
«Χτίσε μια γέφυρα στα σύννεφα» Π.Μαυρομάτης Εκδόσεις Κάκτος 2024 σελ.337 Καρμάρθεν, Ουαλία, 2016.
Γράφει : Ο Κώστας Α. Τραχανάς
Ο Χάουελ Πέτερσον είχε όνειρο να γίνει βιβλιοθηκάριος. Να περιτριγυρίζεται από βιβλία και να χάνεται στη μυρωδιά τους και τις ιστορίες τους. Δεν θα τα κατάφερνε όμως. Μόλις στα δεκαοκτώ του χρόνια μια ασθένεια του στέρησε την όραση του. Η δυσλειτουργική του οικογένεια, αποτελούμενη από έναν βίαιο πατέρα και μια φοβισμένη μητέρα, τον άφησε στην τύχη του. Ο Χάουελ πέρασε δυσκολίες ικανές να λυγίσουν και τον πιο δυνατό ή τον πιο πεισματάρη.Ο Χάουελ Πέτερσον είναι πλέον εξήντα χρονών.
Όταν όμως κληρονόμησε μια απομονωμένη φάρμα στην εξοχή της Ουαλίας, ένιωσε πως η ζωή του έδινε μια δεύτερη ευκαιρία. Ζει στη φάρμα που βρίσκεται σε ένα καταπράσινο λιβάδι λίγο έξω από το Καρμάρθεν, ένα μικρό χωριό της νοτιοδυτικής Ουαλίας. Η φάρμα είναι χτισμένη από πέτρα και ξύλο.Ο Χάουελ αποφάσισε να περάσει εκεί το υπόλοιπο της ζωής του, μακριά από την πολυκοσμία και τους θορύβους των πόλεων. Παντού γύρω πράσινο, ησυχία, απόλυτη ηρεμία και ξεγνοιασιά. Δεν υπάρχουν δρόμοι, αυτοκίνητα, πολυκατοικίες, τεχνολογία. Ούτε καν άνθρωποι.Αυτές έμελλε να είναι και οι πιο ευτυχισμένες του μέρες.
Η συμφωνία που είχε κάνει με τον λογιστή του ΛόνσλοτΚόλγουιλ ήταν να ορίσει εκείνος ένα τυπικό αντίτιμο για όσους επισκέπτονταν τη φάρμα. Η διαμονή για τους επισκέπτες θα ήταν διήμερη, δίχως παρέα.Το κάνει αυτό για να συζητάει ο Χάουελ με τους ανθρώπους και να του λένε για τη ζωή τους. Είναι ο καλύτερος τρόπος να ζήσει πολλές ζωές, όταν δεν μπορεί να διαβάσει βιβλία.
Ο Χάουελ δεν ψάχνει για ευτυχισμένους ανθρώπους, ψάχνει αυτούς που ακόμα αναζητούν την ευτυχία.Είναι δεκτικός σε κάθε είδος συζήτηση. Η ανάγκη τους μπορεί να αποδειχθεί βάλσαμο και για τους δυο τους. Μέσα από τις λιγοστές του εμπειρίες θα τους μυήσει στα θαυμαστά μυστικά της ζωής. Και μέσα από τις ιστορίες τους θα προχωράει τα κεφάλαια στο βιβλίο της ζωής του ένα για κάθε μέρα που περνάει.
Ο μεγάλος κράχτης, όμως, για τους επίδοξους αναζητητές της ηρεμίας που χάριζε η φύση ήταν η αφίσα που είχε στο γραφείο του ο Λόνσλοτ. Ήταν μια πανοραμική φωτογραφία της φάρμας, με φόντο την απεραντοσύνη του λιβαδιού και τα υπέροχα, μαγευτικά χρώματα του σούρουπου, πίσω από τον συννεφιασμένο ουρανό της νότιας Ουαλίας.
Οι κανόνες του ήταν απαράβατοι. Ένας επισκέπτης την εβδομάδα, αυστηρά για δύο ημέρες. Σε αυτό το διάστημα οι φιλοξενούμενοι άφηναν την φύση να γιατρέψει τις πληγές τους και τον Χάουελ να ακούει τα βάσανά τους και να τους δίνει συμβουλές. Γιατί ο Χάουελ είχε ανακαλύψει πως τα μάτια της ψυχής βλέπουν περισσότερα από τα κανονικά.
Εκείνο που πραγματικά λαχταρούσε ο Χάουελήταν να έχει στη βεράντα του κάθε που βράδιαζε ανθρώπους που είχαν να πουν πράγματα.Ανθρώπους που έκρυβαν μέσα τους σκέψεις δυνατές,ικανές να τον ταρακουνήσουν, να τον ταξιδέψουν, να του προκαλέσουν μια ευχάριστη αναστάτωση, να γεμίσουν πειστικά κι όχι νωχελικά τις σελίδες του βιβλίου της φάρμαςκαι παράλληλα να φύγουν από τη φάρμα ανανεωμένοι, απελευθερωμένοι από τα δεσμά των «μήπως» και των «δεν» που τους κρατούσαν δέσμιους της δυστυχίας για πολλά χρόνια.
Οι αιτήσεις που δεχόταν ο λογιστής για διαμονή στη φάρμα ήταν πολλές. Οι επισκέπτες δεν είναι απλοί άνθρωποι.Είναι ψυχές που πονάνε.Υποφέρουν, δίχως να ευθύνονται οι ίδιοι γι΄αυτό που περνάνε.Είναι άνθρωποι που βρίσκονται στα όρια της απελπισίας,αλλά και μαγεμένοι από μια κρυφή ελπίδα ότι ίσως δεν έχουν χαθεί ακόμα τα πάντα γι΄αυτούς. Ψάχνουν το κατάλληλο αντίδοτο για την περίπτωσή τους, αυτό που ο Χάουελ ανακάλυψε μόλις εγκαταστάθηκε μακριά από την πολυκοσμία, δίπλα στη μαγεία της δημιουργίας και την φύση. Οι φιλοξενούμενοι έβρισκαν στη φάρμα αυτό που αναζητούσαν. Λίγη ή περισσότερο γαλήνη, ένα ψήγμα ανακούφισης, μια διέξοδο από τα δεσμά των τύψεών τους, μια ήρεμη δύναμη που θα τους βοηθούσε να αποβάλλουν πόνους που φώλιαζαν μέσα τους χρόνια ολόκληρα.
Αυτή τη φορά ο επισκέπτης-φιλοξενούμενος ήταν ο τριαντάχρονος Άλις Ρίκετς πουφτάνει στην φάρμα κουβαλώντας μεγάλο φορτίο.Ο Χάουελ δεν ήθελε να πιέσει τον Ρίκετς να του διηγηθεί πράγματα, προείχε να αποδειχθεί για μία ακόμα φορά υπομονετικός και δεκτικός ακροατής. ΟΧάουελ θα κάνει ό,τι μπορεί για να «ξεκλειδώσει» τον νεαρό Άλις και να του προσφέρει ανακούφιση. Να του δείξει πως να χτίσει μια γέφυρα στα σύννεφα…Να έρθει σε επικοινωνία με τον Άλλον…Να μάθει τον πόνο του…
Ο Χάουελ τον συμβούλευε να ζήσει σαν σήμερα να είναι η τελευταία μέρα στη Γη. Η ζωή καταβροχθίζει τις μέρες με δαιμονιώδη ταχύτητα.Μάθε, του λέει, να τη βλέπεις σαν σύμμαχο, όχι σαν εχθρό σου.
Μάθε να σέβεσαι τον πόνο του άλλου, τις ιδιαιτερότητές του, την ανάγκη να μιλήσει ή ακόμη και να σιωπήσει.
Τρία πράγματα δεν μπορούν να μείνουν κρυφά : Ο ήλιος, το φεγγάρι και η αλήθεια.
Η ευτυχία δεν είναι κάτι που βιώνεις, αλλά κάτι που θυμάσαι.
Δεν θυμόμαστε μέρες. Θυμόμαστε στιγμές.
Όλοι μας ζούμε περιστοιχισμένοι από προβλήματα και πόνους. Αυτό που μετράει, όμως, είναι να μην εστιάζουμε σε αυτά…
Καλύτερα να πεθάνεις μια φορά, παρά να τρέμεις από τον φόβο σου μια ζωή.
Είναι άνοιξη πια. Δεν χωράει η πίκρα μέσα στο φως.
Η φάρμα είχε επιδείξει ένα πλουσιοπάροχο κοινωνικό έργο…
Ο κύριος Χάουελ Πέτερσον ήταν ο πιο δοτικός άνθρωπος που είχαν γνωρίσει οι φιλοξενούμενοί του…
Ο κύριος Χάουελ Πέτερσον ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο γιατί έζησε πολλές ζωές…
Ο κύριος Χάουελ Πέτερσον δεν μπορούσε να διαβάζει βιβλία, γιατί ήταν τυφλός, ήξερε όμως να διαβάζει τους ανθρώπους, τα σημάδια που οι άνθρωποι κουβαλούν μέσα τους…
Πόσο πόνο μπορεί να υπομείνει ένας άνθρωπος;
Πόσο εφικτό είναι να τον αντιστρέψει προς όφελός του;
Τι πιθανότητες έχει να ορθοποδήσει, έπειτα από ένα ισχυρό γκρεμοτσάκισμα της ψυχολογίας του;
Ποιος ο ρόλος της οικογένειας σε όλα αυτά;
Πώς η αγάπη για τα βιβλία μπορεί να βοηθήσει μια τέτοια κατάσταση;
Φαντάζεσαι να μην υπήρχαν τα βιβλία ή ακόμα χειρότερα, όποιον διάβαζε βιβλία να τον έκαιγαν ζωντανό ;
Πώς θα αγαπήσεις τους άλλους,αν πρώτα δεν αγαπήσεις τον εαυτό σου ;
Το σκοτάδι βοηθάει να κρυβόμαστε από τους φόβους μας;
Πώς μπορεί να αντέξει κάποιος τόσο μίσος μέσα του ;
Finiscoronatopus= Το τέλος στεφανώνει το έργο (Λατινικό ρητό)
Το βιβλίο αυτό εξετάζει την πορεία τουΧάουελ Πέτερσον, τον πόνο που βίωσε, την προσπάθειά του να ανακάμψει και τον ρόλο της οικογένειας και της αγάπης για τα βιβλία σε αυτή τη διαδικασία.
Το “Χτίσε μια Γέφυρα στα Σύννεφα” είναι ένα βιβλίο που προσφέρει ελπίδα και έμπνευση, δείχνοντας πώς η αγάπη και η αποφασιστικότητα μπορούν να ξεπεράσουν ακόμα και τις πιο δύσκολες καταστάσεις.
Μια ιστορία σκληρή, που περιέχει παιδικά τραύματα, τραυματικές εμπειρίες,και που επιχειρεί να ξετυλίξει τον μπερδεμένο μίτο των ανθρώπινων σχέσεων, ενάντια στον πόνο, τη φτώχεια και τον ρατσισμό.
Μια ιστορία μίσους και αγάπης.
Κυρίως αγάπης…
Ένα βιβλίο απρόβλεπτο και βαθιά φιλοσοφημένο.
Ένα βιβλίο αψεγάδιαστης ομορφιάς, που αιχμαλωτίζει τους αναγνώστες από την πρώτη γραμμή, χάρη στο συναισθηματικό του βάρος.
Πραγματικό διαμάντι.
Ένα από τα καλύτερα βιβλία του 2024.
Ο Παντελής Μαυρομμάτηςγεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πάτρα όπου και εξακολουθεί να διαμένει. Είναι ένας συγγραφέας, γνωστός για την ικανότητά του να εξερευνά βαθιά τις ανθρώπινες σχέσεις και τα συναισθήματα. Άλλα έργα του είναι : «ΜΟΤΕΛ 430-71», «Ο Διάβολος του Γκούλκαντρι», «Όταν πέθανα για δεύτερη φορά», «B.Y.M.R».