50 χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση Σημαντικές κατακτήσεις, χαμένες ευκαιρίες, νέες προκλήσεις
Της Όλγας Γεροβασίλη*
Το 2024 είναι χρονιά ορόσημο για την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία. 50 χρόνια μετά την πτώση της Χούντας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, αυτή η επέτειος μάς δίνει την ευκαιρία για έναν αναγκαίο αναστοχασμό.
Με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι αυτά τα 50 χρόνια ζήσαμε στην πιο μακρά περίοδο κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, πολιτικής σταθερότητας και κοινωνικής ειρήνης της Ελληνικής ιστορίας. Προφανώς με προβλήματα, παραλήψεις, δυσκολίες, αδικίες, κρίσεις και αντιφάσεις, αλλά η Μεταπολίτευση ήταν μια στιγμή ουσιαστικής μετάβασης. Την πτώση της Χούντας την διαδέχτηκε μια κανονική κοινοβουλευτική δημοκρατία και όχι η καχεκτική δημοκρατία που υπήρχε στη χώρα μετά τον εμφύλιο.
Η εποχή μετά τη Μεταπολίτευση, με όχημα την Δημόσια και Δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση και το κοινωνικό κράτος με το ΕΣΥ, είναι ταυτισμένη με την ανοδική κοινωνική κινητικότητα. Παράλληλα, η κατάργηση των διαχωρισμών του μετεμφυλιακού κράτους έβαλε στο παιχνίδι ένα τεράστιο τμήμα του Ελληνικού λαού που ήταν έως τότε αποκλεισμένο. Αυτά τα χρόνια η Ελλάδα έφτασε πιο κοντά από ποτέ άλλοτε στην Ευρώπη, έγινε μια χώρα στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτή η διαδρομή ακολούθησε μετά από την εθνική τραγωδία της Κύπρου και δεν ήταν δεδομένη. Ήταν αποτέλεσμα της θυσίας χιλιάδων αγωνιστών ενάντια στη δικτατορία με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ήταν αποτέλεσμα των αγώνων της περιόδου μετά την Μεταπολίτευση. Ήταν, όμως, αποτέλεσμα και μιας κεντρικής πολιτικής επιλογής, συνέπεια και όσων είχαν προηγηθεί, να προχωρήσει η χώρα μπροστά με συνεννόηση. Ακόμη και στις περιόδους της πιο έντονης και σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης τηρούνταν οι ελάχιστοι κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού.
Αυτές είναι σημαντικές κατακτήσεις και οφείλουμε να τις αναγνωρίσουμε, διότι πολλά από όσα θεωρούμε σήμερα αυτονόητα κεκτημένα, κάποτε δεν ήταν και ακόμη χειρότερα, έχουμε πλέον και υποχωρήσεις από πολλά που μέχρι πρότινος θεωρούσαμε αυτονόητα. Την ίδια ώρα, είμαστε υποχρεωμένοι να δούμε κατάματα και τις χαμένες ευκαιρίες αυτής της μακράς περιόδου. Πολύ περισσότερο όταν η χώρα πέρασε μια πολυετή οικονομική κρίση με βαθιές πληγές στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας.
Παρά τις τεράστιες δυνατότητες και τους πόρους που υπήρχαν, η χώρα δεν απέκτησε ποτέ ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, ώστε να είναι ανθεκτική η ελληνική οικονομία απέναντι στις αναταραχές της παγκοσμιοποίησης με αποκορύφωμα την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Την αποβιομηχάνιση των δεκαετιών του 1970 και 1980 αντικατέστησε ένα παραγωγικό μοντέλο επικεντρωμένο σχεδόν αποκλειστικά στην οικοδομή, τις υπηρεσίες και τον τουρισμό και όχι ένα μοντέλο επικεντρωμένο στην παραγωγή προστιθέμενης αξίας.
Ταυτοχρόνως, η εναλλαγή των δύο κομμάτων στην εξουσία στο πλαίσιο της ενισχυμένης αναλογικής, της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, παρά την πολιτική σταθερότητα που εξασφάλισε, από ένα σημείο και μετά μετέφερε τον πολιτικό ανταγωνισμό από τις ιδέες και τις πολιτικές, στις πελατειακές σχέσεις και σε μια μάχη ισχύος σε ένα κομματικό κράτος που συνεχώς διογκώνονταν επιβαρύνοντας το δημόσιο χρέος. Εν τέλει, οδηγηθήκαμε στα δίδυμα ελλείμματα, στα μνημόνια, στην απώλεια του 25% του ΑΕΠ, στη βίαιη φτωχοποίηση ενός πολύ μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας.
Το πολιτικό αποτέλεσμα, μετά από μια περίοδο μεγάλων κοινωνικών αγώνων, ήταν ο εκλογικός σεισμός του 2012 με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στη συνέχεια το 2015 στη διακυβέρνηση του τόπου. Το γεγονός ότι η τεράστια λαϊκή δυσαρέσκεια διοχετεύθηκε πλειοψηφικά σε αριστερή κατεύθυνση ήταν μια σημαντική και καθόλου αυτονόητη εξέλιξη υπέρ της δημοκρατίας.
Η έξοδος από τα μνημόνια, η ρύθμιση του δημοσίου χρέους και η επίλυση του ονοματολογικού με τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι οι μεγάλες κατακτήσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με Πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα. Μια κυβέρνηση, εξάλλου, κρίνεται επιτυχημένη και από το αν θωρακίζει τη χώρα έναντι μελλοντικών δυσκολιών και κινδύνων. Παράλληλα, η εντιμότητα και η διαφάνεια στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος αποτέλεσε ένα υπόδειγμα πολιτικής και διοίκησης που σε μεγάλο βαθμό εξέλειπε ως τότε.
Σήμερα, πέντε χρόνια μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία, έχει μεσολαβήσει μια μεγάλη υγειονομική κρίση με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπινες απώλειες και μια ενεργειακή κρίση που πλέον έχει λάβει χαρακτηριστικά εγχώριας αισχροκέρδειας που απομειώνει δραματικά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Το παραγωγικό μοντέλο που συντηρείται και ενισχύεται είναι ολιγοπωλιακό και αντίστοιχο με αυτό που μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Οι ανισότητες αυξάνονται και οι νέοι άνθρωποι της εποχής μας είναι οι πρώτοι αυτής της 50ετίας που αντιμετωπίζουν την προοπτική ότι θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους.
Η κλιματική κρίση και οι πόλεμοι στη γειτονιά μας δημιουργούν μια συνολική και διαρκή συνθήκη αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Την ίδια ώρα, οι τελευταίες ευρωεκλογές αποκάλυψαν μια βαθιά κρίση πολιτικής εκπροσώπησης με ρεκόρ αποχής. Αυτά, ενώ η δημοκρατία και το κράτος δικαίου πληγώθηκαν βαθιά από το σκάνδαλο των υποκλοπών που προκάλεσε για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση την καταδίκη της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η ανθεκτικότητα της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας, η προάσπιση της δημοκρατίας και η υποστήριξη της ειρήνης μπορεί να μοιάζουν αυτονόητα ή – έστω – ελάχιστα ζητούμενα 50 χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση. Παράλληλα, όμως, είναι και οι μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας και σε αυτές καλούμαστε να ανταποκριθούμε.
*Άρθρο της Όλγας Γεροβασίλη, Δ’ Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων, βουλευτή Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, στο επετειακό τεύχος του περιοδικού της Βουλής των Ελλήνων “Επί του περιστυλίου”