
Το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας
Γράφει ο Γιώργος Πριόβολος*
Πραγματικότητα, παγίδες και το αδιέξοδο ενός “ρυθμισμένου” μέλλοντος (ΜΕΡΟΣ 2ον)
Μετά την παγκόσμια αποτύπωση του φαινομένου του κρατικού χρέους, είναι αναγκαίο να στρέψουμε το βλέμμα στην ελληνική περίπτωση, ίσως την πιο ενδεικτική στην Ευρώπη για το πώς το χρέος μετατρέπεται από οικονομικό εργαλείο σε διαρκές καθεστώς επιτήρησης.
Πόσα χρωστά η Ελλάδα;
Το ελληνικό δημόσιο χρέος ανέρχεται (τέλη 2024) σε περίπου 357 δισ. ευρώ – ποσό που αντιστοιχεί σε 161% του ΑΕΠ. Παρά τη φαινομενική σταθερότητα των τελευταίων ετών, πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παγκοσμίως, γεγονός που κρατά τη χώρα διαρκώς υπό τον έλεγχο δανειστών και θεσμών.
Σε ποιους χρωστάμε;
Η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού χρέους δεν ανήκει πλέον σε ιδιώτες, αλλά σε κρατικούς ή διακρατικούς θεσμούς:
Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM): ο κύριος πιστωτής με ευνοϊκά επιτόκια αλλά και σφιχτή επιτήρηση.
Κεντρικές Τράπεζες και Ευρωσύστημα (μέσω SMP/ANFA).
Το ΔΝΤ έχει σχεδόν πλήρως αποπληρωθεί, αλλά η “σχολή σκέψης” του παραμένει.
Είναι το χρέος βιώσιμο;
Η απάντηση εξαρτάται από το πώς ορίζουμε τη βιωσιμότητα:
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί το θεωρούν βιώσιμο “μεσοπρόθεσμα”, εφόσον η χώρα διατηρεί υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και αναπτυξιακή πορεία.
Όμως αυτό σημαίνει διαρκείς περιορισμούς στη δημοσιονομική ελευθερία: λιγότερες δημόσιες επενδύσεις, λιγότερη κοινωνική πολιτική, συνεχής πίεση για ιδιωτικοποιήσεις.
Η ελληνική εμπειρία αποδεικνύει ότι το χρέος, ενώ παρουσιάζεται ως τεχνικό ζήτημα, είναι βαθιά πολιτικό εργαλείο εξάρτησης.
Η δική μας προσέγγιση: η φιλοσοφία του χρέους πρέπει να αμφισβητηθεί
Η αποδοχή του χρέους ως “μόνης οδού ανάπτυξης” είναι ένα δομικό πρόβλημα του διεθνούς συστήματος. Γιατί χώρες —ιδίως φτωχότερες ή περιφερειακές— να χρειάζονται διαρκώς νέο δανεισμό για να χρηματοδοτήσουν τα βασικά τους; Γιατί η δημοσιονομική πολιτική να εξαρτάται από την έγκριση εξωτερικών θεσμών; Γιατί η αποπληρωμή των δανείων να προηγείται της κάλυψης κοινωνικών αναγκών;
Η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα μιας χώρας που έχασε την κυριαρχία της στο όνομα της “διάσωσης” — αλλά δεν διασώθηκε. Το χρέος παραμένει υψηλό, η ανάπτυξη εύθραυστη και οι νέες γενιές εγκλωβισμένες σε ένα μέλλον περιορισμένων επιλογών.
Χρειάζεται διεθνής επαναδιαπραγμάτευση του ρόλου του χρέους, ριζική αλλαγή στο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο, και κυρίως πολιτική βούληση για να τεθεί τέλος στη λογιστική κυριαρχία εις βάρος της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Συμπέρασμα
Η Ελλάδα δεν χρωστά απλώς χρήματα — χρωστά ένα μέλλον στα παιδιά της. Κι αυτό δεν μπορεί να ρυθμιστεί με αριθμούς. Το ερώτημα είναι αν θα συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε τη “λογική” του χρέους ως κανόνα ή αν θα παλέψουμε για ένα νέο κοινωνικό και οικονομικό συμβόλαιο, χωρίς τη βαριά σκιά της εξάρτησης.
*Ο Γιώργος Πριόβολος είναι οικονομολόγος -διδάκτωρ κοινωνικών επιστημών