Το Τείχος ήταν και η αρχή του Ψυχρού Πολέμου

Γράφει η Χαρά Παπαβασιλείου

Με αφορμή τις εκδηλώσεις για τα εξήντα χρόνια απ’ την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου και τα σαράντα εφτά της παράνομης εισβολής και κατοχής της Κύπρου.
Το Τείχος ήταν και η αρχή του Ψυχρού Πολέμου. Ώσπου να φτάσουν τα πράγματα στο μόρφωμα του αίσχους και της ντροπής, προηγήθηκε ο διαμελισμός της ηττημένης Γερμανίας σε ζώνες κατοχής – το ίδιο και του Βερολίνου – και ο διαμοιρασμός της στους νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ίδρυση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας κι ένα χρόνο νωρίτερα της Ανατολικής.

Και ο Στάλιν, για να σταματήσει τη διαρροή των κατοίκων προς τη Δύση, αποκλείει τις αρτηρίες προς το Δυτικό Βερολίνο και στη συνέχεια περικλείει τα σύνορα του Ανατολικού με συρματόπλεγμα. Κι αργότερα, για πιο σιγουριά, με το Τείχος. Έναςτρόπος για να υπηρετήσει το όραμα ενός κόσμου «αγγελικά πλασμένου», ωστόσο διαιρεμένου, να χάν’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, κατά το κοινώς λεγόμενο. Με διπλό διάδρομο για τις περιπολίες, σύστημα συναγερμού, πολυάριθμα παρατηρητήρια και φύλακες. Αλά Αλκαζάρδηλαδή ως προς τη φύλαξη! Μ’ αυτήν τη στάμπα στο κούτελο πέρασε στην ιστορία. Έτσι ξεκίνησε και ο αγώνας πολλών απ’ τους εγκλωβισμένους να σπάσουν τα δεσμά τους, πεθαίνοντας για τη λευτεριά.

Ωστόσο όπως εξελίσσεται η ζωή, μια στα πάνω της και μια στα κάτω της, σαν την τραμπάλα που παίζαμε παιδιά, αντιγράφοντάς την προχωρά η ιστορία από αρχαιοτάτων χρόνων. Η αντίστροφη μέτρηση για την επανένωση Ανατολής-Δύσης ξεκίνησε με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, όταν μίλησε για την ανάγκη διαφάνειας στην πολιτική (γκλάσνοστ)και για ανασυγκρότηση, τη γνωστή ως περεστρόικα. Η υφήλιος, όταν τον είδε απ’ τις οθόνες ν’ ανταλλάσσει χειραψία με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ανάσανε και περίμενε τις εξελίξεις εναγωνίως. Μια χειραψία! έτσι απλά, σε ένδειξη φιλίας είναι ικανή ν’ αλλάξει τα πράγματα στις σχέσεις των ανθρώπων. Πόσο μάλλον μεταξύ των κρατούντωνστα χέρια τους τις τύχες του κόσμου.

Εν προκειμένω γερή γροθιά στο στομάχι της έχθρας των δύο λαών! Η φιλότης, η γενεσιουργός δύναμη και συνεκτικός δεσμός κι απ’ την άλλη η έριδα, το νείκος, οι δύο δυνάμεις, κυρίαρχες στη φύση και στις κοινωνίες, ό,τι δημιουργεί η μία, το καταστρέφει η άλλη και τούμπαλιν, χάριν της ευταξίας, λες, και της ισορροπίας. Πάντα ρει και ουδέν μένει, για να θυμηθούμε και τον Ηράκλειτο… Σ’ αυτό το μοτίβο, στο ράβε ξήλωνε, δουλειά να μη σου λείπει και σαν τον σισύφειο μύθο εξελίσσεται η ζωή, που τελειωμό δεν έχει. Κι αν έχει, ποιος το γνωρίζει;
Στις εννιά του Νοέμβρη του 1989, ώρα έξι και μισή μ.μ. ο εκπρόσωπος Τύπου του κομμουνιστικού κόμματος της Ανατολικής Γερμανίας ανακοινώνει πως οι κάτοικοί της θα μπορούν να ταξιδεύουν με βίζα.

Και ο λαός σαν ένα ποτάμι ασυγκράτητο συρρέει προς την έξοδο και κατακλύζει την Πύλη του Βρανδεμβούργου. Το Τείχος παραδίνεται στα χέρια των παραληρούντων από ένθεη βακχική μανία, σε μια γιορτή χαράς και γλεντιού, αλλά και καταστροφής. Κατατεμαχισμένο το σώμα του συντηρεί ως σήμερα την ανάμνηση του κακού ονείρου που βίωσε η ανθρωπότητα. Ωστόσο, προσφερόμενο ως ο πλέον κατάλληλος καμβάς, η τέχνη του δρόμου (Streetart) ανέλαβε να το ευτρεπίσει, μετατρέποντας την ασχήμια σε ομορφιά. Κι ο λαός δεν παραλείπει να ευχαριστήσει τον ηγέτη που χάρισε την ελευθερία σ’ εκατομμύρια ανθρώπους. DANKEGORBI με κεφαλαία του γράφει σ’ ένα απ’ τα κομμάτια του. Μ’ αυτή τη φράση, ως σφραγίδα, και με τις αναθηματικές στήλες στα σημεία των πεσόντων απ’ τα πυρά των φυλάκων, διατρανώνει το μήνυμα πως σε συνθήκες ανελευθερίας και διαίρεσης κανένας λαός δεν μπορεί να ευδοκιμήσει.

Ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως είν’ ευτυχισμένος ο χωρισμένος στα δύο λαός της Κύπρου, με την Πράσινη σαν χολή Γραμμή ανάμεσά τους, τους εκατέρωθεν φρουρούς σε στέγες ή σε λοφίσκους με τ’ όπλο επ’ ώμου και τις κατά καιρούς διαδηλώσεις κι αναστατώσεις για την απονομή δικαιοσύνης; Με τους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα και όσα άλλα, για να οδηγηθούν τα πράγματα εκεί όπου θέλησαν οι Δυνατοί και τα τσιράκια τους. Πώς μπορεί να νιώθουν ευτυχισμένοι ακόμα και μες στην υλική ευδαιμονία τους οι Ελληνοκύπριοι; Απ’ το ’74 ως σήμερα το κυπριακό όσο πάει και χειροτερεύει, έχοντας καταντήσει Γόρδιος Δεσμός. Ο «Σουλτάνος» προ των πυλών της Αμμοχώστου και οι δυτικοί σύμμαχοί μας σφυρίζουν κλέφτικα. Μοναχή τον δρόμο πήρες, εξανάρθες μοναχή, δεν είν’ εύκολες οι θύρες, όταν η χρεία τες κουρταλεί, για να θυμηθούμε και τον ποιητή!

Η Πύλη του Βρανδεμβούργου, ακριβώς στο σύνορο μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού Βερολίνου, η για εικοσιοκτώ χρόνια απροσπέλαστη και βλοσυρή, άνοιξε επιτέλους τις πόρτες της. Και το κοινό μπαινοβγαίνει απ’ τη μια στην άλλη πλευρά, από νοσταλγία για πρόσωπα και πράγματα αγαπημένα, απαγορευμένα για χρόνια απ’ τον «επίγειο Θεό», όπως απ’ τον Ουράνιο το δέντρο της Γνώσης στους Πρωτόπλαστους. Η Πύλητώρα στέκει κι αυτή μέσα στα χρόνια, για να δηλώνει διαφορετικά κεφάλαια της ιστορίας με τελευταίο την επανένωση της Γερμανίας.