Το Δικαστήριο της ΕΕ δικαίωσε την Ελλάδα για τη «φέτα»
Απαγόρευσε στη Δανία να χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη ονομασία
Γεωργαντάς: Η «φέτα» αποτελεί κεφάλαιο στις εξαγωγές της Ελλάδας
Το Δικαστήριο της ΕΕ έκρινε ότι η Δανία παραβιάζει το νόμο επιτρέποντας σε τυροκόμους της να πωλούν τυρί με την ένδειξη «φέτα» σε τρίτες χώρες. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είχε προσφύγει η Ελλάδα για να προστατεύσει την «φέτα» ως Προϊόν Ονομασίας Προέλευσης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Δανία παραλείποντας να λάβει μέτρα ώστε να προλάβει και να σταματήσει την εξαγωγή τυριού που ονόμαζε «φέτα» σε τρίτες χώρες, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει με τον Κανονισμό 1151/2012.
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γιώργος Γεωργαντάς σε δήλωσή του αναφέρει τα εξής:
«Η απόφαση του δικαστηρίου της ΕΕ, αποτελεί δικαίωση για τη χώρα μας και τους παραγωγούς μας. Η «φέτα» αποτελεί εθνικό προϊόν και τείνει να εξελιχθεί σε σήμα κατατεθέν για την ελληνική παραγωγή.
Θέλω να δώσω συγχαρητήρια στη νομική ομάδα του Γραφείου Κοινοτικού Δικαίου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τη νομικά άρτια δουλειά τους στο χειρισμό της υπόθεσης.
Το ΥπΑΑΤ θα συνεχίσει τους ελέγχους στην αγορά για την προστασία της «φέτας» γιατί αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο για τις εξαγωγές της χώρας, αλλά και προϊόν που συνδέεται άμεσα με την ελληνική παράδοση».
Υπενθυμίζεται ότι η «φέτα» έχει καταχωριστεί ως προϊόν ΠΟΠ το 2002 και η συγκεκριμένη ονομασία επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνο για τυρί που παράγεται εντός των γεωγραφικών ορίων της Ελλάδας, το οποίο, μάλιστα, πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προδιαγραφές.
Όπως αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση του Δικαστηρίου της Ευρώπης «με τη σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει, πρώτον, ότι με βάση το γράμμα του κανονισμού 1151/2012 η χρήση καταχωρισμένης ονομασίας για τον προσδιορισμό μη καλυπτόμενων από την καταχώριση προϊόντων που παρασκευάζονται στην Ένωση και προορίζονται για εξαγωγή προς τρίτες χώρες δεν εξαιρείται από την απαγόρευση την οποία προβλέπει ο κανονισμός.
Όσον αφορά, δεύτερον, το όλο πλαίσιο του κανονισμού 1151/2012, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ο κανονισμός προστατεύει τις ΠΟΠ και τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις (ΠΓΕ) ως δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας.
Το σύστημα των ΠΟΠ και των ΠΓΕ θεσπίστηκε προκειμένου να παρασχεθεί στήριξη στους παραγωγούς προϊόντων συνδεόμενων με συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, μέσω της διασφάλισης ομοιόμορφης προστασίας των ονομασιών ως δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας σε ολόκληρη την Ένωση. Η χρήση όμως μιας ΠΟΠ ή ΠΓΕ για τον προσδιορισμό προϊόντος που παρασκευάζεται μεν εντός της Ένωσης αλλά δεν πληροί τις ισχύουσες προδιαγραφές προσβάλλει, στην Ένωση, την αντίστοιχη ΠΟΠ ή ΠΓΕ ως δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, ακόμη και αν το προϊόν αυτό προορίζεται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.
Τρίτον, ως προς τους σκοπούς που επιδιώκονται με τον κανονισμό 1151/2012, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι ο σκοπός των ΠΟΠ και των ΠΓΕ έγκειται στην παροχή συνδρομής στους παραγωγούς προϊόντων συνδεόμενων με συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές μέσω της εξασφάλισης δίκαιων αποδόσεων, ανάλογων με την ποιότητα των προϊόντων τους, στην κατοχύρωση ενιαίας προστασίας των ονομασιών ως δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας σε ολόκληρη την Ένωση και στην παροχή σαφούς ενημέρωσης στους καταναλωτές για τις ιδιότητες των προϊόντων οι οποίες τους προσδίδουν προστιθέμενη αξία. Η δε χρήση της ΠΟΠ «φέτα» για τον προσδιορισμό προϊόντων που παρασκευάζονται μεν εντός της Ένωσης αλλά δεν πληρούν τις προδιαγραφές της σχετικής ΠΟΠ θίγει τους προαναφερθέντες σκοπούς, ακόμη και αν τα προϊόντα αυτά προορίζονται για εξαγωγή προς τρίτες χώρες.
Συνεπώς, τόσο από το γράμμα όσο και από το όλο πλαίσιο και τους σκοπούς του κανονισμού 1151/2012 προκύπτει ότι μια τέτοια χρήση καταλέγεται μεταξύ των ενεργειών που απαγορεύονται από τον κανονισμό. Το Δικαστήριο καταλήγει επομένως στο συμπέρασμα ότι η Δανία, παραλείποντας να λάβει μέτρα ώστε να προλάβει και να σταματήσει αυτού του είδους τη χρήση στο έδαφός της, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τον κανονισμό 1151/2012.
Σε απάντηση της δεύτερης αιτίασης την οποία προέβαλε η Επιτροπή, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Δανία δεν παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ. Ειδικότερα, η εν λόγω αιτίαση της Επιτροπής βάλλει κατά της ίδιας συμπεριφοράς την οποία αφορούσε και η πρώτη αιτίαση, ήτοι της παράλειψης να ληφθούν μέτρα για την πρόληψη και την παύση της χρήσης της ΠΟΠ «φέτα» από Δανούς παραγωγούς για τον προσδιορισμό τυριού που δεν πληροί τις ισχύουσες προδιαγραφές. Μολονότι αληθεύει ότι η εξαγωγή, από παραγωγούς της Ένωσης προς τρίτες χώρες, προϊόντων σε σχέση με τα οποία χρησιμοποιείται παρανόμως μια ΠΟΠ μπορεί να αποδυναμώσει τη θέση της Ένωσης σε διεθνείς διαπραγματεύσεις με αντικείμενο την κατοχύρωση των ενωσιακών συστημάτων προστασίας της ποιότητας, δεν διαπιστώνεται εν προκειμένω ότι η Δανία προέβη σε πράξεις ή σε δηλώσεις που θα μπορούσαν να επιφέρουν τη συνέπεια αυτή, κάτι που όντως θα στοιχειοθετούσε συμπεριφορά διακριτή από εκείνη την οποία αφορούσε η πρώτη αιτίαση».