Οι συγγραφείς αποκαλύπτουν τα μυστικά τους στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Χρήστος Χαρτοματσίδης
Γράφουμε επειδή θέλουμε να μας αγαπάνε!
Γιατί γράφω;
Είναι μια ερώτηση που ο καθένας από τους γράφοντες θα έπρεπε να θέσει στον εαυτό του και να απαντήσει με ειλικρίνεια. Συνήθως οι ευτυχισμένοι άνθρωποι, αυτοί που απολαμβάνουν αγάπη και προσοχή δεν νιώθουν την ανάγκη να ασχοληθούν με τις τέχνες. Γιατί άλλωστε να το κάνουν; Γιατί να πρέπει να εκτεθείς μόνος και γυμνός κάτω από τους προβολείς και να αντιμετωπίσεις τις κρίσεις των άλλων. Είναι ρίσκο που λίγοι θα το αναλαμβάνανε. Τότε γιατί όλη η προσπάθεια, γιατί ο μαζοχισμός; Είναι τόσο μεγάλη η φιλαρέσκειά και η ματαιοδοξία μας;
Όχι. Γράφουμε επειδή θέλουμε να μας αγαπάνε! Γι αυτό κι επιδιώκουμε την προσοχή των άλλων. Όπως τα μικρά παιδιά που ονειρεύονται να γίνουν ακροβάτες, ή κλόουν στο τσίρκο, για να τους θαυμάζουν, ή να προκαλούν το γέλιο, και μετά όλοι να θέλουν να είναι φίλοι τους, έτσι κι οι συγγραφείς. Η μόνη πραγματική ανταμοιβή μας είναι το χειροκρότημα και η αγάπη του κόσμου. Σε τελική ανάλυση είναι λιγάκι πιο περίπλοκος τρόπος για «να σμίξουμε με τον κόσμο», όπως θέλει και το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου στο «Καπνιστό τσουκάλι»: «…Εμείς αδερφέ μου δεν γράφουμε για να ξεχωρίζουμε από τον κόσμο. Εμείς γράφουμε για να σμίξουμε με τον κόσμο.»
Υπάρχουν βέβαια κι άλλες απαντήσεις – π.χ. :
– Όταν γράφω μου υπαγορεύει ο ίδιος ο Θεός!!! Ή,ο Δαίμονας, το Πεπρωμένο, ο Άγγελος , η Μούσα κ.τλπ. μου ψιθυρίζουν στο αυτί. Έχω την Αποστολή!!!
– Έχω οργανική κλίση στο γράψιμο, είναι στο DNA μου, είναι εθισμός, είναι το μόνο στο οποίο είμαι καλύτερος από τους άλλους κι έχω χρέος απέναντι στο ταλέντο μου.
– Νιώθω υπεύθυνος να πω κάποιες αλήθειες, που οι άλλοι δεν τολμούν να πούνε. κ.τλπ. κ.τλπ.
Όπως και να το θέσουμε, η αλήθειά είναι πως πρόκειται για μοναχική και δύσκολη απασχόληση με ελάχιστες στιγμές χαράς και πολλές πικρές, βασανιστικές υπερωρίες, με κάποια φωτεινά και μεθυστικά δευτερόλεπτα έμπνευσης για τα οποία και μόνο αξίζει ο κόπος.
Τι βιβλία γράφω;
Με απασχολούν τα περισσότερα λογοτεχνικά είδη -στην πεζογραφία οι μικρές και μεγάλες φόρμες, τόσο τα μυθιστορήματα όσο και τα διηγήματα ιδιαίτερα τώρα τελευταία αυτά των 300 λέξεων, που απαιτούν στα σύντομα όρια τους, να δημιουργήσεις πλοκή που θα ιντριγκάρει τον αναγνώστη, μα και κάποιον χαρακτήρα. Επίσης με ενδιαφέρει και γράφω θέατρο και ποίηση, ιδιαίτερα – ραπ.
Από πού εμπνέομαι;
Μακάρι να είχαμε μια πλούσια σε εμπειρίες και περιπέτειες ζωή για να την αναπαράγουμε μετά στα κείμενά μας. Κι όμως, ο Ζορμπάς είχε τα βιώματα, μα ο Καζαντζάκης έγραψε το μεγάλο έργο που τον αποθανάτισε. Ναι, οι «καλαμαράδες» εμπνεόμαστε συνήθως από την τόσο ενδιαφέρουσα ζωή των άλλων, από το περιβάλλον μας, από το ταπεινό κι ανιαρό παρελθόν μας, από τις πολλές και περίεργες ενοχές κι ανασφάλειές μας, κι από τα γεμάτα παράλογες αντιθέσεις κι αμφιβολίες συναισθήματά μας.
Ποιο είναι το τελευταίο έργο τους, τι περιέχει και ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν για να το γράψουν και να το εκδώσουν;
Το τελευταίο μου έργο είναι η νουβέλα «Όσο κρατάει ένα φιλί» από τις εκδόσεις «Μανδραγόρας». Πρόκειται για την «εξομολόγηση» μιας γυναίκας μεγάλης ηλικίας, όπου η προσωπική της μοίρα, συναντάει την θύελλα των γεγονότων. Είναι γραμμένη με αγάπη και χιούμορ. Αν και σε συγκεκριμένο ιστορικό και ιδεολογικό πλαίσιο, αυτό που με ενδιέφερε ήταν η καθαρά ανθρώπινη πλευρά, οι διαπροσωπικές σχέσεις κι ο έρωτας. Στόχος μου ήταν το κείμενο να διαβάζεται ευχάριστα κι ο αναγνώστης να απολαμβάνει την ανάγνωση. Στο γράψιμο της δεν είχα πρόβλημα. Οι δυσκολίες ήταν στην έκδοση. Μια καλή δικαιολογία των εκδοτικών οίκων είναι η οικονομική κρίση. Κι όμως, θα έπρεπε να δίνουν ευκαιρία και σε βιβλία που πιθανόν να μην τους φαίνονται και τόσο εμπορικά. Δεν μπορούν με ευκολία να προαποφασίζουν αν κάποιο βιβλίο θα αρέσει ή όχι. Η προσπάθεια πρέπει να γίνεται στη διαμόρφωση προς το καλύτερο του γούστου του αναγνωστικού κοινού κι όχι μόνο για το εύκολο κέρδος.
Ποιες άλλες δραστηριότητες έχουν πέρα από το γράψιμο;
Προσπαθώ να αθλούμαι. Περπατάω στο στάδιο για να κάνω 10000 βήματα την ημέρα.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης γεννήθηκε το 1954 στη Βουλγαρία, σε οικογένεια Ελλήνων, πολιτικών προσφύγων. Σπούδασε Ιατρική και σήμερα εργάζεται σαν Διευθυντής Μικροβιολογίας στο Γ. Ν. Κομοτηνής. Δημοσιεύει διηγήματα και μεταφράσεις στο λογοτεχνικά περιοδικά “Νέα Πορεία”, “Η Λέξη”, “Το Δέντρο” “Ιστός” και «Μανδραγόρας». Τα τελευταία χρόνια είναι μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού «Μανδραγόρας».
Έχει δημοσιεύσει 4 μυθιστορήματα, 2 συλλογές διηγημάτων και μια νουβέλα.
4 θεατρικά του έχουν ανέβει στο ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής, στη σκηνή «Μ. Μερκούρη» στη Θεσσαλονίκη, όπως και σε κρατικό θέατρο της Βουλγαρίας.
Έχει τρία πανβουλγαρικά βραβεία για διήγημα, μυθιστόρημα και θεατρικό έργο, και δύο φορές έχει προταθεί για τα βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω» – για διήγημα και μυθιστόρημα.