Τα Πάθη των παθών μας
Γράφει ο Χρίστος Α. Τούμπουρος
Κάθε χρόνο χρονιάρες ημέρες, ειδικά την Μεγάλη Παρασκευή κάθομαι μέσα, «λεχωνιάζω» λέει η γυναίκα μου, και περιμένω. Περιμένω μέχρι να έρθουν τα Λαζαρούδια να μού πουν τον Λάζαρο. Μαζεύω από την προηγούμενη ημέρα λιανώματα τα χωρίζω σε αξία και τα μοιράζω ισόποσα σε πέντε με έξι ομάδες. Η γυναίκα μου, μού είπε κάποτε περιπαικτικά. «Εκεί θα σού μείνουν. Δεν έρχονται πλέον τα παιδάκια. Σιγά μην έρθουν. Πάνε για φραπέ…» Με γκαντέμιασε αληθινά. Δεν ήρθε κανένα παιδάκι, να μού πει τον Λάζαρο. Άκουσε τον ανήκουστο. Την άλλη χρονιά ήρθαν κάμποσες ομάδες. Εγώ το καταχάρηκα. Νόμισα πως πλέον το έθιμο τηρείται απαρέγκλιτα. Και από τη χαρά μου, έλεγα και εγώ το Λάζαρο μαζί με τα παιδιά. Τον έλεγα, έτσι όπως ακριβώς πριν από μισό και βάλε αιώνα.
Μισός αιώνας! Από τότε που τρέχαμε μικρά παιδιά και «οργώναμε» αληθινά το χωριό, για να πούμε τα Πάθη, μέχρι σήμερα που περιμένουμε τα παιδιά για να μας τα πούνε. Μια διαδρομή, ένας αγώνας για την ανάσταση. Μια ανάσταση, που ας την πούμε κοινωνική καταξίωση ή προκοπή ή μπορούμε να την πούμε πρόοδο της ανθρωπότητας και πολιτισμός. Μισός αιώνας, λοιπόν δημιουργίας και τεχνολογικής εξέλιξης, νίκης κατά των αδυναμιών του ανθρώπου, Ανάστασης και ανθρωπισμού!
«Μάς τα είπαν» τα Πάθη. Μάς τα λένε καθημερινά. Τι σχέση έχει, αν αντί για τρίγωνα η «πολιτισμένη ανθρωπότητα» κατέχει και ρίχνει βόμβες ουρανίου, πυρηνικές, «ατομικές» ή «οικουμενικής καταστροφής». Ακόμη καθόλου δεν διαφέρει πως τα πάθη αφορούν άλλους λαούς ή ότι τα υφίστανται οι λαοί αυτοί για «ανθρωπιστικούς» φυσικά λόγους ή προς παγίωση της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού. Περισσότερο δεν διαφέρει καθόλου το γεγονός ότι δεν αναγγέλλονται τα Πάθη από τις χαρούμενες φωνές των παιδιών, αλλά από το θανατηφόρο κροτάλισμα βομβών που οι «ηγήτορες» διατάζουν και οι εκτελεστές τις ρίχνουν επί ανθρώπων παραβιάζοντας ή και «βιάζοντας» κάθε έννοια Ανάστασης και πολιτισμού.
Τα λέμε και εμείς τα πάθη. Καθημερινά. Τα ακούμε, τα νιώθουμε; Είναι άλλο θέμα ότι τα «βιώνουν» άλλοι λαοί, άλλες ψυχές… που «τους ξετομαριάζουν» αληθινά… «Μακριά από εμάς». Δεν ακούμε τίποτε. Κι ας φωνάζει ο ποιητής. «Άκου τα σήμαντρα/των εξοχικών εκκλησιών./Φτάνουν από πολύ μακριά/από πολύ βαθιά./Απ’ τα χείλη των παιδιών/απ’ την άγνοια των χελιδονιών…» Γιάννης, Ριτσος, «Εαρινή Συμφωνία». Είναι αδύναμη η φωνή τους. Είναι-νομίζουμε- μακριά. Δεν μας αφορά. Εμείς έχουμε άλλα βάσανα και μας κατατρώγουν άλλοι προβληματισμοί.
Διατυπώνουμε μεγαλοβδομαδιάτικα τον έντονο προβληματισμό μας και τα αγωνιώδη ερωτήματα αν αγοράσαμε το αρνί, αν είναι ελληνικό ή εισαγόμενο, αν έχουμε επάρκεια ζαρζαβατικών και πού θα ψήσουμε τον οβελία. Άσχετα, αν ψήνονται δίπλα μας λαοί και απανθρακώνεται κάθε έννοια πολιτισμού και ανθρωπιάς και η Ανάσταση, κάθε Ανάσταση, μυρίζει καμένο ανθρώπινο σώμα…
Ποιος να συλλογιστεί και σε ποιον να κατακυριεύσει η επιθυμία να δρασκελίσει την αιωνιότητα και να ζήσει ως άμεσο παρόν την ανάσταση για να εξαγνιστεί στα καθαρτήρια νάματα της ανθρωπιάς και της καταξίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης. «Μην είδατε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;» Καμιά ομορφιά δεν μπορούμε να απιθώσουμε πουθενά, κανένας ανθρώπινος παλμός δεν ξυπνά την αγάπη, καμιά δοκιμασία δεν φλογίζει τα σωθικά μας και καμιά Κοιλάδα δεν ανθίζει και δεν μοσχοβολά ΑΝΘΡΩΠΟ. Μέσα στον καθημερινό τουφεκισμό σκέψεων, ιδεών, απόψεων και φυσικά ανθρώπων, καταθάψαμε και την ανθρώπινη ύπαρξή μας. Εμείς… Άρα, δική μας και η Ανάσταση. Από εμάς εξαρτάται…