Λάμπρος Μιχάλης: Η έννοια της ιατρικής και της προσφοράς είναι αλληλένδετες!
Το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων υπήρξε το πρώτο Περιφερειακό Κέντρο στην Ελλάδα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν συστηματικά επεμβατικές καρδιολογικές πράξεις και το πρώτο στο οποίο λειτούργησε Καρδιοχειρουργική Κλινική, επιτυγχάνοντας με τον τρόπο αυτό να αντιμετωπίζει εντοπίως το σύνολο των καρδιαγγειακών ασθενών της ΒΔ Ελλάδας από τα τέλη του 1990 έως σήμερα.
Για όλο αυτό το επίτευγμα υπεύθυνος είναι ο καθηγητής Καρδιολογίας της Ιατρικής Σχολής & Σχολής Επιστημών Υγείας, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Δ/ντής της Β Καρδιολογικής Κλινικής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, ο Αρτινός Λάμπρος Μιχάλης, ο οποίος μίλησε στο nextdeal.gr και την Ανθή Αγγελοπούλου για τις εξελίξεις στον τομέα της Καρδιολογίας, τον αγώνα των νέων επιστημόνων να μάθουν και να ενταχθούν στο σύστημα, αλλά και για την άρρηκτη σχέση ιατρού και ασθενή με στόχο μια καλύτερη και πιο ανθρώπινη κοινωνία.
Από την συνέντευξη στο nextdeal.gr του Λάμπρου Μιχάλη, που οι Αρτινοί τον θεωρούν ένα δικό τους άνθρωπο, παρουσιάζουμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
ΕΡΩΤ. Πόσα εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα;
ΑΠΑΝΤ. Δεν νομίζω ότι η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί με ακριβή αριθμό. Λαμβάνοντας υπόψη όμως, ότι τα καρδιαγγειακά νοσήματα εξακολουθούν να είναι η 1η αιτία θανάτου στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη μας, και ότι ασθενείς με σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα ζουν πολλά χρόνια, καθώς το στερεότυπο «τα καρδιαγγειακά νοσήματα ισοδυναμούν με αιφνίδιο θάνατο» έχει υποχωρήσει, η νοσηρότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα (δηλαδή ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν με σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα) είναι μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη νόσο.
Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι τα καρδιαγγειακά προβλήματα δεν είναι ένα νόσημα, αλλά πολλά διαφορετικά νοσήματα και το παράδοξο, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, είναι ότι σε διάφορες χρονικές περιόδους αντιμετωπίζουμε διαφορετικές μορφές καρδιαγγειακών προβλημάτων. Για παράδειγμα, παλαιότερα το κύριο πρόβλημα ήταν ο ρευματικός πυρετός, ενώ στη συνέχεια και μέχρι το 2010 περίπου, το μεγάλο θέμα ήταν η στεφανιαία νόσος και το έμφραγμα μυοκαρδίου. Σήμερα το προεξάρχον πρόβλημα είναι η καρδιακή ανεπάρκεια και οι παθήσεις των βαλβίδων της καρδιάς. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι σε κάθε εποχή τα καρδιαγγειακά προβλήματα συμβαδίζουν με την κοινωνική ζωή των ανθρώπων.
ΕΡΩΤ. Εξασθενημένη καρδιά: Πως αντιμετωπίζεται σήμερα και πως θα αντιμετωπίζεται στο άμεσο μέλλον; Αποτελούν λύσεις η μεταμόσχευση, η τεχνητή καρδιά ή οι καλλιεργημένοι ιστοί;
ΑΠΑΝΤ. Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι το κύριο πρόβλημα της καρδιολογίας σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια ή δεν αντιμετωπιζόταν σχεδόν καθόλου ή αντιμετωπιζόταν συμπτωματικά, όπως δηλαδή αν αντιμετωπίζαμε μια σοβαρή λοίμωξη με αντιπυρετικά. Αυτή όμως δεν αποτελεί αιτιολογική θεραπεία και σίγουρα δεν προσφέρει στην επιβίωση των ασθενών. Η πρώτη αιτιολογική θεραπεία που χρησιμοποιήθηκε στην εξασθενημένη καρδιά ήταν η μεταμόσχευση καρδιάς που θεωρείται μέχρι και σήμερα η οριστική λύση του προβλήματος. Η θεραπεία όμως αυτή έχει πολλά προβλήματα, καθώς είναι μια μεγάλη περίπλοκη διαδικασία, με δύσκολη οργάνωση, εκτέλεση και ανάρρωση και που απαιτεί διαρκή παρακολούθηση.
Επιπρόσθετα, υπάρχει το πολύ σοβαρό θέμα της έλλειψης μοσχευμάτων, που στη χώρα μας είναι μεγαλύτερο πρόβλημα από άλλες χώρες. Η «τεχνητή καρδιά», όρος που χρησιμοποιούμε απλοϊκά για να περιγράψουμε τις διάφορες συσκευές υποβοήθησης της καρδιάς, εμφανίσθηκε αργότερα στην κλινική πρακτική και χρησιμοποιείται είτε σαν προσωρινή θεραπεία πριν την μεταμόσχευση είτε και σαν τελική λύση σε ορισμένους ασθενείς. Η τεχνητή καρδιά πιστεύω ότι θα αποτελέσει στο μέλλον τη λύση του προβλήματος για τους ασθενείς για τους οποίους δεν υπάρχει εναλλακτική, λιγότερο επεμβατική θεραπεία. Η εμφύτευση καλλιεργημένων κυττάρων και ιστών, νομίζω ότι έχουν αποδώσει λιγότερο από ότι θα προσδοκούσαμε και εάν αποτελέσουν λύση θα το δούμε μελλοντικά.
ΕΡΩΤ. Κύριε καθηγητά μεταξύ των πολλών εθνικών και διεθνών διακρίσεων κατακτήσατε με την επιστημονικής σας ομάδα και το Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών για πρωτότυπη επιστημονική εργασία επί της θεραπείας του καρκίνου ή επί της θεραπείας των παθήσεων της καρδιάς. Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι ακριβώς πραγματεύεται η εργασία και ποια είναι η εφαρμογή της στην κλινική πράξη;
ΑΠΑΝΤ. Ένα από τα πράγματα που μελετήσαμε στα Γιάννενα και συνεργαστήκαμε με τα μεγαλύτερα κέντρα διεθνώς είναι η πρόβλεψη της εξέλιξης της αθηρωματικής νόσου. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ένας άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει κάποια βλάβη στις αρτηρίες του. Αν για τον συγκεκριμένο άνθρωπο έχουμε απεικόνιση των αγγείων του αλλά και τα βιολογικά χαρακτηριστικά του θα μπορούμε να βρούμε τι εξέλιξη θα έχει και σε ποια σημεία. Μπορούμε με διάφορες μεθόδους να έχουμε μια προβλεπτική ικανότητα της ανάπτυξης αθηρωμάτωσης από το 18% στο 51%. Αυτή η μελέτη βοήθησε σημαντικά στο να δοθεί νέα προοπτική στην αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου, όπως έχει αναφερθεί και παραπάνω.
ΕΡΩΤ. Η δυνατότητα εξειδίκευσης των νέων επιστημόνων, καθώς και μετεκπαίδευσης σε υψηλού επιπέδου κέντρα, είναι εύκολη για τους Έλληνες;
ΑΠΑΝΤ. Δυστυχώς, δεν υπάρχει το κατάλληλο σύστημα στη χώρα μας να βοηθήσει αυτές τις διαδικασίες και παρότι έχουμε το απαραίτητο επιστημονικό δυναμικό. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε στα Γιάννενα. Να φτιάξουμε επί της ουσίας ένα «θερμοκήπιο» επιστημόνων όπου θα παρέχουμε εκπαίδευση σε νέους επιστήμονες. Το σημαντικό είναι να μπορείς να επιλέξεις το ανθρώπινο δυναμικό όχι απλά που χρειάζεσαι, αλλά που μπορεί να ενσωματωθεί στην ομάδα και να προσφέρει αυτό που η ομάδα έχει ανάγκη. Χρειαζόμαστε τους καταλληλότερους για την κάθε θέση και αυτούς πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να επιλέγουμε. Εμείς τους φέρνουμε σε επαφή με κέντρα του εξωτερικού και τους στέλνουμε και για εκπαίδευση. Το πρόβλημα όμως είναι πώς να τους επαναφέρουμε και να τους ενσωματώνουμε στην ομάδα.
ΕΡΩΤ. Η Β’ Καρδιολογική Κλινική έχει αναδειχθεί αναμφισβήτητα σε διεθνές κέντρο καρδιολογίας, καθώς πέραν της παροχής υψηλής ποιότητας ιατρικών υπηρεσιών, ενισχύει την έρευνα και την καινοτομία σε εθνικό επίπεδο ενώ αποτελεί και πόλο έλξης για την επιστροφή νέων επιστημόνων. Εξηγήστε μας τι ακριβώς κάνετε;
ΑΠΑΝΤ. Πιστεύω ακράδαντα ότι η επιστήμη όπως και όλοι οι άνθρωποι για να επιβιώσουν πρέπει να είναι διασυνδεδεμένοι. Κανείς δεν μπορεί να τα κάνει όλα μόνος του. Η ικανότητα να διασυνδέεσαι με αντίστοιχα διεθνή κέντρα βοηθά όχι μόνο στο να μαθαίνεις έγκαιρα τη γένεση κάθε προβληματισμού αλλά και να συμμετέχεις στη λύση του. Να φέρνεις τις νέες τεχνολογίες που επικρατούν παγκόσμια, να εκπαιδεύεις το προσωπικό σου για να αποδεχθούν και να εφαρμόσουν στη συνέχεια αυτές τις τεχνολογίες. Διότι το σημαντικό δεν είναι μόνο να φέρεις τις νέες τεχνολογίες στο νοσοκομείο ή την κλινική σου, αλλά να ξέρεις να τις λειτουργήσεις σωστά και να τις προσφέρεις μετά στην κοινωνία και στον άνθρωπο. Γιατί «η έννοια της ιατρικής και της προσφοράς είναι αλληλένδετες!».
Ποιος είναι ο καθηγητής Λάμπρος Κ. Μιχάλης
Γεννήθηκε το 1960 στην Άρτα, όπου και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το 1978 εισήχθη 5ος στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ από όπου αποφοίτησε το 1984 με Άριστα. Έλαβε υποτροφίες από το Εθνικό Ίδρυμα Υποτροφιών για όλα σχεδόν τα έτη φοίτησης στην Ιατρική Σχολή.
Το 1989 έλαβε τη διδακτορική του διατριβή από την Ιατρική Σχολή Αθηνών με Άριστα, ενώ το 1992 έγινε μέλος του Royal College of Physicians του Λονδίνου (MRCP) μετά από εξετάσεις. Ειδικότητα Καρδιολογίας και μετεκπαίδευσή στην Επεμβατική Καρδιολογία έκανε στη Μεγάλη Βρετανία όπου, μετά το τέλος της εκπαίδευσής του εκλέχθηκε Λέκτορας στη Σχολή Μεταπτυχιακής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Keele και εργάστηκε για 2 έτη.
Το 1995 εκλέχτηκε Λέκτορας Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων και επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1999 εκλέχτηκε Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας. Το 2005 έγινε καθηγητής Καρδιολογίας στην ίδια Ιατρική σχολή και από το 2014 διευθύνει τη Β’ Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημιακού νοσοκομείου Ιωαννίνων.
Έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις με σημαντικότερη το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 2013 για πρωτότυπη εργασία επί της θεραπείας των παθήσεων της καρδιάς.
Έχει υπηρετήσει ως: αντιπρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Ιωαννίνων, αντιπρόεδρος του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Ιωαννίνων, μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας Επεμβατικής Καρδιολογίας της ΕΚΕ, πρόεδρος της Ομάδας Περιφερικών Αγγείων της Ελληνικής Καρδιολογίας, μέλος της επιτροπής του ΚΕΣΥ, πρόεδρος του Ελληνικού Κολλεγίου Καρδιολογίας, μέλος της επιτροπής της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας από το 2018 έως σήμερα, διατελεί πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κληροδοτήματος Γ. Μιχαηλίδη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, είναι εκπρόσωπος των Ελλήνων Καρδιολόγων στον Ευρωπαϊκή Οργάνωση από το 1999 έως σήμερα, από το 2013-2017 γραμματέας του UEMS Cardiology Section και αντιπρόεδρος του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Πιστοποίησης Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης για την Καρδιολογία, ενώ από το 2017 έως σήμερα είναι o πρόεδρος τoυ UEMS Cardiology Section.
Συνδύασε την έρευνα, την εκπαίδευση και την κλινική αριστεία και οργάνωσε την επεμβατική καρδιολογία κλινικά και ερευνητικά στη ΒΔ Ελλάδα, ενώ υπήρξε πρωτοπόρος στην οργάνωση της Επεμβατικής Καρδιολογίας στην Ελληνική Περιφέρεια. Έχει συμμετάσχει ή συμμετέχει σε 14 διεθνείς πολυκεντρικές μελέτες, σε 8 ερευνητικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς φορείς και σε 2 ερευνητικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει 298 δημοσιευμένες εργασίες, και έχει συγγράψει κεφάλαια σε 15 ξενόγλωσσα βιβλία και έχει επιμεληθεί την έκδοση τριών.