Οι Γιαριβαλδινοί στον πόλεμο του 1897 στην Άρτα

Του Φώτη Βράκα

Πρόλογος

Η ιστορία του τόπου µας έχει πολλά µυστικά. Έχει γεγονότα γνωστά και γεγονότα άγνωστα. Ίσως αυτά τα άγνωστα γεγονότα είναι, που καµιά φορά µας λείπουν. ∆εν έχει σηµασία αν είναι µικρά ή µεγάλα. Σηµασία έχει να τα γνωρίζουµε. Όσο πιο πολύ γνωρίζουµε την ιστορία του τόπου µας, τόσο πιο πολύ µας κάνει να τον αγαπάµε. Ένα από αυτά τα γεγονότα, τα οποία είναι λιγότερα γνωστά, είναι και η µικρή συµµετοχή των Ιταλών Γαριβαλδινών- Ερυθροχιτώνων στον πόλεµο του 1897 στην µάχη του Γκριµπόβου. Σκοπός της µελέτης αυτής δεν είναι να παρουσιάσω τα αίτια που οδήγησαν στον πόλεµο του 1897 αλλά θέλω να παρουσιάσω την µικρή συµµετοχή των Γαριβαλδινών ή Ερυθροχιτώνων (camicia rossa) στα γεγονότα της Ηπείρου. Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι, τι τους έκανε να έρθουν να πολεµήσουν εδώ και ποιο ήταν το τέλος τους. Βέβαια αν και στην Άρτα/Ήπειρο δεν έπαιξαν κάποιο σηµαντικό ρόλο, όπως στο
µέτωπο Θεσσαλίας, είναι ένα λιθαράκι της τοπικής ιστορίας της Άρτας. Μέσα από την ιστορία αυτών θα δούµε έστω και περιληπτικά λίγο την κατάσταση στην Ελλάδα και Ήπειρο. Οι Γαριβαλδινοί µετά τα Γεγονότα του 1897 θα επανέλθουν 15 χρόνια αργότερα στην Ήπειρο πάλι, όπου µαζί µε τις Ελληνικές δυνάµεις θα γράψουν την ιστορία του πρώτου βαλκανικού πολέµου στην Ήπειρο.
H Γενική κατάσταση στην Ελλάδα πριν την κήρυξη του πολέµου

Η Εθνική Εταιρεία µια παραστρατιωτική οργάνωση που ιδρύθηκε από µια σειρά µικρών αξιωµατικών κατάφερε µέσα σε λίγο χρονικό διάστηµα να κυριαρχήσει στη δηµόσια ζωή
µε σύνθηµα τον αλυτρωτισµό. Ο Βασιλιάς παρασύρονταν από το κύµα της εποχής και λάµβανε σε αυτά τα συνθήµατα µέρος, η αντιπολίτευση απειλούσε αν δεν γίνει πόλεµος είναι προδοσία, λαός, τύπος, όλοι σε έναν πυρετό πολέµου, που στο τέλος θα τους κόστιζε πολλά.

Στην Ήπειρο η Εθνική Εταιρεία είχε απλώσει καλά τα πλοκάµια της και ετοίµαζε τον αγώνα. Προφανώς κρυφή βάση της Ε.Ε. στην Ήπειρο ήταν η Άρτα, η οποία µόλις πριν 16 χρόνια είχε περάσει στο ελληνικό κράτος. Έλληνες, που ήταν ύποπτοι στην Οθωµανική διοίκηση για επαναστατική δράση και διώκονταν, έβρισκαν καταφύγιο στην Άρτα. Η Οθωµανική Αυτοκρατορία παρότι προσπαθούσε να πάρει µια ευρωπαϊκή µορφή δεν τα κατάφερνε και ο πόθος των Ελλήνων χριστιανών στην Ήπειρο να ενωθούν µε την Ελλάδα ήταν δυνατός αλλά από την άλλη πλευρά υπήρχε και ο φόβος της αποτυχίας, τι θα γίνει
µετά.. Αγωνιστές, όπως ο καπετάν Ζαχαράκης από την Καµαρίνα, o Κων/νος Χαλάστρας στο Ιµάµ Τσαούς και πολλοί άλλοι ήταν ήδη έτοιµοι να αρπάξουν τα όπλα. Περιληπτικά λοιπόν αυτή ήταν η κατάσταση στο Ελληνικό Βασίλειο και την Οθωµανική Ήπειρο το 1897.

Πως έβλεπε η Ευρωπαϊκή αριστερά τα πράγµατα

Μετά τις σφαγές που διέπραξε ο σουλτάνος στην Κρήτη, οι Ευρωπαίοι σοσιαλδηµοκράτες και αναρχικοί σε αντίθεση µε τις κυβερνήσεις τους, που τα είχαν
µέλι γάλα µε την Οθωµανική Αυτοκρατορία, αυτοί έβλεπαν στο πρόσωπο της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας τον ορισµό της ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ. Η επανάσταση της Κρήτης δεν είχε για τους Ευρωπαίους αριστερούς την ίδια προφανώς σηµασία, όπως για τους Έλληνες. Αυτοί πίστευαν, πως από τη µία εκπληρώνεται µεν το αίτηµα της αυτοδιάθεσης των λαών από την άλλη δε έβλεπαν τον πόλεµο σαν µέσο και για κοινωνική επανάσταση. Βέβαια τα τάγµατα αυτά που έφτασαν στην Ελλάδα να πολεµήσουν ήταν µικτά. ∆ηλ. Υπήρχαν και εθελοντές που έφθασαν µόνο και µόνο να βοηθήσουν να απελευθερωθούν οι καταπιεσµένοι απο τον Σουλτάνο Ελληνες και γενικότερα οι χριστιανοί. Γιαυτό πολλοί Έλληνες αξιωµατικοί δεν έβλεπαν τους εθελοντές αναρχικούς και µε καλό µάτι. Ενας απ αυτούς που ήταν και επιφυλακτικός µαζί τους ήταν ο Παύλος Μελάς. Στα ίδια µήκη κύµατος πρέπει να κινούνταν και ο Θρασύβουλος Μάνος5 στην Ήπειρο.

Οι Ιταλοί Εθελοντές

Η παρουσία των Ιταλών σοσιαλιστών, αναρχικών κτλ δεν συνδέεται µόνο µε τον πόλεµο του 1897. Ήδη από τα µισά του 19ου αιώνα είχαν µαζευτεί στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο και Σύρο Ιταλοί αναρχικοί και πολιτικά διωκόµενοι σαν πολιτικοί
πρόσφυγες, οι οποίοι συµµετείχαν σε όλα τα ελλνοαντιµοναρχικά κινήµατα αλλά και στην επανάσταση της Κρήτης το 1867. Από τους τρεις χιλιάδες εθελοντές που ήρθαν στην Ελλάδα το 95% αυτών ήταν Ιταλοί. Οι Ιταλοί αυτοί που ονοµάζονταν Γαριβαλδινοί ή Ερθροχίτωνες επί λέξη τα “κόκκινα πουκάµισα” από το ιταλικό “camicca rosa“ λόγω των κόκκινων πουκάµισων
που φορούσαν έφτασαν στον Πειραιά µε επικεφαλής τον γιο του Ιταλού αγωνιστή και ήρωα Giuseppe Garibaldi τον Ricciotti Garibaldi6. Ενα µέρος αυτών θα φύγει για το
µέτωπο Θεσσαλίας και ένα µέρος για την Ήπειρο. Σηµαντική µορφή ανάµεσα τους ο Ιταλός αναρχικός Amilcare Cipriani.
Στην φωτογραφία Ιταλοί Γαριβαλδινοί – Ερυθροχίτωνες το 1897 κατά την άφιξη τους στην Ελλάδα.

H Έναρξη του πολέµου

Το 1896 είχε ξεσπάσει η επανάσταση στην Κρήτη9, όπου αποβιβάστηκαν Ελληνικά στρατεύµατα για ενίσχυση και µε σκοπό να την ενώσουν µε την Ελλάδα. Όµως οι
µεγάλες δυνάµεις είχαν άλλες βλέψεις και κήρυξαν την Κρήτη “διεθνές προτεκτοράτο” προκειµένου να σταµατήσουν οι εχθροπραξίες. Ο Ελληνικός στρατός τραβήχτηκε στην Θεσσαλία και ο διάδοχος Κων/νος ανέλαβε την αρχιστρατηγία µέσα σε ένα φιλοπολεµικό κλίµα. Αρχές του Απρίλη του 1897 Έλληνες άτακτοι µαζί µε Γαριβαλδινούς πέρασαν τα σύνορα µε σκοπό να ξεσηκώσουν την Μακεδονία και χτυπήθηκαν µε τους Τούρκους αλλά ηττήθηκαν και οπισθοχώρησαν. Η Τουρκία διέκοψε τις διπλωµατικές σχέσεις µε την Ελλάδα και κήρυξε τον πόλεµο εναντίον της Ελλάδας.

Η αρχή του πολέµου στην Ήπειρο

Έτσι λοιπόν και στην Ήπειρο την πρωτοβουλία των εχθροπραξιών την ανέλαβαν οι Τούρκοι. Στις 18 του Απρίλη ξεκίνησαν µε τον βοµβαρδισµό της Άρτας. Τα πυρά ανταπέδωσαν οι Έλληνες και στην ουσία δεν συνέβη κάτι το ιδιαίτερο και από τις δύο πλευρές. Στην προσπάθεια να καταλάβουν οι Τούρκοι την Γέφυρα, οι Έλληνες αµύνθηκαν γερά όπως και στην προσπάθεια των Ελλήνων να περάσουν τον Άραχθο οι Τούρκοι αµύνθηκαν επίσης γερά. Έκπληκτοι έµειναν οι Έλληνες, όταν το πρωί στις 28 του Απρίλη ένας Αλβανός ειδοποίησε τους Έλληνες, ότι οι Τούρκοι την νύκτα τραβήχτηκαν πίσω προς την Φιλιππιάδα και έτσι ο Ελληνικός στρατός πέρασε τον Άραχθο.

Μια περιληπτική αναφορά των µαχών γύρω από την Άρτα µέχρι τα γεγονότα του Γκριµπόβου

Μετά τον κανονιοβολισµό της Άρτας, ο οποίος δεν έφερε κάποια αποτελέσµατα για τους Τούρκους, ο Μάνος διέταξε αντεπίθεση. Ο Ελληνικός στρατός πέρασε τον Άραχθο στην θέση Μπάνη και κυνήγησε τους Οθωµανούς ως το Αλίµπεη,Μύτικα και Ανέζα. Οι Οθωµανοί της Σαλαώρας εγκατέλειψαν το φυλάκιο και τραβήχτηκαν µέσω Βίγλας και Ιµάµ Τσαούς προς την Φιλιππιάδα. Ο Ελληνικός στόλος κατέλαβε την Σαλαώρα. Ο Ελληνικός Στρατός προχώρησε και κατέλαβε την Φιλιππιάδα, την οποία οι Οθωµανοί εγκατέλειψαν και οχυρώθηκαν στο φρούριο στα Πέντε Πηγάδια. Παράλληλα το ισχυρό πολυβολείο των Οθωµανών στο Ιµαρέτ δεν άντεξε την πίεση του ελληνικού στρατού και εγκαταλείφθηκε. Μέσα σε λίγες µόνο µέρες οι Έλληνες προωθήθηκαν στα Πέντε Πηγάδια, όπου και πολέµησαν γενναία. Την Κιάφα την είχε καταλάβει ο Μπότσαρης µε τους άτακτους αλλά πήρε διαταγή να χτυπήσεις τις οθωµανικές δυνάµεις που θα κινούνταν στον δρόµο Πρέβεζας – Φιλιππιάδας. Στην Στρεβίνα οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν µπροστά στην αποφασιστικότητα των Ευζώνων. Ο Γκολφινόπουλος κρατούσε την γραµµή του Λούρου. Μάχες δόθηκαν και στο Ιµαρέτ µε τον Μπαϊρακτάρη, ο οποίος προχώρησε προς Χανόπουλο και Στρεβίνα.

Μια περιληπτική περιγραφή της µάχης του Γκριµπόβου

Το επιτελείο διατάζει τον συνταγµατάρχη Μπαϊρακτάρη να ενισχύσει τον Γκολφινόπουλο που βρίσκεται στην γέφυρα Καλογήρου. Ο Μπαϊρακτάρης αγνοεί την διαταγή και χτυπά τους Τούρκους στην Θέση Γκρίµποβο. Οι Τούρκοι πολυάριθµοι ανταποδίδουντα πυρά και µέσα σε δύο µέρες θα γίνει εδώ η µεγαλύτερη µάχη στο Μέτωπο Ηπείρου. Ο καιρός βροχερός και δεν διευκολίνει την κατάσταση. Αρχικά φαίνονταν οι Ελληνικές δυνάµεις να κερδίζουν. Ο Γκολφινόπουλος εγκατέλειψε την γέφυρα Καλογήρου και ήρθε να ενισχύσει τον Μπαίρακτάρη. Εν τω µεταξύ πυκνή οµόλχη προς το µέρος των Τούρκων του κάλυπτε τα οθωµανικά στρατεύµατα ενώ οι έλληνες ήταν εκεθεµένοι και έτσι πίσω απο φυσικές προκαλύψεις και γερά χαρακώµατα το αλβανικό σύνταγµα, το οποίο ενίσχυε τις οθωµανικές δυνάµεις, και οι οβίδες του οθωµανικού πυροβολικού, θεριζαν το ελληνικό πεζικό, το οποίο πολεµούσε γεναία, όπως γραφει ένας άγγλος πολεµικός ανταποκριτής. Ενώ η µάχη ήταν ουδέτερη στο αποτέλεσµα και οι δύο δυνάµεις εξαντληµένες, ο Μπαϊρακτάρης πήρε εντολή να οπισθοχωρήσει ενώ ο Γκολφινόπουλος τραβήχτηκε πάλι πίσω στη γέφυρα Καλογήρου όπου είχε
µικροαψηµαχίες µε τους Οθωµανούς. Η µάχη του Γκριµπόβου ήταν η τελευταία µάχη που εξάντλησε την 1η ταξιαρχία σε αξιωµατικούς και στρατιώτες ενώ αργότερα οι
«παλατιανοί» θα πουν πως ήταν σοφό να υποχωρήσουν. Αλλά και για τους Οθωµανούς η µάχη είχε µεγάλες απώλειες και χαράκτηκε στην µνήµη τους.

Οι Γαριβαλδινοί – Η λεγεώνα Μπερτιέ.

Αρχικά στο µέτωπο Ηπείρου στάλθηκε για ενίσχυση το τάγµα του συνταγµατάρχη Luciano Mereu. Ο Μερέου αν και δεν είχε πολύ χρόνο στην διάθεση του χώρισε το τάγµα του σε πέντε µονάδες από τις οποίες δύο ήταν νοσηλευτές γιατροί και διερµηνείς ενώ τρία πολεµικά τµήµατα µε επικεφαλής τους Giuseppe de Felice (αναπληρωτής, καπετάνιος), Gaetano Pernice (βετεράνοςΓαριβαλδινός, καπετάνιος), Giordano Barnaba (δεύτερο υπολοχαγό),θα αναλάµβαναν δράση. Οι Γαριβαλδινοί διαπίστωσαν πως ο Ελληνικός στρατός έχει φοβερές ελλείψεις και ο Μάνος χάρηκε αρχικά για την ενίσχυση. Όµως τότε κάτι συνέβηκε στην Θεσσαλία µε αποτέλεσµα το τάγµα του Luciano Mereu να µην εµπλακεί στον πόλεµο. Στο Μέτωπο Θεσσαλίας ο Riccioti Garibaldi ήρθε σε πολιτική σύγκρουση
µε τον συνταγµατάρχη Ernesto Bertet, ο οποίος αρχικά δεν ήταν Γαριβαλδινός αλλά οικειοποιήθηκε την στολή των Ερυθροχιτώνων και για να µην λάβει µεγαλύτερη διάσταση η σύγκρουση ο Γαριβάλδι απέσπασε την Λεγεώνα του Μπερτιέ στην Ήπειρο και ανακάλεσε τον Μερέου στην Θεσσαλία. Έτσι λοιπόν ο Μπερτιέ ξεκίνησε για την Ήπειρο. Μετά από πέντε µέρες πεζοπορίας και µε καιρικές συνθήκες, οι οποίες δεν ευνοούσαν την πορεία η λεγεώνα Μπερτιέ έφτασε στην Άρτα.

Η Άφιξη στην Άρτα

Στις 14 του Μάη, µε το παλιό ηµερολόγιο, όταν έφτασε ο Μπερτιέ στην Άρτα, όπου έβρεχε για 12 µέρες συνεχόµενα, διεξάγονταν η µάχη στο Γκρίµποβο. Σύµφωνα µε τις ιταλικές πηγές έχουµε δύο αντιφατικές πληροφορίες για την υποδοχή των Γαριβαλδινών. Η µία µας λέει, ότι οι Αρτινοί υποδέχτηκαν τους Γαριβαλδινούς µε χαρές και ζητωκραυγές ενω η δεύτερη πηγή µας λέει, πως δεν ήταν λίγοι οι Αρτινοί, οι οποί εξ αιτίας της έλλειψης πρώτων αναγκών προσπαθούσαν να ωφεληθούν οικονοµικά από τους Γαριβαλδινούς, πουλώντας σε αυτούς είδη σε υψηλές τιµές. Την ίδια κιόλας µέρα ο συνταγµατάρχης Μπερτιέ συνάντησε τον Θρασύβουλο Μάνο και του ζήτησε να εµπλακούν στην µάχη. Ο Μάνος τους είπε πως δεν χρειάζεται, γιατί ούτως ή άλλως δεν χρειάζεται, διότι σε λίγο η µάχη τελειώνει και οι ίδιοι είναι έτσι και αλλιώς κουρασµένοι από το ταξίδι και την πορεία στην βροχή και θα έπρεπε να ξεκουραστούν.

Τους υποσχέθηκε όµως, ότι θα τους χρησιµοποιήσει τις επόµενες µέρες. Ο ίδιος ο Μπερτιέ ένιωσε µια απροθυµία από πλευράς του Μάνου. Τι ήταν αυτό όµως που οδήγησε τον Μάνο σε αυτή την απόφαση. Ο Μάνος είχε προφανώς πληροφορίες για τα ιδεολογικά πιστεύω των Ιταλών και σαν αστός ο ίδιος δεν µπορούσε να το δεχθεί µε ανοιχτές αγκάλες. Επίσης θα ήταν ταπεινωτικό και για τον ίδιο αλλά και για τους Ελληνες αξιωµατικούς του, αν µια βοήθεια των Γαριβαλδινών άλλαζε το αποτέλεσµα της µάχης. Γεγονός είναι, ότι στα αποµνηµονεύµατα του ο Μάνος δεν έκανε ιδιαίτερη µνηµεία στους Γαριβαλδινούς. Υπεροψία; Αλαζονεία; ∆ιαταγές από πάνω; ∆εν θα το µάθουµε.

Οι κινήσεις των Γαριβαλδινών

Οι Γαριβαλδινοί αφού βολιδοσκόπησαν την κατάσταση και την ώρα που συναντιόταν ο Μπερτιέ µε τον Μάνο πέρασαν αµέσως στην πρώτη γραµµή και έλαβαν αµέσως θέσεις
µάχης απέναντι από το τουρκικό πυροβολικό. Στον νου τους είχαν µια επιχείρηση ριψοκίνδυνη για τους ίδιους αλλά θα έφερνε αποτελέσµατα, όπως έγραψαν αργότερα. Στόχος ήταν να ρίξουν ένα µέρος των δυνάµεων τους στα νώτα του τουρκικού πυροβολικού έτσι που να το καθιστά αδύναµο για τις επιχειρήσεις του. Όµως ο Μπερτιέ έφερε την διαταγή της µη συµµετοχής και οι ίδιοι απογοητευµένοι επέστρεψαν στον καταυλισµό τους. Με απογοήτευση έβλεπαν οι Γαριβλαδινοί τις Ελληνικές δυνάµεις να χτυπιούνται στο Ιµαρέτ µε τις τουρκικές δυνάµεις στο Γκρίµποβο. Ο Μπερτιέ προφανώς ένιωθε θλίψη και απογοήτευση που δεν µπορούσε να ικανοποιήσει το αίτηµα των στρατιωτών του ναµπούνε στην µάχη.

Ο Αουρέλιο Ντράγκο αγνοεί τις διαταγές και το Θάρρος του Φιλλίπο Τρόγια

Ο διµοιρίτης Αυρέλιο Ντράγκο, δηµοσιογράφος και αργότερα Ιταλός γερουσιαστής, αγνόησε τις διαταγές και µε 17 συντρόφους του πέρασαν στην πρώτη γραµµή. Πολέµησαν
µε ανδρεία. Εδώ διακρίθηκε ένας άγνωστος νεαρός από την Ρώµη ο Φιλίππο Τρόγια. Ο Φιλίππο Τρόγια φορώντας το κόκκινο πουκάµισο του περνά στο ύψωµα του Γκριµπόβου και µάχεται χωρίς φόβο µε αποτέλεσµα να ενθαρρύνει Έλληνες και του συντρόφους Γαριβαλδινούς. Μπήκε ανάµεσα στους Έλληνες και µάχονταν όρθιος ενώ δίπλα του έπεφταν οι Έλληνες στρατιώτες από τις βολές των Τούρκων. ∆εν γνωρίζουµε τι ακριβώς ήταν αυτό που έδωσε τόσο θάρρος και τόλµη στον νέο αυτό. Είναι όµως ιστορική αλήθεια, αν δεν βρισκόταν δίπλα του, ένας Έλληνας αξιωµατικός που τον τράβηξε κάτω, ίσως ακολουθούσε την τύχη των Ελλήνων πεσόντων. Όταν µετά την µάχη οι Γαριβαλδινοί γύρισαν στην Άρτα, ο Φιλίππο Τρόγια έδειξε υπερήφανος το όπλο του, που είχε
αποµείνει από σφαίρες. Ο Φίλιππο Τρόγια σκοτώθηκε λίγο αργότερα στην Ζαβέρδα (Πάλλαιρο Αιτωλοακαρνανίας).

Η Αποχώρηση των Γαριβαλδινών και η ταπείνωση
Αυτή λοιπόν ήταν η συµµετοχή των Γαριβαλδινών στα Γεγονότα της µάχης του Γκριµπόβου. Απογοητευµένοι έβλεπαν την οπισθοχώρηση των Ελλήνων από µία µάχη που κέρδιζαν. ∆εν µπορούσαν να το καταλάβουν. Το απόγευµα της συνθηκολόγησης εγκατέλειψαν την Άρτα και διανυκτέρευσαν στο Μενίδι. Το πρωί της επόµενης µέρας θα έφερνε γι αυτούς µια έκπληξη. Περικυκλωµένοι από Έλληνες στρατιώτες τους ζήτησαν να παραδώσουν τα όπλα µε την αιτιολογία, ότι τα όπλα αυτά είχαν κλαπεί από τον ιταλικό στρατό και ήταν κτήµα της ιταλικής κυβέρνησης. Παραπέρα δε έπρεπε να πάνε στην Ζαβέρδα, να επιβιβαστούν σε πλοία και να αναχωρήσουν για την Ιταλία. Τι είχε συµβεί µέσα σε µια βραδιά και άλλαξε εντελώς η στάση των Ελλήνων απέναντι αυτών; Την περασµένη νύχτα είχε συναντηθεί ο υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας και ο πρέσβης της Ιταλίας. Η Λεγεώνα Μπερτιέ, όπως είδαµε παραπάνω είχε οικειοποιηθεί τον τίτλο των Γαριβαλδινών και τις στολές. Στην πλειοψηφία ήταν αναρχικοί και σοσιαλδηµοκράτες. Στην Ιταλία όµως είχαν ήδη φήµη σαν πολεµιστές. Η αστική κυβέρνηση της Ιταλίας φοβούµενη το ερχοµό µιας ένοπλης δύναµης µε λαϊκή απήχηση, γνωρίζοντας, ότι θα είναι δύσκολο να τους αφοπλίσουν σε ιταλικό έδαφος, φρόντισε λοιπόν να φτάσουν άοπλοι στην Ιταλία. Έτσι λοιπόν το έργο αυτό το ανέλαβε η ελληνική κυβέρνηση. Έτσι λοιπόν µεγάλο µέρος αυτών ταπεινωµένοι και απογοητευµένοι παρέδωσαν τα όπλα τους και έφτασαν στην Ζαβέρδα, όπου µπήκαν σε πλοία µε προορισµό την Κέρκυρα και απο κει Ιταλία. Ο Μπερτιέ και µια µικρή οµάδα αρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα και ζήτησαν να πάνε πεζοί στην Αθήνα, όπου είχαν έρθει αρχικά. Και όντως έτσι έγινε. Οι Έλληνες αξιωµατικοί και στρατιώτες δέχθηκαν το αίτηµα του Μπερτιέ. Και σε αντίθεση µε την Ελληνική κυβέρνηση καθ οδόν για Αθήνα ο Ελληνικός λαός τους χαιρετούσε σαν ήρωες.

Άγιος Σπυρίδωνας Άρτας, 29.04.2019 Copyright © Φώτης Βράκας
Η εργασία είναι µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και πάσα αναδιµοσίεσυση επί χρηµάτων απαγορεύεται…( νόµος περι Πνευµατικής Ιδιοκτησίας,Ν.2121&1993, ως ούτος έχει τροποποιηθεί)