
Της Αναστασίας Καρρά
Το ιστορικό κείμενο της Αναστασίας Καρρά κείμενο αποτελεί μέρος της εργασίας της με τίτλο «ΤΟ 3/40 ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΕΥΖΩΝΩΝ – ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΜΥΝΤΙΚΟ ΣΤΡΑΤΩΝΑ ΣΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΝΗΜΗ» που αναρτήθηκε στο
Ιστολόγιο https://doxesdespotatou.com/, καθώς και στην προσωπική της σελίδα https://independent.academia.edu/AnastasiaKarra4 .
Η ιστορία βασίστηκε στα επίσημα φυλλάδια και βιβλία του ΓΕΣ ενώ ο κ. Μπόγρης, διδάκτωρ ιστορίας, αντισυνταγματάρχης και Διευθυντής της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Αρχείων, βοήθησε τόσο στην προμήθεια σχετικού υλικού, όσο και στην αντιπαράθεση ημερομηνιών και ονομάτων.
Προετοιμασία και
αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού (μετά το 1922 – 1940)
Μετά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, ο Ελληνικός Στρατός αφοσιώθηκε με συνέπεια στην αναδιοργάνωση, την ανασυγκρότηση και την εντατική εκπαίδευσή του. Οι αξιωματικοί και οι οπλίτες που παρέμειναν στις τάξεις του επέδειξαν υψηλό φρόνημα και αυταπάρνηση, με στόχο την αποκατάσταση της μαχητικής ικανότητας και της πειθαρχίας του στρατεύματος. Στην Ήπειρο, το 40ό Σύνταγμα Ευζώνων (πρώην 3/40 Σ.Ε.), με έδρα την Άρτα, υπήρξε υπόδειγμα στρατιωτικής ευταξίας και επαγγελματισμού. Με συστηματική εκπαίδευση, άρτια οργάνωση και συνεχή φροντίδα για τη βελτίωση της πολεμικής ετοιμότητας, οι Εύζωνοι του Συντάγματος προετοίμαζαν με πίστη και προσήλωση την ώρα της δοκιμασίας. Η διεθνής κατάσταση επιδεινώθηκε ραγδαία. Τον Απρίλιο του 1939, η Ιταλία του Μουσολίνι κατέλαβε την Αλβανία, μετατρέποντάς την σε ορμητήριο επιθετικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια. Η συγκέντρωση στρατευμάτων στα ελληνοαλβανικά σύνορα αποκάλυπτε καθαρά τις βλέψεις της φασιστικής Ρώμης εναντίον της Ελλάδας. Οι προκλήσεις που ακολούθησαν — οι βομβαρδισμοί του «Ωρίων» και, κυρίως, ο άνανδρος τορπιλισμός της «Έλλης» — εξαγρίωσαν το πανελλήνιο και έπεισαν οριστικά ότι η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Αντί όμως να κάμψουν το ηθικό του λαού, τα γεγονότα αυτά ενίσχυσαν την αποφασιστικότητα και την εθνική συνοχή. Ο Ελληνικός Στρατός, πλήρως προετοιμασμένος, ανέμενε πλέον τη διαταγή για να εκπληρώσει το ύψιστο καθήκον του: την υπεράσπιση της πατρίδας.
Η ιταλική εισβολή και η άμυνα στην Ήπειρο (Οκτώβριος – αρχές Νοεμβρίου 1940)
Στα μέσα Οκτωβρίου του 1940, οι πληροφορίες για επικείμενη ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας πλήθαιναν. Στις 14 Οκτωβρίου, το Γενικό Επιτελείο Στρατού διέταξε τις δυνάμεις της Αλβανίας να τεθούν σε ετοιμότητα, καθώς οριζόταν ως πιθανή ημερομηνία έναρξης της εχθρικής ενέργειας η 26η Οκτωβρίου. Ύστερα από λίγες ημέρες έντασης και αναμονής, η επίθεση εκδηλώθηκε το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Ο πόλεμος Ελλάδας–Ιταλίας είχε αρχίσει. Από την πρώτη στιγμή, το έθνος σύσσωμο βρέθηκε στο πλευρό του στρατού. Οι καμπάνες ήχησαν σ’ όλη την επικράτεια, και οι πολίτες με συγκίνηση και ενθουσιασμό έσπευσαν να καταταγούν. Το διάγγελμα του Βασιλέως Γεωργίου Β΄, με το πατριωτικό του κάλεσμα «Με πίστη στον Θεό και στα πεπρωμένα της Φυλής…», αντήχησε στις ψυχές όλων. Ήταν η στιγμή που το έπος του ’40 γεννιόταν. Νέες Θερμοπύλες και νέες Σαλαμίνεςετοιμάζονταν να γραφτούν στα βουνά της Ηπείρου, όπου ο λαός και ο στρατός πολεμούσαν ενωμένοι για την ελευθερία.
Η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε σε ολόκληρη τη μεθοριακή γραμμή, από το Ιόνιο Πέλαγος ως τις Πρέσπες. Η κύρια προσπάθεια του εχθρού στράφηκε προς την κατεύθυνση Γράμμος–Μέτσοβο, με σκοπό τη διάσπαση του ελληνικού μετώπου και την ταχεία προέλαση προς τα Ιωάννινα. Την ευθύνη του τομέα από τη θάλασσα μέχρι το Καλπάκι ανέλαβε η 8η Μεραρχία, υπό τη διοίκηση του Υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου.
Στην ίδια Μεραρχία ανήκε και το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο, που επρόκειτο να διακριθεί στις επόμενες μάχες. Οι πρώτες ημέρες υπήρξαν κρίσιμες. Παρά τη γενναιότητα των ανδρών, η υπεροχή του εχθρού σε μέσα και αριθμούς ήταν συντριπτική. Οι ιταλικές μονάδες, υποστηριζόμενες από άρματα μάχης, πυροβολικό και αεροπορία, πίεζαν διαρκώς. Το 3/40 Σύνταγμα, μετά από ηρωική αντίσταση, αναγκάστηκε να συμπτυχθεί πίσω από τον ποταμό Καλαμά, προκειμένου να διατηρήσει συνοχή και να ανασυνταχθεί. Στις 7 Νοεμβρίου 1940, οι Ιταλοί κατέλαβαν το χωριό Μαργαρίτι. Εκεί όμως σταμάτησε οριστικά η προέλασή τους• στο ηρωικό αυτό χωριό της Ηπείρου τερματίστηκε ο «στρατιωτικός περίπατος» που οραματιζόταν ο Μουσολίνι.
Η ελληνική αντεπίθεση και η ανατροπή του μετώπου (Νοέμβριος 1940)
Μετά τη σταθεροποίηση του μετώπου στον ποταμό Καλαμά, ο Ελληνικός Στρατός ανέλαβε την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων. Η ηθική υπεροχή και το ακατάβλητο φρόνημα των Ελλήνων στρατιωτών μετατράπηκαν σε ορμητική αντεπίθεση. Οι θρυλικοί τσολιάδες του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων, πιστοί στις παραδόσεις του Όπλου τους, κινήθηκαν με ενθουσιασμό και πίστη στη νίκη. Στις 10 Νοεμβρίου 1940, έπειτα από σφοδρό αγώνα, κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν το χωριό Γρανιτοπούλα, το οποίο οι Ιταλοί είχαν οχυρώσει. Η επιτυχία αυτή αναπτέρωσε το ηθικό και αποτέλεσε το προοίμιο μιας γενικότερης ελληνικής αντεπίθεσης. Από τις 15 έως τις 25 Νοεμβρίου, το Σύνταγμα προέλαυνε ασταμάτητα μέσα σε ακραίες καιρικές συνθήκες, κάτω από χιονοθύελλες, ομίχλη και συνεχή εχθρικά πυρά. Οι Εύζωνοι επιτίθεντο με τη λόγχη και το ηρωικό σύνθημα «ΑΕΡΑ!» δονούσε τις πλαγιές της Ηπείρου. Μέσα σε δέκα ημέρες, το 3/40 κατέλαβε διαδοχικά τη Λάβδανη, τη Στρατίνιτσα (18 Νοεμβρίου) και το Κεράσοβο (19 Νοεμβρίου), ανατρέποντας κάθε οργανωμένη ιταλική άμυνα. Στις 23 και 24 Νοεμβρίου διεξήχθησαν οι σφοδρές μάχες στα υψώματα Καστάνιανης και Βάλτιστας, όπου η ορμή των Ευζώνων συνέτριψε τις εχθρικές γραμμές. Η επίθεση υπήρξε θριαμβευτική: τα ελληνικά τμήματα πέρασαν οριστικά στην αντεπίθεση και προχώρησαν βαθύτερα στο αλβανικό έδαφος, σηματοδοτώντας την πρώτη μεγάλη ανατροπή του πολέμου.
Η προέλαση στη Βόρειο Ήπειρο και η μάχη του Κούτσι (Δεκέμβριος 1940)
Μετά τις σκληρές μάχες του Νοεμβρίου, η προέλαση του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων συνεχίστηκε με ακατάβλητο σθένος και απόλυτη πειθαρχία. Οι Εύζωνοι, συχνά μέσα σε βροχή και χιόνι, προχωρούσαν προς το εχθρικό έδαφος με τη λόγχη στο χέρι, αποφασισμένοι να εκδιώξουν τον εισβολέα από κάθε ελληνικό βράχο. Στις 26 Νοεμβρίου 1940 κατέλαβαν το Πεπελή, κατόπιν το ύψωμα Βοντίνη–Κρόα στις 28 Νοεμβρίου, ενώ ύστερα από εξαιρετικά σκληρές συγκρούσεις, στις 12 Δεκεμβρίου 1940 κατακτήθηκε ο ορεινός όγκος Κόνιακ–Γκαλίσκα. Μετά τις 12 Δεκεμβρίου το Σύνταγμα εισήλθε σε αλβανικό έδαφος και, μέσα από σκληρούς αγώνες, έφτασε στη δέσμη επιχειρήσεων Κούτσι–Καλαράτι–Μπολένα–Βράνιτσα(12–28/12). Οι επιτυχίες αυτές προετοίμασαν το έδαφος για τη μεγαλύτερη αναμέτρηση του Συντάγματος — τη θρυλική Μάχη του Κούτσι.
Από τις 12 έως τις 22 Δεκεμβρίου 1940, το πεδίο του Κούτσι μετατράπηκε σε φλεγόμενο κλοιό. Για δέκα ολόκληρες ημέρες η μάχη μαίνονταν χωρίς διακοπή. Οι Ιταλοί, οχυρωμένοι και ενισχυμένοι, προσπάθησαν απεγνωσμένα να συγκρατήσουν την ελληνική προέλαση, όμως η θυελλώδης ορμή των Ευζώνων δεν αναχαιτίστηκε. Οι άνδρες του 3/40 πολέμησαν με απαράμιλλη γενναιότητα, πολλές φορές σώμα με σώμα, μέσα σε χιόνια και πάγο. Η φωνή «ΑΕΡΑ!» δονούσε τις κορυφογραμμές και η ελληνική λόγχη έγραφε νέα σελίδα δόξας.
Το αποτέλεσμα ήταν θριαμβευτικό. Οι ιταλικές δυνάμεις υπέστησαν συντριβή• ολόκληρο το 141ο Τάγμα Μελανοχιτώνων αιχμαλωτίστηκε, ενώ το 31ο Σύνταγμα Πεζικού διαλύθηκε ολοκληρωτικά. Ο απολογισμός της μάχης ήταν εντυπωσιακός: 31 αξιωματικοί και 250 οπλίτες αιχμάλωτοι, πάνω από 200 νεκροί και πλούσια λάφυρα — έξι πυροβόλα, ένας λόχος όλμων, αυτοκίνητα και πολεμικό υλικό κάθε είδους.
Μετά τη νίκη στο Κούτσι, οι Εύζωνοι δεν σταμάτησαν. Από τις 22 έως τις 28 Δεκεμβρίου, κατέλαβαν διαδοχικά το Καλαράτ, τη Μπολένα και τη Βράνιτσα, στερεώνοντας πλήρως τη θέση του ελληνικού στρατού στη Βόρειο Ήπειρο. Η νίκη τους στο Κούτσι αποτέλεσε κορύφωση της εποποιίας του 1940 και ανέδειξε το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων ως σύμβολο ανδρείας και αυταπάρνησης.
Σταθεροποίηση του μετώπου και η γερμανική εισβολή (Ιανουάριος – Απρίλιος 1941)
Μετά τον θρίαμβο του Δεκεμβρίου, το μέτωπο σταθεροποιήθηκε. Τον Φεβρουάριο το 40ό αντικαταστάθηκε προσωρινά από το 20ό Σ.Π. και τέθηκε ως εφεδρεία· από 1/3/41 επανεγκαταστάθηκε αμυντικά στον ΥποτομέαΜπολένας. Οι σκληρές χειμερινές συνθήκες, οι συνεχείς κακουχίες και η έλλειψη ανεφοδιασμού δοκίμαζαν τις αντοχές των μαχητών, όμως το ηθικό παρέμενε ακμαίο. Οι Εύζωνοι του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων εξακολουθούσαν να κρατούν τις θέσεις τους στη Βόρειο Ήπειρο, αποφασισμένοι να διατηρήσουν κάθε σπιθαμή γης που είχαν κερδίσει με αίμα. Στις 19 Μαρτίου 1941, τη διοίκηση παρέδωσε ο Συν/ρχηςΘρ. Τσακαλώτος και από 1/4/41 ανέλαβε ο Συν/ρχηςΒασ. Πετρόπουλος με Υποδιοικητή τον Αντ/ρχη Ιωάννη Μπίτη, αξιωματικοί έμπειροι και ψύχραιμοι, που ανέλαβαν καθήκοντα μέσα σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο. Μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 6 Απριλίου 1941, η Γερμανία επιτέθηκε αιφνιδιαστικά κατά της Ελλάδας, εισβάλλοντας από τα σύνορα της Μακεδονίας. Η χώρα, ήδη εξαντλημένη από τον αγώνα εναντίον της Ιταλίας, βρέθηκε αντιμέτωπη και με τον πανίσχυρο μηχανισμό του Χίτλερ.
Παρά τη νέα απειλή, τα ελληνικά τμήματα της Ηπείρου συνέχισαν απτόητα να πολεμούν. Το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων παρέμενε σταθερό στις θέσεις του, αποκρούοντας τις επαναλαμβανόμενες ιταλικές επιθέσεις. Οι Ιταλοί, ενθαρρυμένοι από την προέλαση των Γερμανών στη Μακεδονία, επιδόθηκαν σε νέα επιθετική δραστηριότητα. Στις 8 Απριλίου 1941, εκδήλωσαν αναγνωριστικές κινήσεις απέναντι από το 3ο Τάγμα, το οποίο είχε εγκατασταθεί στον υποτομέα της Μπολένας. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 14 Απριλίου, και ώρα 07:00, εξαπέλυσαν γενική επίθεση, υποστηριζόμενη από ισχυρούς βομβαρδισμούς που διήρκεσαν πάνω από μία ώρα. Παρά την ένταση των πυρών, οι Εύζωνοι κράτησαν τις θέσεις τους. Το μεσημέρι, νέα επίθεση στράφηκε εναντίον του 1ου Τάγματος. Οι Ιταλοί κατόρθωσαν να καταλάβουν προσωρινά τμήμα υψώματος, αλλά η άμεση αντεπίθεση ενός ελληνικού ουλαμού ανέτρεψε την κατάσταση: το ύψωμα ανακαταλήφθηκε και πολλοί Ιταλοί αιχμαλωτίστηκαν.
Την επόμενη ημέρα, 15 Απριλίου, οι βομβαρδισμοί επαναλήφθηκαν με μεγαλύτερη ένταση. Ο εχθρός εξαπέλυσε νέα επίθεση στις 15:00, η οποία αποκρούστηκε με βαριές απώλειες γι’ αυτόν. Παρά τις αλλεπάλληλες επιθέσεις, οι Εύζωνοι παρέμειναν ακλόνητοι. Ο ήχος των όλμων και το συνεχές μουγκρητό του πυροβολικού δεν μπόρεσαν να λυγίσουν την αποφασιστικότητά τους να κρατήσουν τις θέσεις μέχρις εσχάτων.
Η σύμπτυξη και η επιστροφή (Απρίλιος 1941)
Μετά τις τελευταίες μάχες της 15ης Απριλίου 1941, η αντοχή των ελληνικών δυνάμεων είχε φτάσει στα όριά της. Η προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων από τον βορρά κατέστησε αναπόφευκτη τη σύμπτυξη. Στις 16 και 17 Απριλίου, ύστερα από διαταγή της Μεραρχίας, το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων άρχισε να υποχωρεί οργανωμένα προς τα μετόπισθεν. Οι άνδρες, εξαντλημένοι αλλά πειθαρχημένοι, πορεύονταν μέσα από ορεινά περάσματα και χαράδρες, κάτω από καταρρακτώδη βροχή και χωρίς επαρκή εφόδια. Τη νύχτα της 17ης προς 18η Απριλίου, έφτασαν στη χαράδρα Γαλίστη, όπου διανυκτέρευσαν. Στις 18 Απριλίου, το Σύνταγμα τέθηκε και πάλι σε πορεία και εγκαταστάθηκε αμυντικά στην Κρανιά, όπου παρέμεινε επί δύο ημέρες. Η πορεία της σύμπτυξης, ωστόσο, δεν μπορούσε να ανακοπεί. Τη νύχτα της επομένης, οι Εύζωνοι συνέχισαν την πορεία τους με προορισμό τον νότο.
Στις 23 Απριλίου, μετά από εξαντλητική πορεία, έφτασαν στον Παραπόταμο, και από εκεί, μέσω Μαργαριτίου, Καμηλάκη και Νικόπολης, στις 27 Απριλίου εισήλθαν στην Πρέβεζα. Εκεί τους περίμενε η πιο δύσκολη στιγμή του αγώνα — η στιγμή του αποχωρισμού. Στα πρόσωπά τους καθρεφτιζόταν η λύπη για την αναγκαστική υποχώρηση, η νοσταλγία για τα πεδία των μαχών της Βορείου Ηπείρου και η υπερηφάνεια για τα κατορθώματά τους. Οι τσολιάδες του 3/40, πριν παραδώσουν τα όπλα τους, τα αγκάλιασαν με ευλάβεια, δίνοντας όρκο ότι η ώρα που θα τα ξαναπάρουν στα χέρια τους δεν θα αργήσει να έρθει. Αγκαλιάστηκαν μεταξύ τους, αποχαιρετώντας ο ένας τον άλλον με δάκρυα στα μάτια αλλά με περηφάνεια στην ψυχή. Όσοι κατάγονταν από την Ήπειρο πήραν άδεια να επιστρέψουν στα σπίτια τους• οι υπόλοιποι συνέχισαν συντεταγμένοι, με άριστο ηθικό, μέχρι το Κρυονέρι, όπου το Σύνταγμα διαλύθηκε. Την ίδια ώρα, οι γερμανικές στρατιές κυριαρχούσαν πλέον σε ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ πίσω τους ακολουθούσαν με θράσος οι ηττημένοι Ιταλοί. Όμως το μεγαλείο της θυσίας των Ευζώνων και η δόξα του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων έμελλαν να παραμείνουν άσβεστα στη μνήμη του Έθνους.


