Το Πολυτεχνείο ζει… αλλά πού;

Γράφει ο Γιώργος Πριόβολος*

Το Πολυτεχνείο ζει.
Όχι ως τυπική επέτειος σε ημερολόγιο, ούτε ως ένα κουρασμένο σύνθημα που χάνεται μέσα στον θόρυβο των πολιτικών ομιλιών.
Ζει στις καρδιές εκείνων που βρέθηκαν άδολα, αυθόρμητα και ατρόμητα στον χώρο των τραγικών γεγονότων της 17ης Νοεμβρίου 1973.
Ζει στους ανθρώπους που έχασαν αγαπημένα πρόσωπα, στους τραυματίες, σε όσους έζησαν την αγωνία, τη βία, την ελπίδα και, τελικά, τον θρίαμβο ενός αυθεντικού ξεσηκωμού.

Ήταν ένας αγώνας ακαθοδήγητος, ένα κύμα που ξέσπασε όχι επειδή το υπαγόρευσε κάποια κομματική ηγεσία, αλλά επειδή μια γενιά βρέθηκε στο σημείο όπου η ιστορία συναντά το θάρρος. Και αυτό το αυθεντικό ξέσπασμα συντάραξε τα θεμέλια της χούντας. Ήταν η σπίθα που άναψε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή προς τη μεταπολίτευση.

Δίπλα στους νέους βρέθηκε κόσμος που, έστω με δειλά βήματα ή μικρή βοήθεια, έδειξε ότι ο φόβος δεν έχει πάντα τον τελευταίο λόγο. Η συντριπτική πλειοψηφία του λαού παρακολουθούσε σιωπηλά, μετέωρη ανάμεσα στη συμπάθεια και στην αδράνεια. Όπως πάντα στην ελληνική κοινωνία, υπήρχε το μεγάλο πλήθος των θεατών. Να συμπονά, να συμφωνεί, αλλά και να συμβιβάζεται.

Κι όμως, όσο περνούν τα χρόνια, η επέτειος του Πολυτεχνείου αλλοιώνεται. Οι μνήμες θολώνουν, τα πρόσωπα αποκτούν φωτοστέφανα, οι ρόλοι ξαναγράφονται, οι ερμηνείες γίνονται πιο βολικές. Στη θέση της ιστορίας, έρχονται η μυθολογία, η υπεραπλούστευση, η εργαλειοποίηση.

-Η κομματική πασαρέλα
Τι δουλειά έχουν τα κόμματα να διεκδικούν την ιδιοκτησία μιας εξέγερσης που γεννήθηκε ακριβώς έξω από τα κομματικά επιτελεία;
Κάθε χρόνο, η ίδια παράσταση. Στεφάνια, δηλώσεις, υποκριτική συγκίνηση, πολιτικά μηνύματα κομμένα και ραμμένα στις ανάγκες της στιγμής. Το Πολυτεχνείο μετατρέπεται σε ένα είδος κομματικής πασαρέλας.
Μια ευκαιρία για το κάθε κόμμα να διεκδικήσει έναν συμβολισμό που δεν του ανήκει.
Οι πρωταγωνιστές της εποχής έχουν αναχθεί σε “ήρωες” με κεφαλαίο Η, συχνά χωρίς κριτική ματιά, χωρίς διάθεση να δούμε και τις αντιφάσεις, τις σιωπές, τις διαψεύσεις. Η αγιοποίηση προσώπων,όχι μόνο άδικη, αλλά και επικίνδυνη,έχει καλύψει την ανάγκη να μιλήσουμε για το συλλογικό, για το αυθόρμητο, για τη δύναμη της κοινωνίας όταν σπάει τον φόβο.

-Η πορεία που αδυνατίζει
Και η μεγάλη πορεία;
Γιατί αδυνατίζει;
Γιατί ο κόσμος δεν συμμετέχει πια όπως άλλοτε;
Ίσως γιατί η επέτειος δεν ανήκει πλέον στην κοινωνία, αλλά σε έναν στενό κύκλο οργανωμένων δυνάμεων. Ίσως γιατί έχει καταντήσει τυπική, τυποποιημένη, προβλέψιμη. Ίσως γιατί οι νέοι του σήμερα δεν αναγνωρίζουν τη δική τους αγωνία μέσα στα συνθήματα του 1973. Ίσως, τέλος, γιατί η ίδια η πολιτεία και το κομματικό σύστημα φρόντισαν, με τα χρόνια,να αδειάσουν από νόημα μια ιστορία που θα έπρεπε να εμπνέει διαρκώς.

Όχι, το Πολυτεχνείο δεν πέτυχε πλήρως.
Αλλά ούτε απέτυχε.
Απλώς, δεν του επιτρέψαμε να ανοίξει όλες τις πόρτες που είχε ξεκλειδώσει.

-Το πραγματικό ερώτημα
Το πραγματικό ερώτημα σήμερα δεν είναι αν “το Πολυτεχνείο ζει”.
Το ερώτημα είναι πού ζει.
Ζει στα πρόσωπα εκείνων που συνεχίζουν να πιστεύουν στη δημοκρατία όχι ως τυπική διαδικασία, αλλά ως καθημερινή ευθύνη.
Ζει σε όσους βλέπουν την εξέγερση όχι σαν μνημείο, αλλά σαν προειδοποίηση.
Πως κάθε φορά που η κοινωνία αδιαφορεί, κάθε φορά που ο πολίτης βολεύεται στον καναπέ, ο αυταρχισμός βρίσκει χώρο να ξαναριζώσει.
Ζει σε όσους αρνούνται τη διαστρέβλωση, την κομματική εκμετάλλευση, την αδιάκοπη κατανάλωση συμβόλων.

Το Πολυτεχνείο θα ζει όσο υπάρχει μνήμη, κρίση και γενναιότητα.
Όσο υπάρχει μια κοινωνία που τολμά να κοιτάζει πίσω, όχι για να καμαρώνει, αλλά για να μαθαίνει.
Όσο υπάρχουν νέοι που θα συνεχίσουν να πιστεύουν ότι το αδύνατο γίνεται δυνατό, όταν ο άνθρωπος υπερασπίζεται την αξιοπρέπειά του.

Αυτό είναι το πραγματικό στοίχημα της εποχής μας.
Όχι να θυμόμαστε το Πολυτεχνείο,
αλλά να το κατανοούμε.
Και κυρίως,
να μην το αφήσουμε ποτέ να γίνει ένα άδειο, ανέξοδο σύνθημα….

* Ο Γιώργος Πριόβολος είναι οικονομολόγος -διδάκτωρ Κοινωνικών επιστημών