον ελληνικό λαό.
Αλλά το τέλος αυτής της δραματικής δεκαετίας του ’40 δε σήμανε και το τέλος του αγώνα. Ο Κοτζιούλας έχει τη δύναμη, μέσα στα εφιαλτικά τοπία και τα πέτρινα χρόνια που ακολούθησαν, «να υψώσει μια γνήσια λυρική φωνή, αδιαπραγμάτευτη στον προσωπικό της τόνο και ανυποχώρητη μπροστά στη ζωντανή μνήμη των εικόνων της πατρίδας του», σημειώνει ο Ηλίας Κεφάλας σε κείμενο που έγραψε το 2002 και καταχωρίζει ο συγγραφέας στις πρώτες σελίδες του βιβλίου.
Βαθύς γνώστης της δεκαετίας του ’40 και ερευνητής της ιστορίας των Ελλήνων Εβραίων, ο Κώστας Μιχαλάκης βάζει τα πράγματα στη θέση τους, επισημαίνοντας πως «η Αντίσταση δεν ήταν μόνο οι πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των κατακτητών, οι πράξεις σαμποτάζ και η γενναία στάση όσων αντιμετώπιζαν το εκτελεστικό απόσπασμα.
Αντίσταση ήταν και η προσπάθεια να σωθεί από την πείνα ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού, να υπάρξει ισονομία μεταξύ των κατοίκων των απελευθερωμένων περιοχών και να ανέβει το πολιτιστικό επίπεδο των κατοίκων της υπαίθρου». Και μέσα σ’ αυτή τη μικρή πολιτιστική άνοιξη του βουνού καθοριστικός και ανεξίτηλος έμεινε ο λόγος του Γιώργου Κοτζιούλα.
Ο Κώστας Μιχαλάκης εκτελεί με συνέπεια αυτό που του υπαγορεύει η ψυχή του: ως επιστήμονας και παιδαγωγός, ως ερευνητής στο θέμα του εβραϊκού ολοκαυτώματος και ως ερασιτέχνης ηθοποιός, βάζει το δάχτυλο στην πληγή –μέρες που είναι– και στέλνει το μήνυμα πως δεν τελειώσαμε ούτε με τον ναζισμό και τον φασισμό ούτε με την ιστορία της αντίστασης των Ελλήνων εναντίον τους ούτε με τους αγωνιστές εκείνους που έγραψαν με το αίμα τους, τις αλλεπάλληλες θυσίες τους και την πένα τους το έπος της Εθνικής μας Αντίστασης.
Κι ανάμεσα σ’ αυτούς είναι εξόχως σημαντική η θέση που κατέχει και ο εκ Πλατανούσας Ιωαννίνων φιλόλογος και ποιητής Γιώργος Κοτζιούλας, ο οποίος άφησε ως πολύτιμη κληρονομιά για την εποχή αυτή, εκτός από το μνημειώδες έργο του «Θέατρο στα βουνά», και την εξαιρετική μονογραφία του «Όταν ήμουν με τον Άρη».
Μέσα από το κείμενο που επικαιροποιεί ο Κώστας Μιχαλάκης, αναδεικνύεται από τη μια ο ταξικός χαρακτήρας και της εβραϊκής κοινότητας, αλλά και η αναγκαιότητα συμμετοχής, από την άλλη, των Ελλήνων Εβραίων στην Εθνική Αντίσταση. Ταυτόχρονα, όμως, ο συγγραφέας αποθησαυρίζει κάποιες ιδιαίτερα ευαίσθητες στιγμές του Κοτζιούλα μέσα στη φωτιά της κατοχής και του αντάρτικου, αλλά και μέσα στο στοχασμό των πνευματικών ανθρώπων της εποχής του, που γνώρισαν τον ίδιο και το έργο του και διατυπώνουν τη γνώμη τους γι’ αυτό, όπως η Έλλη Αλεξίου, ο Βασίλης Ρώτας, η Λιλίκα Νάκου, ο Κώστας Μουτζούρης κλπ.
Θαρρώ πως όσοι κρατάμε μέσα μας λίγη από τη σπίθα των μαχητών της Ελεύθερης Ελλάδας του Βουνού, ομολογούμε πως έχουμε να διανύσουμε πολύ δρόμο ακόμη και να συναντηθούμε σε πολλά σταυροδρόμια με την παλικαριά και την ευγένεια όσων δε λογάριασαν τη ζωή τους και μπήκαν μες στη φωτιά για την κοινωνική απελευθέρωση και την πολιτιστική αναγέννηση. Και ο Κώστας Μιχαλάκης βρίσκεται εν κινήσει και εν δράσει στο δρόμο αυτό.