Το πανηγύρι είναι η Ήπειρος!

Γράφει : ο Χρήστος Τούμπουρος

Καλώς να ανταμώσουμε στο πανηγύρ’ του χωριού». Μ’ αυτά τα λόγια, μ’ αυτή την ευχή τέλειωναν κάθε συνάντηση οι ξενιτεμένοι χωριανοί. Όλοι εύχονταν «Καλή αντάμωση στο πανηγύρι». Το πανηγύρι του Άι Λιος, της Αγίας Παρασκευής, της Παναγίας και πάει λέγοντας. Και δεν λέγαμε τίποτε άλλο παρά μόνο ποιοι πρόκειται να πάνε, ποιος και πώς θα διοργανώσει το πανηγύρι, «ποια λαλούτα θα φέρει». Σημείο αναφοράς. Τα πάντα γύρω από το πανηγύρι. Περιστροφή ολόκληρη και επί τόπου η σκέψη. Το πανηγύρι μας!

Το πανηγύρι, ο καθρέφτης του χωριού! Εκεί, δυο μέρες περνούσαν όλοι και όλες κι έδειχναν φάτσα – μπάλα τα καινούρια σκουτιά τους, τα γυαλισμένα παπούτσια, τα καρό πουκάμισα και τις μοναδικές παλτατούκες. Τι σημασία είχε, αν ήταν καλοκαίρι. Έπρεπε να φορεθούν για να τα δείξουμε. Το πανηγύρ’ ήταν το παζάρ’. Εκεί μόστραραν τα παλικάρια, οι ομορφονιοί και μάτιαζαν τις νύφες. Εκεί και τότε έδειχναν την «καψούρα» τους και φανέρωναν τις επιθυμίες και την προτίμησή τους, ενίοτε σουρώνοντας και «χάνοντας τα αυγά και τα πασχάλια τους». «Έχω ζάλη στο κεφάλι, έχω ντέρτια και καημό». Κάπως έτσι ξεκίναγαν τα καψουρέματα και μετά φανερώνονταν δια του «Ησαΐας χόρευε». «Στο πανηγύρ’ ιδώθ’καν, ταχιά παντρεύτ’καν, άιντε τώρα καλά κουτσούβελα…».

Στα πανηγύρια παίρνονταν οι περισσότερες αποφάσεις κοινού ενδιαφέροντος. Η βόσκηση στα βακούφ’κα, το κανόνισμα για τη βοσκή στο βουνό, η μοιραγή του νερού για το πότισμα κι άλλα, κι άλλα. Όλα λύνονταν ή γινόταν προσπάθεια να λυθούν προτού αρχίσει το πανηγύρι, γιατί άμα άρχιζε και λάλαγε το κλαρίνο και γινόταν η μουσική πανδαισία με εξαίρετες «ακουστικές μυρωδιές», που ευωδίαζε τη φύση η «Ιτιά – ιτιά λουλουδιασμένη» και τα Κονιτσιώτικα τσακίσματα και άρχιζε η τσιπουροκατάνυξη μέχρι να βαρέσει κατακρίκελα το τσίπουρο, άστα να πάνε.

Μόνο φούρλες μοιράζονταν και, ασφαλώς, όχι το ποτιστικό νερό…

Στο πανηγύρι, λοιπόν, τα νιόγαμπρα, αλλά και τα ερωτευμένα. Να πιάσει κάποιος το χέρι της καλής του, που μέχρι τότε το έπιανε μόνο νοητικά, να της σφίξει λίγο το χέρι και, «ω του θαύματος! Ανταποκρίθηκε κι αυτή!» Στο πανηγύρι να την κοιτάξω, να της κλείσω το μάτι, να ιδωθούμε, να πιαστούμε χέρι – χέρι και να ανταλλάξουμε δυο λόγια. Μεγάλη η επιτυχία. Αναπάντεχο το καλό.

Η συμπεριφορά όμως του θηλυκού στο πανηγύρι γινόταν αιτία μεγάλων καυγάδων και ανάρμοστων συμπεριφορών, από την πλευρά του αρσενικού. «Γιατί μίλησες τόση ώρα με τον Κώστα, τι έλεγες, τι πράματα είναι αυτά, μας έβλεπε ο κόσμος, με έκανες σουργούν’ με τη συμπεριφορά σου, σε είδε και η μάνα μου και κούναγε το κεφάλι της» και σταματημό δεν είχε. Αιτία αναφοράς το πανηγύρι. Εκεί και τότε γινόντουσαν τα πάντα. Το κοίταγμα, το νόημα, το μίλημα, το πιάσιμο του χεριού, ο χορός, το τραγούδι… Μέγα και ενίοτε καθοριστικό γεγονός στη ζωή μας, εκεί, όπου αποτυπώνονταν οι σκέψεις και η θέληση των χωριανών, εκφράζονταν η ενδιάθετη βούληση του καθενός, εκεί, όπου μαζί με την ψυχαγωγία επιλύονταν και διάφορα κοινωνικά προβλήματα.

Ήταν τότε που ο κάθε χορευτής/τρια χόρευε αυτό που παρήγγειλε. Και ο καθένας/καθεμιά είχε το τραγούδι του. Αυτό και τίποτε άλλο. Το χόρευε με τις δικές του φιγούρες, τα δικά του πηδήματα, τα σκέρτσα του και, φυσικά, τα νάζια της. Τραγούδια… Κυριαρχούσαν τα τραγούδια της ξενιτιάς. Η ξενιτιά είναι σύμφυτη κατάσταση με τον Ηπειρώτη. Πόνος, καημός, αναμονή και όταν… πολυπόθητος ερχομός.
Στην Ήπειρο, λοιπόν, κάθε καλοκαίρι «ακμάζουν» τα πανηγύρια. Και είναι αλήθεια πως γίνονται «μνημονικά ξωκλήσια», αφού σ’ αυτά -με χορό και με τραγούδι- αποτυπώνονται ο καημός, η ψυχή, τα βάσανα, η φτώχεια, ο αγώνας, η προκοπή, οι σχέσεις, οι χαρές και οι λύπες… Κι όλα αυτά συνυπάρχουν μαζί με την ηπειρώτικη ψυχή και συμφύρονται σε μια μαγική σκηνή με πρωταγωνιστές όλους και μάγους τους μουσικούς μας, που απλόχερα, όλο το βράδυ μας κερνούν τη μουσική τους, φωτίζοντας κάθε κρυφή κι αθέατη γωνιά της παραδοσιακής ηπειρώτικης πανδαισίας. Χίλιων λογιών μουσικές, χίλιων εικόνων πινελιές. Ένας μουσικός πολιτισμός συμπυκνωμένος, μια σταλαγματιά στοιχειωμένη, που αποτυπώνει την Ηπειρώτικη παράδοση και προκοπή.

Γι’ αυτό πάντα θα υπάρχουν και θα δονούν την ψυχή του Ηπειρώτη. Γιατί κάθε τόπο, κάθε γωνιά και κάθε ηπειρώτικο απόσκιο στο πανηγύρι το ξαναδιαβαίνουμε με αγάπη, εκεί όπου όχι μόνο απλά ονειρευτήκαμε, αλλά πλάσαμε και φυλλωσιές ονείρων. Ένα βάλσαμο, μια ζωντάνια, μια ακμή. Αληθινή συνύπαρξη.

Το πανηγύρι είναι η Ήπειρος!