Τεύκρος Μιχαηλίδης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
O Τεύκρος Μιχαηλίδης είναι Κύπριος μαθηματικός και συγγραφέας, που δραστηριοποιείται στον χώρο της «μαθηματικής μυθοπλασίας». Έχει εκδώσει έξι μυθιστορήματα, μία συλλογή αστυνομικών διηγημάτων, τρία βιβλία επιστημονικής εκλαΐκευσης και δέκα διδακτικά βιβλία μαθηματικών. Επίσης, έχει συμμετάσχει με διηγήματά του σε πολλούς συλλογικούς τόμους. Κατά καιρούς έχει συνεργαστεί με πολλές ελληνικές εφημερίδες δημοσιεύοντας άρθρα και διηγήματα. Υπήρξε τακτικός συνεργάτης του ηλεκτρονικού περιοδικού Χάρτης και είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Πολάρ. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε οκτώ ξένες γλώσσες. Το μυθιστόρημά του Αχμές, ο γιος του φεγγαριού έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η κινηματογραφική ταινία Έτερος εγώ είναι βασισμένη στο διήγημά του «Περίπτωσις αυτοδικίας» και στηρίζεται στις ιδιότητες των φίλιων αριθμών. Έχει μεταφράσει από τα αγγλικά και τα γαλλικά 48 βιβλία σχετικά με τα μαθηματικά και την ιστορία των επιστημών. Το 2012 παρουσίασε στην ΕΡΤ την εκπομπή «Ο γύρος του κόσμου με 80 βιβλία» (26 επεισόδια) με στόχο την καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας σε παιδιά και εφήβους. Το 2006 η Γαλλική Δημοκρατία τού απένειμε τον τίτλο του Chevalierdansl’Ordre des PalmesAcadémiques. Είναι ιδρυτικό μέλος της ομάδας Θαλής + Φίλοι και της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Το πρόσφατο μυθιστόρημά του Εικασία 3ν+1, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Τι σας ώθησε να γράψετε το μυθιστόρημα Εικασία 3ν+1;
Ήθελα, έπειτα από μια σειρά μαθηματικά-ιστορικά μυθιστορήματα, να γράψω τώρα μια ιστορία που να φωτογραφίζει μερικές από τις πιο άσχημες πλευρές της καθημερινότητάς μας• μια ιστορία που να εκτυλίσσεται σήμερα, στη δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα, μια ιστορία που επεισόδιά της λαμβάνουν χώρα δίπλα μας, μπροστά μας, και που πέρα από τη διεστραμμένη, ηδονοβλεπτική, μιντιακή ψυχαγωγία μας, τ’ αφήνουμε να περνούν απαρατήρητα.
Αλήθεια, τι σημαίνει ο τίτλος;
Η «Εικασία 3ν+1» είναι ένα γνωστό, άλυτο ακόμη μαθηματικό πρόβλημα, που με διάφορους τρόπους αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της ιστορίας μας. Πιστεύω όμως πως ο αναγνώστης, πέρα από την «επίσημη» τεχνική ανάλυσή του, που παρουσιάζεται απλά στις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος, θα βρει στον τίτλο Εικασία 3ν+1 ερμηνείες και συμπαραδηλώσεις που θα πηγάσουν από τον δικό του, προσωπικό τρόπο ανάγνωσης.
Ο Κοσμάς, πρώην τραπεζικό στέλεχος, είναι ανακατεμένος σε σκοτεινές υποθέσεις. Πώς κατέληξε να μπλεχτεί σε αυτές τις ιστορίες;
Ο Κοσμάς είναι ένας άνθρωπος της εποχής μας. Τραπεζικό στέλεχος, εκπροσωπεί επάξια τον κυνικό, αμοραλιστικό τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν και λειτουργούν οι τράπεζες, ως ο κύριος μοχλός της ασύδοτης, απάνθρωπης οικονομικής πρακτικής που είναι ο κανόνας των καιρών μας. Μόνο που στην περίπτωση του Κοσμά, κάποια στιγμή, αυτό το απαραίτητο, ατσάλινο περίβλημα που θωρακίζει τα «χρυσά αγόρια» από τις συνέπειες των ανομιών τους εμφάνισε ένα ρήγμα, μια ανεπαίσθητη, αν και τελικά ολέθρια, φυσαλίδα ανθρωπιάς. Και τότε άρχισε η κατάρρευση.
Σε ένα μπαρ γνωρίζει τη Μαροκινή Τζένιφερ. Μπορεί να νιώσει κάποιος συναισθηματική έλξη και να ερωτευτεί μια κοπέλα σαν αυτή;
Η δική μου εικασία είναι πως κάτω από ορισμένες συνθήκες κάτι τέτοιο είναι δυνατό. Άλλωστε, οι «κοπέλες σαν αυτή» δεν ήταν έτσι εκ γενετής – είναι προϊόντα συγκεκριμένων διεργασιών, τις οποίες δεν επέλεξαν οι ίδιες.
Κι ενώ συζητούν, η Τζένιφερ του αποκαλύπτει το ενδιαφέρον της για τα μαθηματικά. Πώς γίνεται η Τζένιφερ να αγαπά τα μαθηματικά;
Όπως ανέφερα, η Τζένιφερ δεν επέλεξε το επάγγελμά της. Η αγάπη της για τα μαθηματικά είναι αυτό που τη συνδέει με τη ζωή που θα ήθελε να έχει, τη ζωή που θα είχε υπό κανονικές συνθήκες.
Εξαιρετική η αφήγησή της για το πώς έφτασε απ’ την πατρίδα της εδώ, στα μπαρ. Για ποιο λόγο εξακολουθούν να γίνονται όλα αυτά, γιατί δεν τιμωρούνται όσοι προάγουν την πορνεία; Μήπως επειδή συχνά θεσμικοί τιμωροί και προαγωγοί συνδέονται;
Κάποια στιγμή, η Τζένιφερ εξαφανίζεται και εμπλέκεται ως ύποπτη σε φόνο. Θα μπορούσε να οδηγηθεί στη σκέψη ν’ ασκήσει βία ή να δολοφονήσει τους προστάτες της για να ξεφύγει;
Ας ξεκαθαρίσω την άποψή μου: Κάθε μορφής αυτοδικία αποτελεί τον προθάλαμο της βαρβαρότητας. Ωστόσο η αδιαφορία, συχνά η συνενοχή των φορέων της θεσμοθετημένης τάξης, αστυνομικών, δικαστών, δικηγόρων, πολιτικών, αποτελεί μια μόνιμη προτροπή προς την αυτοδικία. Βλέπουμε καθημερινά καταχραστές, βιαστές, δολοφόνους να «πέφτουν στα μαλακά» με βάση διάφορα νομικά τερτίπια, απολαμβάνοντας συχνά την υποστήριξη της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας. Κι αυτό αποτελεί την πιο έντονη πρόκληση προς την ολέθρια απόφαση «να πάρει κανείς τον νόμο στα χέρια του».
Την υπόθεση την αναλαμβάνει η υπαστυνόμος Όλγα Πετροπούλου. Ποιες είναι οι πρώτες κινήσεις που κάνει η αξιωματικός της αστυνομίας σε μια περίπτωση φόνου;
Η Όλγα Πετροπούλου είναι «περιθωριακή». Επέλεξε το επάγγελμα της αστυνομικού με βάση μια ρομαντική διάθεση «να κυνηγήσει το έγκλημα». Τώρα πια δεν έχει αυταπάτες, γνωρίζει πως η απονομή της δικαιοσύνης είναι το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τους φορείς της δικαιοσύνης• φροντίζει όμως, τουλάχιστον η ίδια, υπερβαίνοντας συχνά τον ζωτικό χώρο που της διατίθεται, να αναζητά την αλήθεια πίσω από τα διάφορα «φαίνεσθαι». Όσοι έχουν παρακολουθήσει την πορεία της, μέσα από τα διάφορα διηγήματα που προηγήθηκαν αυτού του πρώτου μυθιστορήματός της, γνωρίζουν ότι αυτό της έχει κοστίσει ακριβά.
Στα αστυνομικά μυθιστορήματα, τον έναν φόνο ακολουθούν και άλλοι. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Η μεγάλη Άγκαθα Κρίστι εξήγησε κάποτε, διά στόματος Πουαρό, ότι ένα πρώτο έγκλημα θα οδηγήσει νομοτελειακά σε επόμενα.
Ποια είναι τα όρια της πραγματικότητας και της φαντασίας σε όλη αυτή την υπόθεση;
Με λύπη διαπιστώνω, παρακολουθώντας καθημερινά τις ειδήσεις, ότι η πραγματικότητα ξεπερνά κάθε φαντασία.
Γιατί τα τελευταία χρόνια τα αστυνομικά μυθιστορήματα γοητεύουν ιδιαίτερα τους αναγνώστες;
Το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει επωμιστεί πια τον ρόλο του κοινωνικού αφηγήματος. Η περιπετειώδης και συχνά παιγνιώδης ανάπτυξή του προσφέρεται για μια ουσιαστική –έστω και μη θεωρητική– περιδιάβαση στους αδύνατους, παθογόνους θύλακες της κοινωνικής δομής. Νομίζω ότι το αστυνομικό αφήγημα γοητεύει τον αναγνώστη επειδή, με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο, του μιλά για τον εαυτό του. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την άνθηση της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα, σε συνδυασμό βέβαια με την εξαιρετικά ποιοτική παραγωγή σύγχρονου αστυνομικού αφηγήματος από μια πλειάδα νέων Ελλήνων δημιουργών. Πιστεύω ότι η συμβολή της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας) υπήρξε καθοριστική στο να συσπειρώσει και να ενθαρρύνει τους συγγραφείς, σε συνδυασμό βέβαια με τη συνειδητή επιλογή σημαντικών ελληνικών εκδοτικών οίκων να δώσουν βήμα στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος.
Ποιος κλασικός συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας σάς έχει επηρεάσει με το έργο του;
Διαβάζοντας εκ των υστέρων τα βιβλία μου, διαπιστώνω –συχνά με έκπληξη– την επιρροή πολλών από τους συγγραφείς που με έχουν συντροφέψει στις αναγνώσεις μου. Κάποιες επιρροές, που ούτε καν τις υποπτευόμουν, μου τις υποδεικνύουν και οι αναγνώστες. Είμαι σε θέση ν’ αναγνωρίσω την επίδραση στη δουλειά μου της Έλις Πίτερς, δημιουργού του Αδελφού Κάντφελ, καθώς και της Π. Ντ. Τζέιμς με τον αστυνόμο-ποιητή Άνταμ Νταλγκλίς. Πιστεύω ωστόσο ότι σχεδόν όλοι οι κλασικοί της αστυνομικής λογοτεχνίας έχουν βάλει το χεράκι τους, χωρίς να το έχω αντιληφθεί.