
Γράφει ο Γιώργος Πριόβολος*
Υπάρχουν στιγμές που η δημοκρατία μοιάζει να ξεθωριάζει μπροστά στα μάτια μας. Όχι επειδή άλλαξε το Σύνταγμα ούτε επειδή κατέρρευσαν οι θεσμοί, αλλά επειδή αλλάζει,ύπουλα και αργά, η νοοτροπία μας απέναντι σε όλα όσα θα έπρεπε να θεωρούμε ιερά. Στη χώρα που γέννησε τη δημοκρατία, η ίδια η δημοκρατία δοκιμάζεται από μια διαρκή, συχνά σκόπιμη απαξίωση. Απαξίωση των θεσμών, του κοινοβουλίου, της δικαιοσύνης, της εφαρμογής των νόμων. Μια διάχυτη αμφισβήτηση, όχι κριτική, αλλά υπονόμευση.
Σήμερα κυριαρχεί ένας δημόσιος λόγος που λειτουργεί σαν διαβρωτικό.
Πολώνει, διαστρεβλώνει, προσβάλλει. Η άλλη άποψη δεν αντιμετωπίζεται ως προϋπόθεση της δημοκρατίας, αλλά ως εχθρός που πρέπει να σιγήσει.
Ο διάλογος έχει υποκατασταθεί από κραυγές, η τεκμηρίωση από “απόψεις”, τα γεγονότα από μυθοπλασία. Ζούμε μια εποχή όπου η αλήθεια δίνει τη θέση της στο αφήγημα, όπου η πραγματικότητα διαπραγματεύεται και τα δεδομένα γίνονται θέμα… επιλογής.
Και μέσα σε αυτό το περιβάλλον, διαπιστώνουμε ότι οι ίδιοι οι πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος, κόμματα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση,όχι μόνο δεν λειτουργούν ως σταθεροποιητική δύναμη, αλλά συχνά ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Με την ακραία πόλωση, τις προσωπικές επιθέσεις, την επιλεκτική χρήση του νόμου, την εργαλειοποίηση των θεσμών και τον κυνισμό στον δημόσιο λόγο, τραυματίζουν οι ίδιοι αυτό που υποτίθεται πως υπηρετούν. Αντί να υψώνουν το επίπεδο, το υποβαθμίζουν. Αντί να προστατεύουν τη θεσμική αρχιτεκτονική, τη διαβρώνουν. Έτσι, πριν καν τη συνδράμουν, υπονομεύουν τη δημοκρατία με τη δική τους στάση.
Την ίδια ώρα, τα γεγονότα, τα αδιαπραγμάτευτα, τα τεκμηριωμένα, υποτιμούνται σαν να είναι θέμα προσωπικής προτίμησης.
Οι ψευδείς ειδήσεις, η παραπολιτική, τα σκιώδη κέντρα “ενημέρωσης”, τα υπόγεια υπονοούμενα, συνθέτουν μια κουλτούρα που μοιάζει να μας τραβάει όλο και πιο βαθιά στην απαξίωση. Είναι σαν να έχουμε συμφωνήσει, άτυπα και επικίνδυνα, πως η δημοκρατία μπορεί να λειτουργεί στον αυτόματο.
Ότι θα αντέξει όση βρωμιά κι αν της ρίξουμε, ότι δεν χρειάζεται φροντίδα, ότι δεν απαιτεί εγρήγορση.
Μα η δημοκρατία είναι σαν το οξυγόνο.
Απαραίτητη, αόρατη, και μόλις αρχίσει να λιγοστεύει, είναι ήδη αργά.
Αυτή η κρίση δεν είναι μόνο θεσμική. Είναι κρίση νοοτροπίας.
Κοινοβούλιο που λοιδορείται συλλογικά.
Δικαιοσύνη που αντιμετωπίζεται με δυσπιστία. Νόμοι που βιώνονται ως “προαιρετικοί”.
Μια κοινωνία που δυσκολεύεται να διακρίνει την κριτική από την ισοπέδωση, τον διάλογο από την ύβρη, την αμφισβήτηση από την καταστροφή.
Κι εδώ γεννιέται το κρίσιμο ερώτημα:
Τελικά, τι κάνουμε;
Τι κάνουμε ως πολίτες; Πώς αντιμετωπίζουμε αυτό τον κατήφορο της τοξικότητας και της απαξίωσης; Πώς ομορφαίνουμε ξανά τη δημοκρατία μας;
Το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε πως η δημοκρατία δεν είναι ένα σύνθημα. Είναι καθημερινή άσκηση. Είναι το πώς μιλάμε, πώς ακούμε, πώς διαφωνούμε. Είναι ο τρόπος που υπερασπιζόμαστε την αλήθεια, ακόμη κι όταν δεν μας συμφέρει. Είναι η στάση μας απέναντι στους θεσμούς, ακόμη κι όταν μας απογοητεύουν. Δεν είναι ο θεσμός που φταίει όταν οι άνθρωποι του σφάλλουν, όπως δεν φταίει το σπίτι όταν οι ένοικοι του,το αφήνουν να ρημάζει.
Η δημοκρατία απαιτεί πολιτισμό. Απαιτεί την παραδοχή πως κανείς δεν έχει το μονοπώλιο της αλήθειας. Απαιτεί ο αντίλογος να παραμένει αντίλογος, όχι εχθρότητα.
Απαιτεί τη γενναιότητα να ακούσουμε πριν απαντήσουμε, να κρίνουμε πριν καταγγείλουμε, να σκεφτούμε πριν φωνάξουμε. Απαιτεί ωριμότητα, σε μια εποχή που το εύκολο είναι ο θυμός και το δύσκολο η ψυχραιμία.
Η δημοκρατία μας έχει πληγές. Βάλλεται, υβρίζεται, συκοφαντείται, προπηλακίζεται.
Αλλά έχει και μια δύναμη που πολλοί υποτιμούν.
Τον πολίτη που αρνείται να συνηθίσει την παρακμή.
Τον πολίτη που αντιστέκεται στον μιμητισμό της τοξικότητας.
Που επιμένει στη νηφαλιότητα, στον διάλογο, στον σεβασμό. Που ξέρει ότι η δημοκρατία δεν πέφτει μόνο από πραξικοπήματα.
Πέφτει και από τη σιωπή των πολλών, από την παραίτηση, από την αποδοχή του “έτσι είναι τα πράγματα”.
Αν θέλουμε, λοιπόν, μια δημοκρατία όμορφη, αξιοπρεπή, ζωντανή, πρέπει πρώτα να την υπηρετήσουμε. Με πράξεις, όχι με λόγια. Με ευθύνη, όχι με θυμό. Με αλήθεια, όχι με αφήγημα.
Η δημοκρατία δεν μας χρωστά τίποτα.
Εμείς τής χρωστάμε τα πάντα.
Και αυτό το χρέος, της εγρήγορσης, της ευγένειας, της συμμετοχής, αρχίζει από εμάς.
*Ο Γιώργος Πριόβολος είναι οικονομολόγος -διδάκτωρ Κοινωνικών επιστημών