ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ 1ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ

(ιστορικός και θεολογικός σχολιασμός)

Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Α.«Η Περιτομή του Ιησού Χριστού»

Το Συναξάρι της πρώτης Ιανουαρίου αναφέρει: «τῇ Α’ τοῦαὐτοῦμηνὸςἑορτάζομεντὴνκατὰ σάρκα Περιτομὴντοῦ Κυρίου καὶΘεοῦκαὶΣωτῆροςἡμῶνἸησοῦΧριστοῦ». Ετυμολογικά ο όρος «περιτομή», που αναφέρει το ανωτέρω Συναξάρι, προέρχεται από το ρήμα «περιτέμνω» που σημαίνει: κόπτω ολόγυρα, αποκόπτω τα άκρα, αποχωρίζω.
Για τους Ιουδαίους η περιτομή αποτελούσε εντολή που δόθηκε από τον ίδιο το Θεό προς τον Αβραάμ ως σημείο της διαθήκης που συνάφθηκε μεταξύ τους, όπως χαρακτηριστικά πληροφορεί το βιβλίο της Γενέσεως. Σύμφωνα με την εντολή της, περιτομή έπρεπε να περιτμηθούν ανεξαιρέτως όλοι οι άνδρες του ισραηλιτικού λαού. Η δε εντολή της περιτομής είχε την έννοια της αφιέρωσης στο Θεό με την αποβολή του σαρκικού ανθρώπου μέσω της αποκοπής ενός τεμαχίου από το μέλος που εκδηλώνεται το σαρκικό πάθος. Η εντολή αυτή επαναλήφθηκε από τον ίδιο το Θεό προς το Μωυσή, όταν ο ισραηλιτικός λαός βρισκόταν στην έρημο, σύμφωνα με το βιβλίο του Λευτικού: «τῇἡμέρᾳτῇὀγδόῃπεριτεμεῖτὴνσάρκατῆςἀκροβυστίαςαὐτοῦ» (Λευ. 12,3).

Η περιτομή λειτουργούσε ως τύπος του Βαπτίσματος και αποτελούσε: α) συμμόρφωση προς την εντολή του Θεού και αφιέρωση των Ιουδαίων με αιματηρή προσφορά μέρους του σώματός τους, β) υπενθύμιση στους Ιουδαίους ότι έπρεπε να φυλάγεται και να απέχει από τη φθορά και το μολυσμό της αμαρτίας καθώς και γ) σημείο ότι από ένα γέροντα πρόγονο, τον Αβραάμ και στείρα γυναίκα, τη Σάρρα, προήλθε τόσο πλήθος απογόνων.
Ο Ιησούς Χριστός, ως γνήσιος απόγονος του Αβραάμ, υπεβλήθη και αυτός με τη σειρά του στην τελετή της περιτομής εκπληρώνοντας την υποχρέωσή του προς το Νόμο: «Νόμονἐκπληρῶν, περιτομήν, θελήσει καταδέχῃσαρκικήν» (Απολυτίκιο Εορτής Περιτομής Ιησού Χριστού). Σχετικές πληροφορίες για το γεγονός αυτό παρέχει ο ευαγγελιστής Λουκάς: (Λκ. 2,21).Κατά την περιτομή του, την ογδόη ημέρα δέχθηκε το όνομά του, σύμφωνα με το Νόμο και τις παραδόσεις των Ιουδαίων. Το όνομά του ήταν Ἱησούς», όνομα κοινό που θύμιζε μεγάλες μορφές της ιουδαϊκής ιστορίας όπως ο Ιησούς του Ναυή και σημαίνει σωτήρας. Ο σωτήρας Χριστός ήλθε για να χτυπήσει το κακό και να το εκβάλει έξω από τις καρδιές των ανθρώπων. Ήρθε για να φέρει τη λύτρωση, τη σωτηρία, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και να επιφέρει τη συνδιαλλαγή του ανθρώπου με το Θεό και μεταξύ του ανθρώπου με το συνάνθρωπό του.

Συμπερασματικάκαταλήγουμε στα εξής τρία βασικά πορίσματα: α) η προσέλευση του θείου Βρέφους στο ιερό για να περιτμηθεί αποδεικνύει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν ήρθε να καταλύσει τον Παλαιό Νόμο, αλλά αποδεικνύει με το παράδειγμά του ότι είναι και ο ίδιος τηρητής του Νόμου («Νόμονἐκπληρῶν, περιτομήν, θελήσει καταδέχῃσαρκικήν» Απολυτίκιο εορτής) και αργότερα θα το τονίσει στο δημόσιο κήρυγμά του λέγοντας: «μὴνομίσητεὅτιἦλθονκαταλῦσαιτὸννόμον ἢ τοὺςπροφήτας· οὐκἦλθονκαταλῦσαι,ἀλλὰπληρῶσαι» (Μτθ. 5,17). β) Με την περιτομή του Ιησού Χριστού ολοκληρώνεται ο Νόμος της παλαιάς Διαθήκης και εγκαινιάζεται η είσοδος της ανθρωπότητας σε έναν νέο Νόμο, σε εκείνον που θα υπογραφεί με το ίδιο το αίμα του Κυρίου, σε μια εποχή, όπου η Χάρη του Θεού θα κυριαρχεί και γ) η περιτομή του Ιησού Χριστού είναι ένα γεγονός ιστορικό, απτό και πραγματικό που βεβαιώνει την ίδια τη γέννηση του Χριστού.

Β. Άγιος Βασίλειος ο Μέγας

«Τῇαὐτῇἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦἐνἁγίοιςΠατρὸςἡμῶν Βασιλείου, Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας τοῦ Μεγάλου».
Ο Μέγας αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε το 330 μ.Χ., κατ’ άλλους το 329 μ.Χ., στη Νεοκαισάρεια του Πόντου στο χωριό Άννησα και μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Τα εγκυκλοπαιδικά λεξικά αναφέρουν σαν πατρίδα του Μεγάλου Βασιλείου την Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Καταγόταν από οικογένεια πλούσιων γαιοκτημόνων, με μάρτυρες στο παρελθόν της. Ο πατέρας του Βασίλειος, ήταν ρητοροδιδάσκαλος και η καταγωγή του ήταν από τη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Ήταν γιος της Μακρίνης, η οποία υπέστη πολλά μετά του συζύγου της κατά τον διωγμό του Μαξιμίνου για την πίστη τους στον Χριστό. Η γιαγιά του Μακρίνα υπήρξε μαθήτρια του Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας του Θαυματουργού.
Η μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου ονομαζόταν Εμμέλεια, ήταν απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων και καταγόταν από την Καππαδοκία. Ήταν ευλαβέστατη και πολύ φιλάνθρωπη. Ο πατέρας της είχε πεθάνει ως Χριστιανός μάρτυρας.

Παρόλο που οι γονείς του ήταν ευγενείς και πλούσιοι, είχαν συγχρόνως ακμαιότατο χριστιανικό φρόνημα. Αυτοί μάλιστα έθεσαν και τις πρώτες, καθοριστικής σημασίας, πνευματικές βάσεις του νεαρού Βασιλείου. Όντας φιλάσθενος από μικρός, ο Βασίλειος μεταφέρθηκε από τη γιαγιά του Μακρίνα στο κτήμα των Αννήσων κοντά στον ποταμό Ίρι, όπου ανατράφηκε από αυτήν μέχρι το θάνατό της και μετέπειτα από την πρωτότοκη αδερφή του Μακρίνα η οποία επηρέασε καθοριστικά το μικρό Βασίλειο να στραφεί στη Χριστιανική πίστη.

ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑΣ
Όταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο ασεβής και διώκτης των Χριστιανών, θέλησε να πάει στην Περσία να πολεμήσει, πέρασε κοντά από την Καισάρεια. Ο Άγιος Βασίλειος γνωρίζοντάς τον από την Αθήνα, όπου ήταν συμφοιτητές πήγε μαζί με τον λαό να τον τιμήσει. Ο Ιουλιανός απαίτησε να του δωρίσει, αφού ο Άγιος δεν είχε τίποτε άλλο, τρεις από τους κριθαρένιους άρτους του. Ο Άγιος το έκανε και ο Ιουλιανός διέταξε τους υπηρέτες να ανταμείψουν τη δωρεά και να δώσουν χόρτο από το λιβάδι. Ο Άγιος Βασίλειος βλέποντας την καταφρόνηση του βασιλιά του είπε «εμείς, βασιλιά ό,τι μας ζήτησες από κείνο που τρώμε σου το προσφέραμε κι εσύ μας αντάμειψες από κείνο που τρως». Τότε ο Ιουλιανός θύμωσε πάρα πολύ και διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Επίσης απείλησε, ότι όταν θα επιστρέψει από την Περσία νικητής, θα κάψει την πόλη και τον λαό θα τους πάρει δούλους. Όσο για τον ίδιο τον Άγιο Βασίλειο θα τον ανταμείψει, όπως πρέπει.
Ο Άγιος Βασίλειος όταν πήγε στην πόλη ζήτησε από το λαό να μαζέψουν ό,τι πολύτιμο είχαν και να το αποθηκεύσουν κάπου, έως ότου επιστρέψει ο φιλοχρήματος Ιουλιανός για να του το προσφέρουν. Ίσως κι έτσι κατευνάσουν την οργή του.

Όταν έμαθε, ότι επιστρέφει ο άφρων βασιλιάς, ο Άγιος Βασίλειος ζήτησε από τους πολίτες να προσευχηθούν και να νηστεύσουν τρεις μέρες. Μετά όλοι μαζί ανέβηκαν στο δίδυμον όρος της Καισαρείας, όπου στη μια από τις δύο κορυφές ήταν ο ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου. Εκεί προσευχόμενος ο Άγιος είδε σε οπτασία, μια μεγάλη ουράνια στρατιά, να κυκλώνει το όρος και στη μέση να κάθεται σε θρόνο μια γυναίκα (η Παναγία) και να δοξάζεται, η οποία γυναίκα είπε στους αγγέλους να της φέρουν τον Μερκούριο για να φονεύσει τον Ιουλιανό, τον εχθρό του Υιού της. Έπειτα είδε τον Μάρτυρα Μερκούριο να φθάνει οπλισμένος μπροστά στη βασίλισσα των Αγγέλων κι όταν εκείνη τον πρόσταξε, αυτός να φεύγει γρήγορα. Κατόπιν προσκάλεσε τον Άγιο Βασίλειο και του έδωσε ένα βιβλίο στο οποίο ήταν γραμμένη όλη η δημιουργία της κτίσεως κι έπειτα του ανθρώπου. Μόλις είδε την οπτασία αυτή ο Άγιος ξύπνησε.
Το νόημα της οπτασίας του βιβλίου ήταν, ότι ο Άγιος Βασίλειος έγραψε, όντως, ερμηνεία στην Εξαήμερον του Μωϋσέως στην οποία διηγείται, πως ο Θεός εποίησε τον ουρανό, τη γη, τον ήλιο, τη σελήνη, τη θάλασσα, τα ζώα και όλα τα αισθητά κτίσματα.

Όταν ο Άγιος είδε την οπτασία, πήγε στην πόλη με μερικούς κληρικούς, στο Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, όπου μη βρίσκοντας το λείψανο του Αγίου και τα όπλα του που φυλάσσονταν στον Ναό έναν αιώνα αφότου μαρτύρησε επί της βασιλείας του Βαλεριανού και Βαλερίου, κατάλαβε τι είχε συμβεί κι έτρεξε αμέσως στο λαό να τους ειδοποιήσει ότι ο άφρων Ιουλιανός φονεύθηκε. Πράγματι ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες και έτσι δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια.
Βλέποντας το θαύμα οι Χριστιανοί και την παρρησία του Αγίου Βασιλείου δεν θέλησαν να πάρουν πίσω την περιουσία που είχαν αποθηκεύσει για τον τύραννο Ιουλιανό. Ο Άγιος όμως αφού τους επαίνεσε για την πράξη τους, έδωσε εντολή από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της “Βασιλειάδας”, και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο. Έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα, κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια, έτσι τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά όλο και κάτι έβρισκαν μέσα. Έτσι, γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε βασιλόπιτα.

Ο ελληνικός Άγιος Βασίλης και ο SantaClaus.
Ο ελληνικός,Άγιος Βασίλης, όπως αναφέρει ο καθηγητής λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Μηνάς Αλεξιάδης, είναι «κάτι ανάμεσα στον Μέγα Βασίλειο της Καισαρείας, έναν από τους τρεις ιεράρχες και σε ένα πρόσωπο-σύμβολο του Ελληνισμού, που έφευγε από τα βάθη της Ασίας και έφτανε παντού: «από τον Πόντο μέχρι την Πελοπόννησο και από την Μακεδονία μέχρι την Κύπρο. Ο δικός μας Άγιος Βασίλης είναι πεζοπόρος, κρατά στα χέρια του ένα ραβδί, συζητά με όλους τους ανθρώπους στο δρόμο και εύχεται καλοτυχία και καλή χρονιά στον κόσμο. Δεν έχει σάκο, ούτε κοφίνι. Δε φέρνει δώρα, αλλά την καλοχρονιά. Η 1η Ιανουαρίου ήταν η μέρα θανάτου του Μεγάλου Βασιλείου και έτσι η ελληνική παράδοση θεώρησε ότι ο Άγιος Βασίλης είναι εκείνος που φέρνει καλοτυχία και ευλογεί τη χρονιά.».
Ο ελληνικός λοιπόν Άγιος Βασίλης ακολουθεί τα χριστιανικά πρότυπα και ιδεώδη. Ψιλόλιγνος, ασκητής, πεζοπόρος χωρίς ιδιαίτερες προσωπικές ανάγκες γυρνάει όλο τον κόσμο (προσοχή: εκεί που θεωρείται ότι υπάρχει ελληνοχριστιανικό στοιχείο!) και μοιράζει ευχές. Παρουσιάζεται έτσι ως ένα ακόμα σύμβολο της ορθόδοξης εκκλησίας, για να συντηρήσει τη διαχρονικότητα και τη συνέχεια του ελληνικού στοιχείου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, στην περιοχή της πάλαι ποτέ βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Άγιος Βασίλης αποτελεί ουσιαστικά σύμβολο της λιτότητας και της ασκητικής ζωής. Δίνοντας μόνο την ευχή του αποτρέπει κάθε επιθυμία ή και απαίτηση των πιστών προς την απόκτηση του ευ ζην.

Αντίθετα, ο δυτικός κόσμος γνωρίζει έναν Άγιο Βασίλη, η εικόνα του οποίου είναι ο συνασπισμός μύθων και παραδόσεων ολόκληρης της Ευρώπης. Έναν Άγιο Βασίλη, που έχει υπερκεράσει και τον ορθόδοξο ανταγωνιστή του. Για τους προτεστάντες της Βόρειας και Κεντρικής Γερμανίας είναι ο «Weihnachtsmann», ο «άνθρωπος των Χριστουγέννων», ενώ για τους Άγγλους είναι ο «πατέρας των Χριστουγέννων» (fatherChristmas).
Ο συμπαθής γενειοφόρος κύριος με το έλκηθρο προέρχεται από τον Άγιο Νικόλαο. Για τους καθολικούς, ο Άγιος Νικόλαος είναι ο SantaClaus. Ή, διαφορετικά, Sinterklaas, στα ολλανδικά. Οι Ολλανδοί μετανάστες ήταν άλλωστε αυτοί που εξήγαγαν τη λέξη στην Αμερική τον 17ο αιώνα, όπου οι αγγλόφωνοι πληθυσμοί την υιοθέτησαν ως SantaClaus. Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στην Μικρά Ασία τον 3ο αιώνα μ.Χ. Είναι ο προστάτης των παιδιών και των ανθρώπων της θάλασσας. Κατά το 19ο αιώνα, ο Άγιος Νικόλαος θεωρήθηκε σε ολόκληρη περίπου την Ευρώπη το Christkindlein (το παιδί του Χριστού), ο οποίος παρέδιδε κρυφά παιχνίδια στα παιδιά.

Η πρώτη καταγραφή του ολλανδικού μύθου έγινε το 1809 από τον συγγραφέα Ουάσιγκτον Ίρβινγκ, ο οποίος – στο βιβλίο του «A history of NewYork» – περιέγραψε την άφιξη ενός αγίου πάνω σε άλογο, την παραμονή της γιορτής του Αγίου Νικολάου. Το 1812, ο Ίρβινγκ αναθεώρησε το βιβλίο του και ο Άγιος Νικόλαος εμφανίζεται μέσα σε ένα βαγόνι, το οποίο μπορεί και πετάει πάνω από τα δέντρα. Λίγο αργότερα, το 1823, ο ιερέας Κλέμεντ Κλαρκ Μουρ, έγραψε ένα παιδικό ποίημα σε εφημερίδα της Νέας Υόρκης. Εκεί περιέγραφε τον Άγιο Νικόλαο σαν καλικάντζαρο που έμπαινε στα σπίτια από την καμινάδα και ταξίδευε με ιπτάμενο έλκηθρο που το έσερναν οχτώ τάρανδοι.
Η έμπνευση όμως του Αμερικανού εικονογράφου Τόμας Ναστ υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα πορεία του SantaClaus. Εκείνος ήταν που ζωγράφισε τον SantaClaus για το «Harper’smagazine» το 1863 και συνέχισε να το ζωγραφίζει μέχρι τα 1890. Κάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 1860 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Αβραάμ Λίνκολιν του ζήτησε να φτιάξει μία προπαγανδιστική εικόνα του SantaClaus με κάποιους στρατιώτες του. Ήταν από τις πρώτες προσπάθειες άσκησης ψυχολογικού πολέμου στους αντιπάλους. Ο Ναστ στη συνέχεια, προσέθεσε και άλλες λεπτομέρειες, όπως ότι το εργαστήρι του Santa βρίσκεται στον Βόρειο Πόλο. Ο επίσημος όμως σχεδιαστής του Άγιου Βασίλη, που καθιέρωσε η Κόκα Κόλα και όλοι αυτόν γνωρίζουμε, είναι ο HuddonSundblom.
Το υποτιθέμενο, επίσημο χωριό του SantaClaus είναι το Κορβατουντούρι (Korvatunturi) και βρίσκεται μόλις οκτώ χιλιόμετρα βόρεια του Ροβανιέμι της Λαπωνίας, στον Αρκτικό Κύκλο. Κορβατουντούρι σημαίνει «το ύψωμα του αυτιού» (EarFell). Επειδή λοιπόν, η περιοχή είχε κάπως το σχήμα του αυτιού, θεωρήθηκε ότι ο Άγιος Βασίλης ζούσε εκεί και «άκουγε» τις επιθυμίες των παιδιών.

Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν οι εφημερίδες που αναπαρήγαγαν τον μύθο, ενώ η Κόκα Κόλα με τη γνωστή διαφήμιση έβαλε την τελευταία πινελιά: η εικόνα του SantaClaus με την κόκκινη στολή και τη λευκή γενειάδα είναι κατασκευή της Κόκα Κόλα. Τον έφτιαξε έτσι για τη διαφήμιση του δημοφιλούς ποτού το 1931. Ενώ, λοιπόν, η Κόκα Κόλα χρησιμοποιεί την εικόνα του SantaClaus για να αυξήσει την κατανάλωσή της κατά την χειμερινή περίοδο, μετά από εβδομήντα χρόνια «συνεργασίας», διαπιστώνεται ότι και ο SantaClaus διαδόθηκε χάρη στην Κόκα Κόλα. Η κυρίαρχη εικόνα του SantaClaus πια είναι του συμπαθούς γενειοφόρου ένστολου πάνω στο έλκηθρο να παραδίδει δώρα και να πίνει Κόκα Κόλα. Τα Χριστούγεννα μάλιστα, κυρίως στις παιδικές και εφηβικές ηλικίες, έγιναν άρρηκτα συνδεδεμένα, όχι με την εικόνα του Χριστού αλλά μ’ αυτή του Άγιου Βασίλη.